του Στέλιου Ράμφου.
Το πολιτικό μας σύστημα τρίζει για τα καλά. Στη ρευστότητα της εποχής προστίθεται η απουσία κατευθυντήριου σχεδιασμού, ο οποίος θα μορφοποιούσε τον μετέωρο δυναμισμό μιας κοινωνίας σε σύγχυση, οπότε τα δημιουργικά στοιχεία της ενεργούν στην προοπτική της εν στενή εννοία εξυπηρετήσεως των συμφερόντων τους. Το κενό τούτο απλώνεται σαν έρημος και υποβάλλει διαβρωτικά αποδοχή του τέλματος. Ταξιδεύουμε ακυβέρνητοι σε τρικυμισμένη θάλασσα. Στο πλαίσιο των ηθών και των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ο ανατολισμός μας πιέζεται και η ιστορική του αμηχανία εκδηλώνεται παροξυστικά. Τα παρελθούσης χρήσεως θεωρητικά εργαλεία των πολιτικών κομμάτων δεν έχουν εφαρμογή στη σημερινή πραγματικότητα για να αποδίδουν. Η κοινωνία της ευημερίας βασίζεται σε εκτεταμένους μεσαίους χώρους, οι οποίοι υπό την πίεση των απαιτήσεων της ανταγωνιστικότητας και των βαθμών βρασμού των ανθρώπων δεν γίνεται πλέον να διατηρούνται ομοιογενείς, καθώς στους κόλπους τους προκύπτουν ανισότητες. Για να βαδίσει η χώρα στην προκοπή οι ζωντανές δυνάμεις της χρειάζονται περιγραφή, ιεράρχηση και πολιτική πρόταση για τα κομβικά της προβλήματα.
Οι έρευνες της κοινής γνώμης και οι οικονομικοτεχνικές μελέτες συμβάλλουν περιορισμένα προς αυτή την κατεύθυνση. Θα βοηθούσε τα μέγιστα να σκεφθούμε τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές, με τις ορατές και αόρατες πνευματικο-πολιτικές τους συντεταγμένες. Εκεί βρίσκουν έδαφος οι τροχοπέδες του κοινωνικού μας βίου, εκεί απαιτείται εποικοδομητική παρέμβαση. Ποιος μπορεί να αποκλείσει ότι στις σημερινές ιστορικές συγκυρίες η ίδια αίφνης η καταθλιπτική χρήση των μέσων δημοσιότητος δεν ωθεί εμμέσως την κοινωνία μας στην αντίληψη μιας πολιτικής διαφάνειας η οποία θα χρειασθεί με τη σειρά της ωριμότερα άτομα;
▅ ΜΙΑ ΙΔΙΟΤΥΠΑ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΟΚΕΝΤΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Το πατερναλιστικό κράτος τηρεί μεν τις διαδικασίες, οικειοποιείται όμως την εξουσία αποτρέποντας με τον απειλητικό του όγκο και τη γραφειοκρατική του δομή κάθε συμμετοχικό όφελος
Τέτοια τροχοπέδη συνιστά η εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ ελληνικής οικογενείας και κράτους, δεσμών τόπου και αίματος αφενός, θεσμού ευθύνης έναντι πάντων αφετέρου. Ο πόλεμος αυτός παίρνει μορφή πειρατείας της πρώτης επί του δεύτερου και τυραννίας του κράτους επί των πολιτών, οι οποίοι επιπλέουν εις βάρος των συμπολιτών τους και όλοι μαζί στενάζουν πιεζόμενοι από παντού. Αραγε κατά τύχην η ηγεσία του δικαστικού σώματος επιλέγεται από τον υπουργό της
Δικαιοσύνης, μολονότι αυτό αντιβαίνει στη θεμελιώδη αρχή της διακρίσεως των εξουσιών;
Η οικογενειοκεντρική μας κοινωνία εννοεί να λογαριάζεται ματαιόδοξα υπερσύγχρονη, χωρίς να έχει υπάρξει σύγχρονη, αλλά δεν παύει να παραμένει ιδιότυπα μεσαιωνική, αν κρίνω από τον τρόπο που θρησκεύει, που υποχρεώνει τα μέσα επικοινωνίας να υπηρετούν το ήθος της κλειδαρότρυπας ή που διαχειρίζεται ως αποκλειστικό κάθε τρίτου προηγούμενο τη μοναδικότητα της πατρίδος. Θεωρεί, έτσι, αυτονόητο το προβάδισμα της αιωνιότητος επί του χρόνου και του αισθήματος επί του μέτρου της λογικής, απομονώνεται δε από όλους τους άλλους πτωχαλαζονικά, πλάθοντας έναν άνθρωπο που εμπιστεύεται μόνο το παρελθόν και μεταθέτει διαρκώς το μέλλον. Είναι ευνόητο ο άνθρωπος τούτος να μεταβάλλει εύκολα τις αρετές του σε ελαττώματα και, επειδή τα θέλει όλα δικά του άκοπα, καμία από τις απολαύσεις του να μην τον κάνει ευτυχή. Ισως μόνο η παιδική ανευθυνότητα, μια ατομικότης χωρίς λογοδοσία και καταλογισμό.
Το άγος της ελληνικής διαφθοράς τοποθετείται στο πλαίσιο της αντιπαραθέσεως οικογενείας και κράτους, φωτίζεται δε ικανοποιητικά εφόσον αναδειχθεί η πολιτισμική παθολογία που υποδαυλίζει την όποια νοσηρή φυσική ροπή προς παράνομα οφέλη και προνόμια. Υπ΄ αυτό το πρίσμα η ενδεχόμενη θεραπευτική αγωγή είναι αδύνατον να στηρίζεται αποκλειστικά σε διοικητικά μέτρα είτε προβλέπουν πρόστιμα και φυλακίσεις είτε σχετίζονται με ευφυή ευρήματα, όπως η δίγραμμη επιταγή, η οποία συμβάλλει ασφαλώς στη διαφάνεια των πληρωμών, δεν καλύπτει ωστόσο την επινοητικότητα των ανόμων. Μπορεί να στηρίζεται στο πνεύμα μιας αμοιβαίας φροντίδας μεταξύ των πολιτών, που έχει γίνει ρυθμός της κοινωνίας.
Θα εξηγήσουμε την ηδονή της διαφθοράς εάν εντοπίσουμε πέραν των συνειδητών σκοπιμοτήτων τις ασύνειδες κυρίως ευχαριστήσεις που προσφέρει στα υποκείμενά της. Μιλούμε για φαινόμενο με συμβολικές προεκτάσεις που υπερβαίνουν τη συνθήκη της ωμής «εξαγοράς», χωρίς
να την υποτιμούν ή να την παραβλέπουν. Η συμβολική σημασία της διαφθοράς τροφοδοτείται από αγκυλώσεις στο καθεστώς της πατρικής εξουσίας, οπότε διαφθορέας και διαφθειρόμενος απολαμβάνουν τη χαριστική συναλλαγή σαν ανήλικα και αδύναμα παιδιά, που φέρονται σεβαστικά ή αντιμάχονται τον παντοδύναμο πατέρα. Η πραγματική της σημασία έγκειται στο ότι διακρίνει αποφασιστικά το άτομο από τον πολίτη.
Η έκταση της διαφθοράς αντιστοιχεί, ως γνωστόν, σε τύπους κοινωνιών, πολιτευμάτων και πολιτισμών, περιγράφει δε μικροσκοπικά την εξουσία του «υπηρεσιακού» παράγοντα επί των «πολιτών» κατ΄ εικόνα της μεγάλης εξουσίας του κράτους. Η συναλλαγή των ιδιωτών με στελέχη της Διοικήσεως, προκειμένου να εξασφαλίσουν «διευκολύνσεις» και «στραβά μάτια», αποτελεί νοσηρή εκδοχή προσωπικής σχέσεως, η οποία υποκαθίσταται εν είδει δώρου και αντιδώρου στη σχέση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του πολίτου. Τηρουμένων των αναλογιών, το «δωράκι» στον δημόσιο λειτουργό έχει ανθρωπολογικό βάθος ιερής προσφοράς, με την οποία άλλοτε οι άνθρωποι καλούσαν σε ανάλογη ανταπόδοση τον αποδέκτη- του δημιουργούσαν υποχρέωση. Και αν τότε η προσφορά και η αντιπροσφορά συγκροτούσαν πεδίο ουσιαστικής κοινωνίας, σήμερα η διαφθορά, αντί να συνδέει βαθύτερα τα υποκείμενά της με την πραγματικότητα, γίνεται μέσον αποδράσεως και αποφυγής της.
Η συμβολική τούτη χειρονομία διαιωνίζεται στην κοινωνία μας εθιμικά δίκην αλύτου εθνικού συμπλέγματος. Το οικογενειακό περιβάλλον συντηρεί είτε υποστηρίζει τους νέους του και μετά την ηλικία των τριάντα, τους προικοδοτεί μάλιστα γενναιόδωρα, κρατώντας τους και ψυχικώς εξαρτημένους, οπότε αναπαράγουν με τη σειρά τους ίδιες κατά το περιεχόμενο συμπεριφορές, ασχέτως ιστορικών μεταβολών και εξελίξεων. Ελεύθερος δεν είναι το υποκείμενο ευθύνης αλλά ο απηλλαγμένος καταλογισμού.
Με τη διαφθορά αντιστεκόμαστε στον έκνομο αυταρχισμό του κράτους που εννοεί να αποφασίζει για εμάς και αναζητούμε τρόπο συμβιώσεως του δημοσίου
και της οικογένειας στη λογική της ευνοιοκρατίας. Η εκτεταμένη διαφθορά δεν έχει να κάνει με ατομοκεντρισμό αλλά με οικογενειοκρατία που ευδοκιμεί σε δημοκρατικά υβρίδια πολιτεύματα και δημιουργεί εκείνο το αλληλέγγυο αίσθημα διαπλοκής, το οποίο καλλιεργεί εξ απαλών ονύχων μέσα μας τα αντανακλαστικά εξαγοράς και συνενοχής, ματαιώνοντας κάθε έννοια της ευρύτερης ευθύνης, στο πλαίσιο μιας κοινωνίας «κολλητών» και όχι πολιτών. Εδώ μετρά η ιεραρχία επωνύμων και ανωνύμων, ενώ η κοινωνική διάκριση συνυφαίνεται με τη λαϊκή επιδοκιμασία και επιβράβευση, την οποία αναλαμβάνουν εργολαβικά τα ΜΜΕ.
Το ελληνικό κράτος υπονομεύουν συστηματικά οι παραστάσεις που κυριαρχούν στην κοινωνική μας συνείδηση από τα βυζαντινά και τα μεταβυζαντινά χρόνια, διατηρήθηκαν ως δεσποτική ανατολική παράδοση και νοοτροπία από την Εκκλησία, ενώ αναζωπυρώθηκαν με το βασιλικό καθεστώς και κληροδοτήθηκαν στη Δημοκρατία. Μη μας διαφεύγει ότι το πνεύμα των αιώνων της Τουρκοκρατίας έπιασε γερές ρίζες στην Πελοπόννησο και στη Στερεά, που αποτελούσαν μέχρι τους πολέμους του 1912-1913 το όλον περίπου του νεοελληνικού μορφώματος, βάφοντας συμβιβαστικά τους όποιους εισηγμένους θεσμούς με το τοπικό του χρώμα και ήθος.
▅ ΠΑΤΕΡΝΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Προϊόν του συμβιβασμού αυταρχικού παρελθόντος και κοινοβουλευτικής τάξεως αποτελεί η πατερναλιστική δημοκρατία, η κρατική υπόσταση της οποίας υπερβαίνει τα όρια της πολιτικής αρχής. Υπ΄ αυτή την έννοια μιλούμε θεμιτά για πολιτικά μεταλλαγμένο αίσθημα της γονεϊκής προστασίας, ένα καθεστώς που διατηρεί απλώς το διαδικαστικό μέρος της δημοκρατικής αρχής, αλλά τείνει να υποβιβάζει τον αξιακό παράγοντα, καθώς δεν εφαρμόζει σθεναρά τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτου. Στην περίπτωση αυτή, η λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών διερμηνεύεται κατά το δοκούν των κομματικών πλειοψηφιών και των οικογενειοκεντρικών συνήθως ηγεσιών τους, οι οποίες μετέρχονται όλα τα μέσα και τις τεχνικές για να κρατούν τον προστατευτικό τους ρόλο στο απυρόβλητο.
Είτε οι πολιτικές ηγεσίες προκρίνουν την επιλεκτική αφάνεια για να κρύψουν τη μετριότητά τους είτε προβάλλουν τον χαρισματικό τους δυναμισμό, το πολιτικό σύστημα οδηγείται σε αδιέξοδο εφόσον οι επιλογές και οι διαδικασίες δεν εναρμονίζονται με το υπόβαθρο των πολιτειακών αρχών. Η αξιολογία ενός αυθεντικού σύγχρονου δημοκρατικού πολιτεύματος συνιστά όρο της λειτουργικότητός του, ενώ η καταστρατήγησή της αφυπνίζει ολόκληρο το σύστημα των εναντίον της αντιστάσεων, το βαθύ κράτος του οποίου εκδηλώνεται αποσυνθετικά με τη γενικευμένη διαφθορά.
Η πατερναλιστική διακυβέρνηση νοθεύει τη δημοκρατία επειδή αποθαρρύνει προστατευτικά τη μετοχή του πολίτη στα δημόσια πράγματα. Τηρούμε τις εκλογικές και τις κοινοβουλευτικές δεοντολογίες, παραβλέπουμε ωστόσο τις συμμετοχικές, που ενδυναμώνουν την εποικοδομητική χρήση της ελευθερίας και συνδέουν οργανικά την υπευθυνότητα με τη λογοδοσία. Η συμμετοχική δημοκρατία βασίζεται στην αλληλοκατανόηση και στον κρατικό διάλογο, ποτέ στην άγονη καταγγελτική πολιτική, που θέτει τον κατήγορο υποκριτικά εκτός του προβλήματος και τον απαλλάσσει από κάθε ευθύνη. Η ακρωτηριασμένη δημοκρατία του πατερναλισμού εκθέτει τον πολίτη σε αυθαίρετες παρεμβάσεις ή αθέμιτες εύνοιες και τον εξωθεί έτσι συστηματικά στη διαφθορά και στην προαγωγή της. Γίνεται βαποράκι! Ο προστατευτικός ετεροπροσδιορισμός τραυματίζει την αξιοπρέπεια, προκαλεί ενστικτώδεις αμυντικές ή επιθετικές συμπεριφορές και ψευδεπίγραφη ισότητα ανίσχυρων πολιτών, ενώ η δημοκρατία οφείλει να ελαττώνει διαρκώς την αδυναμία του πολίτη, να ενισχύει τη συνεργασία του με το κράτος εις βάρος της μονομερούς κυριαρχίας του τελευταίου.
Το δημοκρατικό καθεστώς ρυθμίζει χωρίς να εξουσιάζει· το πατερναλιστικό κράτος τηρεί μεν τις διαδικασίες, οικειοποιείται όμως την εξουσία αποτρέποντας με τον απειλητικό του όγκο και τη γραφειοκρατική του δομή κάθε συμμετοχικό όφελος. Για την ακρίβεια, δεν κυβερνά αυταρχικά: επιτυγχάνει, αντίθετα, οι πολίτες να αυτοπροσφέρονται στο υψηλό του δέον
μέσω της συμβολικής σχέσεως πατέρα και παιδιών, που ψυχολογικώς προωθεί και στηρίζει. Στην αυτοπροσφορά που αποσπά θωπευτικά στηρίζει τη λαϊκιστική εξουσία του.
Να εξηγηθώ: Το σύγχρονο δημοκρατικό κράτος δεν αντιστρατεύεται κατ΄ ανάγκην την ελευθερία. Η παρουσία του είναι απαραίτητη για να αντιμετωπίζονται οι κοινωνικές ανισότητες, να εξασφαλίζεται η απονομή δικαιοσύνης, η εθνική άμυνα κ.λπ. Αλλο η έμμεσα στερητική ελευθερίας κρατική παρέμβαση και άλλο η εποπτική λειτουργία της πολιτείας, ας πούμε ο έλεγχος του εκπαιδευτικού συστήματος είτε του σεβασμού της ισότητος των πολιτών. Μόνο η ενεργός πολιτική ισότης μπορεί να εμποδίσει την αυταρχική μετάλλαξη του σημερινού κράτους, υπό τον όρο ότι αυτή η ισότης θα συνοδεύεται από πλατύτερη συνειδητοποίηση των πολιτισμικών της συμπαρομαρτούντων. Το δημοκρατικό πολίτευμα προστατεύει την ελευθερία των πολιτών ελέγχοντας την κρατική εξουσία.
▅ ΚΟΥΜΠΑΡΟΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΙΣΟΤΗΤΑΣ
Οπου υφίσταται πατερναλιστική δημοκρατία, εκεί ανθεί κατ΄ εξοχήν η διαφθορά. Αν εξαιρέσουμε τις προτεσταντικές κοινωνίες της Βορείου Ευρώπης, φαινόμενα διαφθοράς παρατηρούνται και σε πολύ ανεπτυγμένες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία ή Γερμανία. Πρόκειται όμως για σκάνδαλα γενναίων καταχρήσεων και όχι, όπως στον τόπο μας, για παροχές δικαιωματικών υπηρεσιών του Δημοσίου προς τους πολίτες, οι οποίοι υποστηρίζουν τα νόμιμα, εύλογα ή και παράνομα αιτήματά τους με το απαραίτητο «φακελάκι» στον μεσολαβητή ή τον ίδιο τον «δικό τους» άνθρωπο. Οι κουμπάροι επιβάλλουν στην ισότητα του νόμου την ανισότητα της συγγενείας, της εντοπιότητος και της συναλλαγής. Μιλούμε για απέραντη «μαύρη αγορά», κύκλο «εργασιών» ίσο με ικανό ποσοστό του Ακάθαριστου Εθνικού Προϊόντος.
Στην Ελλάδα το φαινόμενο έλαβε διαστάσεις επιδημίας μεταπολιτευτικά, οπότε η αναγκαία αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των λαϊκών στρωμάτων και η έξοδός τους από το κοινωνικό περιθώριο ενεργοποίησε τα αντανακλαστικά της ευημερίας και της εξουσίας, όχι όμως την έφεση για παραγωγική εργασία και τα αξιοκρατικά κριτήρια. Αυτό δεν μπορούσε να γίνει χωρίς ρήξη με την παραδοσιακή λογική των μονοδρόμων και τη μεταρρύθμιση της ανελαστικής παιδείας των τυπικών προσόντων, χωρίς καμία έγνοια για την εσωτερική συγκρότηση και τον αυτογνωρισμό του μαθητή- την πίστη που δέχεται μετά χαράς και την αμφιβολία. Η ρήξη αυτή δεν έγινε, οπότε το οραματικό περιεχόμενο της κοινωνικής μας ζωής συνέπεσε με τον πλέον ενστικτώδη καταναλωτισμό και η χώρα βυθίζεται σε μηδενιστική κρίση. Ταυτίζοντας τις αξίες με την άνεση, τις μεταβολές των συνθηκών που επιτρέπει το χρήμα με τα υπαρξιακά αιτήματα της ζωής, η διαφθορά αδειάζει τη δημοκρατία από περιεχόμενο και την τραυματίζει άσχημα.
▅ Η ΥΠΟΤΑΓΗ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Συμβάλλει καθοριστικά στην κρίση αυτή μια αξιοπρόσεκτη παράμετρος του πατερναλιστικού συστήματος: Το υπαρξιακό πρόβλημα εδώ συμπίπτει με τη διαχειριστική αντιμετώπιση ζητημάτων της άμεσης επιβιώσεως, δεδομένου ότι το «είναι» του πολίτη απορροφά η εικόνα του προστάτη-πατέρα. Ο πολίτης υποτάσσει κατ΄ αυτόν τον τρόπο το παρόν του σε ένα απώτερο παρελθόν, με τίμημα την αδυναμία του μωρού να αναγνωρίζεται
στον καθρέφτη και να προσδιορίζει τον εαυτό του. Η ταυτότης του επομένως δεσμεύεται ψυχικά και η αυτοσυνειδησία του παραμένει υποτυπώδης. Οσο η ύπαρξη εκπίπτει σε διαχείριση μνήμης, τόσο η παθητικότης κυριεύει την ταυτότητα. Η αγωνία του πολιτικού μας συστήματος είναι εν τέλει καρπός του εγκαθιδρυμένου δημοκρατικού πατερναλισμού, ο οποίος προσπαθεί απεγνωσμένα να επιβιώσει παρακάμπτοντας κάθε τόσο το «πολιτικό κόστος» με υποχωρήσεις ή παροχές, που κρατούν την κοινωνία παθητική στον σημερινό κόσμο. Ετσι εξηγείται και ο ακατάληκτος επιθανάτιος ρόγχος της Μεταπολιτεύσεως, η οποία δεν αποφασίζει να παραδώσει το πνεύμα. Την συντηρούν ολόκληρος πολιτικός πολιτισμός και προγονιστικές νοοτροπίες που χάνονται στους αιώνες.
Οι απολογητές του πατερναλισμού συγχέουν επιδέξια ή αδέξια την αυτονομία του υποκειμένου με την αυτάρκεια ενός αλαζονικού Εγώ. Διαβάζοντας κινδύνους αντί ευκαιριών και βάζοντας τον φόβο στη θέση της ελπίδας, συντηρούν με κάθε τρόπο την ιδεοληψία του εγωκεντρικού τέρατος, που δίνει απόλυτη προτεραιότητα στην αυτοσυντήρηση, την εξουσία και την ηδονή, παγιδευμένο σε ενστικτώδεις παρορμήσεις, επειδή ακριβώς αντιπαραθέτουν πολωτικά τον κοινωνικό άνθρωπο με εκείνον ο οποίος αποτελεί προϊόν της εσωτερικής και της πολιτικής του ελευθερίας.
Εν τούτοις δεν υφίσταται ριζικό ασυμβίβαστο μεταξύ διεκδικήσεως αυτονομίας και συνθηκών ετερονομίας, όπως η πείνα, το κρύο, η φθορά, το φυσικό, συλλογικό ή πολιτισμικό περιβάλλον. Για να επικρατεί ο απελπισμός δίνει ευκαιρίες εκ των ενόντων στην ελπίδα. Η αυτονομία ζητεί από τον πολίτη να δεξιωθεί τα στοιχεία του εκάστοτε ετεροπροσδιορισμού και να μεταβεί από τον δεδομένο ορίζοντα νοήματος σε κάτι πλατύτερο, ένα «αλλιώς» με ανέκδοτες μορφές ετερονομίας, οι οποίες πρέπει πάλι να ξεπεραστούν με νέες διεκδικήσεις του ανθρώπου, χωρίς να αμφισβητούνται η εξωτερικότης των περιστάσεων και η ελευθερία του Εγώ ως αυτοκαθορισμός πολιτικός και ταυτόχρονα ως εμμένεια στον βαθύτερο εαυτό του. Δεν δίνει καρπό επομένως η συλλήβδην απόρριψη του φιλελευθερισμού· καρπό δίνει αντιθέτως η συνεχής υπέρβαση της δυναμικής του μονομέρειας με μέσα πολιτικά και η ακατάπαυστη πνευματική του εμβάθυνση. Στην ανθρωπιά του δικαιώματος της αυτονομίας ως ευθύνης η οποία δεν στραγγαλίζει τις επιθυμίες μας, οφείλει να απαντά δημιουργικά το αίτημα και εγχείρημα κάθε αληθινού εκσυγχρονισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου