Αποσπάσματα και συμπεράσματα από το βιβλίο «Οικογένειες και Κράτος Πρόνοιας στην Ευρώπη» του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών. Εκδόσεις Gutenberg, 2002
Η οικογένεια στην Ελλάδα καλά κρατεί όχι τόσο επειδή οι παραδοσιακές αξίες διατηρούνται στη χώρα μας όσο γιατί η οικογένεια αποτελεί μέσο προστασίας των αδύναμων μελών. Σε συνδυασμό με ένα όλο και περισσότερο συρρικνούμενο Κράτος Πρόνοιας που εμμένει στο παραδοσιακό πρότυπο της οικογένειας και αδυνατεί να εκλάβει και επομένως να στηρίξει άλλες μορφές συμβίωσης (π.χ. συμβίωση χωρίς γάμο, μονογονεϊκές οικογένειες κτλ).
Το Κράτος Πρόνοιας υπηρετεί μια παρωχημένη αντίληψη της οικογένειας και της κοινωνίας. Κράτος Πρόνοιας και οικογενειακή πολιτική παρεμποδίζουν όχι μόνον την εξέλιξη αλλά και την ίδια την ύπαρξη σύγχρονων μορφών οικογένειας. Αυτό το κάνει είτε ενισχύοντας την αντίληψη ότι τα όποια σχήματα πέραν του συμβατικού και κοινωνικά αναμενόμενου (δύο γονείς και παιδιά κάτω από την ίδια στέγη) είναι προβληματικά είτε ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο, ενιαίο και σταθερό σχήμα.
Η ελληνική πραγματικότητα έχει την εξής ιδιομορφία. Έχουμε μια ρευστή οικογένεια αλλά θα θέλαμε να έχουμε μια σταθερή. Έχουμε δηλαδή μια σύγχρονη οικογένεια αλλά θα προτιμούσαμε μια παραδοσιακή. Το Κράτος Πρόνοιας δεν μπορεί να παραβλέψει αυτήν την αντίφαση. Η κοινωνική πολιτική προς την οικογένεια δεν έχει προσαρμοστεί στις αναδυόμενες νέες οικογενειακές συνθήκες και ανάγκες. Από την άλλη, διάφοροι παράγοντες που σχετίζονται με την εργασία των γυναικών και τη γενική ανασφάλεια αποθαρρύνουν από την επιλογή άλλων μορφών συμβίωσης.
Εκ πρώτης όψεως φαίνεται αντιφατικό πως σε μια χώρα που ο θεσμός της οικογένειας θεωρείται τόσο σημαντικός δεν υπάρχει αντίστοιχη οικογενειακή πολιτική και πρόνοια που να την προστατεύει. Αυτό συμβαίνει γιατί ο ρόλος της οικογένειας στην Ελλάδα όπως και σε άλλες χώρες στη Νότια Ευρώπη (Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία) στην παροχή στήριξης και υπηρεσιών σε εξαρτημένα άτομα θεωρείται δεδομένη. Μέσα από την απουσία οικογενειακών πολιτικών αναπαράγεται η ιδεολογική παραδοχή πως η οικογένεια είναι αυτή που κατά βάση προνοεί στην κοινωνία. Εδώ έρχεται να προστεθεί και η δομή της αγοράς εργασίας που συνδέεται με τη σύγκρουση ανάμεσα στην οικογένεια και την εργασία (για τις γυναίκες). Η χαμηλή αντιπροσώπευση των γυναικών στην αγορά εργασίας ενισχύει τους παραδοσιακούς ρόλους ανδρών και γυναικών και διατηρεί την πατριαρχική αρχή σύμφωνα με την οποία οι άνδρες κυριαρχούν στο δημόσιο χώρο ενώ ο φυσικός χώρος των γυναικών είναι η διατήρηση της οικογενειακής αλληλεγγύης και η παροχή φροντίδας.
Έτσι παρατηρείται το εξής παράδοξο: από τη μια έλλειψη οικογενειακής πολιτικής και από την άλλη απουσία αιτημάτων για την ύπαρξη τέτοιων μέτρων. Το αποτέλεσμα μιας παθητικής οικογενειακής πολιτικής είναι πως οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι διάφορες οικογένειες δεν είναι θέμα δημόσιας κινητοποίησης αλλά ιδιωτικής στρατηγικής των ανθρώπων. Στην Ελλάδα, όπως και στις χώρες της Νότιας Ευρώπης, η οικογενειακή αλληλεγγύη ταυτόχρονα εξηγεί αλλά και αποτελεί το αποτέλεσμα μιας μη-ανεπτυγμένης κοινωνικής πολιτικής.
Η ισχυρή οικογενειοκεντρική ιδεολογία θεωρείται υπεύθυνη για την έλλειψη διεκδικήσεων και αιτημάτων στο χώρο της οικογενειακής πρόνοιας. Υπάρχει μια σιωπηρή συμφωνία πως οι υπηρεσίες που προσφέρονται μέσα στην οικογένεια είναι ανώτερες ποιοτικά από κείνες που προσφέρονται από το κράτος. Με άλλα λόγια η πολιτική του μη-ανεπτυγμένου κράτους πρόνοιας σε σχέση με την οικογένεια ενισχύεται από το σύστημα αξιών που τοποθετεί την οικογένεια σε υψηλή θέση.
Συγκεκριμένα, τα διαζύγια είναι χαμηλά στη χώρα μας όχι τόσο γιατί οι γάμοι είναι καλύτεροι απ’ ό,τι στην Ευρώπη αλλά λόγω της αδύναμης θέσης των γυναικών στη συμμετοχή τους στο εργατικό δυναμικό και το γεγονός πως ακόμη κι αν εργάζονται η αμοιβή τους είναι χαμηλότερη ή και χωρίς αμοιβή σε οικογενειακή επιχείρηση. Επιπλέον, επιφορτίζονται με το βάρος της υποκατάστασης του Κράτους Πρόνοιας. Κάτι τέτοιο καθιστά το διαζύγιο αδύνατο.
Σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, το να έχει κάποιος παιδί χωρίς να είναι παντρεμένος δεν είναι ακόμη κοινωνικά αποδεκτό, ενώ οι γυναίκες εξακολουθούν να εργάζονται σε μικρότερο βαθμό.
Δεδομένου ότι στην Ελλάδα το Κράτος Πρόνοιας είναι ήδη περιορισμένο, η κατάσταση που θα διαμορφωθεί μετά την παραπέρα συρρίκνωσή του αναμένεται να είναι σοβαρότερη από ότι στις άλλες χώρες της ΕΕ. Πολλά εξαρτημένα άτομα που τώρα προστατεύονται από την οικογένεια-τις γυναίκες-αναμένεται να βρεθούν σε κατάσταση φτώχειας και αποκλεισμού.
Για πολλές γυναίκες, ο γάμος αποτελεί δουλεία και εξαναγκασμό. Δουλεία γιατί πάνω τους πέφτουν αρμοδιότητες που θα έπρεπε να καλύπτει το Κράτος Πρόνοιας και αφορούν την προστασία αδύναμων μελών και εξαναγκασμός γιατί ενώ παρουσιάζεται σαν ελεύθερη επιλογή δεν είναι λόγω των συνθηκών που επικρατούν στην εργασία.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat (1993), οι οικογενειακές παροχές σε είδος και χρήμα ανερχόταν κατά μέσο όρο στο 3.5% του ΑΕΠ στην ΕΕ αλλά έφθαναν μόλις το 0.1% στην Ελλάδα! Σε χώρες που οι νομικές υποχρεώσεις και οι δεσμοί των μελών της οικογένειας είναι ισχυρές, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, έχουν διατηρηθεί σε μεγάλο βαθμό συγγενικά δίκτυα, επιτρέποντας στην πολιτεία να αναβάλει την προώθηση πολιτικών παροχών και υπηρεσιών στην οικογένεια, οι οποίες μάλιστα να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες οικογενειακές ανάγκες.
Η αύξηση των μονογονεϊκών οικογενειών, της ελεύθερης συμβίωσης και των διαζυγίων αναπόφευκτα απαιτεί πολιτικές παρεμβάσεις δεδομένης της απειλής της φτώχειας στην οποία είναι περισσότερο ευάλωτες αυτές οι οικογένειες. Στην Ελλάδα, όπως και αλλού, αυτές οι οικογένειες παρουσιάζουν μεγαλύτερη αναλογία φτώχειας από ότι οι υπόλοιπες οικογένειες πιθανότητα γιατί δεν μπορούν να επωφεληθούν από την ευρύτερη κοινωνική ασφάλιση που συνδέεται με τη σταθερότητα του γάμου αλλά και επειδή οι αλλαγές στην οικογενειακή δομή ίσως να επηρεάζουν την ικανότητα των οικογενειών να παρέχουν στήριξη προς τα μέλη τους.
Είναι σαφές πως ο θεσμός της οικογένειας στην Ελλάδα είναι ενισχυμένος ως μηχανισμός κοινωνικής άμυνας και προστασίας παράλληλα με ένα ποτέ πλήρως ανεπτυγμένου (στα πλαίσια των άλλων ευρωπαϊκών χωρών) και διαρκώς συρρικνώμενου Κράτους Πρόνοιας. Αυτή η ενίσχυση του θεσμού της οικογένειας είναι αμφίβολη αλλά και επικίνδυνη αναφορικά με τη διασφάλιση των όρων και πόρων κοινωνικής διαβίωσης στη σύγχρονη εποχή της διακινδύνευσης (risk), των ανισοτήτων και της διαφοράς.
Η οικογένεια λειτουργεί ως μηχανισμός κοινωνικού ελέγχου εξουσίας, νομιμοποιημένου από το κράτος έτσι που διατηρεί τα πρωτογενή της χαρακτηριστικά που αφορούν τους παραδοσιακούς ρόλους της πατρικής εξουσίας και της εξάρτησης και καταπίεσης των γυναικών και των παιδιών. Ο πανοπτικός κοινωνικός έλεγχος που ασκεί η οικογένεια διαφαίνεται στις αρνητικές όψεις της παιδικεντρικότητας της ελληνικής οικογένειας που καθορίζει τη φυσιογνωμία των διαπροσωπικών σχέσεων ανάμεσα στα μέλη της σύγχρονης οικογένειας. Ένα μεγάλο ποσοστό των εφήβων δηλώνει πως οι γονείς τους γνωρίζουν που και με ποιους βρίσκονται ανά πάσα στιγμή (87.5%). Παράλληλα, οι έφηβοι ασφυκτιούν κάτω από την αυστηρή, παράλογη, καταπιεστική και υπερπροστατευτική εξουσία των γονιών τους.
Από τη μια η κοινωνία αλλάζει παρόλα αυτά οι αντιλήψεις παραμένουν οι ίδιες και δεν υπάρχουν νέα θεσμικά πλαίσια να αναγνωρίσουν αυτές τις αλλαγές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου