Αντιγόνη Λυμπεράκη - Πλάτων Τήνιος
Οι φτωχοί πληρώνουν την διαιώνιση των ανισοτήτων:
Αναποτελεσματικότητα και απαξίωση του κοινωνικού κράτους.
Η «κοινωνική ευαισθησία» αποτελεί το βάθρο πάνω στο οποίο οικοδομείται επί σαράντα χρόνια τώρα το πελατειακό κράτος. Η πελατειακή λογική δυσφημίζει σε τελική ανάλυση την κοινωνική πολιτική. Αν συνεχίσουν τα πράγματα ως έχουν, χωρίς γενναία μεταρρύθμιση, κινδυνεύει να συκοφαντηθεί ακόμα και η ίδια η έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης. Για να σώσουμε το κοινωνικό κράτος πρέπει επειγόντως να το αλλάξουμε.
Το κείμενο που ακολουθεί κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Εντάσσει την προβληματική στο πλαίσιο της συζήτησης για το Ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο. Αξιολογεί την πληθώρα των εμπειρικών στοιχείων που υπάρχουν για το πώς λειτουργεί το κοινωνικό κράτος στην Ελλάδα. Καταλήγει σε 7 κεντρικές διαπιστώσεις για το πώς η πολιτική συζήτηση γύρω από τα θέματα των οικονομικών ανισοτήτων αγνοεί – ηθελημένα και προκλητικά – την πραγματικότητα. Το πολιτικό σύστημα διαχειρίζεται την ιδέα της κοινωνικής αλληλεγγύης με κύριο στόχο την δικαιολόγηση της πελατειακής λειτουργίας. Το κοινωνικό κράτος δηλαδή βασίζεται σε μια υποκρισία –χρησιμοποιούνται με κυνικό τρόπο αυτοί που πραγματικά έχουν ανάγκη προκειμένου να δικαιολογηθεί η εκλογική εξαγορά αυτών που είναι πραγματικά αναγκαίοι για την διαιώνιση του πελατειακού συστήματος.
Γιατί υπάρχει το κοινωνικό κράτος;
Το κοινωνικό κράτος υπάρχει για την κοινωνική αλληλεγγύη – για να είναι κοινωνικά αποτελεσματικό. Για αυτό τον λόγο αξίζει να επωμιστεί η κοινωνία το κόστος που αναπόφευκτα θα δημιουργείται για την οικονομική αποτελεσματικότητα.
Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Κράτος, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Μοντέλο, υποτίθεται ότι μας διακρίνει από την Αμερική, και όλοι υποτίθεται ότι προσπαθούμε να το διασώσουμε από τις απειλές της παγκοσμιοποίησης. Όμως ποιο Ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο; Το Σουηδικό; Το Βρετανικό; Το Γαλλικό; Το Ελληνικό;
Το κοινωνικό κράτος δεν είναι αυτοσκοπός αλλά εργαλείο. Αν πραγματικά εννοούμε αυτό που λέμε πρέπει να περάσουνε από μια αντίληψη του να προβάλλουμε την υπεράσπιση του κοινωνικού κράτους σαν τον μπαλαντέρ που διακόπτει κάθε συζήτηση και να εξετάσουμε ποιο κοινωνικό κράτος θέλουμε.
Στο πλαίσιο αυτό έχει ήδη ξεκινήσει στην Ευρωπαϊκή Αριστερά μια συζήτηση που αξιολογεί συγκριτικά τα κοινωνικά κράτη. Στη βάση αυτής της προσπάθειας βρίσκεται η αντίληψη ότι υφίσταται μια επιλογή μεταξύ συστημάτων που είναι διατεθειμένα να θυσιάσουν κάποια κοινωνική αποτελεσματικότητα προκειμένου να εξασφαλίσουν καλύτερες αναπτυξιακές επιδόσεις, και αντίστροφα. Πράγματι, στις αναλύσεις ερευνητών όπως ο Tito Boeri και Andre Sapir εμφανίζονται τα κεντροευρωπαϊκά και σκανδιναβικά συστήματα να δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην κοινωνική ισότητα ενώ τα αγγλοσαξωνικά στην οικονομική αποτελεσματικότητα. Αυτό επιβεβαιώνει την εντύπωση πως υπάρχει μια ανταλλακτική σχέση μεταξύ οικονομικής και κοινωνικής αποτελεσματικότητας.
Όμως, κι εκεί βρίσκεται το ενδιαφέρον για την Ελλάδα, και οι δύο ερευνητές καταλήγουν ότι το Κοινωνικό Κράτος στις Μεσογειακές χώρες είναι χειρότερο και ως προς τα δύο κριτήρια. Είναι και πιο άνισο οικονομικά, και πιο αναποτελεσματικό κοινωνικά. Επιβάλλει επιβάρυνση στην παραγωγή και στην ανάπτυξη χωρίς σοβαρό κοινωνικό αντίκρυσμα.
Επτά εμπειρικές διαπιστώσεις διαψεύδουν εμπεδωμένες πλάνες
Την χρονιά που πέρασε (2006), το ΙΣΤΑΜΕ πήρε την πρωτοβουλία να εξετάσει το όλο θέμα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για την Ελλάδα (του 2004). Τα αποτελέσματα αυτής της εργασίας αναλύονται διεξοδικά από την συνεισφορά του Θ.Μητράκου στην ιστοσελίδα του ΟΠΕΚ. Η εντολή που δόθηκε ήταν να εξεταστεί πόσο ξοδεύουμε και ποιοι εισπράττουν. Ο ορισμός της κοινωνικής αποτελεσματικότητας είναι απλός να τον πούμε και δύσκολος να τον πραγματοποιήσουμε: καταπολέμηση της φτώχειας. Σε επίπεδο κοινωνικής ρητορείας τα τελευταία χρόνια είναι δύσκολο να βρεθούν επιχειρήματα περί του αντιθέτου (ασχέτως τι εννοούμε στην πράξη, αυτό που λέγεται είναι αυτό). Τα ευρήματα του ΙΣΤΑΜΕ απλώς επιβεβαιώνουν αυτά που είχαν βρεί (και βρίσκουν ακόμη) άλλες μελέτες (π.χ. Eurostat, Εκθέσεις Στρατηγικής για την Κοινωνική Ενταξη) και άλλοι ερευνητές (όπως ο Π.Τσακλόγλου).
Πολλά έχουν ειπωθεί κι ακόμα περισσότερα θα μπορούσαν να ειπωθούν. Μπορούν να επινοηθούν δείκτες και σύνθετοι πίνακες τέτοιοι που να προκαλούν σύγχυση μάλλον παρά να διευκολύνουν την κατανόηση του τι ακριβώς συμβαίνει. Χρειάζεται εμβάθυνση και σκέψη. Αυτό θα γίνει και θα συνεχίσει να γίνεται για καιρό. Για να μη χάσουμε όμως την ουσία των ευρημάτων θα προχωρήσουμε σε 7 επισημάνσεις. Οι επισημάνσεις διαψεύδουν ισάριθμες πλάνες που αντέχουν και επιμένουν καθώς εξυπηρετούν την κρατούσα αντίληψη για την κοινωνική πολιτική.
1.Είναι το κοινωνικό κράτος «φτωχό και μίζερο»; Αυτή είναι η εύκολη καταγγελία περί κοινωνικής αναλγησίας. Όμως τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι το μερίδιο του εθνικού πλούτου που κατευθύνεται στην κοινωνική πολιτική είναι πολύ κοντά στο μέσο όρο της πλούσιας Ευρώπης των 15. Από το 1996 κι έπειτα, αυξήθηκε γενναία η χρηματοδότηση κατά 25%-30%, δηλαδή η κοινωνική προσπάθεια εντάθηκε εξαιρετικά. Τι έγινε, όμως, με το κοινωνικό αποτέλεσμα;
2.Πιάνουν όμως τόπο τα λεφτά; Και στην μείωση ανισοτήτων και στον περιορισμό της φτώχειας η συγκομιδή είναι απογοητευτική. Η μελέτη του Θ. Μητράκου, όπως άλλωστε και παλιότερα στοιχεία, συνηγορούν στη διαπίστωση πως το αποτέλεσμα ήταν πενιχρό και (ακόμα και μετά την ένταση της προσπάθειας) παραμένει εξίσου πενιχρό. Το πόσο ακριβώς μπορεί να αναζητηθεί στα λεπτομερή στοιχεία της έρευνας και των συγκρίσεων που τοποθετούν κάθε χρόνο την Ελλάδα στον πάτο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως εξάλλου κάνουν και όλες οι συγκριτικές μελέτες. Χώρες που ξοδεύουν για κοινωνική προστασία το ίδιο ή και λιγότερο ποσοστό του ΑΕΠ (δηλαδή προσπαθούν όσο και η Ελλάδα) καταφέρνουν να μειώσουν την φτώχεια και τις ανισότητες σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό.
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Ένα μόνο στοιχείο αρκεί για να δείξει πως, ό,τι κι αν λέγεται για τον σκοπό της κοινωνικής πολιτικής στην Ελλάδα, αυτός σίγουρα δεν είναι η καταπολέμηση της φτώχειας.
Τα κοινωνικά επιδόματα είναι μεν πολύ μικρό ποσό, αλλά οι πιο φτωχοί παίρνουν σε χρηματικούς όρους (όχι ως ποσοστό του εισοδήματός τους) τα λιγότερα χρήματα κατά κεφαλήν από όλες τις άλλες εισοδηματικές κατηγορίες στις κοινωνικές μεταβιβάσεις που γίνονται για στήριξη εισοδήματος. Όσον αφορά τις συντάξεις οι πιο πλούσιοι παίρνουν 3 φορές μεγαλύτερες συντάξεις από τους φτωχότερους. Δεν προκύπτει καμιά ένδειξη προτίμησης των φτωχών στις κοινωνικές παροχές.
3.Χρηματοδότηση προνομίων ή κοινωνική αλληλεγγύη προς τους φτωχούς; Εδώ βρίσκεται ο μύθος που παρουσιάζει την κατάσταση με την μορφή διλήμματος: ‘Βιωσιμότητα ή κοινωνική αποτελεσματικότητα’;. Όλοι ξέρουμε τα προβλήματα βιωσιμότητας που χαρακτηρίζουν τις κοινωνικές δαπάνες και θεωρούμε ότι αυτά τα ελλείμματα τουλάχιστον «πιάνουν τόπο» (πάνε σε καλό σκοπό). Θεωρούμε δηλαδή ότι αφού καταπολεμούν τη φτώχεια, δικαιολογούνται και νομιμοποιούνται. Χαλάλι τους. Όμως τα στοιχεία δείχνουν πως ελάχιστα διοχετεύονται στη στήριξη των φτωχών, ενώ τα περισσότερα κατευθύνονται προς τους έχοντες και κατέχοντες. Έτσι επιβεβαιώνεται το εύρημα ότι το Μεσογειακό Κοινωνικό Κράτος ενώ αδιαμφισβήτητα δημιουργεί ελλείμματα που λειτουργούν σαν τροχοπέδη στην ανάπτυξη, δεν προσφέρει ουσιαστικά υποστήριξη των φτωχών. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: τότε τι κάνει;
Δεν χρειάζεται πολύ μεγάλη πολιτική οξυδέρκεια για να διαπιστωθεί ότι η στήριξη των φτωχών χρησιμοποιείται για ρητορικούς λόγους προκειμένου να δικαιολογηθεί η συντήρηση των προνομίων. Μην ξεχνάτε ότι στο τελευταίο διάστημα οι μεγάλες αντιπαραθέσεις έγιναν για τη διαφύλαξη του ασφαλιστικού καθεστώτος των τραπεζών όπου η σύνταξη βρίσκεται στο 116% του τελευταίου μισθού χωρίς πλαφόν και χωρίς να υπολογίζεται το εφάπαξ. Τρία παραδείγματα. Διαφυλάχθηκε τελικώς το 116% της Αγροτικής τράπεζας με τη γενναιόδωρη χρηματοδότηση των συντάξεων από το ΙΚΑ. Η Βουλή θέσπισε χαριστική ρύθμιση για του Γενικούς Γραμματείς και Γενικούς Διευθυντές που ακόμα και αν η θητεία τους διήρκεσε ελάχιστα, δικαιούνται πλήρη σύνταξη… Ο φορολογούμενος χρηματοδοτεί (δύο φορές) τους τόκους των δομημένων ομολόγων ευγενών Ταμείων.
4.Η παρέμβαση του κοινωνικού κράτους και η ανισότητα. Ένα στα δύο ευρώ που δαπανώνται για κοινωνική προστασία πάει σε συντάξεις και σε εφάπαξ. Πολλές συντάξεις (βασικές ΟΓΑ) είναι ξεκάθαρα προνοιακές, άλλες είναι προνοιακές κατά μεγάλο τμήμα τους (Κατώτατα Ορια ΙΚΑ), το ένα τρίτο του κόστους των συντάξεων χρηματοδοτείται άμεσα από το κοινωνικό σύνολο (με επιχορήγηση ή κοινωνικό πόρο). Η ρητορεία για κοινωνική αποτελεσματικότητα δίδει έμφαση στην αλληλεγγύη και την προστασία από την φτώχεια. Θα περίμενε κανείς, δηλαδή, όταν μια γενιά φθάσει να πάρει σύνταξη, να αντιμετωπίζει μικρότερο πρόβλημα φτώχειας παρά όταν δούλευε. Κάτι τέτοιο – η εξισωτική επίδραση των συντάξεων - ισχύει ξεκάθαρα στην Ιταλία, στην Ισπανία αλλά και σε όλες τις άλλες χώρες της ΕΕ. Στην Ελλάδα, όμως ισχύει το αντίθετο: Η Φτώχεια στα άτομα άνω των 65 (στον κόσμο της σύνταξης και στον χώρο ευθύνης του κοινωνικού κράτους) είναι σημαντικά υψηλότερα παρά στα άτομα κάτω των 65 (στον κόσμο της εργασίας και στην ευθύνη της ασύδοτης αγοράς). Το κοινωνικό κράτος δεν λειτουργεί εξισωτικά, αλλά φαίνεται ότι μεγεθύνει τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες.
5.Προστασία γήρατος σε βάρος άλλων προτεραιοτήτων; Το ήδη υψηλό ποσό που δαπανάται σε συντάξεις (όπως αυτό δαπανάται) αυξάνεται αλματωδώς διαχρονικά. Αυτό γίνεται και επειδή οι νέες συντάξεις είναι υψηλότερες από τις παλιές, και επειδή κάθε χρόνο αυξάνεται ο αριθμός των συνταξιούχων. Μην ξεχνάμε ότι το ελληνικό baby boom μόλις τώρα αρχίζει να βγαίνει στη σύνταξη. Η δημόσια συζήτηση ασχολείται αποκλειστικά με το πώς να βρεθούν λεφτά από την φορολογία να χρηματοδοτηθούν αυτές οι παροχές χωρίς να θιγεί κανένας. Αν είναι έτσι, από πού θα βρεθούν τα χρήματα για το νέο κοινωνικό κράτος: για τα νέα ζευγάρια, τα παιδιά, τις γυναίκες, τους μετανάστες; Και ποιον ακριβώς κοροϊδεύουμε;
6.Η θολούρα διευκολύνει τις πελατειακές διευκολύνσεις. Η κοινωνική πολιτική στην Ελλάδα ποτέ δεν σχεδιάστηκε με συγκροτημένο τρόπο για να απαντήσει σε κάποιο κοινωνικό πρόβλημα. Στην καλύτερη περίπτωση αποτελεί αποτέλεσμα υποχώρησης στις πιέσεις της επικαιρότητας, στη χειρότερη αποτελεί μια από τις επαχθέστερες μορφές πελατειακής συνδιαλλαγής. Αποτέλεσμα η αντίσταση στην αξιολόγηση με οποιασδήποτε μορφής δείκτες και η αντίσταση σε οποιοδήποτε εξορθολογισμό της λειτουργίας και της χρηματοδότησης.
7.Πώς κρύβουμε αυτούς που πραγματικά έχουν ανάγκη (για να δίνουμε στους πελατειακούς μας φίλους); Αν λάβουμε υπ’ όψη ότι οι δείκτες για το αποτέλεσμα της κοινωνικής πολιτικής χρησιμοποιούνται μόνο τα τελευταία χρόνια κι αυτό αποκλειστικά σαν αποτέλεσμα των πιέσεων από την ΕΕ, είναι απολύτως κατανοητό το πώς η Ελλάδα σε μόνιμη βάση βρίσκεται στην τελευταία θέση στην Ευρώπη των 15, ενώ στις συγκριτικές αξιολογήσεις εμφανίζεται να ανταγωνίζεται χώρες που είναι στην ΕΕ μόλις 2 χρόνια. Η «υπερήφανη» αντίδρασή μας σε αυτό είναι να απαγορεύουμε την παραγωγή και δημοσίευση νέων δεικτών. Το παράδειγμα της υγείας όπου ακόμα και στοιχειώδεις δείκτες δεν υπάρχουν είναι χαρακτηριστικό. Η απουσία δεικτών επιτρέπει στο σύστημα να συνεχίζει να λειτουργεί σε καθαρά πελατειακή βάση. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μοναδική στοχευμένη παροχή το ΕΚΑΣ, αφού πρώτα αμφισβητήθηκε έντονα από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, τώρα υπάρχει έντονη πίεση να καταργηθεί, ενσωματωνόμενο στην κατώτατη σύνταξη του ΙΚΑ. Έχει ενδιαφέρον ότι κανείς δεν διατυπώνει κάποια αντίρρηση σε αυτό, κι αν δεν προχωρήσει η ιδέα αυτή θα είναι αποκλειστικό αποτέλεσμα της ταμειακής λογικής του Υπουργείου Οικονομίας.
Θα μπορούσε να αναφερθεί κανείς και σε άλλες επισημάνσεις, όμως αυτές οι επτά είναι επαρκείς για να συναχθεί ένα πολιτικό συμπέρασμα: Το σύστημα χαρακτηρίζεται από ακραία αναποτελεσματικότητα, την ίδια στιγμή που πανθομολογουμένως είναι από τα βασικότερα εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη. Η κοινωνική αναποτελεσματικότητα προκύπτει όχι επειδή δεν υπάρχουν πόροι, αλλά επειδή οι πόροι αυτοί δεν κατευθύνονται εκεί που υπάρχει πραγματική ανάγκη. Η σημαντικότατη αύξηση της χρηματοδότησης μετά το 1996 δεν συνοδεύτηκε με ουσιαστικά αποτελέσματα και μάλιστα συμβαδίζει με μια αυξανόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια. Η δυσαρέσκεια αυτή καταγράφεται σε αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις κοινής γνώμης, καθώς και σε μια διάχυτη (αλλά όχι εστιασμένη) επιθυμία για μεταρρυθμίσεις.
Ο κίνδυνος απαξίωσης του κοινωνικού κράτους
Είναι παρήγορο ότι η δυσαρέσκεια αυτή δεν φαίνεται να εστιάζεται σε αμφισβήτηση του ίδιου του κοινωνικού κράτους ακόμη. Σε άλλες χώρες που σημειώθηκε τόσο μεγάλη μετατόπιση πόρων προς κοινωνικές δαπάνες, αυτή συνοδεύτηκε με αγανάκτηση εκείνων που χρηματοδοτούσαν την κοινωνική πολιτική. Αποτέλεσμα είναι να υποσκάπτεται η συναίνεση στην αναγκαιότητα της κοινωνικής αλληλεγγύης –να υποσκάπτονται δηλαδή τα ίδια τα θεμέλια του κοινωνικού κράτους. Όσοι ζήσαμε στην Αγγλία στην εποχή της Θάτσερ, αυτό που μας εντυπώθηκε περισσότερο από τη στροφή της πολιτικής στη δεκαετία του 1980 δεν ήταν τόσο αυτό που εδώ λέμε νεοφιλελευθερισμό, όσο η ανοιχτή αδιαφορία και η εχθρική διάθεση απέναντι σε συμπολίτες που είχαν ανάγκη.
Το παράδειγμα της Θατσερικής Αγγλίας δείχνει και τον κίνδυνο που εγκυμονεί ο συνδυασμός της ακραίας κοινωνικής αναποτελεσματικότητας με την υψηλή φορολογική δαπάνη: Φορολογική ανταρσία.
Για να σώσουμε το κοινωνικό κράτος πρέπει επειγόντως να το αλλάξουμε.
Ø Για να έχουμε πραγματικά κοινωνική πολιτική πρέπει να σταματήσει η χρηματοδότηση των προνομίων με δημόσιο χρήμα (αλλά να βαρύνει τους ίδιους τους δικαιούχους).
Ø Πρέπει να σταματήσει η υποκριτική επίκληση της φτώχειας και των φτωχών προκειμένου να διαιωνίζεται η πολιτική πελατεία και οι παροχές προς προνομιούχους.
Ø Πρέπει η κοινωνική πολιτική να διακρίνει και να αξιολογεί, εφαρμόζοντας ενιαίους κανόνες. Αυτό σημαίνει μεγαλύτερη επιλεκτικότητα όλων των παροχών, έμφαση στην τέταρτη ηλικία, αλλά και εντοπισμός νέων αναγκών – όπως οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νέοι στο να φτιάξουν οικογένεια.
Ø Υπάρχει μια μεγάλη ανάγκη στροφής των δαπανών προς εκείνους που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη: όχι μόνο με βάση το εισόδημα αλλά και με βάση την ηλικία.
Είναι κοινωνικά σπάταλο να αρνούμαστε επαρκείς συντάξεις σε χήρες 70 ετών την ίδια στιγμή που χορηγούμε συντάξεις 35ετίας σε αεροσυνοδούς 42 ετών, ή συνεχώς σχεδιάζουμε όλο και πιο γενναιόδωρα προγράμματα πρόωρης συνταξιοδότησης για τους υπαλλήλους του ΟΤΕ και της Εθνικής….
Αν συνεχίσουμε να διοχετεύουμε το ένα τρίτο της εθνικής παραγωγής στην κοινωνική πολιτική με αυτά τα μίζερα αποτελέσματα θα αρχίσει να αμφισβητείται όχι η συγκεκριμένη μορφή του κοινωνικού κράτους, αλλά το κοινωνικό κράτος γενικότερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου