Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

Τα βιβλία και τα «καρυκεύματα» του Πλουτάρχου

Του Γ. Η. Ορφανού*
Παρά τη λαμπρή, όπως όλοι παραδέχονται, πρόοδο του ανθρώπου και τη συνεχή εξέλιξη των μέσων που καθημερινά χρησιμοποιεί προς διευκόλυνσή του, συναντά τεράστια και δυσεπίλυτα προβλήματα στο δρόμο του.
Από τους πολυτιμότερους «βοηθούς» του για να τα επιλύσει θεωρείται και το «καλό» βιβλίο.
Ποιο είναι, όμως, το «καλό» και ποιο το «κακό» βιβλίο; «Καλό» είναι κείνο που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη κίνηση στην αγορά; «Κακό» λέμε όποιο μένει στα … αζήτητα;
Μελετώντας το «καλό» βιβλίο, το γραμμένο με ειλικρίνεια και δίχως αχαλίνωτα πάθη, αλλά με ρεαλισμό, ο σύγχρονος νέος έρχεται σ’ επαφή με τη γνώση του παρόντος και ταυτόχρονα με την πείρα των παλαιότερων γενεών· έτσι, ύστερα από μία εσωτερική πάλη, οδηγείται βαθμιαία και χωρίς σκοταδιστικές και ξεπερασμένες προκαταλήψεις πρώτα στην ορθολογική ανάπτυξη του εσωτερικού του κόσμου και κατόπιν σε μια σωστή αντίληψη για το νόημα της ζωής και της αγάπης προς τον πλησίον.
Το βιβλίο, στις ημέρες μας και παρά τον «πόλεμο» που δέχεται από το «μαγικό κόσμο» των ηλεκτρονικών υπολογιστών και των μέσων μαζικής επικοινωνίας (το Μάη του 2011 για πρώτη φορά οι πωλήσεις ηλεκτρονικών βιβλίων για τους ηλεκτρονικούς αναγνώστες ξεπέρασαν τις πωλήσεις όλων των τυπωμένων βιβλίων σύμφωνα με το αμερικάνικο διαδικτυακό βιβλιοπωλείο Amazon, το οποίο ανακοίνωνε το μήνα εκείνο ότι πουλάει 105 ηλεκτρονικά βιβλία για 100 τυπωμένα βιβλία, ενώ στη Γαλλία, όπως έγινε γνωστό, αρχές του φετινού Ιούλη το 17% των λογοτεχνικών βιβλίων πωλείται στο Διαδίκτυο και η Amazon ελέγχει το 70% μέχρι στιγμής αυτής της αγοράς!), εξακολουθεί, ας το πούμε στα παιδιά μας προτρέποντάς τα να στραφούν σε αυτό και να το αγαπήσουν, να είναι πολύτιμος καθημερινός αρωγός της ανθρωπότητας. Συγκεκριμένα, ακόμα και τώρα προσφέρει στους ανθρώπους, ακόμη και στους ασθενέστερους κοινωνικά ή οικονομικά, τη γνώση άγνωστων και ασυνήθιστων γι’ αυτούς θεωριών και αντιλήψεων για τη φύση, την κοινωνία, την κοινωνικοπολιτική οργάνωση, τη θρησκεία· τους βοηθά να βρούνε τρόπους να ξεπεράσουν το καθημερινό άγχος και την αγωνία για το (κοντινό και μακρινό) μέλλον.
Επιπλέον, το «καλό» βιβλίο διδάσκει στους πολίτες, από την παιδική τους ηλικία ήδη, τους νόμους και την υπέρ του κοινωνικού συνόλου συνεπή εφαρμογή τους από άρχοντες και αρχόμενους.
Πριχού φτάσουμε στο τέλος του παρόντος αρθριδίου, ας ιδούμε και κάποια ενδιαφέροντα στατιστικά στοιχεία. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (Αθήνα, 2010) για τον ελεύθερο χρόνο των Ελλήνων εφήβων, δύο στους 5 εφήβους ηλικίας 15 ετών (46,4%) δεν διαβάζουν καθόλου εξωσχολικά βιβλία. Την ίδια στιγμή, οι δραστηριότητες των εφήβων στον ελεύθερο χρόνο τους με συχνότητα μία φορά την εβδομάδα ή περισσότερο είναι κατά σειρά προτίμησης: η ακρόαση μουσικής (83%), η ενασχόληση με αθλητικές δραστηριότητες (69,6%), τα ηλεκτρονικά παιχνίδια στον υπολογιστή (62,1%), το «κατέβασμα» μουσικών κομματιών από το ιντερνέτ (50,7%) και η επεξεργασία φωτογραφιών στον υπολογιστή (40,5%). Ακολουθούν, η ανάγνωση εξωσχολικών βιβλίων (33,9%),η ενασχόληση με κάποιο μουσικό όργανο (18,5%)), και η συμμετοχή σε εκδηλώσεις της εκκλησίας (10,1%). Αξίζει να προσέξουμε, ότι σύμφωνα με την ίδια έρευνα, σημαντική είναι η διαφορά μεταξύ των δύο φύλων ως προς την ανάγνωση εξωσχολικών βιβλίων, με το ποσοστό των κοριτσιών να είναι σχεδόν διπλάσιο (40,8%) από εκείνο των αγοριών (26,6%).
Έτσι, καταλήγοντας, ενθυμούμενοι ότι – χάρη στα «καλά» βιβλία – βλέπουμε τα σφάλματα του παρελθόντος και πώς μπορούμε να μην τα ξανακάνουμε, ας ξαναδιαβάσουμε το απόσπασμα του Πλουτάρχου: «Δεν είναι αρκετό να κάνουμε τους νεαρούς εγκρατείς στις απολαύσεις του φαγητού και του πιοτού· πρέπει, επίσης, να τους παρακολουθούμε στις μελέτες τους και να τους συνηθίζουμε να χρησιμοποιούνε με μέτρο, όπως τα καρυκεύματα, τις απολαύσεις που τους προσφέρουν και να επιδιώκουνε από δαύτες ό,τι τους ωφελεί και τους σώζει…»
* Στους γονείς μου και πρώτους μου διδασκάλους, Ηρακλή και Σωτηρία Ορφανού, για τη στοργή τους και για την αγάπη που μου εμφύσησαν για τα βιβλία

Κυριακή 27 Ιουλίου 2014

Αυτό ΠΡΕΠΕΙ να το διαβάσεις... Θα ξανασκεφτείς και θα αλλάξεις ζωή


 Το 1915 ο Einstein εισήγαγε τη Θεωρία της Σχετικότητας, προσπαθώντας να εξηγήσει στην ανθρωπότητα με πολύπλοκες πράξεις και εξισώσεις πως... ο χρόνος είναι εντελώς υποκειμενική έννοια... Οι ανθρώπινες σχέσεις όμως φαντάζουν πιο πολύπλοκες από κάθε φυσική θεωρία. Ολόκληρες βιβλιοθήκες, δε φτάνουν για να τις αποκρυπτογραφήσουν.

Καμία μαθηματική πράξη δεν είναι αρκετή ώστε να εξηγήσει γιατί εγκλωβίζεσαι σε σχέσεις που δεν σε καλύπτουν.

Για ποιο λόγο επαναλαμβάνεις ξανά και ξανά τα ίδια λάθη με τεράστια επιτυχία, θεωρώντας πως έχεις όλο τον καιρό μπροστά σου για να τα διορθώσεις; Χρησιμοποιείς σαν άλλοθι τα νιάτα για να πληγωθείς και να πονέσεις.
Χαρίζεις απλόχερα πολύτιμες στιγμές σου σε ανθρώπους, ενώ οι δικές τους δε σε συμπεριλαμβάνουν. Είσαι καθηλωμένος πίσω από ένα γραφείο, ενώ από μικρός ονειρευόσουν να γυρίσεις τον κόσμο.

Διατηρείς κατά συνθήκη φιλίες και σχέσεις για να μη θυσιαστείς στο βωμό της μοναξιάς. Αφήνεις για αύριο όσα μπορείς να κάνεις σήμερα. Και την ίδια στιγμή η ζωή περνάει. Περνάει από μπροστά σου και δε στέκεται λεπτό.

Σε χαιρετάει ειρωνικά φωνάζοντας «πόσο χρόνο νομίζεις ότι έχεις;» κι εσύ την παρατηρείς από το σημείο αναφοράς σου, χωρίς να κάνεις το παραμικρό για να την αλλάξεις. Ζητάς από εκείνη κι άλλες εμπειρίες και μόλις σου δοθούν ξεκινάς πάλι από το μηδέν. Επαληθεύοντας την ίδια εξίσωση. Όλα βρίσκονται σε μια διαρκή κίνηση εκτός από σένα.

Κι όταν αυτά δεν έρχονται, θυμώνεις με τη ζωή που σου φέρθηκε σκληρά. Τα λάθη που έχεις κάνει μέσα στον χωροχρόνο δεν αλλάζουν. Πόσες φορές κοιτώντας πίσω παραδέχτηκες πως αν γυρνούσες για λίγο πίσω τη ζωή, θα έπραττες διαφορετικά; Πως αν σου δινόταν μία ευκαιρία ακόμα, θα έλεγες εκείνο το «σ?αγαπώ»;
Πως θα διεκδικούσες περισσότερο εκείνη τη θέση που έψαχνες καιρό; Πως δε θα άφηνες να φύγουν από κοντά σου άνθρωποι που σας έδεναν τόσα; Κανείς δε θα σου δώσει πίσω το χαμένο έδαφος. Οι ευκαιρίες που έδωσες, αλλά κι αυτές που έχασες, δεν επιστρέφουν. Το ερώτημα είναι, τι άφησαν πίσω τους.

Τι έμεινε σε σένα. Το παρελθόν πέρασε ανεπιστρεπτί κι έδωσε τη θέση του στη γνώση. Την κρατάς και πορεύεσαι. Την έχεις ως «ένα το κρατούμενο» στο μυαλό σου, και τη χρησιμοποιείς στο μέλλον. Για να πάψεις να λειτουργείς ως απλός παρατηρητής της ζωής σου. Τρέξε. Προλαβαίνεις. Δώσε τέλος σε μισοτελειωμένες καταστάσεις που σε κρατούσαν δέσμιο για χρόνια.

Βγες εκεί έξω και πραγματοποίησε όσα ονειρευόσουν και δεν τολμούσες να ξεστομίσεις. Μην περιμένεις να πέσουν οι κατάλληλες συνθήκες ως μάννα εξ ουρανού, φτιάξε τες. Κάνε εκείνο το ταξίδι που ήθελες, αλλά δεν προλάβαινες λόγω δουλειάς.

Γεφύρωσε τις σχέσεις σου με ανθρώπους που τελικά θέλεις στην καθημερινότητά σου. Δούλεψε για να ζήσεις. Μη ζεις για να δουλεύεις. Αντιμετώπισε τους φόβους σου για να νιώσεις ελεύθερος. Μη ζητάς τη ζωή, κυνήγησέ τη.

Κράτησε μέσα σου μόνο όσα σε πάνε μπροστά. Κάνε το χρόνο σύμμαχο, στη δική σου αιωνιότητα.

Γιατί αυτός είναι το νόμισμα της ζωής σου. Είναι το μοναδικό νόμισμα που έχεις και μόνο εσύ μπορείς να αποφασίσεις πώς θα το ξοδέψεις. Στο χέρι σου είναι να μην αφήσεις άλλους ανθρώπους να το ξοδέψουν εκείνοι για σένα.

Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

Ερμής και Προμηθέας, «σύγκρουση» αρχών και αξιών



Του Γ. Η. Ορφανού

Έχει, αναμφίβολα, μεγάλο ενδιαφέρον η «σύγκρουση» Προμηθέα και Ερμή και των αρχών και των αξιών, που αυτοί πρεσβεύουν και αντιπροσωπεύουν, στον «Προμηθέα Δεσμώτη», τη γνωστή σε όλους μας τραγωδία του Αισχύλου.
Στο παρόν σημείωμα, στηριγμένοι στην έκδοση της Οξφόρδης, θα αναζητήσουμε και θα σχολιάσουμε τις «διαφορές» των δυο ηρώων του δράματος, του Τιτάνα και του αγγελιοφόρου των θεών και θεού του ίδιου.
Πριν ξεκινήσουμε, ας θυμηθούμε το μύθο που βασίστηκε ο τραγωδιογράφος: Σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη από τις σχετικές παραδόσεις, ο Προμηθέας, για να βοηθήσει τους ανθρώπους, έκλεψε από τον Ήφαιστο τη φωτιά και τους την έδωσε, διδάσκοντάς τους παράλληλα τις επιστήμες και τις τέχνες. Ο Δίας, για να τον τιμωρήσει, τον έδεσε στο όρος Καύκασο κι έστελνε κάθε μέρα έναν αετό να τον τρώει το συκώτι. Έστειλε, μάλιστα, κάποια στιγμή και τον Ερμή, τον αγγελιοφόρο του, για να μάθει και ένα μυστικό που ο Προμηθέας ήξερε και αφορούσε το Δία ως κορυφαίο των Θεών του Ολύμπου αλλά δεν το αποκάλυπτε σε κανέναν. Τον Προμηθέα, τελικά, τον ελευθέρωσε ο Ηρακλής.

Ερμής vs Προμηθέας
Ο Προμηθέας εμφανίζεται στον πρόλογο ηθικά αξιοπρεπής (στίχος 171), άφοβος (193), θρασύς (197), αλύγιστος (198) και ελευθερόστομος (194). Ο Δίας αναφέρεται επώνυμα (στίχοι 10, 12, 17, 37, 53, 56, 65, 70, 127) και έμμεσα (στίχοι 31, 43, 66, 100) στον πρόλογο, ενώ στην πάροδο εξουσιαστής δυνατός (163), καταπατητής νόμων (164 – 166), οργίλος (178), αμετάπειστος (179), ασυμβίβαστος (205), αδιάλλακτος (206), σκληρός (207), αλλά ο χρόνος θα τον κάνει κάποτε και μαλακόγνωμο (212) και διαλλακτικό και πρόθυμο (213).
Η παρουσία του Χορού στο πλευρό του Προμηθέα οφείλεται στη φιλία που νιώθουν για αυτόν (στίχοι 136 – 155). Και συνάμα, γεννούν μέσα του μια μεγάλη ποικιλία συναισθημάτων, από τη χαρά για τον απρόσμενο ερχομό φίλων έως την εκδήλωση της οργής για τον αχάριστο και σκληρόκαρδο Δία και τους τιμωρούς του θεούς. Στο απόσπασμα 167 – 174, βλέπουμε το μαρτύριο του Προμηθέα, στο οποίο, αμέσως μετά, οι κοπέλες του Χορού σπεύδουν να του συμπαρασταθούν, ενώ στους στίχους που έπονται ο Προμηθεύς αρχίζει να κάνει νύξεις για ένα «μυστικό» με το οποίο «δένει» το Δία και χάριν του οποίου δεν θα καμφθεί από κανενός είδους απειλές. Κατόπιν, οι στίχοι 191 – 196 μας προϊδεάζουν για την άφιξη δύο νέων προσώπων με ειδικές αποστολές στον Καύκασο, του Ωκεανού και του Ερμή. Ακολούθως (στίχοι 197 – 206), ο Χορός εκφράζει την ταραχή για την πράξη και τη συμπεριφορά του Προμηθέα και διατυπώνει το φόβο ότι η αντιπαράθεση Δία – Προμηθέα θα χαρίσει στον τελευταίο μαρτύρια χωρίς τέλος, αλλά στους στίχους 207 – 213, ο Προμηθεύς «προοικονομεί» ένα τέλος συνδιαλλαγής, για να «γεφυρωθεί το χάσμα και να πάψει η σύγκρουση» ανάμεσα στο σκληρόψυχο Δία και το φιλάνθρωπο Προμηθέα.
Στους στίχους 944 – 1013, ο Ερμής είναι φορέας των αντιλήψεων και της ιδεολογίας του Δία, ο οποίος τον έστειλε στον Καύκασο. Ερμής και Προμηθέας δίνουν στο παρόν απόσπασμα της τραγωδίας ένα εξαιρετικό δείγμα εριστικής – σοφιστικής στιχομυθίας, όπου ο καθένας τους «αρπάζεται» από τα λόγια του προηγουμένου, για να «επιχειρηματολογήσει» υπέρ της θέσης του, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι χρησιμοποιούν και φράσεις της καθημερινής ζωής, εικόνες αντλημένες από το γύρωθέ τους φυσικό περιβάλλον (χιόνι, κύμα θάλασσας κ.α.).
Με ύφος αλαζονικό και υπεροπτικό, ο Ερμής προστάζει τον Προμηθέα ν’ αποκαλύψει από ποιο γάμο κινδυνεύει ο θρόνος του Δία, ενώ, για να πετύχει το σκοπό του, στους επόμενους στίχους, προσφεύγει σε διάφορα «τεχνάσματα»: αρχικά, απειλεί τον Προμηθέα, επικαλούμενος την παντοδυναμία του Δία, έπειτα, θέλει να τον νουθετήσει σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της αλαζονείας, τον ψέγει για αμυαλιά και έλλειψη σύνεσης και, τέλος, τον κολακεύει και τον καλοπιάνει, αλλά, παρ’ όλ’ αυτά, ο Προμηθεύς περιφρονεί το Δία και τη δύναμή του, κρατεί εφτασφράγιστο το μυστικό του και θέτει μόνο όρο για να το αποκαλύψει τη λύτρωσή του από τα παρόντα μαρτύρια.
Ας τα ιδούμε, όμως, πιο αναλυτικά τα παραπάνω. Ο Ερμής, καταρχάς, απευθύνεται προς τον Προμηθέα και, ειρωνικά, τον αποκαλεί σοφιστή. Η λέξη σοφιστής, έχοντας αρνητική εδώ χροιά, μας θυμίζει την αντιπάθεια που έτρεφαν για τους έμμισθους ρητοροδιδασκάλους και δασκάλους φιλοσοφίας ο Αριστοφάνης στις κωμωδίες του και ο Πλάτων στους Σωκρατικούς διαλόγους του στο β’ μισό του αθηναϊκού 5ου αιώνα και στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ., είναι, όμως, η απάντηση στην εσωτερική πίστη του Προμηθέα που ο Ερμής απορρίπτει και αμφισβητεί την προσωπική αξία του, γιατί θέλει να κάμψει τον αυτοσεβασμό του Προμηθέα.
Ο Ερμής δείχνει διάθεση κατανόησης στο δράμα του Προμηθέα (τον πικρώς υπέρπικρον), αλλά αυτή η διάθεση είναι ψεύτικη και ενέχει ειρωνεία. Ίσως, όμως, κατ’ αυτόν τον τρόπο, επιθυμεί, πρώτα – πρώτα, να δείξει την ικανοποίησή του για την τιμωρία του Προμηθέα και, κατόπιν, να δικαιώσει τη δική του στάση, καθώς συμπαρατάχτηκε με τους παντοδύναμους αθάνατους θεούς, που θα τον βοηθήσουν στις δύσκολες στιγμές αντίθετα με τους αδύνατους και εφήμερους θνητούς.
Ακολούθως, επισημαίνει την αδικία (τον εξαμαρτόντα… τιμάς), απαγγέλλει με ωμότητα την κατηγορία (κλέπτην του πυρός λέγω) και επιχειρεί με ψυχολογικά επιχειρήματα, που έχουν κάποια δόση ειρωνείας ή σαρκασμού (στίχοι 968 – 969 και 977), από τη μια, να κάμψει τον Προμηθέα και, από την άλλη, να του υπενθυμίσει τι θα κέρδιζε εάν ήταν με το μέρος των θεών. Επιπλέον, ζητά από τον Προμηθέα να μιλήσει με σαφήνεια και χωρίς υπαινιγμούς (μηδέν αινικτηρίως), για να μην κάνει διπλό δρόμο, ο οποίος θα προέκυπτε για τον Ερμή εάν ο Προμηθεύς έλεγε με αινιγματικό τρόπο ό,τι κρύβει ή δεν το απεκάλυπτε καθόλου και ο Δίας ξανάστελνε τον αγγελιοφόρο του. Ο Ερμής, λοιπόν, αφού διαπιστώνει πως ο Προμηθεύς είναι ανώτερος στη λογική, συγκρατώντας το θυμό του από τη στάση και τις αντιδράσεις του Προμηθέα, επιχειρεί στροφή στα ψυχολογικά επιχειρήματα, γιατί, πρώτον, νιώθει εξουθενωμένος στην προσπάθειά του να πείσει αλλιώς τον Προμηθέα και, έπειτα, δεν μπορεί να ερμηνέψει τη στάση του Προμηθέα και να κατανοήσει το μίσος που τρέφει εκείνος για τους θεούς και ο Ερμής το θεωρεί ως τρέλα, ενώ θεωρεί ως ματαιοδοξία το ν’ αντιστέκεται ο Προμηθεύς σε μια δύναμη που δεν μπορεί να υπερνικήσει (ω μάταιε). Απ’ ό,τι κάνει, όμως, ο Ερμής τίποτα δεν πρόκειται να ωφελήσει τους θεούς, γιατί σύντομα, σύμφωνα με όσα λέει ο Προμηθεύς, θα γνωρίσουνε τον πόνο!
Απέναντι στην ταχτική αυτή του Ερμή, ο Προμηθεύς μίλησε ξεκάθαρα και όχι αινιγματικά. Έχει γνωρίσει δυο γενιές θεών να χάνουν την εξουσία, τώρα θα ιδεί και τρίτη (δισσούς τυράννους εκπεσόντας: Ο Ουρανός έχασε το θρόνο του από τον Κρόνο, ο οποίος εκθρονίστηκε από το Δία). Είναι βέβαιος (επόψομαι) ότι ο τύραννος θα πέσει «αισχιστα – τάχιστα» και δεν φοβάται, γιατί όποιος φοβάται, δεν έχει λογική και δεν μπορεί να σκεφτεί ελεύθερα. Είναι ισχυρό «ράπισμα» προς την παντοδυναμία του Δία η εμμονή του Προμηθέα να μη του αποκαλύψει όσα ξέρει εάν δεν τον λυτρώσει προηγουμένως από τα τωρινά μαρτύρια. Επιπλέον, ο Προμηθεύς μένει άκαμπτος (μη τι σοι δοκω ταρβείν υποπτήσσειν τε τους νέους θεούς; και στους στίχους 989 – 996, όπου ο Προμηθεύς, μολονότι ξέρει από πριν τα κακά που θα τον βρουν, εντούτοις, δεν λυγά), αδιάφορος για ό,τι πρόκειται να συμβεί (ωπται πάλαι δη και βεβούλευται τάδε και οχλείς μάτην με, κυμ’ όπως παρηγορων), σκληρός (κέλευθον… εγκόνει πάλιν και γνάμψει γαρ ουδέν τωνδε μ’ ώστε και φράσαι), προκλητικός (πολλου γε και του παντός ελλείπω, στίχοι 965 – 966 και του παντός δέω) και είρωνας, σαρκαστικός (στίχοι 953, 955, 962, 981, 985, 987 και 1001 – 1006).
Ο Προμηθεύς, καθώς αντιλαμβάνεται ότι και η τωρινή γεμάτη θράσος συμπεριφορά του απέναντι στον απεσταλμένο του Δία θα προσμετρηθεί στις αμαρτίες του, αποφασίζει να πολεμήσει περισσότερο το Δία μέσα από τους νόμους του, παρά ν’ αγωνιστεί να ανατρέψει τους νόμους αυτούς. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως λέει ο ίδιος ο Προμηθεύς, ποτέ ο φόβος για το Δία θα τον κάνει να σκέφτεται σαν γυναίκα («θηλύνους»), αλλά πρέπει να διευκρινιστεί ότι εννοεί τη δειλία των γυναικών, που μέμφεται και στους «Επτά επί Θήβας» ο Ετεοκλής, και όχι τη γυναικεία εξυπνάδα και κουτοπονηριά. Πάντως, το μαρτύριο του Προμηθέα έλκει τη δύναμή του στο μέγεθος της θυσίας και του ασυμβίβαστου χαρακτήρα του, ενώ, στον αντίποδα, η θέση του Ερμή κοντά στο Δία οφείλεται στο μέγεθος της δουλοφροσύνης του και της καιροσκοπικής του στάσης. Η πίκρα, εξάλλου, του Προμηθέα δικαιολογείται εν μέρει απέναντι στους θεούς (τους έδωσε την εξουσία και τον αδίκησαν, τους έκλεψε τη φωτιά και δεν τους άφησε να εξολοθρέψουν τους ανθρώπους και τον τιμώρησε ο Δίας), ενώ δεν δικαιολογείται καθόλου απέναντι στους ανθρώπους (οι άνθρωποι, παρά τις ευεργεσίες του, είναι αχάριστοι και τον άφησαν να υποφέρει στον Καύκασο). Επιπρόσθετα, πρέπει να επισημανθεί ιδιαίτερα και ότι η τραγικότητα του προσώπου του Προμηθέα πηγάζει από τη διπλή όψη της πράξης του, ό,τι θεωρείται ευεργεσία για τους θνητούς είναι κολάσιμο για τους θεούς! Μ’ άλλα λόγια, για τους ανθρώπους είναι ο φιλάνθρωπος θεός που τους έσωσε από το σκοτάδι και τον ξολοθρεμό και ταυτόχρονα είναι ο σημαντικός δάσκαλος της φωτιάς, της θεωρητικής και της εφαρμοσμένης γνώσης, ενώ για τους θεούς είναι μισητός προδότης των μυστικών της φωτιάς, την οποία κατείχαν για λογαριασμό τους, στην ανθρωπότητα.

Δραματική «σύγκρουση»
Έτσι, προβλέπεται μια δραματική «σύγκρουση» ανάμεσα στο υπερφυσικό, τη θεία δύναμη του Δία, όπως αυτή φανερώνεται διά του υποτακτικού του, του Ερμή, και στον ανυπότακτο αμφισβητία της θεϊκής παντοδυναμίας Προμηθέα, που εκπροσωπεί τον ανθρώπινο ορθολογισμό. Και το σημαντικότερο είναι ότι τίποτα δεν πρόκειται να λυγίσει τον Προμηθέα, ούτε καν η ψυχολογική βία (λευκοπτερω νιφαδι) και τα όπλα που πηγάζουν από το δίκαιο του ισχυροτέρου και τα οποία θα δείξουν στον Προμηθέα τη δύναμη της αυταρχικής εξουσίας του τυράννου Δία και των συν αυτώ θεών (βροντήμασι – αιθαλουσα φλοξ).
Αικίσματα είναι τα σωματικά μαρτύρια, οι κακοποιήσεις, που υποβάλλεται κάποιος και με τα οποία εξευτελίζεται η προσωπικότητά του. Μηχανήματα είναι τα τεχνάσματα, με τα οποία μπορούσαν να γίνουν τα αικίσματα, ενώ τα ταπεινωτικά και εξευτελιστικά («λυμαντήρια») δεσμά, τα χαλινάρια, τα οποία ζητά ο Προμηθεύς να του λυθούν για ν’ αποκαλύψει το μυστικό του, είναι τα όργανα της βίας , τα σύμβολα της τυραννίας, με τα οποία οι τύραννοι προσπαθούν να επιβληθούν στους αντιρρησίες και στους πολίτες.
Η παρουσία του Ερμή στην τραγωδία αποτελεί την κορύφωση της έντασης και της πίεσης που ασκούν οι θεοί προς τον Προμηθέα να μιλήσει. Ταυτόχρονα, όμως, θέλει να εξυψώσει την ψυχική αντοχή του Προμηθέα και την αποφασιστικότητά του να μη λυγίσει μπροστά στη σκληρότητα του Δία. Βλέποντας, λοιπόν, οι θεατές την αντίθεση αυτή, πλημμυρίζουν θαυμασμό και συμπόνια για τον αγωνιστή και ήρωα Προμηθέα, οργή και αγανάκτηση για τον αμετάπειστο και κακόψυχο αρχομανή Δία και απέχθεια για το «συμβιβασμένο υποτακτικό» του, Ερμή.

Πού οφείλεται η διαφορά στη συμπεριφορά τους;
Οι παράγοντες, όμως, που καθορίζουν τη συμπεριφορά του Ερμή και του Προμηθέα, είναι η διαφορετική θέση και οι αλλιώτικες αντιλήψεις που ο καθένας τους πρεσβεύει. Πριν προχωρήσουμε, ας δώσουμε σε γενικές γραμμές τους χαρακτήρες τους: Διπλωματικά εύστροφος ο ηθικά κατώτερος και συμβιβασμένος δούλος της ύλης Ερμής στρέφει τα λόγια του Προμηθέα όπως τον συμφέρει για να στηρίξει το γεμάτο ειρωνείες κατηγορητήριο ενάντια στον ανώτερο ηθικά, αλύγιστο, ασυμβίβαστο και ευθύ Προμηθέα.
Ο Ερμής εκπροσωπεί τους νέους θεούς (νέοι… πέργαμα). Οι νέοι αυτοί έχουν επικεφαλής το Δία, που ανέτρεψε τους παλαιότερους θεούς. Επειδή ο Δίας έχει απόλυτη δύναμη, γι’ αυτό και ο Ερμής ως εκπρόσωπός του (πιστός άγγελος) έχει συναίσθηση της ανωτερότητάς του, σε σχέση με τον Προμηθέα. Η υλική δύναμη, που αντιπροσωπεύει ο Ερμής, είναι ανώτερη από την ηθική ή την εμπειρία και τη σύνεση του Προμηθέα. Έτσι τουλάχιστον, τουλάχιστον, ο Ερμής. Επειδή, όμως, η δύναμη αυτή είναι πολύ σημαντική για κάθε νέο θεό, υπάρχει παντού και πάντοτε ο φόβος και η ανησυχία μήπως η δύναμη κάποτε χαθεί. Ο φόβος αυτός προέρχεται, συνήθως, από την άγνοια και την απειρία που χαρακτηρίζουν τα νέα καθεστώτα.
Ο Ερμής κοιτάζει μονάχα την πρόσκαιρη καλοπέραση κοντά στους θεούς, αυτό, άλλωστε, αναφέρει και στον Προμηθέα, λέγοντάς του τι έχασε με την αμαρτία του (ειης φορητος ουκ αν, ει πρασσοις καλως). Εμφανίζεται ακόμα ως εξωτερικά ελεύθερος, ενώ στην πραγματικότητα είναι παις, υπηρέτης, ανόητος, εσωτερικά δέσμιος – εξαγορασμένη συνείδηση, ανελεύθερος.
Απέναντι σ’ αυτά, ο Προμηθεύς, διαθέτοντας την ηθική δύναμη και τη γνώση – εμπειρία, κατηγορεί ως μη συνετό τον Ερμή. Πραγματικά, η φρονιμάδα παύει να είναι αρετή των συμβιβασμένων και των δούλων, όπως είναι ο Ερμής. Ο Προμηθεύς, προβάλλοντας τη σιγουριά του για το κακό που θα έρθει στους θεούς (επόψομαι), τονίζει και, συνάμα, σαρκάζει τη νεανική αμυαλιά και ανωριμότητα του αγγελιοφόρου – υπηρέτη τους.
Τελειώνοντας, ενώ ο Προμηθεύς φαίνεται εξωτερικά δεσμώτης και δεμένος στο βράχο του Καυκάσου υπομένει το μαρτύριο που τον καταδίκασαν οι θεοί, στην πραγματικότητα, προβάλλει ανώτερος, καθώς είναι εσωτερικά ελεύθερος, ηθικά ακέραιος και ασυμβίβαστος χαρακτήρας, πληρώνοντας έτσι το «τίμημα» μιας ευεργεσίας και τη θεία και ανθρώπινη αχαριστία.

Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

Ο Έρωτας και η επιβίωση του

του Γιάννη Βελίκη

Ο έρωτας για να έχει ελπίδες να επιβιώσει χρειάζεται δύο απαραίτητα συστατικά:
Α) να συμπληρώνει ο ένας τον άλλον. Ο Φρόιντ συνήθιζε να λέει ότι στα ζευγάρια η νεύρωση του ενός συμπληρώνει τη νεύρωση του άλλου και είχε απόλυτο δίκιο. Ωστόσο πέρα από τη συμπλήρωση των νευρώσεων χρειάζεται και η συμπλήρωση των ταμπεραμέντων (αργός – γρήγορος, ήρεμος – δυναμικός, σπάταλος – συντηρητικός, έντονη προσωπικότητα – ήπιος χαρακτήρας κ.λπ), ώστε παρά τις κορυφώσεις και τις έντονες στιγμές να επέρχεται ισορροπία. Είναι αυτό που η λαϊκή σοφία πήρε από τη Φυσική και λέει: τα ετερώνυμα έλκονται.
Β) να υπάρχει ταυτόχρονη εξέλιξη σε επίπεδο ανάπτυξης προσωπικότητας στο χρόνο (εδώ είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα των ζευγαριών):
Στις περιπτώσεις που δύο άνθρωποι δεν εξελίσσονται ή το κάνουν με παρόμοια ταχύτητα, ο αρχικός έρωτας παραμένει και συνεχίζει να αλληλοτροφοδοτείται.
Όταν όμως ο ένας από τους δύο αλλάζει με μεγαλύτερη ταχύτητα από τον άλλο, σύντομα θα μένει ακάλυπτος από τον άνθρωπο που παλιότερα αγάπησε και τώρα είναι ανεπαρκής! Γι αυτό άλλωστε, και σε περιπτώσεις που μόνο ο ένας από τους δύο ξεκινά ψυχοθεραπεία, συχνά μετά από ένα μεγάλο ή μικρό διάστημα χωρίζει… Έχει εξελιχθεί τόσο πολύ έναντι ενός ανθρώπου που παρέμεινε ίδιος και επομένως αναζητά πια ανθρώπους του καινούργιου του επιπέδου εξέλιξης. Και φυσικά σε αυτό το σημείο πορείας ενός ζευγαριού, η μόνη επιβίωση του ζευγαριού έγκειται στη συνειδητοποίηση της νέας κατάστασης από τον άνθρωπο που έμεινε πίσω και η ανάληψη δράσης από μέρους του ώστε να διεκδικήσει ξανά τον άνθρωπο του. Μόνο που αυτή η συμπεριφορά δεν είναι η συνήθης και αντί αυτής ξεκινούν οι απειλές και οι διακανονισμοί από αυτόν που έμεινε πίσω για το τι θα χάσει (οικονομικά, κοινωνικά κ.λπ.) αυτός που θα φύγει από το ζευγάρι, ή απειλές τύπου ότι θα αυτός που μείνει θα πάθει σοβαρή ασθένεια ή θα αυτοκτονήσει ή θα σκοτώσει το πρώην σύντροφο του, ή αρχίζουν τα παρακάλια (το γνωστό άσμα «λίγα ψίχουλα αγάπης σου γυρεύω» κ.λπ.) με αποτέλεσμα να χαθεί για πάντα ο έρωτας… Συνεπώς, καλώς ή κακώς, έρωτας χωρίς συναγωνισμό στην εξέλιξη, και προσπάθεια συμπόρευσης κάθε στιγμή, δεν μπορεί στην πράξη να υπάρξει, όσο δυνατό και αν είναι το συναίσθημα του πρώτου καιρού που κεραυνοβόλησε τους δυο ερωτευμένους!