Δευτέρα 12 Μαρτίου 2018

Η δικαιοσύνη αποτελεί την τελική εγγύηση της ελευθερίας.


 Του ΑΝΤΩΝΗ Π.ΑΡΓΥΡΟΥ , Δικηγόρου παρ' ΑΠ
Ήταν μέρες Χριστουγέννων του 2002 και το καθήκον μ’ έφερε στο γραφείο ανώτατου δικαστικού λειτουργού, του αειμνήστου Εισαγγελέα ΑΠ Ευάγγελου Κρουσταλλάκη ,για υπόθεση πελάτου μου. Η πρόσκληση είχε έλθει μέσω της γραμματέως ήταν σαφής και συγκεκριμένος ο λόγος της επικοινωνίας. Βρήκα και τον αντίδικο μου δικηγόρο(τον αείμνηστο Αλέκο Κατσαντώνη) να αναμένει και αυτός την συνάντηση. Ο κ. Εισαγγελέας  μας δέχθηκε στην ώρα του και μας άκουσε με προσοχή, κρατώντας σημειώσεις. Την ώρα της συναντήσεως χτύπησε το τηλέφωνο και ακούσαμε την απάντηση του Εισαγγελέα ήταν : «Μάλιστα κ. Υπουργέ», αλλά αμέσως μετά αφού ο κ Υπουργός(δεν αντελήφθην ούτε το πρόσωπο, ούτε το αίτημα) προφανώς εξέθεσε το αίτημα του δέχθηκε την άμεση σκληρή απάντηση από τον Δικαστή: «Πώς τολμάτε να με ενοχλείτε για υπόθεση που χειρίζομαι;» και χωρίς άλλη κουβέντα έκλεισε το τηλέφωνο, προφανώς ενοχλημένος. Με τον τρόπο αυτό ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, έμπειρος στο χειρισμό υποθέσεων μείζονος σπουδαιότητας κατέστησε σαφές ότι δεν θα επέτρεπε σε κανέναν απολύτως να παρέμβει στο έργο του[1].

Σημειώνω ότι η συνάντηση μας συνεχίσθηκε χωρίς σχόλια για το γεγονός και είχε δυσμενή εξέλιξη για τον εντολέα μου.
Η γενναία αυτή στάση του συγκεκριμένου δικαστικού λειτουργού πρέπει να επισημανθεί. Η απονομή της δικαιοσύνης γίνεται σύμφωνα με το Νόμο, δηλαδή ο Δικαστής αποφασίζει σύμφωνα με το Νόμο και  όχι σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες, ή οποιεσδήποτε σκοπιμότητες.   
 Απαραίτητο στοιχείο της δίκαιης δίκης είναι η ύπαρξη ανεξάρτητου, αμερόληπτου και αντικειμενικού Δικαστή, ο οποίος όχι  μόνο θα πρέπει να έχει αυτές τις ιδιότητες, αλλά και θα πρέπει να φαίνεται, σ΄ όλους, ότι τις έχει.   Το μείζον ζήτημα της λειτουργίας της Δικαιοσύνης με έμφαση στον σεβασμό στη θεσμική ανεξαρτησία[2] της καθώς και στην ανάγκη για επιτάχυνση της απονομής της είναι κεντρικό ζήτημα στην λειτουργία του Δημοκρατικού μας Πολιτεύματος[3].
Όμως  η αλήθεια είναι ότι η εικόνα στην απονομή της δικαιοσύνης είναι εφιαλτική και αρχίζει και πάλι η γνωστή ατερμομη και χωρίς αποτέλεσμα συζήτηση, ενώ σε λίγες μέρες αρχίζει το νέο δικαστικό έτος.  Σύμφωνα με στοιχεία του 2015, στα Διοικητικά Πρωτοδικεία και Εφετεία εκκρεμούν 356.498 υποθέσεις, με 67.678 φορολογικές (μαζί με του ΣτΕ ξεπερνούν τις 72.000). Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια. Οι εκκρεμείς υποθέσεις υπερβαίνουν το 1.000.000 μόνο στα ποινικά δικαστήρια, παρά το γεγονός ότι διαθέτουμε 30 δικαστές ανά 100.000 κατοίκους, ενώ η Γαλλία 12 και η Ιταλία 11. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις αποφυλάκισης υποδίκων ή παραγραφής αδικημάτων λόγω της βραδύτητας. Εκτός από τα ενδογενή και εξωγενή αίτια που προκαλούν βραδυπορία, παραλυτικά στο σύστημα λειτουργεί πρωτίστως η πολυνομία. Παρά τις διακηρύξεις περί "καλύτερης νομοθέτησης" (better regulation) και το νόμο περί ρυθμιστικής διακυβέρνησης, η πραγματικότητα στην Ελλάδα παραμένει ζοφερή: πολυνομία, έλλειψη κωδικοποίησης, αντιφατικές ρυθμίσεις, διατάξεις αναχρονιστικές σε αχρησία, νομοσχέδια "σκούπες", Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, χιλιάδες εγκύκλιοι. Η Ελλάδα μετρά πολυάριθμες καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και βρίσκεται σταθερά στην πρώτη πεντάδα των 47 χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης με πολύχρονες καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης. Οι αριθμοί κατατείνουν στο ότι περίπου 5 εκατ. πολίτες, ο μισός δηλαδή πληθυσμός της χώρας, εξαρτά κάποιο έννομο συμφέρον από υπόθεση που βρίσκεται σε εκκρεμότητα στη δικαιοσύνη. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2009 από τις 69 καταδίκες της Ελλάδας, οι 41 αφορούσαν αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην εκδίκαση. Υπάρχει, μάλιστα, υπόθεση για την οποία η χώρα μας καταδικάστηκε, γιατί καθυστέρησε η έκδοση απόφασης είκοσι επτά χρόνια. Το Δημόσιο καταδικάστηκε να καταβάλει εκατομμύρια ευρώ για χρηματική αποζημίωση και ηθική ικανοποίηση. Οι υποθέσεις λιμνάζουν επί έτη πολλά και μόνον «φιλολογικές» συζητήσεις γίνονται ή προτείνονται μέτρα που είναι μηδενικής αποτελεσματικότητας για το ζήτημα, ενώ παραλληλα έχει  δημιουργηθεί δυσάρεστο κλίμα λόγω των συνεχών πειθαρχικών διώξεων λειτουργών, για πολύ σοβαρές υποθέσεις. Ο λίθος του αναθέματος στους δικαστές;»[4].Αυτό επιδιώκουν συγκεκριμένοι κύκλοι συμφερόντων για να αποκρύψουν τις δικές τους τεράστιες ευθύνες. «Η καθυστέρηση απονομής της Δικαιοσύνης δεν είναι δικονομικό ζήτημα αλλά έχει κοινωνικά αίτια, τα οποία ουσιαστικά δημιουργούνται από τις εκάστοτε πολιτικές επιλογές σε διάφορους τομείς (φορολογικό, ασφαλιστικά Ταμεία, κ.λπ.)»[5]Για την κατάσταση υπεύθυνοι είναι πρώτα η Πολιτεία και όλοι οι παράγοντες απονομής της δικαιοσύνης ,ο καθένας με τις δικές του ευθύνες, εκείνος που δεν είναι υπεύθυνος είναι ο αποδέκτης των υπηρεσιών απονομής της δικαιοσύνης ,ο κυρίαρχος Λαός.
Η κατάσταση αυτή πρέπει άμεσα να εκκαθαρισθεί και αυτό πρέπει να είναι πρώτη προτεραιότητα. Δεν μπορεί να λειτουργήσει η δικαιοσύνη όταν οι δικαστές απειλούνται από δημόσια πρόσωπα ή ακόμα χειρότερο να γίνεται ανεκτή η υπόδειξη από όργανα άλλων εξουσιών ή και ξένων χωρών, για την δικαστική κρίση  επί συγκεκριμένων υποθέσεων.Είναι αδιανόητο ανώτατα δικαστήρια(όπως το Συμβούλιο της Επικρατείας) εμμέσως να «απειλούνται» με «κατάργηση» εν όψει της Συνταγματικής Αναθεωρήσεως, επειδή κάποιες αποφάσεις τους δεν ήσαν αρκούντως αρεστές ; Ακούγονται και γράφονται εξωφρενικά πράγματα, όπως πχ δημιουργία Συνταγματικού Δικαστηρίου αποκλειστικά από μη δικαστές!
  Είναι τουλάχιστον υποτιμητικό για την Ελλάδα αλλά και αποτρεπτικό για όσους τυχόν θέλουν να επενδύσουν εδώ, να κατατάσσεται η χώρα μας στις πέντε χώρες των 28 της Ε.Ε. με την μεγαλύτερη καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης, όπως καταγράφεται στον «Πίνακα Αποτελεσμάτων της Ε.Ε. για τη Δικαιοσύνη έτους 2015» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ σύμφωνα και με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας η Ελλάδα διαθέτει το πιο αργό δικαστικό σύστημα στην Ευρώπη για την εκδίκαση εμπορικών υποθέσεων α’ βαθμού και το τέταρτο πιο αργό στον κόσμο, μετά τη Γουινέα-Μπισάου, το Σουρινάμ και το Αφγανιστάν!
ΑΝΤΩΝΗΣ Π.ΑΡΓΥΡΟΣ


[1] Κρουσταλάκης Ευ., Η δικαστική λειτουργία, η ανεξαρτησία της και η κοινή γνώμη, στο : Το Σ 1986, σελ.12
[2] Η δικαστική ανεξαρτησία είναι σταθερό στοιχείο και του ελληνικού Συνταγματικού Δικαίου.  Ήδη στα Συντάγματα της Επανάστασης (Σύνταγμα Επιδαύρου, Άστρους, Τροιζήνας) διακηρύσσεται έναντι των δύο άλλων λειτουργιών.  Η διατύπωση “τελειοποιείται” στα Συντάγματα του 1925(ά. 4) και 1927(ά. 5), κατά τα οποία “η δικαστική εξουσία ασκείται υπό δικαστηρίων ανεξαρτήτων υποκείμενων μόνον εις τους νόμους” και παίρνει την οριστική της μορφή στο ά. 87 του Σ 1975.
[3] Κατά τον Montesquieu στο έργο του Το Πνεύμα των Νόμων «δεν υπάρχει ελευθερία αν η δικαστική εξουσία δεν είναι χωρισμένη από τη νομοθετική και την εκτελεστική…Εκάστη των τριών λειτουργίων της κυριαρχίας δέον να ανατίθηται ιδίω οργάνω επί τω σκοπώ όπως αι πολιτικαί δυνάμειςσυνέχωσιν αλλήλας και αντισταθμίζονται». 
[4] Τίτλος άρθρου του Ευάγγελου Κρουσταλλάκη στη εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ»  09/12/2001
[5] Από την επιστολή προς τον υπουργό Δικαιοσύνης Νίκο Παρασκευόπουλο έστειλε η Ένωση Διοικητικών Δικαστών αιτιολογώντας την καθυστέρηση απονομής Δικαιοσύνης και υπογραμμίζει τη λήψη έξι νομοθετικών μέτρων για την επιτάχυνσή της. Πηγή:  | iefimerida.gr http://www.iefimerida.gr/news/204366/