του Κριστόφ Ζαφρελό
Νουβέλ Ομπσερβατέρ (ΝΟ): Λέγεται πως η Ινδία, που ψηφίζει εδώ κι ένα μήνα, είναι «η μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου». Πόσο αληθεύει αυτός ο ισχυρισμός;
Κριστόφ Ζαφρελό (Christophe Jaffrelot): Η Ινδία πληροί όλα τα κριτήρια μιας δημοκρατίας. Διοργανώνει ελεύθερες εκλογές, υπό την εποπτεία μιας ανεξάρτητης εκλογικής επιτροπής, που εγκρίνει τα ψηφοδέλτια και συντάσσει τους εκλογικούς καταλόγους. Αυτή η επιτροπή επίσης διοικεί τις δυνάμεις της τάξης, που φρουρούν τα εκλογικά τμήματα. Η Ινδία είναι πράγματι η μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου, διότι καλούνται στις κάλπες 714 εκατομμύρια άνθρωποι -πολύ περισσότεροι από το συνολικό πληθυσμό της Ευρώπης!
Επίσης, το πολιτικό σύστημα είναι εν τοις πράγμασι πολύ ευρύ. Από ιδεολογικής άποψης βρίσκουμε ολόκληρο το ευρωπαϊκό πολιτικό φάσμα, από κομμουνιστές έως ακροδεξιούς. Προσθέστε τα τοπικά κόμματα -που βρίσκονται σε πλήρη άνθηση- και τα κόμματα που εκπροσωπούν διάφορες κάστες, κι έχετε ένα ευρύτατο φάσμα επιλογών. Απόδειξη: από το 1989, κάθε εκλογική αναμέτρηση οδήγησε σε κυβερνητική αλλαγή!
Τέλος, υπάρχουν αληθινά αντισταθμίσματα της πολιτικής εξουσίας: η δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ είναι πράγματι ανεξάρτητα. Όσο για το ινδικό ανώτατο δικαστήριο, είναι ισχυρότερο από τα ομόλογά του στην Ευρώπη.
ΝΟ: Υποστηρίζετε πως στη σημερινή Ινδία εξελίσσεται ένα είδος πολιτικής επανάστασης, που την αποκαλείτε «εκδημοκρατισμό της δημοκρατίας». Τι εννοείτε ακριβώς;
CJ: Μέχρι τη δεκαετία του 1980, θα χαρακτηρίζαμε το πολιτικό σύστημα καθετοποιημένο, πελατειακό. Οι υποψήφιοι ήταν οικονομικοί παράγοντες, καταγόμενοι από υψηλόβαθμες κάστες, που τους ψήφιζαν οι εργάτες τους, οι αγρότες τους, οι οφειλέτες τους. Το κόμμα του Νεχρού (Nehru), το «κογκρέσο» (INC) ήταν το κόμμα που κυρίως επωφελήθηκε από αυτό το φαινόμενο. Σήμερα τα δεδομένα άλλαξαν, διότι οι χαμηλότερες κάστες χειραφετήθηκαν. Απέκτησαν πια τα δικά τους κόμματα. Αρνούνται να υποταχθούν στους ισχυρούς και προτιμούν να ψηφίζουν τα κόμματα των ομοίων τους.
ΝΟ: Πώς συνέβη αυτό;
CJ: Σε ό,τι αφορά τους «ανέγγιχτους», τους παρίες αυτό έγινε μπορετό χάρη στην πολιτική των θετικών διακρίσεων. Αυτή η βολονταριστική πολιτική μπορεί να μην τους εξομοίωσε με τους υπόλοιπους Ινδούς ως προς τις συνθήκες ζωής τους, αλλά οι ποσοστώσεις στις προσλήψεις στο δημόσιο, στην εκπαίδευση και στα κοινοβούλια, δημιούργησε μία ελίτ παριών, που εντέλει αναμείχθηκε με την πολιτική. Έτσι δημιουργήθηκε, το 1984, το κόμμα των παριών «μπαχουτζάν σαμάτζ» (BSP), που σήμερα συγκαταλέγεται στις βασικές πολιτικές δυνάμεις της Ινδίας.
ΝΟ: Αυτή η πολιτική των «θετικών διακρίσεων» έχει μόνο πλεονεκτήματα;
CJ: Ασφαλώς και όχι. Θεσμοποιεί τις σέκτες και στο δημόσιο χώρο, την ίδια στιγμή που υποτίθεται πως αποσκοπεί στην εξαφάνιση της ιεραρχίας ανάμεσά τους. Ύστερα, στο εσωτερικό της κάθε κάστας, τα προνόμια τα εκμεταλλεύονται πάντα οι ίδιοι, συνήθως οι οικογένειες των υπαλλήλων. Αν όμως δεν υπήρχε αυτή η πολιτική, η Ινδία δε θα είχε γνωρίσει τις αλλαγές που γνώρισε. Δημιουργήθηκε ένα κοινωνικό ασανσέρ, αλλά κι ένα δίαυλος πολιτικής έκφρασης -που διοχέτευσε θετικά τις κοινωνικές εντάσεις. Επιπλέον, θα πρέπει να σχετικοποιήσουμε την αντίληψή μας περί αυστηρού κατατεμαχισμού της ινδικής κοινωνίας. Σκεφτείτε πως σήμερα η ανώτατη κάστα -εκείνη των βραχμάνων- και η κατώτατη, εκείνη των παριών, συνεργάζονται, αφού καμιά δεν μπορεί να κυβερνήσει από μόνη της.
ΝΟ: Μια μεγάλη σκιά όμως, που παραμένει, είναι οι θρησκευτικές συγκρούσεις.
CJ: Έχετε εν μέρει δίκιο, αν και μετά το 2002 δεν είχαμε πραγματικά βίαιες θρησκευτικές ταραχές. Ο ινδουιστικός φανατισμός μπορεί να χάνει έδαφος στο εκλογικό επίπεδο, αλλά πλέον τον συναντάμε ακόμα και σε χώρους από όπου ήταν αποκλεισμένος, σε στελέχη επιχειρήσεων π.χ. ακόμα και ορισμένους διανοούμενους. Τον ενισχύουν τα όλο και ισχυρότερα αντι-μουσουλμανικά αισθήματα, ιδίως μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις συντάραξαν την Ινδία το 2008. Εκτός από τις επιθέσεις της Βομβάης, την ευθύνη για όλες τις υπόλοιπες τρομοκρατικές επιθέσεις τις ανέλαβαν ινδικές ισλαμικές οργανώσεις, στο όνομα της αντεκδίκησης για τη σφαγή των μουσουλμάνων του 2002, για τις οποίες ακόμα δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες. Αν και δεν προκάλεσαν βίαια αντίποινα, αυτές οι επιθέσεις ριζοσπαστικοποίησαν ορισμένες κατηγορίες ινδουιστών κι επιδείνωσαν τις διακρίσεις εις βάρος των μουσουλμάνων. Στις μεγάλες πόλεις, παρατηρούμε την εξαφάνιση των μεικτών γειτονιών, και την εμφάνιση μουσουλμανικών γκέτο. Οι μουσουλμάνοι συναντούν προβλήματα να βρουν σπίτι, δουλειά, οπότε μεμιάς χειροτερεύουν οι συνθήκες διαβίωσής τους.
Το 2006 ανετέθη σε μια επιτροπή να εξετάσει τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες διαβίωσης των μουσουλμάνων ώστε να αναληφθούν τα ενδεδειγμένα μέτρα. Αλλά τίποτα δεν έγινε. Το πόρισμα της επιτροπής ζητούσε, με δειλό και άρρητο τρόπο, να εφαρμοστεί η πολιτική των «θετικών διακρίσεων» και για τους μουσουλμάνους. Αλλά φυσικά, κανείς δε διαθέτει το πολιτικό θάρρος να κάνει κάτι τέτοιο.
Τέλος, ας μην ξεχνάμε τους διωγμούς κατά των χριστιανών, που πέρσι κορυφώθηκαν, και για τους οποίους είναι υπεύθυνοι για άλλη μια φορά, οι φανατικοί ινδουιστές.
ΝΟ: Μπορούμε να πούμε πως αυτά συνιστούν τη χρεοκοπία της ινδικής εκκοσμίκευσης, που συμπεριλαμβάνεται στο σύνταγμα και για την οποία άλλοτε η χώρα ήταν περήφανη;
CJ: Δυστυχώς, αυτό μπορεί να ειπωθεί, πράγματι. Αλλά ίσως τα πράγματα να μπορούν να διορθωθούν. Το INC και τα κόμματα των κατώτερων σεκτών εξακολουθούν να υπερασπίζονται την εκκοσμίκευση.
ΝΟ: Η εξασθένιση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, προς όφελος των ομόσπονδων κρατιδίων, δεν λειτουργεί ως παράγοντας αποσταθεροποίησης της ινδικής δημοκρατίας;
CJ: Και ναι, και όχι. Η οικονομική φιλελευθεροποίηση που ξεκίνησε εδώ και είκοσι σχεδόν χρόνια, αύξησε τις περιφερειακές ανισότητες, κόβοντας την Ινδία στα δύο. Η νότιος και η δυτική Ινδία έχει τριπλάσιο κατά κεφαλήν εισόδημα από την υπόλοιπη χώρα. Ας μην αναφερθούμε για το τι σημαίνει αυτό για ορισμένα κρατίδια, σαν το Μπιχάρ, που μοιάζει από πολλές απόψεις με «αποτυχημένο κράτος». Το ευτύχημα είναι πως η συνοχή του κράτους δεν αμφισβητήθηκε και -κυρίως- πως η αύξηση του πολιτικού βάρους των περιφερειακών κομμάτων, χωρίς τα οποία δεν υπάρχει κυβερνητική πλειοψηφία, προωθεί μια υγιή αποκέντρωση: εξάλλου είναι αδύνατο να κυβερνηθούν 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι από ένα ενιαίο διοικητικό κέντρο.
ΝΟ: Όμως, ακόμα και στις εθνικές εκλογές, οι Ινδοί ψηφίζουν με τοπικά κριτήρια!
CJ: Είναι αλήθεια. Σε αυτές τις εκλογές ας πούμε κυριαρχούν οι σχέσεις μεταξύ των κοινοτήτων και η διαφθορά, που αποτελούν τοπικά φαινόμενα. Δεν γίνεται αναφορά στην ασφάλεια, παρά τις επιθέσεις στην Βομβάη, ούτε στην οικονομική κρίση! Θα πρέπει να έχουμε στο νου μας πως η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης δεν επηρεάζει παρά το 10% των Ινδών, εκείνους δηλαδή που έχουν ήδη επωφεληθεί από την επιτάχυνσή της.
Οι μεγάλες μάζες των Ινδών ασχολούνται πολύ περισσότερο με το νέο κοινωνικό επίδομα που καθιέρωσε η κυβέρνηση, χάρη στο οποίο κάθε αγροτική οικογένεια δικαιούται αυτομάτως ετησίου εισοδήματος αντίστοιχου με 100 βασικά ημερομίσθια. Πρόκειται για ένα πελώριο κοινωνικό πρόγραμμα, που απορροφά το 0.75% του ινδικού ΑΕΠ!
ΝΟ: Ένα άλλο χαρακτηριστικό της ινδικής πολιτικής ζωής είναι η διαιώνιση των πολιτικών δυναστειών, ιδίως εκείνης των Νεχρού-Γκάντι (Gandhi). Δεν αναδεικνύεται εδώ μια βαριά δυσλειτουργία της δημοκρατίας;
CJ: 'Αλλοτε αυτό αφορούσε μόνο το INC τόσο σε εθνικό, όσο και σε τοπικό επίπεδο. Σήμερα όμως εμφανίζονται ανάλογα φαινόμενα παντού, ακόμα και στα μικρότερα κόμματα. Πρόκειται προφανώς περί δυσλειτουργίας της ινδικής δημοκρατίας. Από την άλλη, είναι σαφές πως η δυναστεία Νεχρού-Γκάντι λειτούργησε ως καταπληκτικός σταθεροποιητικός παράγοντας για το ΙΝC, και κατ' επέκταση για ολόκληρη την Ινδία: σαν ένα είδος αμετακίνητης κοινής αναφοράς υπεράνω της καθημερινότητας, όπως οι βασιλικές οικογένειες της Ευρώπης. Εξάλλου ας μην ξεχνάμε πως η διαδοχή σε αυτές τις «δυναστείες» υπόκειται στη βάσανο της εκλογής. Δε νομίζω πως αυτή η ινδική ιδιαιτερότητα αρκεί για να ακυρώσουμε το δημοκρατικό χαρακτήρα του ινδικού καθεστώτος.
ΝΟ: Και τι μπορεί να διδάξει η «μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου» τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες;
CJ: Θα μπορούσαμε να παραδειγματιστούμε από την ανεξαρτησία και τον επαγγελματισμό της ινδικής δικαιοσύνης. Εξάλλου, τα μέλη του ινδικού ανώτατου δικαστηρίου δεν μπορούν να κατανοήσουν τι γυρεύουν οι πολιτικοί στο συνταγματικό δικαστήριο της Γαλλίας...
Παρά τα προβλήματα, η ινδική πολιτική των «θετικών διακρίσεων» μπορεί να μας διδάξει πολλά. Όχι μόνο διότι επωφελήθηκαν οι κατώτερες κάστες, αλλά και οι γυναίκες. Πράγματι, η ζωή των γυναικών εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα σκληρή και μόνο το 10% των βουλευτών είναι γυναίκες. Χάρη όμως στις θετικές διακρίσεις, παρατηρούμε την ανάδυση μιας γυναικείας ελίτ σε τοπικό επίπεδο: σήμερα, το 33% των δημοτικών συμβούλων και των δημάρχων είναι γυναίκες.
Τέλος, το ομοσπονδιακό ινδικό σύστημα θα μπορούσε κάποια μέρα να αξιοποιηθεί για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ομοσπονδίας, αφού τόσο το μέγεθος της ομοσπονδίας όσο και των συνιστόντων κρατών είναι πάνω-κάτω το ίδιο και τα αγγλικά κατά πάσα πιθανότητα θα γίνουν και στην Ευρώπη -όπως στην Ινδία- η νέα «lingua franca»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου