του Νίκου Ράπτη
Εδώ και τριάντα τόσα χρόνια, η πατρίδα μας ζει στον αστερισμό των «αναρχικών» (πιο πρόσφατα: των «κουκουλοφόρων»). Πρόκειται για ένα χώρο που έμπρακτα διακηρύσσει το μηδενισμό ως τρόπο ζωής και εκθειάζει τη βία, την απείθεια, τη ληστεία και την αυθαιρεσία. Επί δεκαετίες, ο χώρος αυτός πλήττει καίρια την λειτουργία των μεγαλουπόλεων, των εκπαιδευτικών θεσμών, της οικονομίας της χώρας κ.λπ. Έχει δε πλέον συντηχθεί με το κοινό ποινικό έγκλημα, τη ναρκομανία και το ναρκεμπόριο, το χουλιγκανισμό και διεκδικεί με αξιώσεις τον έλεγχο του δημόσιου χώρου. Λειτουργεί επίσης ως χώρος «υποδοχής» και επιμόρφωσης στην κακουργηματική λειτουργία για τα στίφη των αποπροσανατολισμένων, ακηδεμόνευτων και εγκαταλειμμένων εφήβων και νέων της πατρίδας μας.
Απέναντι στο πρόβλημα αυτό, οι πολιτικές ηγεσίες αντέδρασαν με την συνήθη απάθεια και αδράνεια που τις χαρακτηρίζει: αρχικά η επικράτεια των κουκουλοφόρων παγιώθηκε σε ορισμένες γειτονιές της πρωτεύουσας, στη συνέχεια στα πανεπιστήμια (στα κεντρικά πρώτα, στη συνέχεια σε εκείνα ολόκληρης της χώρας) και ήδη επεκτείνεται, διεκδικώντας νέες γειτονιές και τμήματα της περιφέρειας. Οι πολιτικές ηγεσίες εγκατέλειψαν με ευκολία τις περιουσίες και τη σωματική ακεραιότητα των πολιτών, τη λειτουργία της οικονομίας και της παιδείας, το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών κ.λπ στις διαθέσεις των κουκουλοφόρων. Μόνο μέλημά τους (και μόνη διαταγή τους προς τις αστυνομικές δυνάμεις): «να μην υπάρξουν νεκροί» (για το φόβο της αρνητικής δημοσιότητας)...
Αυτό το «συμβόλαιο» μεταξύ «κουκουλοφόρων» και πολιτικών ηγεσιών «έσπασε» με το επεισόδιο του Σαββάτου. Το γεγονός αυτό εξελήφθη ως βαρύτατη προσβολή από τους κουκουλοφόρους, που έσπευσαν αμέσως να υπενθυμίσουν προς όλους έμπρακτα ποιος «κάνει κουμάντο» στη χώρα (το ποιος είναι αυτός το κατανοήσαμε πλήρως την Κυριακή και τη Δευτέρα).
Αντιλαμβανόμενοι πως η απώλεια του 16χρονου κινδυνεύει να διαταράξει το modus vivendi μεταξύ καθεστώτος και κουκουλοφόρων, σύμπασα η πολιτική ηγεσία έσπευσε να δηλώσει τον αποτροπιασμό της για το συμβάν, με τόνους και ομοφωνία που ουδέποτε είδαμε π.χ. όταν στην πλευρά των θυμάτων ευρίσκονταν αστυνομικοί ή πολίτες.
Θα λέγαμε πως ολόκληρο το πολιτικό σύστημα αποδόθηκε σε «καλλιστεία» για το ποιος θα γίνει πιο αρεστός στους κουκουλοφόρους: Ο υπουργός δημοσίας τάξεως μίλησε για «διαδηλώσεις οι οποίες μπορεί και πρέπει (sic) να γίνουν». Ο πρωθυπουργός απέστειλε επιστολή στην οικογένεια του θύματος του Σαββάτου, όπως δεν είχε αποστείλει στις οικογένειες των δύο αστυνομικών που δολοφονήθηκαν από δραπέτη (Δεκέμβριο 2005) ή σε εκείνες των τριών αστυνομικών που πυροβολήθηκαν από χασισοκαλλιεργητές στους Μαλάδες Ηρακλείου (Ιούνιος 2008) ή «ατάκτους» στα Ζωνιανά (Νοέμβριος 2007), πόσο μάλλον στις οικογένειες των χιλιάδων θυμάτων της εγκληματικότητας που επί των ημερών του έχει σπάσει κάθε ρεκόρ (20% αύξηση ληστειών το 2005, περίπου 80% το 2006, 34% το 2007 κ.ο.κ).
Ανάλογα ήταν τα διαγγέλματα των υπολοίπων πολιτικών παρατάξεων και των ΜΜΕ.
Ειδικά τα ΜΜΕ και τα κόμματα της αριστεράς, υιοθέτησαν τόνους και εκφράσεις που αποδεικνύουν πως επιμένουν να «στίβουν» τις αναμνήσεις της δεκαετίας του '60 και του '70, αντί να λύσουν τα προβλήματα του 21ου αιώνα. Διότι σήμερα, για κανένα πολίτη δεν αποτελεί πρόβλημα η «αστυνομοκρατία» ή η «στρατηγική της έντασης» (sic) εκ μέρους του «κράτους». Το πρόβλημα είναι μάλλον η ανασφάλεια, η απουσία αστυνόμευσης, η ατιμωρησία και η εγκληματικότητα!
Στο σκηνικό αυτό, οι πολίτες νιώθουν πως κανείς δεν ενδιαφέρεται για την τύχη και τις αγωνίες τους. Στη διαμάχη μεταξύ των «βουβαλιών» (πολιτικών, κουκουλοφόρων, ΜΜΕ κ.λπ) οι πολίτες είναι οι «βάτραχοι» του μύθου του Αισώπου: αυτοί που τσαλαπατιούνται. Οι μεν τους θεωρούν άβουλα θύματα των «αφεντικών», οι δε «αμετακίνητους» ψηφοφόρους, οι τρίτοι τηλεθεατές άξιους μόνο για να τους ταΐζουν κουτόχορτο...
Η επανάσταση του αυτονόητου
Και όμως, σε μία δημοκρατία θα έπρεπε να είναι αυτονόητο πως:
Ο δημόσιος χώρος ελέγχεται από τη συντεταγμένη πολιτεία -όχι από «αγνώστους»·
η πολιτεία νοιάζεται για τη διασφάλιση της περιουσίας και της σωματικής ακεραιότητας των πολιτών, τουλάχιστο όσο και για την «εικόνα» της·
καμία περιοχή της χώρας -και κανένα φυσικό πρόσωπο- δεν ευρίσκεται εκτός, ούτε υπεράνω του νόμου.
όταν λείπουν αστυνομικοί, δε διατίθενται αυτοί αφειδώς ως υπηρετικό προσωπικό των ισχυρών·
όταν περισσεύουν οι εγκληματίες, χτίζονται περισσότερες και καλύτερες φυλακές -δεν αποφυλακίζονται 5,500 εγκληματίες με αστεία προσχήματα χάριν «αποσυμφόρησης»...
Αλλά αυτά, τα αυτονόητα σε ολόκληρο τον αναπτυγμένο κόσμο, ακούγονται στη χώρα μας ως σχεδόν επαναστατικά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου