του Γιάννη Βελίκη
Η κοινωνία μας φαινομενικά διαχωρίζεται σε δύο ομάδες ανθρώπων. Τους επώνυμους και τον απλό κόσμο.
Οι πρώτοι είναι διάσημοι, αναγνωρίσιμοι και όλοι τους ξέρουν με το όνομα τους. Έχουν προβληθεί στην τηλεόραση, είναι τοπικοί άρχοντες ή γνωστοί συγγραφείς, καλλιτέχνες, μόδιστροι κ.α.. Ή απλά πολύ πλούσιοι.
Οι δεύτεροι, είναι αυτοί που αποτελούν τον κύριο όγκο της κοινωνίας. Είναι «το κοινό», όπως λέγονται συχνά στα τηλεπαιχνίδια. Στηρίζουν με τη συμπεριφορά, την ψήφο και την εργασία τους την ομάδα των επωνύμων. Κουτσομπολεύουν στις μεσημεριανές εκπομπές και τα κομμωτήρια τη ζωή και τους έρωτες των αστέρων τους. Και είναι σχεδόν πάντα πρόθυμοι να μιλήσουν στην κάμερα, ή να φωτογραφηθούν κοντά σε έναν διάσημο, για να αντλήσουν λίγο από το φως του και να κάνουν τους φίλους τους να ζηλέψουν για την αναπάντεχη τύχη τους.
Μία τρίτη, συχνά αφανής ομάδα, που σπάνια ασχολούνται τα ΜΜΕ και ο κόσμος μαζί της είναι οι κοινωνικά αποκλεισμένοι. Οι «διάβολοι» της κοινωνίας. Σαν τους μυθικούς καλικάντζαρους ζουν «κάτω από τη γη» και όταν εμφανίζονται σε κάποιο κεντρικό δρόμο ή σε ένα αστικό λεωφορείο φέρνουν σε αμηχανία τους υπολοίπους. Οι μητέρες συνήθως ζητούν από τα παιδιά τους να μην τους κοιτούν και οι ηλικιωμένες σφίγγουν γερά στον κόρφο τις τσάντες τους να μην τις κλέψουν.
Με τον όρο «κοινωνικά αποκλεισμένοι» αναφερόμαστε στους ανθρώπους εκείνους που στερούνται των περισσοτέρων δημόσιων και κοινωνικών αγαθών, όπως υγεία, εργασία, ασφάλεια, ισονομία και εκπαίδευση. Συνήθως είναι φτωχοί, αλλά από τους φτωχούς που δεν έχουν κανέναν τρόπο να αλλάξουν τη φτώχια και τη μοίρα τους. Η εμφάνιση, οι τρόποι συμπεριφοράς, η γλώσσα τους είναι τέτοιες που αυτόματα προκαλούν την απόρριψη από τα υπόλοιπα μέλη των δυτικών κοινωνιών. Ζουν στο δρόμο, σε γκέτο ή στην καλύτερη περίπτωση σε υπόγεια πολυκατοικιών, και συναλλάσσονται μόνο μεταξύ τους. Έχουν δικιά τους κουλτούρα, συνήθειες, αξίες. Συνωστίζονται κάθε μήνα έξω από τις υπηρεσίες Πρόνοιας για να πάρουν ένα αξιολύπητο βοήθημα που ξοδεύεται σε λίγες ημέρες. Είναι ρακένδυτοι, ρακοσυλλέκτες, συχνά πρώην φυλακισμένοι, με οργανικά και ψυχολογικά προβλήματα, και συνήθως αλκοολικοί ή περιστασιακοί χρήστες φτηνών ναρκωτικών.
Το ακόμη τραγικότερο με αυτούς τους ανθρώπους, είναι το γεγονός, ότι και τα παιδιά τους θα ζήσουν, σε μεγάλο ποσοστό, στην ίδια κατάσταση. Δεδομένων των αποτυχιών προσαρμογής τους στο σύγχρονο περιβάλλον, δεν θα υπάρξει κανείς που να μπορέσει να εκπαιδεύσει τους απόγονους τους στις απαιτούμενες δεξιότητες προσαρμογής και χρήσης των κοινωνικών και δημοσίων αγαθών. Πέραν κάποιων φωτισμένων δασκάλων, το συντριπτικά μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας θα απορρίψει αυτά τα παιδιά, και θα τα αναγκάσει να επαναλάβουν το φαύλο κύκλο των γεννητόρων τους. Έτσι, η αποτυχία και εγκατάλειψη του σχολείου, η προσχώρηση σε συμμορία, η τέλεση παράνομων πράξεων, η φυλάκιση, η κατάχρηση αλκοόλ και παρανόμων ουσιών και η ζωή στο κοινωνικό περιθώριο είναι σχεδόν αναπόφευκτα η συνήθης διαδρομή.
Οι προσπάθειες για την αλλαγή αυτής της κατάστασης σκοντάφτουν σε στερεότυπα και νοοτροπίες των ισχυρών κοινωνικών τάξεων, οι οποίες δεν επιτρέπουν την πρόσβαση αυτών των ομάδων σε δημόσια αγαθά, ή την εκπαίδευση τους σε σύγχρονες δεξιότητες κοινωνικής προσαρμογής. Οι μόνες υπηρεσίες που επιτρέπεται να συναλλάσσονται με τους «ανύπαρκτους» αυτούς ανθρώπους είναι η αστυνομία, τα δικαστήρια και η Πρόνοια. Είναι ευτύχημα που τα τελευταία χρόνια κάτι άρχισε να αλλάζει με τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που ανέλαβαν κάποιες πρώτες δράσεις. Ωστόσο, ο δρόμος για την αλλαγή του κοινωνικού αποκλεισμού και την αναπαραγωγής του είναι μακρύς και ίσως χωρίς τέλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου