Τρίτη 31 Μαρτίου 2009

1821: Μητροπολίτης Σάμου ο Κύριλλος Αγραφιώτης, «το αντιπαράδειγμα».

Πηγή: Τσουκνίδα

Σήμερα, ορισμένα blogs, θα σηκώνουν παντιέρες...
Άλλα για να διατρανώσουν το «ελληνοχριστιανικό» φρόνημά τους («για του Χριστού την πίστην την αγίαν και της πατρίδος την ελευθερίαν») και άλλα για να διατρανώσουν ότι η σκοταδιστική μας εκκλησία, άδικα έχει συνδεθεί με το γεγονός της «εθνεγερσίας», ενώ θα έπρεπε να λοιδορείται ως το δεξί χέρι των τυράννων...
Όμως τα πράγματα δεν είναι ποτέ άσπρο μαύρο..
Θα παρουσιάσω την περίπτωση της Σάμου το 1821. Σημειώστε ότι στη Σάμο λίγο πριν την Επανάσταση σημειώνεται, πετυχαίνει και εξουσιάζει για μερικά χρόνια η κοινωνική επανάσταση των Καρμανιόλων (ναι, από την Καρμανιόλα του Ροβεσπιέρου). Κίνημα που έγινε εναντίον των Κοτζαμπάσηδων. Κατά δε την διάρκεια της Επανάστασης του 1821, οι Καρμανιόλοι είναι αυτοί που κυριαρχούν και συνεχίζουν τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό τους. Η σχέσεις με την τοπική Εκκλησία ομαλότατες. Και πώς να μην είναι αφού ο τοπικός μητροπολίτης είναι περίπου μέλος της ηγεσίας των Καρμανιόλων!
Το γεγονός αυτό δεν αναιρεί την στάση του Οικουμενικού Πατριαρχείου απέναντι στους οπαδούς του διαφωτισμού και τα «νεωτερικά» κινήματα.
Ενδεικτική της στάσης αυτής, είναι η εγκατάσταση γύρω στο 1819 στην Κωνσταντινούπολη λογοκριτή ( Ιλαρίων ο Κρής ή Σιναίτης) , ο οποίος είχε εντολή να εξετάζει τα εκδιδόμενα Ελληνικά βιβλία, ώστε να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος της ανάπτυξης των «επικίνδυνων» ιδεών του διαφωτισμού στον Τουρκοκρατούμενο ελληνικό χώρο.
Τέλος παραμονές της επανάστασης του 1821, οι τοπικοί επίσκοποι της Σμύρνης και της Χίου, εκδηλώνουν τη διάθεση να κλείσουν τα «νεωτερικά» σχολεία της Σμύρνης και της Χίου, το οποίο από πολύ συντηρητικό που ήταν με διευθυντή τον Αθανάσιο τον Πάριο (κληρικός), είχε αλλάξει κατεύθυνση με διευθυντή το Νεόφυτο Βάμβα (κληρικός και αυτός).
Έλα όμως που δεν είναι σε όλη την Ελλάδα η ίδια κατάσταση. Για παράδειγμα στη Σάμο:
Η διαφορετική στάση της τοπικής Εκκλησίας απέναντι στις ιδέες του διαφωτισμού από αυτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, είχε να κάνει εν πολλοίς με τη προσωπικότητα του Αρχιεπισκόπου Σάμου Κύριλλου Αγραφιώτη, που βρίσκεται στον επισκοπικό θρόνο της Σάμου τη στιγμή που κορυφώνεται η σύγκρουση του Πατριαρχείου με τους «Διαφωτιστές».
Αυτός ήταν άνθρωπος με νεωτεριστικές ιδέες.
Μόλις ήρθε στο νησί άρχισε να χτίζει λοιμοκαθαρτήρια, να οργανώνει σχολεία, να ιδρύει νοσοκομείο για τους φτωχούς, κάνοντας τον «Λόγιο Ερμή» της Βιέννης να αναφερθεί πάρα πολύ εγκωμιαστικά στο έργο του. (Σημειώστε ο "Λόγιος Ερμής" ήταν το όργανο των διαφωτιστών!)
Υποστήριξε σθεναρά τους Καρμανιόλους, κατήγγελλε τις αυθαιρεσίες και αδικίες των κοτζαμπάσηδων στο Φανάρι και δεν διάβασε τον αφορισμό του Αλ. Υψηλάντη από τον Γρηγόριο Ε’. Έγινε στέλεχος της διευθυντικής ομάδας του Λογοθέτη και αυτοεξορίστηκε μαζί του από το νησί, όταν η επανάσταση με την υπογραφή των προστάτιδων δυνάμεων νικήθηκε..
Υπήρξε κάτοχος βιβλίων του Βολτέρου και ιατροφαρμακευτικών συγγραμμάτων στα γαλλικά και τα ιταλικά, οργάνων αστρονομίας, φυσικής και ιατρικής, τα οποία εγκατέλειψε μετά τη φυγή του .
Τη περίοδο της επανάστασης του 1821 οι Καρμανιόλοι και η τοπική εκκλησία συνεργάστηκαν πάρα πολύ στενά. Οι εκκλησιαστικοί παράγοντες συνεργάστηκαν με την ομάδα των Καρμανιόλων, όχι μόνο παρακινούμενοι από πατριωτικά αισθήματα. Ένα ισχυρότατο ιστορικό τεκμήριο που θεμελιώνει την άποψη αυτή, είναι η συμμετοχή των ηγετικών παραγόντων της τοπικής εκκλησίας στη «Φιλανθρωπική εταιρία». Η μυστική αυτή εταιρία, στα πρότυπα της «Φιλικής» και μοναδική στην Ελλάδα μετά την έκρηξη της επανάστασης, είχε ως κύριο σκοπό να παρεμποδίσει την κυριαρχία της κεντρικής Ελλαδικής διοίκησης στον χώρο της Σάμου. Η εισχώρηση αυτή προχωρούσε με συνεργασία των πολιτικών αντιπάλων των Καρμανιόλων -οι οποίοι προέρχονταν από την ομάδα των παλιών προεστών- και δημιουργούσε τη βάσιμη υπόνοια, ότι ήθελε να περιορίσει τις κοινωνικές κατακτήσεις που έφερε μαζί της η επανάσταση. Οι εκκλησιαστικοί παράγοντες συμμετέχουν σε μια «προς τα κοινωφελή ένωσι των αγαθών πατριωτών» που σκοπεί στην «ασφάλεια των δικαιωμάτων του κάθε πατριώτου» Αυτό θα γίνει κατορθωτό δε, «δια της δικαιοσύνης και της παιδείας».
Ο Κύριλλος αναφερόμενος στην κατάσταση του κλήρου της επισκοπής του το 1830, αναγνωρίζει ότι βρίσκεται «υπό αμάθειαν» και ότι αυτό είναι αποτέλεσμα του τυραννικού ζυγού και της επακόλουθης φτώχειας. Είναι σημαντική η παραδοχή αυτή από ένα ιεράρχη της εποχής: δηλαδή η εξάρτηση του πνευματικού έργου των κληρικών από τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Πολλοί ιερείς, ειδικά από το Καρλόβασι, μεταναστεύουν μαζί με τον μητροπολίτη τους το 1834, στην Ελλάδα, επειδή προφανώς έλαβαν ενεργό μέρος στην επανάσταση υπό τον Λ. Λογοθέτη και δεν αισθανόταν άνετα στη διαμορφούμενη νέα κατάσταση.
Αλλά και οι Καρμανιόλοι ήταν άτομα με έντονη θρησκευτικότητα και ενεργά μέλη της τοπικής εκκλησίας, τουλάχιστον όπως μπορεί να συμπεράνει κανείς από τα βιογραφικά στοιχεία των ηγετικών και λογίων μορφών αυτού του κινήματος. Θυμηθείτε ότι αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι έκαναν κοινωνική επανάσταση, περιόρισαν την δικαστική δικαιοδοσία της Εκκλησίας, έβαλαν χέρι στις περιουσίες των μοναστηριών για χάρη του κοινωνικού έργου και αυτά τα δέχτηκε χωρίς αντίρρηση ο Αγραφιώτης..
Ο αείμνηστος Αλέξης Σεβαστάκης, (αριστερός, πρώην βουλευτής του Συνασπισμού) ο οποίος έχει κάνει εκτεταμένες και πολύχρονες έρευνες πάνω στο αρχειακό υλικό αυτής ακριβώς της περιόδου είναι κατηγορηματικός: «Το κίνημα των Καρμανιόλων ηγεμονεύει ιδεολογικά όχι μόνο στην συλλογική συνείδηση, αλλά και στο χώρο της εκκλησιαστικής συσσωμάτωσης. Ο αρχιεπίσκοπος Σάμου, οι Ηγούμενοι των μονών, η στρατιά των μοναχών και ο εφημεριακός κλήρος καλύπτουν με το κύρος της ορθοδοξίας και της επί αιώνες πνευματικής παρουσίας τους την επαναστατική δράση των Καρμανιόλων.»

Με αυτά που γράφω σήμερα δεν θέλω να βγάλω λάδι την κυρίαρχη Εκκλησία της εποχής. Όμως θέλω να πω και αυτό ας το θυμούνται οι συντρόφοι αριστεροί: O "χώρος της Εκκλησίας" τότε, αλλά και τώρα δεν είναι ένα πράγμα...

Ποιός ελέγχει την Αμερική;

Πηγή: Αντιπληροφόρηση

Ο Πρόεδρος Θ.Ρούζβλετ δήλωσε στις 28 Μαρτίου 1922 στην εφημερίδα New York Times:
"Αυτοί οι Διεθνείς Τραπεζίτες και τα συμφέροντα των Ροκφέλλερ, με τη Στάνταρ Όϊλ, ελέγχουν την πλειοψηφία των εφημερίδων και τις στήλες αυτών των φυλλάδων για να διώξουν απο το δημόσιο αξιωματούχους που αρνούνται να υπακούσουν στις εντολές των παντοδύναμων κλικών που αποτελούν την αόρατη κυβέρνηση".

Ο Δήμαρχος της Νέας Υόρκης,ο Τζών Χάϊλαντ μνημόνευσε τον Ρούζεβελτ και αναθεμάτισε εκείνους που ο ίδιος είδε οτι ήθελαν να πάρουν τον έλεγχο της Αμερικής,
στον πολιτικό μηχανισμό και στον τύπο:
"Η προειδοποίηση του Θεόδωρου Ρούζεβελτ έχει διαχρονικότητα μέχρι σήμερα, όσον αφορά την αληθινή απειλή της Δημοκρατίας μας,την αόρατη δηλαδή κυβέρνηση η οποία σαν ένα γιγαντιαίο χταπόδι,απλώνει τα πλοκάμια της πάνω στην πόλη μας, στις πολιτείες μας και τελικά σε όλο το έθνος μας....
Αρπάζει στα μακριά και δυνατά πλοκάμια της την εκτελεστική εξουσία, τα νομοθετικά μας όργανα,τα σχολεία μας,τα δικαστήρια μας,τις εφημερίδες και κάθε υπηρεσία η οποία έχει δημιουργηθεί για την προστασία των πολιτών....
Για να αποφύγω τις γενικολογίες,αφήστε με να πω οτι η κεφαλή αυτού του χταποδιού είναι η οικογένεια Ροκφέλλερ με τη Στάνταρ Όϊλ και μια μικρή ομάδα παντοδύναμων τραπεζικών οίκων γνωστοί σε εμάς ως Διεθνείς Τραπεζίτες.
Ο στενός αυτός κύκλος παντοδύναμων Διεθνών Τραπεζιτών στην πραγματικότητα διευθύνει την κυβέρνηση των ΗΠΑ εξυπηρετώντας τα δικά τους ατομικά συμφέροντα.
Με πρακτικό τρόπο ελέγχουν και τα δύο κόμματα,σχεδιάζουν το πολιτικό πρόγραμμα τους, πατρωνάρουν πολιτικούς αρχηγούς,χρησιμοποιούν τους ηγέτες των ιδιωτικών οργανισμών, και χρησιμοποιούν κάθε μέσο ώστε να διορίσουν σε υψηλόβαθμες δημόσιες θέσεις υποψηφίους που θα υπακούουν στις προσταγές τους,όταν πρόκειται για διεφθαρμένες μεγάλες δουλειές....
Αυτοί οι Διεθνείς Τραπεζίτες και οι Ροκφάλλερ με την Στάνταρ Όϊλ ελέγχουν την πλειονότητα των εφημερίδων και των περιοδικών στην χώρα αυτή".

Η αθλιότητα της ηθικολογίας

Πηγή: Κίμπι

Κόσμος πάει κι έρχεται στο Μέγαρο Μαξίμου. Φαίνεται ότι είναι πεσμένο το ηθικό (αλλά, προς Θεού, όχι η ηθική!) του αρχηγού. Εγώ πάλι δεν πιστεύω τίποτα. Πονούν τα παλικάρια; Κι αν δεν πονούν, γιατί και να κουραστούν; Ακάματοι στο έργο της ακαμάτρας εξουσίας… Αλλά δεν είναι το θέμα μου η κόπωσή τους. Αυτά είναι θέματα παμμέγιστων δημοσιογράφων που δέχονται de profundis εκμυστηρεύσεις παμμέγιστων ηγετών. Ούτε παρωνυχίδα στ’ ακροδάκτυλο του αριστερού τους ποδιού εγώ… Τι έλεγα; Α, ναι, για τα σούρτα-φέρτα στο Μαξίμου. Χαϊλίκια. Και να οι ευρωκράτες και οι νομπελίστες και οι παγκόσμιοι τραπεζίτες. Όλοι τους κάνουν κονσομασιόν στην κρίση. Να δείτε που αυτή η λέξη κάποια στιγμή θα λογοκριθεί διά ροπάλου. Η κρίση, όχι η κονσομασιόν. Θα ποινικοποιηθεί η χρήση της ακριβώς σαν την κουκούλα. Και χειρότερα. Μέχρι ισόβια θα επισύρει. Μη σας πω ότι μπορεί να δούμε και επαναφορά της θανατικής ποινής. Αλλά αυτά, μετά, όταν θα μας περάσει η κρίση. Προς το παρόν, την εξορκίζουμε ομαδικώς. Σαν να μπήκαν στο αγνό σώμα του οικονομικού μας πολιτισμού ο Μάμμων, ο Λεβιάθαν και ο Βιλφεγώρ μαζί...
Ένας εκ των εξορκιστών τους που πρόσφατα πέρασαν από το Μέγαρο Μαξίμου ήταν και ο κ. Ρότσιλντ. Για την ακρίβεια, ο κ. Νταβίντ ντε Ροτσίλντ, του γαλλικού κλάδου της οικογενείας που μεσουρανεί στο διεθνές τραπεζικό στερέωμα εδώ και τρεις αιώνες. Είχε κι αυτός την εξήγησή του για την κρίση. «Φταίει -είπε- η βουλιμία των τραπεζών και των στελεχών τους». Τι πρωτότυπο! Για Νόμπελ!
Αν αναλογιστεί κανείς ποιος το είπε, τι εκπροσωπεί, ποιας οικονομικής και επιχειρηματικής κουλτούρας απόγονος είναι, θα μπορούσε να αντιπαρέλθει την εκτίμηση με το γνωστό ρητό «κλαίνε οι χήρες, κλαίνε κι οι παντρεμένες». Γιατί ο οίκος Ρότσιλντ, με την ιστορία των 265 ετών και τη διάχυση της τραπεζικής του αυτοκρατορίας σε όλο το οικονομικό μας σύμπαν, έχει την ευθύνη (μαζί με τους ομόσταυλούς του) για την ίδρυση κεντρικών τραπεζών, για τη δημιουργία σχεδόν όλου του ευρωπαϊκού και αμερικανικού πιστωτικού συστήματος, για τους αιματηρούς πολέμους και τα κρατικά χρέη που το έθρεψαν, για όλα τα κραχ και τις υφέσεις που το διέτρεξαν μέχρι τις μέρες μας, αφήνοντας πίσω πτώματα και συντρίμμια. Αλλά, εμείς δεν πιστεύουμε στην οικογενειακή, ούτε πολύ περισσότερο στη γενεαλογική ευθύνη... Οπότε, υποθέτουμε ότι οι σημερινοί Ρότσιλντ έχουν ένα ηθικό κώδικα κατά τι βελτιωμένο σε σχέση με αυτόν των προγόνων τους, που χρηματοδοτούσαν ταυτόχρονα και τον Ναπολέοντα και τον Ουέλιγκτον λίγο πριν η συντριβή του πρώτου στο Βατερλό τούς αποφέρει εκατομμύρια λίρες στο χρηματιστήριο του Λονδίνου.
Το πρόβλημα δεν είναι λοιπόν οι Ρότσιλντ και η ευκολία με την οποία αποδίδουν την ύφεση στην απληστία των τραπεζικών στελεχών – δηλαδή των υπαλλήλων τους. Το πρόβλημα είναι η ευκολία με την οποία η πλειοψηφία της κοινής γνώμης (9 στους 10 Έλληνες, για παράδειγμα, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση) έχουν υιοθετήσει ακριβώς την ίδια άποψη. Ότι για όλα φταίνε τα golden boys. Η άποψη αυτή έχει παγκοσμιοποιηθεί και έχει επισημοποιηθεί μ’ έναν τρόπο σχεδόν αμετάκλητο. Και η ευκολία με την οποία αρκετές κυβερνήσεις υιοθέτησαν μέτρα περιορισμού στα bonus, τα stock options, στις αμοιβές και τις πολυτελείς παρεκτροπές των στελεχών καταδεικνύει -μεταξύ άλλων- μιαν αγωνία ηθικής εξυγίανσης του οικονομικού μηχανισμού της αγοράς και του κέρδους, ως κινητήριας δύναμης του επιχειρηματικού κύκλου. Και αντιστρόφως, ότι η κρίση εξηγείται από την εκτροπή μερικών κωλόπαιδων από έναν υπαρκτό ηθικό κανόνα, έναν κανόνα μέτρου που διατρέχει τον καπιταλισμό. Ο οποίος, αν τηρείται, διασφαλίζει οικονομική ομαλότητα και αειφορία, χωρίς κρίσεις υπερπαραγωγής και ζήτησης.
Η ηθικολογική αιτιολόγηση της ύφεσης έχει δύο λειτουργίες. Πρώτον, υπονοεί ότι, εφόσον ο καπιταλισμός της αγοράς απαλλαγεί από τους «άπληστους», τους αλαζόνες και τους άρπαγες, μπορεί να επανέλθει σ’ έναν ενάρετο οικονομικό κύκλο, χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις. Και δεύτερον -και σημαντικότερο- «αποκαλύπτει» ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας, αλλά λίγο κάτω απ’ αυτήν. Δεν είναι η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, αλλά η διαχείρισή της, δεν είναι οι αφανείς ιδιοκτήτες των επιχειρηματικών κολοσσών αλλά οι υφιστάμενοί τους που υπερέβησαν τα εσκαμμένα, που το παράχεσαν, για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση που προσβάλλει τα χρηστά σας ήθη. Δεν είναι οι βασικοί μέτοχοι, οι πραγματικοί κύριοι των εταιρειών, αλλά οι τεχνοκράτες στους οποίους εμπιστεύθηκαν τη διοίκηση των επιχειρήσεων, τη διαχείριση του πλούτου, τους παραγωγικούς στόχους, τα σχέδια επέκτασης των αγορών, το παιχνίδι στα χρηματιστήρια, τις επενδύσεις, τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού. Αυτοί, στους οποίους εμπιστεύθηκαν ακόμη και το δικαίωμα να καθορίζουν το ύψος των αμοιβών και των προνομίων τους, «χάλασαν τη δουλειά», εξέτρεψαν τις επιχειρήσεις από τα όρια των δυνατοτήτων τους, δημιούργησαν «φούσκες», προκάλεσαν την κοινωνία με την προκλητική χλιδή του βίου τους και έριξαν το σκάφος στα ύφαλα της ύφεσης. Η ιδιοκτησία, αφανής, προστατευμένη πίσω από τα νομικά τείχη της ανώνυμης εταιρείας, χαμένη κατά κανόνα στην ανωνυμία του πλήθους του «λαϊκού καπιταλισμού» και της «δημοκρατίας των μετόχων», δικαιούται να νίψει τα χείρας της ως Πόντιος Πιλάτος. «Αθώα ειμί του αίματος τούτου, υμείς όψεσθε»… Κανένα ρόλο δεν έπαιξαν στην κρίση η ακόρεστη δίψα για υψηλότερα κέρδη, για μεγαλύτερα μερίσματα, για θεαματικές αποδόσεις μετοχών, για κατάκτηση νέων αγορών, για εξουθένωση και εξαφάνιση περισσότερων ανταγωνιστών, για περισσότερη και φθηνότερη εργασία, για ληστρική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων. Για όλα φταίνε οι υπάλληλοί μας, η αριστοκρατία της εργασίας, οι νεόπλουτοι διαχειριστές του πλούτου μας, τα golden boys…
Αυτή η ηθική αποκατάσταση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας διά της ενοχοποίησης των αδέξιων και άπληστων διαχειριστών της συμπληρώνεται από την επιχείρηση θυματοποίησης των Κροίσων της κρίσης. Εδώ πέφτουν οι λίστες της απωλείας… Πόσα έχασε ο Μπιλ Γκέιτς, τι έχασαν οι Ρώσοι ολιγάρχες, πόσο «φτωχοί» έγιναν οι πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο… Οι απολογισμοί είναι ιλιγγιώδεις, οι λίστες του «Forbes» πενθούν, κλαίνε καθώς μετρούν τα δισεκατομμύρια που χάθηκαν, και το μόνο που απομένει είναι να εκφράσουμε την παρόρμησή μας για έναν έρανο αποκατάστασης των περιουσιών τους…
Αυτό το τελευταίο, βέβαια, είναι κάτι που ήδη γίνεται. Όχι ακριβώς με τη μορφή ενός εράνου με εθελοντική συμμετοχή, αλλά με τη βίαιη αναδιανομή του κρατικά ελεγχόμενου πλούτου (δηλαδή, του πλούτου των φορολογουμένων) υπέρ των «πτωχών» πλουσίων. Η διαχεόμενη πεποίθηση ότι η ύφεση έχει μια ομοιόμορφη, ή τουλάχιστον αναλογική, επίδραση σε εισοδήματα και τάξεις (23% των περιουσιών τους έχασαν οι πλούσιοι του «Forbes» σε ένα χρόνο, τι θα γίνει αν χάσουν και οι μισθωτοί ένα 5%;), γίνεται το ηθικό πρόσχημα για να διοχετευθούν δισεκατομμύρια στην πλευρά της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Έτσι, η ηθική κάθαρση του καπιταλισμού της αγοράς (διά της σταύρωσης των golden boys and girls) δίνει τη λαβή στις πολιτικές ελίτ να επιχειρήσουν μια επανενεργοποίηση του μηχανισμού της απληστίας: επειδή μόνον ο πλούτος γεννά πλούτο, για να ξεκινήσει και πάλι ο κύκλος της αύξησής του, για να βγούμε από την ύφεση και την παραγωγική συρρίκνωση, πρέπει να ταΐσουμε το «θηρίο» με πλούτο και αισιοδοξία για την περαιτέρω αύξησή του. Ο χαλινός αρκεί να μπει στους διαμεσολαβητές, στους διαχειριστές, στους παρεκτραπέντες και ακόρεστους μάνατζερ.
Βεβαίως, καθώς οι απώλειες της ύφεσης, η εκκωφαντική εξαέρωση της χρηματοπιστωτικής -και όχι μόνο- φούσκας, μετριούνται σε τρισεκατομμύρια ευρώ ή δολάρια, προκαλούνται και ορισμένοι αριθμητικοί συνειρμοί. Αν αθροίσει κανείς τις προκλητικές αμοιβές και παροχές των απανταχού «διαμεσολαβητών» του αστικού πλούτου, ενδεχομένως να βρει αρκετά δισεκατομμύρια ενθυλακωμένα και μεταποιημένα σε πολυτελείς δαπάνες (σπίτια, σκάφη, αεροσκάφη…), αλλά αυτά εξηγούν ένα πολύ μικρό μέρος της ζημιάς. Το 2%, το 3%, άντε το 5%. Τα υπόλοιπα τρισεκατομμύρια πού πήγαν; Οι κύριοι Ρότσιλντ του οικονομικού μας σύμπαντος είναι οι μόνοι που μπορούν να δώσουν λύση στο μυστήριο. Αλλά δεν υποχρεούνται κιόλας. Θεωρητικά, πρέπει να τους είμαστε ευγνώμονες και μόνο για το γεγονός ότι μας αποκάλυψαν ένα από τα εκατοντάδες παζλ της απάτης – αλλά, προς Θεού, όχι την εικόνα. Κι αυτοί με τη σειρά τους μάς είναι ευγνώμονες που τους πιστέψαμε. Στο κάτω κάτω, γιατί να σπαταλάνε τζάμπα, σε αμοιβές και bonus σφογγοκωλαρίων, την υπεραξία τους όταν μπορούν να την έχουν όλη δική τους;

Είναι παραλογισμός να θέλουμε να αντιμετωπίσουμε το κυκλοφοριακό με νέους δρόμους και πάρκινγκ

του Θύμιου Παπαγιάννη

Αναδημοσίευση από «Τα Νέα»

Το Σύνταγμα το είχαν καταλάβει πυροσβέστες. Η Ακαδημίας ήταν ένα τεράστιο πάρκινγκ αυτοκινήτων που, άγνωστο γιατί, κορνάρανε και στη Βαλαωρίτου μια κυρία μάλωνε με έναν μοτοσικλετιστή που «παρενοχλούσε» τα τραπεζάκια του καταστήματός της! Έτσι, το αρχιτεκτονικό γραφείο στη Βουκουρεστίου μού φάνηκε σαν όαση. Αναπαυτικές ξύλινες καρέκλες, παλιά κομψά έπιπλα, χάρτες της Γης, πολεοδομικά σχέδια, βραβεύσεις και κανένας θόρυβος. Τα κουφώματα σε αυτή την πολυκατοικία του '34 έκρυβαν διπλά τζάμια. Ο Θύμιος Παπαγιάννης (ΘΠ) μού άνοιξε ο ίδιος την πόρτα, φορούσε ζακέτα, σημάδι ότι το καλοριφέρ δεν έκαιγε στο φουλ. «Εσείς πού παρκάρετε;» τον ρώτησα προσπαθώντας να αστειευθώ με το χάος στους δρόμους. Με κοίταξε λες και τον είπα κλέφτη: «δεν έχω αυτοκίνητο» αρκέστηκε να συμπληρώσει.
Η φωνή του ήταν βαριά και καθόλου χαριτωμένη. Καμία διάθεση να φλερτάρει με τη δημοσιότητα. Πολλά «μεγάλα έργα» στη χώρα έχουν την υπογραφή του. Πανεπιστημιακά νοσοκομεία αλλά και το στάδιο ειρήνης και φιλίας. Πενήντα χρόνια αρχιτέκτων και πολεοδόμος αλλά και συνιδρυτής της WWF Ελλάς και της «εταιρείας προστασίας των Πρεσπών». Στα χέρια του δεν κρατούσε κινητό -δεν διαθέτει!- αλλά το νέο του αγγλικό βιβλίο για τις πολιτιστικές αξίες των υγροτόπων της Μεσογείου.

Σταύρος Θεοδωράκης (ΣΘ)

ΣΘ: Ένας που χτίζει μπορεί να είναι οικολόγος;
ΘΠ: Ναι. Απλώς αν είναι οικολόγος, τότε θα χτίσει στο κατάλληλο μέρος με τον σωστό τρόπο εξοικονομώντας ενέργεια, και δεν θα καταστρέψει πολύτιμες φυσικές περιοχές.

ΣΘ: Η ενοχή σάς έσπρωξε στην οικολογία;
ΘΠ: Όχι ακριβώς. Απλώς κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι αυτή η γη έχει λιγότερη ανάγκη από κτίρια, έστω κι αν είναι σχεδιασμένα από καλούς αρχιτέκτονες, και πολύ περισσότερη ανάγκη από ελεύθερους χώρους.

ΣΘ: Όλα αυτά τα χρόνια σώσατε κάποιον ελεύθερο χώρο;
ΘΠ: Μετά τη χούντα, δώσαμε αρκετές μάχες. Κάποιες κερδίσαμε, κάποιες χάσαμε. Για παράδειγμα, πετύχαμε να μη γίνει το συμβούλιο επικρατείας στο Πεδίον του 'Αρεως.

ΣΘ: Μπορεί η οικολογική δράση να είναι σύμφυτη με την οικονομική δραστηριότητα;
ΘΠ: Εγώ πιστεύω στην έννοια της αειφορίας. Δηλαδή, να προσεγγίζεις τα θέματα με την κοινωνική, πολιτιστική, οικονομική και περιβαλλοντική διάστασή τους. Ίσως γι' αυτό η οικολογία κατά καιρούς ήταν μη αποτελεσματική, γιατί δεν έλαβε υπόψη τις κοινωνικές και οικονομικές παραμέτρους στους αγώνες που έδωσε.

ΣΘ: Ποια θα πρέπει να είναι η πρώτη πράξη ενός υπουργού περιβάλλοντος;
ΘΠ: Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η αστικοποίηση...

ΣΘ: Όχι η ρύπανση;
ΘΠ: Η ρύπανση των νερών ή του εδάφους ή των υπόγειων υδάτων είναι μια απειλή αναστρέψιμη σε βάθος χρόνου. Όμως η αστικοποίηση δεν είναι αναστρέψιμη.

ΣΘ: Η συσσώρευση δηλαδή του κόσμου στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στη Μύκονο...
ΘΠ: Όχι μόνο. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη Λήμνο. Εξαιρετικά τοπία και πολύ ωραίοι οικισμοί. Η Λήμνος τα τελευταία 10 χρόνια αρχίζει και καταστρέφεται. Σε μέρη που δεν υπήρχε τίποτα, τώρα βλέπεις τεράστιες βίλες. Ένα υπουργείο περιβάλλοντος θα έπρεπε να ορίσει ποιες περιοχές δεν είναι αξιοποιήσιμες οικιστικά και να διαφυλάξει, έτσι, το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον.

ΣΘ: Κάποιοι θα σας πουν ότι έτσι μπαίνει φρένο στην ανάπτυξη.
ΘΠ: Και θα τους πω ότι η Ιταλία και η Ισπανία, οι οποίες κατέστρεψαν με την τουριστική δόμηση τις ακτές τους, τώρα έχουν προγράμματα κατεδάφισης παλαιότερων τουριστικών εγκαταστάσεων. Στη Μεσόγειο πλέον υπάρχουν άπειρες προσφορές τουριστικών προϊόντων. Πώς θα ανταγωνιστούμε; Με το να χτίζουμε συνεχώς μεζονέτες ή ξενοδοχεία; Μπορεί να καταστρέφουμε όλη τη χώρα, στην Αθήνα όμως εμφανιζόμαστε ευαίσθητοι. Αναφέρομαι στις υποθέσεις της πλατείας Κύπρου αλλά και του Ελαιώνα.
Η δική μου άποψη είναι ότι η Κυψέλη δεν θα έπρεπε να έχει πάρκινγκ. Εγώ είμαι κάτοικος του κέντρου της Αθήνας και δεν έχω αυτοκίνητο. Παίρνω τα μέσα μαζικής μεταφοράς, καμιά φορά και το ταξί. Και όταν βγαίνω από την Αθήνα νοικιάζω ένα αυτοκίνητο. Οικονομικά δεν νομίζω ότι είναι ακριβότερο από το να έχεις μόνιμα ένα αυτοκίνητο.

ΣΘ: Μένετε στο κέντρο;
ΘΠ: Μένω στην Πλάκα. Βέβαια, αν ήμουν νεώτερος, θα έπαιρνα μια μηχανή. Αλλά στην ηλικία μου θα πέφτω συνεχώς. 'Αλλωστε έχω πέσει αρκετά με το ποδήλατο.

ΣΘ: Πόσα χρόνια κυκλοφορούσατε με ποδήλατο;
ΘΠ: Καμιά δεκαριά. Αλλά ήταν δύσκολο. Με πέταγαν συνεχώς στο πεζοδρόμιο όπου και εκεί είχε αυτοκίνητα. Η άποψη πάντως ότι μπορείς με τεχνητά μέσα, με δρόμους, πάρκινγκ κ.λπ., να λύσεις το θέμα των αυτοκινήτων είναι καθαρή ουτοπία. Γιατί όσο αυξάνεις τους δρόμους, πριμοδοτείς τα αυτοκίνητα. Είδαμε όμως τις εξαιρετικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής που είχε το μετρό. Το οποίο όμως, ειρήσθω εν παρόδω, στην αρχή αντιμετωπίστηκε εχθρικά από τμήματα των οικολόγων αλλά και της αριστεράς, οι οποίοι ζητούσαν τραμ και άλλα πιο ελαφρά μέσα μετακίνησης.
Αυτή η άποψη τεχνικά δεν στέκει, γιατί αυτά τα ελαφρά μέσα κινούνται στην επιφάνεια. 'Αρα απαιτούν έδαφος. Ενώ το μετρό δεν επιβαρύνει την επιφάνεια της πόλης. Πάρκινγκ χρειάζονται, λοιπόν, αλλά στους σταθμούς του μετρό και όχι στο κέντρο της Αθήνας.

ΣΘ: Για τον Ελαιώνα; Έχουν δίκιο όσοι διαμαρτύρονται;
ΘΠ: Με τον Ελαιώνα έχουμε ασχοληθεί πάνω από 30 χρόνια. Και είμαστε πολύ απογοητευμένοι και εγώ και οι συνεργάτες μου, γιατί η χωροθέτηση εκεί του Παναθηναϊκού ήταν μια μοναδική ευκαιρία για να αναπλαστεί όλη η περιοχή.

ΣΘ: Είσθε υπέρ του γηπέδου, δηλαδή.
ΘΠ: Βέβαια, αλλά ένα γήπεδο ποδοσφαίρου θα έπρεπε να περιβάλλεται από ελεύθερους χώρους εκτόνωσης και όχι να έχει πλάι του ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο. Διερωτώμαι μάλιστα τι πρόκειται να γίνει εάν έπειτα από έναν αγώνα ξεσπάσουν φασαρίες.

ΣΘ: Οι ίδιοι άνθρωποι, πάντως, που αντιδρούν στα έργα στον Ελαιώνα ζητούν να μην γκρεμιστούν οι προσφυγικές πολυκατοικίες στην Αλεξάνδρας.
ΘΠ: Ναι, σαφώς υπάρχει μια αντίφαση. Τι θα πετύχεις κρατώντας μερικά κελύφη πολυκατοικιών; Όλα αυτά τα πράγματα θα έπρεπε να τα κουβεντιάσει η ελληνική κοινωνία. Και, δυστυχώς, τέτοιος διάλογος δεν γίνεται, ούτε στο επιστημονικό επίπεδο καν. Μήπως αυτό που κυριαρχεί είναι η καχυποψία των πολιτών; Όταν το κράτος λέει «έργα στον Ελαιώνα», λέμε «όχι», και όταν λέει «γκρεμίζω τις πολυκατοικίες για να κάνω πράσινο», λέμε πάλι «όχι».

ΣΘ: Έχετε δίκιο. Επειδή το κράτος είναι αναξιόπιστο, κάθε του πράξη θεωρείται ύποπτη εκ των προτέρων.
ΘΠ: Που μπορεί να μην είναι. Αλλά ένα κράτος ευνομούμενο χτίζει την εμπιστοσύνη με τις αποφάσεις του. Και μια κοινωνία ορίζει πού αρχίζουν και πού τελειώνουν τα δικαιώματα των πολιτών της. Φαντάζεσθε εσείς ότι ένας Δανός θα περάσει ποτέ με αυτοκίνητο μέσα από έναν πεζόδρομο με μανάδες με καροτσάκια και γέρους με μπαστούνια;
Ενώ εδώ, πρόσφατα, ένας βουλευτής υπερασπιζόταν ως πράξη αντίστασης το παρκάρισμα πάνω στα πεζοδρόμια.

ΣΘ: Ναι, είναι χαοτική πολλές φορές αυτή η συζήτηση.
ΘΠ: Ήμουν το καλοκαίρι στην Τζια, και μάζευα γόπες τσιγάρων από την άμμο. Ήταν μια παρέα Ελλήνων και λέει κάποιος «τρελός είναι αυτός;». Και απαντά σοβαρά μια κυρία, «όχι, είναι ξένος»... Δηλαδή, δεν φανταζόταν ότι ένας Έλληνας που δεν είναι τρελός θα μπορούσε να μαζεύει γόπες.

ΣΘ: Δεν έχετε σκεφτεί να πάτε να ζήσετε στις Πρέσπες;
ΘΠ: Όχι, παρ' όλο που είναι η μεγάλη μου αγάπη από το 1985 που πρωτοπήγα εκεί. Τότε οι ψαράδες κατέστρεφαν τα αυγά των πελεκάνων, σήμερα οι ίδιοι οι Πρεσπιανοί είναι υπερήφανοι για τις χιλιάδες πελεκάνων. Γιατί θεωρούν ότι αυτός ο πλούτος είναι δικός τους. Έχουν επισκέπτες, έχουν φτιάξει μικρά ξενοδοχεία, εστιατόρια. Δηλαδή είναι ένας σημαντικός οικονομικός πόρος για την περιοχή.

ΣΘ: Δεν έχετε τάσεις φυγής δηλαδή;
ΘΠ: Όχι. Εγώ έχω γεννηθεί στην Αθήνα. Τις μάχες τις δίνει κανείς εκεί που παίρνονται οι αποφάσεις και στην Ελλάδα παίρνονται στην Αθήνα. Από κει και έπειτα περνάω κάποιο διάστημα στην Τζια, στην Λήμνο, στην Αίγινα.

ΣΘ: Ψαρεύετε;
ΘΠ: Όχι, αν και η οικογένειά μου έχει ένα ωραίο ξύλινο τρεχαντήρι, εννέα μέτρων, χτισμένο το 1966... Εμένα μου αρέσει απλώς να παρατηρώ τον βυθό. Δυστυχώς όμως ο βυθός γύρω από πολλά νησιά είναι πια μια έρημος. Από τα πολλά ψαρέματα, από τους δυναμίτες, τις τράτες, δημιουργήθηκε πια ένα γκρίζο τοπίο.

ΣΘ: Πού το έχετε το καΐκι;
ΘΠ: Στην Αίγινα. Εκεί ζουν οι δύο κόρες μου με τις οικογένειές τους. Τέσσερα εγγόνια έχω.

ΣΘ: Σε τι κόσμο θα ζήσουν τα εγγόνια σας;
ΘΠ: Πιστεύω ότι θα ζήσουν σε έναν κόσμο λιγότερο καταναλωτικό με καλύτερη ποιότητα ζωής. Γιατί θα καταλάβουμε κάποια στιγμή ότι μέσα από τον καταναλωτισμό αποκλείεται να είναι κανείς ευτυχισμένος. Πάντοτε θα υπάρχει κάτι «μεγαλύτερο». Θα αγοράζεις καινούργιο αυτοκίνητο και ο άλλος θα παίρνει ένα ακόμη καλύτερο αυτοκίνητο. Θα χτίζεις ένα εξοχικό και ο άλλος δίπλα σου θα χτίζει βίλα των 1,000m2...

ΣΘ: Ευτυχώς, αυτές οι υπερβολές με την οικονομική κρίση τελειώσανε.
ΘΠ: Γι' αυτό πιστεύω ότι την οικονομική κρίση θα πρέπει να τη δούμε με μια θετική σκοπιά. Μας υποχρεώνει να επανεξετάσουμε τα μεγέθη, τις παραγωγικές δραστηριότητες, το θέμα του τουρισμού. Να μη σκεφτόμαστε ότι θα χάσουμε 15%-20% του τουρισμού, αλλά να δούμε πώς πρέπει να προσελκύσουμε έναν τουρισμό καλύτερης ποιότητας.

ΣΘ: Να ξαναγίνουμε, λοιπόν, φτωχοί...
ΘΠ: Να ξαναγίνουμε λιγότερο πλούσιοι. Και έπειτα, είναι μια εγωιστική άποψη, γιατί αυτός μπορεί να είναι ο δυτικός κόσμος, τι γίνεται όμως με τον υπόλοιπο πλανήτη τον οποίον έχουμε καταδικάσει να μην έχει ούτε καθαρό νερό να πιει;

Τάνια και Όλγκα

του Χρήστου Γιανναρά

Έξω είναι νύχτα, από το ποτάμι ανεβαίνει τσουχτερή δροσιά. Τα φώτα στην πόλη πολλά, μα οι δρόμοι έρημοι σχεδόν. Τί κά­νουν άραγε αυτές τις ώρες οι Μοσχοβίτες, πού να μαζεύεται η νεολαία, πώς να διασκεδάζει. Θα ρωτήσω την Τανιούσα, αύριο στις μιάμιση, στη γέφυρα του Μόσκβα.
Τα πούλμαν μας αφήνουν στην είσοδο του ξενοδοχείου, οι παρασημοφορημένοι υπάλληλοι ελέγχουν το καρτελλάκι συμμε­τοχής στο συνέδριο, που έχουμε καρφιτσωμένο στο πέτο. Πει­νάμε σαν λύκοι, τα δυο εστιατόρια του ξενοδοχείου γεμίζουν ακαριαία. Βρίσκω την Τάνια, την πρεσβυτέρα, και καθόμαστε μαζί, έχει και συντροφιά, την Όλγκα, μεταφράστρια κι αυτή, για τα γαλλικά. Θεωρώ τελείως αυθαίρετες και ανόητες τις γενικές κρίσεις για τους κατοίκους μιας χώρας, κι όμως έχω τον πειρασμό να πω ότι σε κανένα τόπο δεν έχω συναντήσει την κοριτσίστικη ομορφιά που βλέπω γύρω μου εδώ στη Ρω­σία. Αυτή η Όλγκα είναι ένα φίνο πλάσμα, με μεγάλα μαύρα μάτια, κατάμαυρα πλούσια μαλλιά και μια επιδερμίδα σαν διά­φανη λευκή πορσελάνη. Δεν είναι όμως τα εξωτερικά στοιχεία που συγκροτούν τη ρούσικη ομορφιά, είναι το βλέμμα των κοριτσιών, αθώο και καθαρό, γεμάτο ζεστασιά κι εμπιστοσύνη, όπως και το παιδιάστικο χαμόγελο τους. Αυτήν την αγνότητα στο πρόσωπο την έχουν και οι κοπέλλες που μας σερβίρουν το φαγητό, κοπέλλες εργατικές, συχνά με ολοφάνερη την κούραση να βαραίνει πάνω τους, εξωραϊσμένες όλες - περισσότερο ή λιγότερο όμορφες- από το ολοκάθαρο βλέμμα τους.
Ύστερα από την τόση αφηρημένη φλυαρία του απογεύματος, είναι μια κάθαρση για μένα να παρατηρώ γύρω μου, εδώ στο εστιατόριο, τα πρόσωπα των κοριτσιών. Λοιπόν στη Δύση, θελημένα ή αθέλητα, τα κορίτσια μεγαλώνουν σφραγισμένα από τον τύπο γυναικείας ομορφιάς που διαμορφώνει το εμπόριο - μόδα, καλλυντικά, κοσμήματα. Και αυτός ο τύπος ομορφιάς θα έλεγα ότι είναι πάντα επιθετικός: θέλει να κατακτήσει αντικειμενικά και απρόσωπα τον άντρα. Αλλά αυτή η επιθετική ομορφιά υψώνει συχνά και ένα τείχος φόβου ή επιφύλαξης απέναντι στον άντρα - η γυναίκα ξέρει ότι η εμφάνιση της επιδιώκει μια κατάκτηση, όπου υποταγμένη τελικά είναι η ίδια: τονίζοντας την ιδιαιτερότητα του φύλου της, υποβαθμίζει την ετε­ρότητα του προσώπου της. Το βλέμμα, οι κινήσεις, ο «αέρας» της συμπεριφοράς της καθρεφτίζουν πρωταρχικά το φύλο, όχι πρωταρχικά το πρόσωπο.
Σίγουρα, η μόδα έπλασε στη Δύση ένα μοντέλλο γυναίκας που έχει οδηγήσει τη φυσική θηλυκότητα στο έπακρο των δυ­νατοτήτων αποκάλυψης της ανθρώπινης δίψας για αισθητή πληρότητα ζωής. Το μοντέλλο είναι η γυναίκα-φύση, η κοσμική διάσταση του ερωτικού κορμιού, η ανοιχτή ετοιμότητα σχέσης με αυτήν την απολυτοποιημένη θηλυκότητα: ανήκει σε όλους τόσο φυσικά, όπως και η γη ή η καθημερινή μας γλώσσα. Γι’ αυτό και το σύμβολο της Δύσης είναι η πόρνη, όχι πια με την έννοια της πληρωμένης ηδονής, αλλά σαν μετάθεση της έσχατης δίψας για ζωή στην αισθητή φύση που καταργεί το πρόσωπο.
Εδώ στην Ρωσία, τα κορίτσια μοιάζουν ανέγγιχτα από το μαγικό ραβδάκι του δυτικού μοντέλλου. Και είναι μια έκπληξη αυτή η διάσωση της προσωπικής ομορφιάς που αφομοιώνει, χω­ρίς να καταργεί, την ομορφιά του φύλου. Αυθαίρετοι αφορισμοί όλα αυτά, εντυπώσεις της στιγμής, καθώς περιμένουμε το δεύ­τερο πιάτο ή το φρούτο ή τον καφέ στο μοσχοβίτικο εστιατόριο.

Απόσπασμα από το βιβλίο: Η κόκκινη πλατεία και ο θείος Αρθούρος

Ανθρωπολογικές Προϋποθέσεις

του Χρήστου Γιανναρά

Στην Παράδοση της αδιαίρετης Εκκλησίας και στην Ορθόδοξη ιστορική της συνέχεια μαθαίνουμε την αλήθεια για τον άνθρωπο σπουδάζοντας την αποκάλυψη της αλήθειας για τον Θεό. Κι αυτό γιατί δεν μας αρκεί μια περιγραφική ανθρωπολογία (που μπορούν να μας τη δώσουν και οι λεγόμενες σήμερα «επιστήμες του ανθρώπου»), αλλά ζητάμε μια ερμηνεία του γεγονότος της ανθρώπινης ύπαρξης, το φωτισμό εκείνων των πτυχών του ανθρώπινου είναι που μένουν απρόσιτες στην αντικειμενική αιτιολόγηση.

Μέσα από τη γραπτή παράδοση των αποκαλύψεων του Θεού, την Αγία Γραφή της Εκκλησίας, ο Θεός βεβαιώνεται ως προσωπική Ύπαρξη, και ο άνθρωπος δημιουργημένος κατ’ εικόνα του Θεού - προσωπική ύπαρξη και αυτός, αν και κτιστή φύση. Η αφετηριακή αυτή σχέση του ανθρώπου με το Θεό. που συνιστά τον ίδιο τον τρόπο με τον οποίο υπάρχει ο άνθρωπος, εικονίζεται στις πρώτες σελίδες της Παλαιάς Διαθήκης, σε μια διήγηση ποιητική και συμβολικής απ’ όπου άντλησε πάντοτε η χριστιανική σκέψη τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις της εκκλησιαστικής ανθρωπολογίας.
Διαβάζουμε λοιπόν στο βιβλίο της Γένεσης ότι ο Θεός έπλασε τον κόσμο σε έξι μέρες. Όλα όσα συγκροτούν τον κόσμο, τα δημιούργησε ο Θεός με μόνο το πρόσταγμα του λόγου του. Και την έκτη μέρα, την ίδια μέρα που ολοκλήρωσε τη δημιουργία καλώντας στην ύπαρξη τα θηρία και τα κτήνη και τα ερπετά της γης και αφού είδε ο Θεός το κάλλος της σύνολης κτίσης, προχώρησε στην πλάση του ανθρώπου. Με την εικονολογική της γλώσσα η βιβλική διήγηση επισημαίνει μια ξεχωριστή ενέργεια του Θεού για τη δημιουργία του ανθρώπου: Δεν είναι πια το δημιουργικό πρόσταγμα, αλλά καταρχήν η έκφραση μιας απόφασης του Θεού, -στην οποία η χριστιανική ερμηνευτική διέκρινε πάντοτε την πρώτη αποκάλυψη της τριαδικότητας του Θεού: «Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν και αρχέτωσαν των ιχθύων της θαλάσσης και των πετεινών του ουρανού και των κτηνών και πάσης της γης και πάντων των ερπετών των ερπόντων επί της γης» (Γεν. 1. 26).

Δεν πρόκειται πια εδώ για ένα ακόμη από τα κτίσματα που συγκροτούν τον κόσμο, αλλά για ένα κτίσμα που η βούληση του Θεού το διαστέλλει από όλα τα άλλα, για να είναι αυτό εικόνα του Θεού μέσα στον κόσμο, που θα πει: άμεση φανέρωση, εμφάνιση, αντιπροσώπευση του Θεού. Γι’ αυτό άρχει ο άνθρωπος μέσα στη δημιουργία, όχι με την έννοια ενός προικισμένου επιστάτη ή επιβεβλημένου αφέντη, αλλά με την έννοια του οδηγού που κατευθύνει τη σύνολη κτίση στον τελικό του λόγο ή σκοπό.
Και η έκφραση της ιδιαίτερης βούλησης και απόφασης του Θεού για τη δημιουργία του ανθρώπου συμπληρώνεται στη βιβλική εικόνα με μια πράξη ξεχωριστή του Θεού: «Έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον, χουν άπα της γης, και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γεν. 2. 7). Κανένα άλλο κτίσμα στη βιβλική διήγηση δεν το «πλάθει» ο Θεός. Το υλικό για την πλάση του ανθρώπου δεν είναι άλλο από το χώμα της γης -και αυτή η ιδιότητα του χοϊκού θα είναι και το όνομα του πρώτου ανθρώπου: Αδάμ (=χοϊκός). Αλλά η χοϊκή ανθρωπινή φύση κατασκευάζεται με μια ξεχωριστή θεία ενέργεια, πλάθεται από το Θεό Για να δεχθεί στη συνέχεια το εμφύσημα της πνοής του Θεού και να αναδειχθεί ο άνθρωπος σε «ψυχή ζώσα».

Να φυσήξεις στα πρόσωπο του άλλου ήταν για τους Εβραίους πάντοτε (και τους Σημίτες γενικότερα) μια πράξη με βαθύτατο συμβολισμό: Σήμαινε ότι μεταδίνεις στον άλλο την πνοή σου, κάτι πολύ εσωτερικά δικό σου, την ίδια την αυτοσυνείδηση ή το πνεύμα σου. Κι αυτό γιατί η αναπνοή είναι προϋπόθεση της ζωής, το στοιχείο που σε καθιστά ενεργό ον, και όλα τα βιώματα -φόβος, οργή, χαρά, περηφάνια- όλα επηρεάζουν την αναπνοή, δείχνουν μια σχέση της αναπνοής με το βαθύτερο είναι σου, τον ίδιο τον εαυτό σου. Όταν λοιπόν η Γραφή λέει ότι φυσάει ο Θεός στο χοϊκό πρόσωπο του ανθρώπου τη δική Του πνοή, είναι αυτή μια εικόνα για να φανερωθεί η μετάδοση στον άνθρωπο κάποιων γνωρισμάτων της ίδιας της ύπαρξης του Θεού. Στη βιβλική γλώσσα το αποτέλεσμα αυτής της μετάδοσης είναι ότι ο άνθρωπος γίνεται ψυχή ζώσα.

__________ ΨΥΧΗ
Η λέξη ψυχή είναι από τις πιο δύσκολες και στη Βίβλο και στη χριστιανική γραμματεία. Επιπλέον, προστέθηκε και μια σύγχυση στο νόημα της λέξης, γιατί οι Έλληνες τη χρησιμοποιούσαν με διαφορετική σημασία. Σήμερα, οι περισσότεροι άνθρωποι, σχεδόν αυτονόητα, κατανοούν τη λέξη ψυχή περισσότερο με το αρχαιοελληνικό (κυρίως το πλατωνικό) και λιγότερο με το βιβλικό νόημα της: Πιστεύουν ότι, όπως υπάρχει μέσα στο σώμα του ανθρώπου το αίμα, η λέμφος, ο μυελός των οστών, έτσι υπάρχει και ένα άυλο στοιχείο, πνευματικό, ουσιαστικά διαφορετικό από τα υλικά συστατικά μας, κι αυτό ακριβώς είναι η ψυχή -κάτι αερώδες και απροσδιόριστο, που όταν πεθαίνουμε βγαίνει από μέσα μας μαζί με την τελευταία πνοή και πηγαίνει κάπου αλλού.
Δεν είναι όμως αυτό το βιβλικό νόημα της λέξης. Οι Εβδομήκοντα μεταφραστές της Π.Δ. μετέφεραν στα ελληνικά με την λέξη ψυχή το εβραϊκό ne-phesch, που είναι ένας πολυσήμαντος όρος. Ψυχή ονομάζεται κάθε τι έμβιο, κάθε ζώο, συνηθέστερα όμως μέσα στη Γραφή πρόκειται για τον άνθρωπο. Δηλώνει τον τρόπο με τον οποίο η ζωή εκδηλώνεται στον άνθρωπο. Δεν αναφέρεται σε ένα μόνο τμήμα της ανθρώπινης ύπαρξης -το πνευματικό, σε αντίθεση προς το υλικό- αλλά σημαίνει τον ολόκληρο άνθρωπο, ως ενιαία ζωντανή υπόσταση. Η ψυχή δεν κατοικεί απλώς στο σώμα, αλλά εκφράζεται με το σώμα, που κι αυτό, όπως και η σάρκα ή η καρδία αντιστοιχεί στο εγώ μας, στον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούμε τη ζωή. Ψυχή είναι ένας άνθρωπος, είναι κάποιος, γιατί αυτή συνιστά το σημείο της ζωής τόσο σαν εξωτερική εκδήλωση όσο και σαν εσωτερικότητα και υποκειμενικότητα. Αλλά αν η ψυχή είναι τα σημείο της ζωής, δεν σημαίνει ότι είναι και η πηγή η αιτία της ζωής, όπως πίστευαν οι Έλληνες. Είναι, περισσότερο, ο φορέας της ζωής, γι’ αυτό και συχνά στην Π.Δ. ταυτίζεται με την εκδήλωση της επίγειας μόνο ζωής (πεθαίνει η ψυχή, παραδίνεται στο θάνατο, αλλά και ανίσταται, όταν η ζωή επανέρχεται στο νεκρό σώμα), ενώ στην Κ.Δ. εμφανίζεται ως φορέας και της αιώνιας ζωής, γι’ αυτό και η σωτηρία της ψυχής ταυτίζεται με τη δυνατότητα της ζωής που δεν γνωρίζει φθορά και θάνατο.

Οι Πατέρες της χριστιανικής Εκκλησίας ερμηνεύοντας τη Γραφή σεβάστηκαν απόλυτα το πολυσήμαντο νόημα της λέξης ψ υ χ η και δεν προσπάθησαν να το οριστικοποιήσουν σε μια και μόνη εκδοχή. Είδαν τόσο στην ψυχή όσο και στο σώμα του ανθρώπου δύο διαφοροποιημένους και συχνά αλληλοπεριχωρούμενους τρόπους με τους οποίους φανερώνεται η εικόνα του Θεού στον άνθρωπο. Αλλά και το περιεχόμενο του «κατ’ εικόνα» απέφυγαν να το σχηματοποιήσουν σε συγκεκριμένο ορισμό, ζήτησαν να διαφυλάξουν από τον κίνδυνο νοητικών σχηματοποιήσεων το μυστήριο του τρόπου της θείας Υπάρξεως και την αποτύπωση του στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Πολύ αργότερα, κυρίως από τον μεσαίωνα και μετά και ιδιαίτερα στην ευρωπαϊκή Δύση, όταν η χριστιανική θεολογία άρχισε να υποκύπτει στον πειρασμό των νοητικών σχηματοποιήσεων, ερμηνεύτηκε και το «κατ’ εικόνα» με κατηγορίες «αντικειμενικές , ταυτίστηκε με συγκεκριμένα ιδιώματα που χαρακτηρίζουν την πνευματική φύση» του ανθρώπου. Η γενικότερη αντίληψη για τον άνθρωπο δέχτηκε στη Δύση έντονη την επίδραση της αρχαιοελληνικής σκέψης, με υπερβολικές οπωσδήποτε απλουστεύσεις. Ο ελληνικός ορισμός του ανθρώπου ως ζώου «λόγον έχοντος» (animal rationale είπαν οι δυτικοί) ερμηνεύτηκε με το σχήμα μιας πραγματικής, αντιθετικής διαστολής ψυχής και σώματος, ύλης και πνεύματος. Ο άνθρωπος θεωρήθηκε ως καταρχήν βιολογικό ον προικισμένο επιπλέον με ψυχή ή με ψυχή και πνεύμα.
Μέσα στο σχήμα αυτής της αντίθεσης, το «κατ’ εικόνα» περιορίστηκε στο ένα από τα δύο αυτά «μέρη» της φύσης του ανθρώπου: στο πνευματικό «μέρος», δηλαδή στην ψυχή, αφού το σωματικό-υλικό «μέρος» είναι εξ ορισμού αδύνατο να εικονίζει τον άυλο και πνευματικό Θεό. Η ψυχή λοιπόν του ανθρώπου -η ατομική του καθενός ψυχή- προικίστηκε με τρία ιδιώματα που χαρακτηρίζουν και τον ίδιο το Θεό. Γι’ αυτό και αποτυπώνουν την εικόνα Του στον άνθρωπο. Πρόκειται για το λογικόν, το αυτεξούσιον και το αρχικόν.

__________ ΛΟΓΙΚΟ - ΑΥΤΕΞΟΥΣΙΟ- ΑΡΧΙΚΟ
Χωρίς να ταλαιπωρηθεί ο αναγνώστης με εκτεταμένες αναλύσεις, θα σημειώσουμε τούτο μόνο: Τα τρία αυτά κατηγορήματα χρησιμοποιήθηκαν και από τους Έλληνες Πατέρες για την ερμηνεία του «κατ’ εικόνα», αλλά κυρίως στην προσπάθεια να προσδιοριστεί ο τρόπος υπάρξεως ολόκληρου του ανθρώπου, δίχως τεμαχισμούς και διαιρέσεις της φύσης του σε «μέρη». Το λογικό, το αυτεξούσιο και το αρχικό δεν είναι απλώς «πνευματικά» ή «ψυχικά» ιδιώματα, αλλά μια συνοπτική συγκεφαλαίωση του τρόπου με τον οποίο υπάρχει ο άνθρωπος ως προσωπική ετερότητα, που είναι καταρχήν ετερότητα ως προς τη φύση: Αν και κτιστή η φύση του ανθρώπου, προικίστηκε με τη δυνατότητα ενός τρόπου υπάρξεως που είναι έτερος, διαφορετικός από τον τρόπο υπάρξεως του κτιστού. Προικίστηκε με τη δυνατότητα του τρόπου της θείας υπάρξεως, τον τρόπο του ακτίστου, δηλαδή με τη δυνατότητα της προσωπικής υπάρξεως, που εκδηλώνεται κατεξοχήν στο χάρισμα του λογικού, του αυτεξουσίου και του αρχικού. Όμως τα χαρίσματα αυτά φανερώνουν, χωρίς να εξαντλούν, την εικόνα του Θεού στον άνθρωπο, γι’ αυτό και η διατάραξη της λειτουργίας τους δεν αναιρεί τον τρόπο της προσωπικής υπάρξεως με τον οποίο προικίστηκε η φύση του ανθρώπου.
Μπορεί να μοιάζει θεωρητική αυτή η διατύπωση, αλλά ο αναγνώστης θα αντιληφθεί τη σημασία της, αν υιοθετήσουμε τη διαφοροποιημένη εκδοχή που αποδέχτηκαν οι Δυτικοί; Αν δεχθούμε ότι το λογικό, το αυτεξούσιο και το αρχικό ορίζουν και εξαντλούν το «κατ’ εικόνα» ως δεδομένα Ιδιώματα της ψυχής ή της «πνευματικής φύσης» του ανθρώπου, τότε οι συνέπειες είναι κυριολεκτικά απάνθρωπες: Γιατί τότε θα πρέπει σε κάθε περίπτωση ψυχασθένειας ή τραυματικών κακώσεων του εγκεφάλου που συνεπάγονται διαταραχή ή απώλεια του λογικού, του αυτεξουσίου και του αρχικού, να υποβιβάζεται ο άνθρωπος από το επίπεδο της εικόνας του Θεού στο επίπεδο του απλού ζώου. Και όταν είναι εκ γενετής βαρυμένος με μια τέτοια απώλεια, να μη λογαριάζεται για ανθρώπινη ύπαρξη.

__________ ΠΡΟΣΩΠΟ
Θα τολμούσαμε να συνοψίσουμε την ορθόδοξη εκκλησιαστική ερμηνεία του «κατ’ εικόνα» στην εξής διατύπωση: Ο άνθρωπος προικίστηκε από το Θεό με το χάρισμα να είναι πρόσωπο, προσωπικότητα, δηλαδή να υπάρχει με τον ίδιο τρόπο που υπάρχει και ο Θεός. Αυτό που συνιστά τη θεότητα του Θεού είναι η προσωπική Του Ύπαρξη, η Τριάδα των Προσωπικών Υποστάσεων που συγκροτούν το θείο Είναι, τη θεία Φύση η Ουσία, σε ζωή αγάπης, δηλαδή ελευθερίας από κάθε αναγκαιότητα. Ο Θεός είναι Θεός επειδή είναι Πρόσωπο, δηλαδή επειδή η Ύπαρξή Του δεν εξαρτάται από τίποτα, ούτε και από τη Φύση η Ουσία Του. Ο ίδιος ως Πρόσωπο, δηλαδή ελεύθερα, συνιστά την Ουσία η Φύση Του. δεν είναι η Φύση η Ουσία Του που κάνει υποχρεωτική την Ύπαρξη Του. Υπάρχει, επειδή ελεύθερα, θέλει να υπάρχει, και αυτή η θέληση πραγματοποιείται ως αγάπη, ως τριαδική κοινωνία. Γι’ αυτό ο Θεός είναι αγάπη (Α’ Ιωάνν. 4, 16), το ίδιο το Είναι Του είναι αγάπη.
Και την ίδια αυτή δυνατότητα προσωπικής υπάρξεως αποτύπωσε ο Θεός στην ανθρώπινη φύση. Η ανθρώπινη φύση είναι κτιστή, δεδομένη, δεν είναι η προσωπική ελευθερία του ανθρώπου που συνιστά το είναι του, που συγκροτεί την ουσία η φύση του. Όμως αυτή η κτιστή φύση υπάρχει μόνο ως προσωπική υπόσταση ζωής, κάθε άνθρωπος είναι μια προσωπική ύπαρξη που μπορεί να υποστασιάσει τη ζωή ως αγάπη, δηλαδή ως ελευθερία από τους περιορισμούς της κτιστής του φύσης, ως ελευθερία από κάθε αναγκαιότητα -όπως και ο άκτιστος Θεός.

Ακόμα πιο σχηματικά λέμε: Ο Θεός είναι μία Φύση και τρία Πρόσωπα, ο άνθρωπος μία φύση και «μύρια» πρόσωπα. Ομοούσιος και Τρισυπόστατος ο Θεός, ομοούσιος και «μυριυπόστατος» ο άνθρωπος. Η διαφορά των φύσεων, η διαφορά άκτιστου και κτιστού, μπορεί να υπερβαθεί στο επίπεδο του κοινού τρόπου της υπάρξεως, του τρόπου της προσωπικής υπάρξεως -κι αυτή την αλήθεια μας την αποκάλυψε η σάρκωση του Θεού, το Πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού, σημαίνει ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να πραγματοποιήσει την ύπαρξή του όπως ο Χριστός, δηλαδή ως πρόσωπο, όπως τα Πρόσωπα της τριαδικής Θεότητας, να πραγματοποιήσει τη ζωή ως αγάπη, δηλαδή ως ελευθερία και όχι ως φυσική αναγκαιότητα, επομένως ως αιωνιότητα και αφθαρσία, όπως είναι αιώνια και άφθαρτη η θεία ζωή της τριαδικής αλληλοπεριχώρησης και κοινωνίας

__________ Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Ο αναγνώστης που αισθάνεται άβολα με αυτή την ορολογία -φύση, πρόσωπο, υπόσταση- θα απαιτούσε ίσως απαντήσεις σε πιο συγκεκριμένα ερωτήματα: Αν ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού, πως φανερώνεται αυτή η εικόνα στο σώμα του και πως στην ψυχή ή στο πνεύμα του, και τι γίνεται με την εικόνα του Θεού στον άνθρωπο όταν το σώμα πεθαίνει και σαπίζει στη γη και σβήνει μαζί με το τελευταίο βλέμμα ή χαμόγελο κάθε σημάδι της ψυχής ή του πνεύματος του;
Αυτά τα ερωτήματα είναι καίρια, κι αν δεν απαντηθούν, όλα μένουν εκκρεμή και φαντασιώδη. Πρέπει όμως να καταλάβει ο αναγνώστης ότι η γλώσσα, για να απαντήσουμε σε τέτοια ερωτήματα, δεν μπορεί να είναι η γλώσσα της φυσικής και της γεωμετρίας, η γλώσσα των όγκων και των ποσοτήτων και των μετρητών μεγεθών. Αλλά μια άλλη γλώσσα, ικανή να αρθρώσει εμπειρίες ποιοτικών διαφοροποιήσεων και βιώματα σχέσεων και ευαισθησίες αποκαλυπτικές μιας γνώσης που δεν την εξασφαλίζουν οι αισθήσεις. Η Εκκλησία μίλησε γι’ αυτά τα θέματα με μια τέτοια γλώσσα, που ήταν καταρχήν δανεισμένη από τη δραματική πάλη αιώνων της ελληνικής φιλοσοφίας για τα νόημα της ζωής και της ύπαρξης, μόνο που η εκκλησιαστική γλώσσα δεν έμεινε νοησιαρχικά φιλοσοφική, αλλά έγινε και τραγούδι, ύμνος, λατρεία, πράξη δηλαδή κοινωνίας και γιορτής. Εδώ κρατάμε μόνο το φιλοσοφικό κέλυφος αυτής της γλώσσας, υπογραμμίζουμε όμως ότι το πλήρωμα της «σημαντικής» της θα το βρει ο αναγνώστης στην εκκλησιαστική πράξη της λατρείας, στην εμπειρία κοινωνίας του εκκλησιαστικού σώματος.

Το ερώτημα λοιπόν είναι: ΤΙ γίνεται με την εικόνα του Θεού στον άνθρωπο, όταν το σώμα πεθαίνει και χάνεται κάθε έκφραση της ψυχής: Πρέπει να δούμε αν υπάρχουν λόγια για να πούμε καταρχήν τι είναι το σώμα και τι είναι η ψυχή ή το πνεύμα, και ποιο από τα δυο συνιστά αυτό που λέμε ύπαρξη του ανθρώπου, προσωπική του ταυτότητα, εγώ, αυτοσυνειδησία.
Ο σύγχρονος ορθολογιστής άνθρωπος έχει την τάση να ταυτίσει την ανθρώπινη ύπαρξη -το εγώ, την ταυτότητα, την ψυχή, την αυτοσυνειδησία, το πνεύμα- με το συγκεκριμένο και απτό αντικείμενο που είναι ο βιολογικός οργανισμός του ανθρώπου και οι ποικίλες λειτουργίες του: Όλα εξαρτώνται από τη λειτουργία των «κέντρων» του εγκεφάλου, και ο τρόπος λειτουργίας αυτών των κέντρων προκαθορίζεται απαρέγκλιτα από τη βιοχημική τους σύσταση ή από την επίσης βιοχημική γενετική καταβολή του ατόμου, τα χρωματοσώματα -DNA- που εμπεριέχουν τον «κώδικα» για την εξέλιξη της προσωπικότητας. Δεν υπάρχουν λοιπόν περιθώρια για να υποθέσουμε την ύπαρξη ψυχής, επομένως ούτε και δυνατότητες να επιζεί «κάτι» από τον άνθρωπο μετά το θάνατο του βιολογικού του οργανισμού.
Δυστυχώς όμως αυτή η τόσο απλουστευτική εκδοχή -όσο κι αν είναι ευρύτατα διαδεδομένη σήμερα και τόσο βολικά επαναπαυτική- αφήνει πελώρια κενά στην ερμηνεία του ανθρώπου, τουλάχιστον όσο και ο εκλαϊκευμένος πλατωνισμός της «αθανασίας της ψυχής». Καταρχήν, η επιστήμη της βιοχημείας, όπως και κάθε αληθινή επιστήμη, είναι μόνο διαπιστωτική και περιγραφική, ακόμα και στους πιο συγκεκριμένους αναλυτικούς προσδιορισμούς της. Επισημαίνει λ.χ. ότι οι δυνατότητες ανάπτυξης του οργανισμού εμπεριέχονται στον κώδικα του αρχικού χρωματοσώματος, διαπιστώνει τις οργανικές ενώσεις μέσω των οποίων ενεργείται η λειτουργία των εγκεφαλικών κέντρων κλπ. Αλλά θα υπερβεί τα όριά της ως αυστηρής επιστήμης, αν προχωρήσει στη διατύπωση αναπόδεικτων μεταφυσικών συμπερασμάτων και ισχυρισθεί ότι η βιοχημική σύσταση των χρωματοσωμάτων και η λειτουργία επιμέρους οργάνων ή οργανικών «κέντρων» του βιολογικού οργανισμού του ανθρώπου όχι απλώς ενεργούν και φανερώνουν, αλλ’ ότι και ιδρύουν και συνιστούν τον τρόπο της υποστατικής ετερότητας κάθε ανθρώπινου προσώπου.
Γιατί όμως να αποκλείσουμε ότι αυτό που είναι ο κάθε άνθρωπος ως μο-ναδική, ανόμοια και ανεπανάληπτη προσωπική ύπαρξη οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στη διαφοροποίηση της βιοχημικής σύστασης των χρωματοσωμάτων του και κατά προέκταση στη λειτουργία των ποικίλων «κέντρων» του εγκεφάλου του. Γιατί περιορίζουμε το ρόλο της βιοχημικής σύστασης και των βιολογικών λειτουργιών μόνο στην ενέργεια και φανέρωση της υποστατικής ετερότητας του κάθε ανθρώπου, και δεν τον επεκτείνουμε και στην ίδρυση και σύσταση της;
Για τον απλούστατο λόγο ότι μια τέτοια προέκταση αποκλείεται από την ίδια τη λογική της επιστημονικής μεθοδολογίας σήμερα. Αν δεχθούμε ότι η βιοχημική σύσταση των χρωματοσωμάτων και η λειτουργία των εγκεφαλικών κέντρων όχι απλώς ενεργούν και φανερώνουν, αλλά είναι η αίτια της υποστατικής ετερότητας του κάθε ανθρώπου, τότε δεχόμαστε ότι αυτή η υποστατική ετερότητα (η προσωπικότητα, ο ψυχισμός, η ταυτότητα, το εγώ) του ανθρώπου καθορίζεται με αυστηρή νομοτέλεια από το βιολογικό οργανισμό και τις λειτουργίες του. Δεχόμαστε δηλαδή ότι οι βιολογικές καταβολές και λειτουργίες που συγκροτούν και συντηρούν τη σωματικότητα του ανθρώπου, αυτές ορίζουν και εξαντλούν από μόνες τους ολόκληρο το υπαρκτικά γεγονός ή την υπόσταση του ανθρώπινου υποκειμένου και επομένως, κανένας ψυχογενής παράγων δεν θα μπορούσε να περιορίσει ή να αναστείλει την αυτονομία αυτών των λειτουργιών.
Αλλά ένας τέτοιος ισχυρισμός ανατρέπεται και μόνο με ένα ελάχιστο παράδειγμα από το χώρο μιας άλλης θετικής επιστήμης, της κλινικής ψυχολογίας σήμερα: Ένα ανορεξικό βρέφος οδηγείται από μόνο του στο θάνατο, αποδείχνοντας πως η ψυχή του είναι καθοριστική της ύπαρξης ή υπόστασης του ασύγκριτα περισσότερο από το ρυθμιστικό μηχανισμό των βιολογικών του λειτουργιών. Και στις πιο θετικιστικές εκδοχές της η σύγχρονη επιστήμη της ψυχολογίας και ψυχανάλυσης κατέδειξε απερίφραστα -με πλήθος αποκαλυπτικών, όπως του ανορεξικού βρέφους, παραδειγμάτων- πως ό, τι ονομάζουμε υποκει-μενικότητα ή εγώ προηγείται και καθορίζει τη λειτουργία της βιολογικής σωματικότητας. Αν, παρόλα αυτά, θελήσουμε να επιμείνουμε ότι ακόμα και η ψυχολογική ανορεξία του βρέφους έχει την αίτια της σε βιοχημικές αντιδράσεις, τότε οφείλουμε να καταδείξουμε τους λόγους για τους οποίους γίνεται δυνατό στην περίπτωση αυτή ο βιολογικός παράγων να αυτοαναιρείται -να αντιστρατεύεται ο βιολογικός παράγων το βιολογικό παράγοντα. Και λόγους που να αιτιολογούν μια τέτοια αντίφαση, δεν είναι δυνατό να υιοθετήσει μια συνεπής στον εαυτό της επιστημονική λογική.

__________ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Η βιβλική και εκκλησιαστική ανθρωπολογία δεν αντιτίθεται στις διαπιστώσεις και στη γλώσσα που χρησιμοποιεί η σύγχρονη βιολογία ούτε υπονομεύεται από αυτήν. Θορυβούνται μόνο οι οπαδοί του εκλαϊκευμένου πλατωνισμού που ντύθηκε συχνά (Ιδιαίτερα στη Δύση) χριστιανικό ένδυμα και ζήτησε να υποκαταστήσει την αλήθεια της Εκκλησίας για τον άνθρωπο.
Πραγματικά, αν δεχθούμε ότι το ανθρώπινο σώμα είναι μια οντότητα καθεαυτήν και η ανθρώπινη ψυχή μια άλλη οντότητα καθεαυτήν και ότι μόνο η δεύτερη (η ψυχή) συνιστά τον άνθρωπο, αύτη από μόνη της συγκροτεί την προσωπικότητα, το εγώ, την ταυτότητα του υποκειμένου -ενώ το σώμα είναι μόνο το κέλυφος ή το όργανο της ψυχής που έμμεσα μόνο την επηρεάζει- τότε, σίγουρα, η σύγχρονη βιολογία θα είχε πολλές αντιρρήσεις γι’ αυτή την εκδοχή μας και η γλώσσα της θα ήταν ασυμβίβαστη με τη δική μας.
Όμως μια τέτοια πλατωνίζουσα εκδοχή δεν βρίσκει ερείσματα στη βιβλική και πατερική παράδοση. Στο ερώτημα: τι είναι το σώμα και τι είναι η ψυχή του ανθρώπου, με τα κριτήρια της εκκλησιαστικής παράδοσης θα απαντούσαμε: Τόσο το σώμα όσο και η ψυχή είναι ενέργειες της ανθρώπινης φύσης, δηλαδή οι τρόποι με τους οποίους ενεργείται το γεγονός της υπόστασης (η προσωπικότητα, το εγώ, η ταυτότητα του υποκειμένου). Αυτό που είναι ο κάθε συγκεκριμένος άνθρωπος, η πραγματική του ύπαρξη η υπόσταση του, αυτό το μύχιο εγώ, που τον συνιστά ως υπαρκτικό γεγονός, δεν ταυτίζεται ούτε με το σώμα του ούτε και με την ψυχή του. Η ψυχή και το σώμα αποκαλύπτουν μόνο και φανερώνουν αυτό που είναι ο άνθρωπος, αποτελούν ενέργειες, εκδηλώσεις, εκφάνσεις, λειτουργίες φανέρωσης της υπόστασης του ανθρώπου.
Ας θυμηθούμε εδώ τα όσα ορίζει για τις ενέργειες η ορθόδοξη Θεολογία: Είναι κοινά «ιδιώματα» της φύσης του ανθρώπου, που ωστόσο ενεργούν και εκφράζουν το μοναδικό, ανόμοιο και ανεπανάληπτο χαρακτήρα της κάθε συγκεκριμένης ανθρώπινης υπόστασης. Όλοι οι άνθρωποι έχουμε τις ίδιες λειτουργίες, σωματικές και ψυχικές: αναπνοή, πέψη, μεταβολισμό, νόηση, κρίση, φαντασία, κι όμως αυτές οι κοινές λειτουργίες διαφοροποιούν οριστικά κάθε ανθρώπινο υποκείμενο. Το διαφοροποιούν τόσο οι σωματικές όσο και οι ψυχικές του λειτουργίες, τόσο τα αμιγώς σωματικά ή ψυχικά χαρακτηριστικά του (τα δαχτυλικά του αποτυπώματα λ.χ. η τα αισθήματα μειονεξίας του) όσο και η «αλληλοπεριχώρησή» τους: το βλέμμα, ο λόγος, η φυσιογνωμία, οι χειρονομίες, όλοι εκείνοι οι τρόποι της υποκειμενικής έκφρασης που μας δυσκολεύουν να ξεχωρίσουμε τα όρια ανάμεσα στην ψυχή και στο σώμα.

Αυτό λοιπόν που είναι ο άνθρωπος, η υπόσταση του, δεν ταυτίζεται ούτε με το σώμα ούτε και με την ψυχή του, αλλά μόνο ενεργείται, εκφράζεται και φανερώνεται με τις σωματικές και ψυχικές του λειτουργίες. Γι’ αυτό και καμιά σωματική αναπηρία, κάκωση ή δυσπλασία και καμιά ψυχασθένεια, αφασία ή άνοια δεν θίγει την αλήθεια του κάθε ανθρώπου, το μύχιο εγώ που τον συνιστά ως Υπαρκτικό γεγονός.
Εξ άλλου, και για την άμεση εμπειρία μας ο, τι ονομάζουμε σώμα δεν είναι ένα οριστικό δεδομένο, μια αμετάβλητη οντότητα, αλλά ένα δυναμικά ενεργούμενο γεγονός, ένα σύνολο από αδιάκοπα ενεργούμενες λειτουργίες (και στη διαπίστωση και περιγραφή των βιοχημικών ενώσεων, μηχανισμών, εξελίξεων που συνιστούν αυτές τις λειτουργίες, θα μπορούσαμε χωρίς δυσκολία να υιοθετήσουμε τα συμπεράσματα της σύγχρονης βιολογίας ή τις ενδεχόμενες βελτιώσεις και παραλλαγές τους στο μέλλον). Και ο, τι ονομάζουμε ψυχή είναι επίσης ένα δυναμικά ενεργούμενο γεγονός, ένα σύνολο από αδιάκοπα ενεργούμενες λειτουργίες που φανερώνουν και εκφράζουν τη ζωντανή ύπαρξη του ανθρώπου. Στις λειτουργίες αυτές δίνουμε διάφορες ονομασίες: μιλάμε για λογική, φαντασία, κρίση, δημιουργικότητα, αγαπητική δύναμη κλπ., όπως και για συνείδηση, υποσυνείδητο, ασυνείδητο. Στη διαπίστωση και περιγραφή αυτών των λειτουργιών θα μπορούσαμε χωρίς δυσκολία να υιοθετήσουμε τα συμπεράσματα και τη γλώσσα της σύγχρονης ψυχολογίας και ψυχανάλυσης ή τις ενδεχόμενες μελλοντικές βελτιώσεις τους, με την προϋπόθεση πάντοτε του σεβασμού των ορίων της επιστήμης που αναγνωρίζει το διαπιστωτικό και περιγραφικό χαρακτήρα της. Έτσι, με οποιαδήποτε γλώσσα κι αν εκφραστούμε, θα μπορούσαμε να διατυπώσουμε το συμπέρασμα, πως τόσο η βιολογική-σωματική όσο και η ψυχολογική ατομικότητα του ανθρώπου δεν είναι, αλλά συντελείται δυναμικά. Συντελείται με μια προοδευτική ανέλιξη, κάμψη και εξασθένιση, ως την τελική «απόσβεση» των ψυχοσωματικών ενεργειών με το θάνατο. Όμως, αυτό που είναι ο άνθρωπος μένει απρόσιτο στη διαδικασία της ανάπτυξης της ωρίμανσης, των γηρατιών και του θανάτου.

Για την Εκκλησία και την αλήθεια της αυτό που είναι ο άνθρωπος ως προσωπική ύπαρξη έναντι του Θεού, δηλαδή αυτό που συνιστά την εικόνα του Θεού στον άνθρωπο, δεν μπορεί να ακινητοποιηθεί σε κάποια χρονική στιγμή η περίοδο. Το βρέφος που «δεν καταλαβαίνει» και ο ώριμος άνθρωπος στην ακμή των ψυχοσωματικών του δυνάμεων και ο βυθισμένος στη γεροντική αδυναμία ή και άνοια, είναι το ίδιο πρόσωπο απέναντι στο Θεό γιατί αυτό που συνιστά τον άνθρωπο ως υπόσταση, που του δίνει εγώ και ταυτότητα, δεν είναι οι ψυχοσωματικές λειτουργίες, αλλά η σχέση του με το Θεό, το γεγονός ότι ο Θεός τον αγαπάει με μια ερωτική μοναδικότητα: αυτή καλεί το μη-ον ως ον (Ρωμ. 4. 17). Ιδρύει και θεμελιώνει την προσωπική ετερότητα του ανθρώπου. Ο άνθρωπος είναι πρόσωπο, εικόνα του Θεού. επειδή υπάρχει ως δυνατότητα απόκρισης στην ερωτική κλήση του Θεού. Με τις ψυχοσωματικές του λειτουργίες «διαχειρίζεται» ο άνθρωπος αυτή τη δυνατότητα, απαντάει θετικά η αρνητικά στην κλήση του Θεού, οδηγεί την ύπαρξη του στη ζωή, που είναι η σχέση, η στο θάνατο, που είναι ο χωρισμός από το Θεό.

__________ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ ΖΩΗ
Μέσα από όλα αυτά φωτίζεται ίσως και η πίστη της Εκκλησίας στην αθανασία του ανθρώπου, στη «μετά θάνατον ζωή». Πολλές θρησκείες και φιλοσοφίες κηρύττουν την «αθανασία της ψυχής», αλλά η Εκκλησία διαφοροποιείται από όλες αυτές, γιατί καταλαβαίνει την αθανασία όχι ως ανερμήνευτο είδος «επιβίωσης» μετά το θάνατο, αλλά ως υπέρβαση του θανάτου μέσα από τη σχέση με το Θεό. Θάνατος είναι για την Εκκλησία ο χωρισμός από το Θεό, η άρνηση της σχέσης μαζί Του, η αναίρεση της ζωής ως αγάπης και ερωτικής κοινωνίας. Από μόνος του ο άνθρωπος, με τις δικές του υπαρκτικές δυνατότητες που είναι κτιστές (δεν εμπεριέχουν ούτε την αίτιο τους ούτε και το σκοπό τους), πως είναι δυνατό να επιβιώνει αιώνια; Όταν όλες οι ψυχοσωματικές λειτουργίες σβήνουν με την τελευταία πνοή, η κτιστή φύση του ανθρώπου έχει πια εξαντλήσει τις δικές της δυνατότητες για επιβίωση.
Η πίστη της Εκκλησίας στην αιωνιότητα του ανθρώπου δεν είναι η πεποίθηση ότι υπάρχει οπωσδήποτε μια μελλοντική κατάσταση όπου επιβιώνει «κάτι» από τον άνθρωπο -η «ψυχή» ή το «πνεύμα» του. Αλλά είναι η βεβαιότητα ότι την υπόσταση της ύπαρξής μου δεν την εξασφαλίζει η φύση μου και οι υπαρκτικές της δυνατότητες, την εξασφαλίζει και τη συνιστά η σχέση μου με το Θεό, η ερωτική Του αγάπη για μένα Πίστη στην αιωνιότητα είναι η εμπιστοσύνη ότι αυτή η αγάπη δεν θα σταματήσει, αλλά θα συνιστά πάντοτε τη ζωή μου, είτε λειτουργούν είτε δεν λειτουργούν οι ψυχοσωματικές μου ικανότητες.
Η πίστη στην αιώνια ζωή δεν είναι μια ιδεολογική βεβαιότητα, δεν κατοχυρώνεται με επιχειρήματα. Είναι μια κίνηση εμπιστοσύνης, εναπόθεσης των ελπίδων και της δίψας μας για ζωή στην αγάπη του Θεού. Αυτός που μας χαρίζει εδώ και τώρα τόσον πλούτο ζωής, παρά τις δικές μας ψυχοσωματικές αντιστάσεις στην πραγματοποίηση της ζωής (της όντως ζωής που είναι αγαπητική αυθυπέρβαση και κοινωνία). Αυτός μας έχει υποσχεθεί και το πλήρωμα της ζωής, την άμεση υιοθεσία, την πρόσωπο-με-πρόσωπο σχέση μαζί Του, όταν σβήσουν στο χώμα και οι έσχατες αντιστάσεις της ανταρσίας μας.
Πως θα ενεργείται αυτή η καινούργια σχέση μαζί Του, μέσα από ποιες λειτουργίες, δεν το ξέρω. Μόνο εμπιστεύομαι. Αυτό που ξέρω από όση αποκάλυψη αλήθειας μας χάρισε, είναι ότι η σχέση θα είναι πάντα προσωπική, ότι απέναντι Του θα είμαι εγώ, όπως με ξέρει και με αγαπάει ο Θεός, θα είμαι με το όνομά μου και με τη δυνατότητα του διαλόγου μαζί Του, όπως ο Μωυσής και ο Ηλίας στο όρος Θαβώρ. Τόσα αρκούν, ίσως και περισσεύουν.

Από το ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟ ΕΓΚΟΛΠΙΟ - Αναδημοσίευση από το περιοδικό «ΣΥΝΑΞΗ»

Η διαφορά του νεοφανούς από το καινούργιο

του Χρήστου Γιανναρά

Ποιες προϋποθέσεις θα θέλαμε να πληροί ένα καινούργιο στην Ελλάδα κόμμα για να του αναγνωρίσουμε ειδοποιό διαφορά από τα υπάρχοντα ανυπόληπτα σχήματα συντεχνιακής ιδιοτέλειας;
Η απάντηση στο ερώτημα σίγουρα απηχεί υποκειμενικές εκτιμήσεις. Και εκφερόμενη με δημόσιο λόγο συνιστά μόνο πρόκληση κριτικού προβληματισμού.
Ενα κόμμα στην Ελλάδα σήμερα, για να πείσει ότι είναι πραγματικά καινούργιο (αποβλέποντας στη διαχείριση των κοινών, όχι σε αναμηρυκασμούς διαμαρτυρίας), θα πρέπει να φιλοδοξεί συνεπή ρήξη με την αφελή, παιδαριώδη πίστη των «προοδευτικών» της Νεωτερικότητας ότι ο «ορθολογισμός» αρκεί για να λυθούν όλα τα προβλήματα. Η ηθικολογία των επικλήσεων της «κοινής λογικής», της ανάγκης «συναινέσεων», συναποφασισμένων «βελτιώσεων» στη λειτουργία του κράτους, έχει περίτρανα αποδειχθεί ανεπαρκής, τουλάχιστον για την ελλαδική περίπτωση. Η ελλαδική κοινωνία βρίσκεται σε δίνη αυτοκτονικής παράνοιας, αδυνατεί (χιλιοαποδειγμένα) να πειθαρχήσει έστω και στη λογική του ενστίκτου αυτοσυντήρησης.
Για να πείσει ένα κόμμα στην Ελλάδα σήμερα ότι είναι πραγματικά καινούργιο, πρέπει να κομίζει πρόταση ερμηνείας της παροξυσμικής ιδιοτέλειας, του παραλογισμού και μηδενισμού που ακυρώνουν το κοινωνικό γεγονός, διαλύουν το κράτος. Και πάνω σε μια τέτοια πρόταση ερμηνείας να θεμελιώνει ρεαλιστικό πολιτικό πρόγραμμα, μέτρα που να αντιπαλεύουν τις αιτίες της παρακμιακής αποσύνθεσης, όχι να εξορκίζουν με «ορθολογικές» ρητορείες τα δευτερογενή συμπτώματα. Δεν εμφανίζει τίποτα το καινούργιο ένα κόμμα που μόνο αναμασάει τις αδιάκοπα επαναλαμβανόμενες, τριάντα χρόνια τώρα, κοινότοπες διαπιστώσεις αδιεξόδων, άλυτων προβλημάτων, κατάφωρης πολιτικής ανικανότητας, εξοργιστικής διαφθοράς. Και που κομίζει μόνο τον αναπόδεικτο, φθαρμένο ισχυρισμό κάθε παλαιοκομματικής συντεχνίας ότι: «Εμείς θα τα καταφέρουμε καλύτερα» – μόνοι μας ή ως τσόντα σε κυβέρνηση των αποδεδειγμένα ανίκανων και αηδιαστικά διεφθαρμένων.
Καινούργιο στην Ελλάδα σήμερα θα είναι ένα κόμμα που το πρόγραμμά του θα αποκλείει πειστικά τη διαχειριστική αποκλειστικά εκδοχή της πολιτικής. Επομένως και την αδιαντροπιά των «πολυσυλλεκτικών» κομμάτων. Αλλά με την ίδια πειθώ του ρεαλιστικού του προγράμματος θα ακυρώνει και τα παραισθησιογόνα προσχηματικά κλισέ: «Δεξιά», «Αριστερά», «Κέντρο» ή τα εναλλακτικά κοκτέιλ: «Κεντροδεξιά», «Κεντροαριστερά». Θα αποκλείει τη διαχειριστική ατολμία και θα ακυρώνει τα νεκρά κλισέ, γιατί ένα πραγματικά καινούργιο κόμμα θα κομίζει διαυγείς κοινωνικούς στόχους: Αν πιστεύει στις κοινωνιοκεντρικές ή στις ατομοκεντρικές προτεραιότητες της πολιτικής. Αν προτάσσει την κατά κεφαλήν καλλιέργεια ή μόνο το κατά κεφαλήν εισόδημα. Αν το ενδιαφέρει κυρίως η ποιότητα της ζωής ή κυρίως η μεγιστοποίηση της καταναλωτικής ευχέρειας.
Τίποτα καινούργιο δεν μπορεί να κομίσει ένα κόμμα που απευθύνεται σκόπιμα (ψηφοθηρικά) σε «διευρυμένο ακροατήριο», δηλαδή σε ένα ποτ πουρί «κεντροδεξιών, κεντροαριστερών, αλλά και σοσιαλδημοκρατών και φιλελευθέρων» που κολακεύονται, όμως, να εμφανίζονται πρωτευόντως σαν «προοδευτικοί». Ωσάν ο κομπασμός, η κούφια αυταρέσκεια του «προοδευτικού» να αρκεί για να «αναστραφεί από την παρακμή η πορεία της χώρας… να σταματήσει ο κατήφορος της παραλυσίας του κράτους, της ανυποληψίας των θεσμών». Το σίγουρο σε μια τέτοια εναρκτήρια εξαγγελία είναι μόνο η εθελότυφλη άγνοια του πασιφανούς: Οτι προγήθηκαν κάποιοι άλλοι ναρκισσευόμενοι «προοδευτικοί», με την ίδια ψηφοθηρική πίστη στο «διευρυμένο ακροατήριο», και είναι αυτοί που οδήγησαν τη χώρα στον σημερινό εφιάλτη διάλυσης του κράτους και ανυποληψίας των θεσμών.
Ο μόνος, σε επίπεδο γλωσσικής σημαντικής, εντοπισμός στόχου που θα μπορούσε να δικαιολογήσει πολυσυλλεκτική σύσταση κόμματος, μοιάζει να είναι αυτός του Νίκου Ράπτη (στο κείμενό του «Η Νέα Μεταπολίτευση», ppol.gr, πέρυσι το καλοκαίρι): «Δεν ενδιαφέρουν πια οι διακρίσεις Δεξιών και Αριστερών, κοσμικών και θρήσκων, ευρωπαϊστών και εθνοκεντρικών. Υπάρχει μία και μόνη πολιτικά γόνιμη διάκριση: Αυτοί που νοιάζονται να συνεχίσει να υπάρχει και στον 22ο αιώνα δημοκρατικό ελληνικό κράτος στον ελλαδικό χώρο, και αυτοί που δεν νοιάζονται».
Πέρα από συναισθηματισμούς και ψυχολογήματα, ποια ρεαλιστική δική μας ανάγκη σήμερα θα γεννούσε έμπρακτη, ενεργό έγνοια να συνεχίσει να υπάρχει και στον 22ο αιώνα κράτος των Ελλήνων; Με βάση τη λογική συνέπεια και τεκμήριο την ιστορική εμπειρία, αυτή την έγνοια θα τη γεννούσε μόνο η ανάγκη να σωθεί μια πρόταση πολιτισμού που συνεχίζει να ενδιαφέρει πανανθρώπινα.
Το κωμικό κρατίδιο, το έθνος, η φυλή των Ελλήνων δεν ενδιαφέρουν κανέναν, τίποτα δεν αλλάζει στην ανθρώπινη Ιστορία αν εκλείψουμε από τον χάρτη. Τη διαχείριση της αρχαιοελληνικής και της λεγόμενης «βυζαντινής» πολιτιστικής κληρονομιάς τη μονοπωλούν ήδη άλλοι, υπέρτεροι σε καλλιέργεια λαοί. Η δική μας ιστορική επιβίωση θα ήταν ρεαλιστικώς αναγκαία μόνο αν την κληρονομιά των προγόνων μας τη γονιμοποιούσαμε συνάγοντας πρόταση σημερινή, ρεαλιστικά επίκαιρη, που να αφορά στην ποιότητα της ζωής από δική μας ξεχωριστή οπτική και να ενδιαφέρει πανανθρώπινα.
Τίποτα καινούργιο δεν μπορεί να κομίσει ένα κόμμα που επαγγέλλεται «έμφαση» και στον Πολιτισμό, όπως και στην Παιδεία και στο Περιβάλλον, με το σκεπτικό ότι είναι τομείς που προσφέρουν «δυνατότητες απασχόλησης και κοινωνικών παροχών για κάθε κάτοικο της χώρας»! Είναι η πασίγνωστη και τετριμμένη χρησιμοθηρία του Ιστορικού Υλισμού που υποτάσσει κάθε πτυχή του ανθρώπινου βίου στην προτεραιότητα απασχόλησης και παροχών, στον οικονομισμό ως αυταξία. Και σε μια τέτοια τεταρτοκοσμική εκδοχή του ο πολιτισμός, φυσικά, δεν έχει πατρίδα: Οι άνθρωποι που έτσι τον εκδέχονται θα διέπρεπαν αποδοτικότερα στον «τομέα» του πολιτισμού αν ήταν πολίτες οποιουδήποτε νεωτερικού κρατικού σχήματος καταγωγικά συμβατικού (Βέλγοι, Ελβετοί, Λουξεμβουργιανοί) και όχι Ελληνες. Προκύπτει διαφορετική στάση ζωής όταν έχεις ανακαλύψει ότι είναι πρόκληση, όχι δυστυχία το να είσαι Ελληνας. Και κάτι επιπλέον: ένα κόμμα στην Ελλάδα σήμερα, για να πείσει ότι είναι καινούργιο, θα χρειαστεί να αποκλείσει από στελέχη του επαγγελματίες πολιτικούς που δεν είχαν ποτέ δική τους ξεχωριστή θέση, πρόταση, συμβολή στην πορεία της ελληνικής κοινωνίας. Πρόσωπα που γεύτηκαν κάποτε την ηδονή της εξουσίας και από τότε περιφέρονται από κόμμα σε κόμμα αναζητώντας εφαλτήριο για μια ακόμα αναρρίχηση. Ο ίδιος αποκλεισμός θα χρειαστεί και για μη επαγγελματίες πολιτικούς που επίσης γεύτηκαν, από ανερμήνευτη κομματική εύνοια, ηδονή δημοσιότητας και τους έγινε εθισμός ή και εξάρτηση.
Είναι μάλλον εύκολο να συγκροτηθεί ένα επιπλέον στην Ελλάδα κόμμα. Μοιάζει δύσκολο έως ακατόρθωτο να γεννηθεί αληθινά καινούργιο κόμμα.

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

Κλειδωμένοι στη Βιέννη: η σύνοδος του ΟΗΕ για τα ναρκωτικά

του Ιβάν Μπρίσκο

Θα πρέπει κανείς να είναι πολύ γενναίος -ή πολύ αυτοκτονικός- για να αποφασίσει να οδηγήσει πέραν των οδοφραγμάτων που έχει στήσει ο στρατός στα περίχωρα της Ζακάπα με ένα τετράτροχο όχημα με διαφανή τζάμια. Κάτι τέτοιο θα κινούσε αναπόφευκτα το ενδιαφέρον, θα πυροδοτούσε διαδόσεις και θα έφερνε τον οδηγό του οχήματος σε τροχιά επικίνδυνης συνάντησης με τα αφεντικά της μικρής, νωθρής και καυτής πόλης της Γουατεμάλα.
Για τους περισσότερους από τους κατοίκους της πόλης, η κυριαρχία των καρτέλ των ναρκωτικών στην πόλη τους δεν είναι πάρα άλλη μια εκδοχή του κακού τους ριζικού (και μαθαίνουν πως καλύτερα να αποφεύγουν τους χώρους όπου οι συμμορίες λύνουν ένοπλα τις διαφορές τους, όπως συνέβη το Μάρτιο το 2008, με 11 νεκρούς στο πάρκινγκ ενός κέντρου ψυχαγωγίας).
Εντωμεταξύ στη Βιέννη οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων των κρατών-μελών της «επιτροπής ενάντια στα ναρκωτικά» του ΟΗΕ (UNODC) αποφάσισαν για άλλη μια φορά πως ο πόλεμος ενάντια στην πανίσχυρη αυτοκρατορία του εγκλήματος θα πρέπει να συνεχίσει όπως μέχρι σήμερα, ίσως με βελτίωση της «διεθνούς συνεργασίας» και των «κατασταλτικών μέσων». Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ίσως να μπορούμε να ελπίζουμε πως θα 'ρθει κάποτε η μέρα που ένας αστυνομικός θα διαπιστώσει κάποια παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών στη Ζακάπα.
Το πιθανότερο πάντως είναι πως θα ξεχαστεί γρήγορα η πολιτική απόφαση της UNODC της 12ης Μαρτίου, που ψηφίστηκε παρά τη «με νύχια και με δόντια» αντίθεση του προέδρου της Βολιβίας Έβο Μοράλες (Evo Morales) (κι αυτό μπορεί να διαβαστεί και κυριολεκτικά, αφού κατά τη διάρκεια της παρέμβασής του στην επιτροπή ο πρόεδρος μασούσε φύλλα κόκας). Τα προβλήματα που υποτίθεται πως αντιμετωπίζει, αντιθέτως, δεν πρόβλέπεται να μας εγκαταλείψουν τόσο σύντομα.
Οι γελοίες λεκτικές ακροβασίες του επικεφαλής της UNODC Αντόνιο Μαρία Κόστα (Antonio Maria Costa), δεν αρκούν να κρύψουν μια θλιβερή πραγματικότητα: οι εγκληματικές ναρκο-οικονομίες στηρίζονται σε σταθερά θεμέλια, διαθέτουν λαϊκή αποδοχή και συμμάχους στον πολιτικό κόσμο και τη διοίκηση, υποστηρίζονται από απεριόριστα χρήματα και αξιόπιστες ένοπλες δυνάμεις, και ανταποκρίνονται σε μία διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση για ναρκωτικά.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για κρατικές σχεδόν δομές, που περνούν από το νόμο στο έγκλημα με την ευκολία που το έκαναν οι αναρχικοί-αστυνομικοί στο «ο άνθρωπος που τον έλεγαν Πέμπτη» του Τσέστερτον (Chesterton).
Φέτος μάλιστα, για πρώτη φορά, ένας διαβόητος έμπορος ναρκωτικών, ο Χοακίμ «Τσάπο» Γκούζμαν (Joaquin «Chapo» Guzmán), φιγουράρει στον κατάλογο των δισεκατομμυριούχων του κόσμου του περιοδικού «Φορμπς», μία θέση πιο ψηλά από τον κληρονόμο των κονσερβών σούπας Κάμπελ.

Η ζημιά της αστυνόμευσης
Κι όμως, στη Βιέννη αναμένονταν πολλοί από τους αμφισβητίες των πολιτικών που οδήγησαν σε αυτά τα αποτελέσματα. Πρώτος-πρώτος ο Μοράλες που τον περασμένο μήνα ψήφισε το νέο σύνταγμα της Βολιβίας, στο οποίο εκθειάζεται... η συμβολή της κόκας στην εθνική ζωή. Ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη, σαν τη Γερμανία, δήλωσαν επίσης πως υιοθετούν μια πολιτική «μειωμένων επιπτώσεων» για τους εξαρτημένους, ενώ και οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνώρισαν τις αρετές της παροχής καινούργιων συριγγών, αν και αποδείχτηκε πως δεν ήταν ακόμα έτοιμες να μαλακώσουν τις συνήθεις ηθικοπλαστικές τους προσεγγίσεις.
Τέλος, στη Βιέννη το «απαγορευτικό» μοντέλο δέχτηκε πολλαπλές επιθέσεις από ακτιβιστές, ενώ αναγνωρίστηκε η δυνατότητα χρήσης ορισμένων ναρκωτικών ουσιών ως αναλγητικών, η ελάφρυνση των ποινών για τα «βαποράκια» και η αναγνώριση των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» των αγροτών-παραγωγώγ ναρκωτικών.
Από εκεί και πέρα όμως, χαράχτηκαν οι διαχωριστικές γραμμές.
Την ίδια ώρα που ένας κόσμος χωρίς ναρκωτικά μοιάζει πιο απομακρυσμένος από ποτέ, οι αξιωματούχοι των αντιναρκωτικών πολιτικών μοιάζει να είναι εξαιρετικά δύσκαμπτοι στο να αποδεχτούν την αποτυχία τους. Σύμφωνα με την UNODC, τα εγκληματικά καρτέλ, οι ποικίλες ένοπλες συγκρούσεις και τα 6 δις δολάρια (4.4 δις ευρώ) που κόστισε το «σχέδιο Κολομπία» -χωρίς να επηρεάσει στο παραμικρό την ποσότητα των παραγόμενων ναρκωτικών στη χώρα αυτή- συγκαταλέγονται στις αναμενόμενες «ανεπιθύμητες επιπτώσεις» του πολέμου κατά των ναρκωτικών.
Ο Κολομβιανός εμπειρογνώμων Φρανσίσκο Τούμι (Francisco Thoumi) όμως, δεν είναι μόνος του όταν παρατηρεί πως συνιστά παράδοξη ανευθυνότητα να θεωρεί κανείς απλές «παράπλευρες απώλειες» τις πελώριες σπατάλες σε ανθρώπινες ζωές και χρήμα που παράγει η απαγορευτική προσέγγιση.
Η αλήθεια αναδεικνύεται ανάγλυφα στην καταπληκτική έκθεση της ομάδας Μάτριξ του 2007 που συντάχθηκε κατόπιν συνεντεύξεων με εμπόρους ναρκωτικών που βρίσκονται σε βρετανικές φυλακές: το οικονομικό κόστος των κατασχέσεων και των συλλήψεων μεταφέρεται από τους ναρκεμπόρους «εκ των προτέρων» στην τιμή και την ποιότητα του τελικού προϊόντος, που κυκλοφορεί στους δρόμους. Το μόνο που πετυχαίνουν οι έλεγχοι είναι να τινάζουν στα ύψη τις τιμές.
Μετά υπάρχει το ζήτημα της βλάβης στη δημόσια υγεία: «τα ναρκωτικά δεν είναι βλαβερά επειδή ελέγχονται -ελέγχονται επειδή είναι βλαβερά» μας διαφώτισε ο Κόστα στην εναρκτήρια συνεδρίαση της UNODC. Μία τέτοια διατύπωση αξίζει μολοταύτα περαιτέρω εμβάθυνσης, ειδικά σε ότι αφορά η επανάληψη της εμφανιζόμενης ως σαφούς και μονοσήμαντης λέξης «επιζήμια».
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τα ναρκωτικά μπορεί να είναι επιζήμια: εν τούτοις αν κανείς αφαιρέσει την αστυνόμευση, η «ζημιά» τους αφορά την υγεία του χρήστη -και κατά προέκταση την ευημερία της κοινωνίας όπου ζει.
Η ζημιά όμως που προκαλείται από την αστυνόμευση είναι εντελώς διαφορετικής τάξεως: αφορά τη διαμόρφωση κέντρων ισχύος, την διαφθορά της έννοιας της οικονομικής επιτυχίας και τη θυματοποίηση των πιο ανίσχυρων -ενώ το σύνολο των αντιναρκωτικών μηχανισμών κοστίζει στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) περί τα 34 δις ευρώ -και άλλα τόσα στις ΗΠΑ. Αυτή η ζημιά αφορά μαζική βία και καταπίεση και απλά δεν μπορεί να συγκριθεί με τη ζημιά που προκαλεί μια ανθυγιεινή συνήθεια. Η αντιναρκωτική καταστολή είναι θεσμός, ενώ η χρήση ναρκωτικών ένα απλό βίτσιο.

Αποσαφήνιση ενός εναλλακτικού μοντέλου

Στη σημερινή συγκυρία, οι αρμόδιοι του συστήματος του ΟΗΕ και οι νομιμόφρονες της «απαγορευτικής» πολιτικής χρησιμοποιούν ολοένα και πιο μεταφυσικούς όρους: το λεγόμενο «παγκόσμιο πρόβλημα των ναρκωτικών» για το οποίο διαβάζουμε στην πολιτική διακήρυξη της Βιέννης συγχέει τα προβλήματα υγείας και τα προβλήματα που προκαλεί η απαγόρευσης των ναρκωτικών και θεωρεί το αμάλγαμα που προκύπτει «ανεπιθύμητο». Εφόσον γίνει αυτό, φυσικά το μόνο που μένει είναι να αγωνιστούμε έως ότου έρθει μια κοινωνία «απελευθερωμένη από την κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών», που τοποθετείται κατά προτίμηση στο... 2019. Το αν αυτή είναι μια αντίληψη που θρέφει τα καρτέλ και διογκώνει τα κέρδη τους, δε ενοχοποιεί την πολιτική προσέγγιση, αλλά αποδεικνύει πόσο κακό είναι το κακό που καταπολεμούμε. Το να υποκύψουμε στα καρτέλ, λέει ο Κόστα, θα ήταν σαν να παραδεχόμαστε πως η παιδοφιλία είναι αναπόφευκτη.
Αλλά και οι εναλλακτικές λύσεις δεν είναι και τόσο σαφείς: η νομιμοποίηση π.χ., που πρεσβεύει ο «εκόνομιστ» δε μας λέει πώς θα καταπολεμήσουμε τις φρικαλεότητες των καρτέλ ναρκωτικών στο Μεξικό, πώς θα ρυθμίσουμε τις αγορές ούτως ώστε η απελευθέρωση της πρόσβασης στα ναρκωτικά να αποδυναμώσει πράγματι τα κυκλώματα του εγκλήματος και ταυτόχρονα να μην οδηγήσει σε πλημμυρίδα νέων χρηστών...
Τα περί «νομιμοποίησης» και «μειωμένων επιπτώσεων» ακούγονται ωραία, αλλά δε μας λένε τίποτα για το πώς θα καταπολεμηθούν τα εγκληματικά δίκτυα της διακίνησης ή η διαφθορά ολοκλήρων κρατών στη λατινική Αμερική ή τη δυτική Αφρική. Δε μας λέει τίποτα για το πώς είναι δυνατό να «ανακυκλωθούν» οι χιλιάδες των «αναρχικών-αστυνομικών» χωρίς να συνεχίσουν να βλάπτουν τις χώρες τους.
Εντωμεταξύ η Ζαπάτα δεν παράγει ναρκωτικά, ούτε αντιμετωπίζει πρόβλημα τοξικομανίας. Τα ναρκωτικά εκεί δεν αποτελούν θέμα αντιπαραθέσεων, ούτε διερωτήσεων. Αποτελούν απλά την πηγή της εξουσίας: δεν είναι κοινωνικό πρόβλημα, αλλά ένας απλός και γρήγορος τρόπος να φτιάξεις τη ζωή σου.

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2009

Πώς Εδραιώθηκε ο Πολυπολιτισμός στις ΗΠΑ

Βαγγέλης Τζουρντός

Πολυμετανάστευση, Ιδιωτικοί Στρατοί και Πολυπολιτισμός »
Το ζήτημα που απασχολεί κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο για την παγκοσμιοποίηση και τις επιπτώσεις της στην κάθε κοινωνία είναι το ζήτημα του πολυπολιτισμού. Μαζί με την παγκοσμιοποίηση απ’ το πουθενά εμφανίστηκαν ξαφνικά, εκατομμύρια άνθρωποι από πολλές χώρες μαζί και εγκαταστάθηκαν σχεδόν σε κάθε ευρωπαϊκή μητρόπολη. Από πού προέρχονται όλοι αυτοί και σε τι αποσκοπούν; Υπάρχουν ιστορικά παραδείγματα γι’αυτο το γεγονός; Μήπως είναι οργανωμένο σχέδιο; Χωρίς την ιστορία σαν πυξίδα για το τι μέλλει γενέσθαι, κανένας δεν πρόκειται να βρει σοβαρή λύση στις ερωτήσεις και τους προβληματισμούς. Το πρόβλημα όμως εντοπίζεται σε ποια ιστορία και πού να κοιτάξει κανείς για να βρει απαντήσεις για το σήμερα...
Το Αμερικανικό κράτος είναι πρότυπο με την έννοια ότι δεν δημιουργήθηκε εξαρχής λόγω κάποιας φυλετικής, εθνικής ή πολιτισμικής εξέγερσης κάποιου έθνους. Ήταν το προϊόν επέκτασης ευρωπαίων αποίκων επάνω σε νέο γεωγραφικό έδαφος. Οι λόγοι φυσικά που κατέφυγαν εκεί οι ευρωπαίοι δεν είναι του παρόντος σύντομου σκιαγραφήματος. Αλλά το γεγονός ότι κατέφθασαν από πολλές ευρωπαϊκές χώρες, με διαφορετικές γλώσσες και κουλτούρα, έχει κάποια ιστορική βαρύτητα, όταν οι γνήσιοι Αμερικανοί ήταν αυτοί που ονομάστηκαν «ινδιάνοι» και αυτοί ουσιαστικά εξαφανίστηκαν απ’ τα πογκρόμ των αποίκων σε διαφορετικές φάσεις της επέκτασής τους στο έδαφος των ΗΠΑ.
Τι διαφέρει λοιπόν η δημιουργία ενός κράτους αποίκων απ’ την ενδογενή ανάπτυξη ενός έθνους; Αυτό είναι ένα ερώτημα που χρειάζεται ανάλυση. Ο άποικος δεν προσπαθεί ν’ αναπτύξει μια χώρα, αντιθέτως θέλει να επιβιώσει πρωτίστως στο νέο του περιβάλλον και το γενικό συμφέρον υποτάσσεται στο ιδιωτικό. Γι’ αυτό όταν οι άποικοι κατέφθασαν στις ΗΠΑ, έστειλαν τους Ινδιάνους στον «παράδεισο», και μετά εισήγαγαν μαύρους σκλάβους για να συνεχίσουν την παραγωγική σχέση με την Γηραιά Ήπειρο. Πολλοί άποικοι χρηματοδοτήθηκαν από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να στήσουν επιχειρήσεις στις ΗΠΑ και να στέλνουν πίσω ό,τι εμπόρευμα παρήγαγαν για χρηματικό όφελος. Έτσι, οι άποικοι των ΗΠΑ ήταν μια προέκταση της Ευρώπης, αλλά με κανένα ουσιαστικά υπεύθυνο και πανεθνικό διαχειριστή. Και κάπως έτσι είναι ακόμα στις μέρες μας.
Η ανάπτυξη των ΗΠΑ κατά τον 19αιώνα και η άνοδος ενός εργατικού κινήματος συμπεριέλαβε πολλά νέα φαινόμενα που δεν ήταν τα ίδια για την υπόλοιπη Ευρώπη. Τρία βασικά χαρακτηριστικά δείχνουν μια ιδιότυπη εξέλιξη. Πρωτίστως ο αριθμός των μεταναστών κατά ολόκληρο τον 19αιώνα. Η χρησιμοποίηση ιδιωτικού στρατού για την καταπολέμηση απεργιών-λαϊκών αιτημάτων. Η ανυπαρξία δημιουργίας εργατικού κόμματος κατά την περίοδο εκβιομηχάνισης της χώρας. Καμιά άλλη προηγμένη καπιταλιστική χώρα δεν είχε τέτοια ιστορία. Αστοί ιστορικοί αναλυτές έχουν επισημάνει την ιστορική ιδιαιτερότητα της Αμερικής, αλλά δεν έχουν ποτέ επικεντρωθεί για να εξηγήσουν πώς γίνεται η χώρα με την πιο προηγμένη τεχνολογία να έχει το πιο καθυστερημένο λαϊκό κίνημα εδώ και δυο αιώνες. Αυτή την ιστορική αντίφαση θα προσπαθήσω να αναλύσω, ωστόσο όχι διεξοδικά.
Η δημιουργία βιομηχανοποιημένων εθνικών εταιριών στις μεταφορές, στον ηλεκτρισμό, στα πετρέλαια, δημιούργησε τους λεγόμενους βαρόνους-ληστές, αρχικαρχαρίες, τους Αμερικανούς Λάτσηδες (Ροκφέλλερ, Κάρνιγκι κτλ). Ολόκληρες πόλεις ανήκαν μοναχά σε μια εταιρία-κολοσσό. Τα εργοστάσια, οι κατοικίες, τα μαγαζιά τροφοδοσίας και παράλληλα η δημιουργία ιδιωτικού στρατού που υποστήριζε τα συμφέροντα των ιδιοκτητών.

Η Δημιουργία των ΗΠΑ-Πολυπολιτισμός Χωρίς Όρια »
Ο ερχομός μεταναστών στις ΗΠΑ ήταν ο ακόλουθος:
1841-50=1.7 εκ.
1851-60=2.6 εκ.
1861-70=2.3 εκ.
1871-80=2.8 εκ.
1891-00=3.7 εκ.
1901-10= 9 εκ
1911-20= 5.8 εκ
Στη δεκαετία του 1850-60 δημιουργήθηκαν οι πρώτες ενώσεις εργατών (Ιππότες της Εργασίας) με αποτέλεσμα να προσπαθούν να κρατήσουν τη δουλειά τους αφού υπήρχε μεταναστευτικός κατακλυσμός. Το γεγονός όμως ότι η Αμερική δεν είχε βιομηχανοποιηθεί και ούτε είχε κατακτηθεί από άκρη σε άκρη σήμαινε ότι υπήρχαν πολλές μετακινήσεις από περιοχή σε περιοχή. Τα πρώτα 40 χρόνια της περιόδου που εξετάζουμε ήρθαν μετανάστες από τη Γερμανία, Αγγλία, Ιρλανδία, Κίνα και Σκανδιναβικές χώρες. Στις δεκαετίες μετά το 1880 ήρθαν από την Ιταλία, την Ελλάδα την Κορέα, την Ιαπωνία, το Μεξικό, τις Φιλλιπίνες. Καμιά άλλη χώρα στον πλανήτη δεν είχε τέτοιο μεταναστευτικό κατακλυσμό από όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου.
Το δικαίωμα των αφεντικών να προσλαμβάνουν όποιον θέλουν, όποτε θέλουν κάτω από το καθεστώς της μόνιμης εισαγωγής μεταναστών, κατέστησε τη δημιουργία συνδικάτων εντελώς αδύνατη.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ένα όχι πολύ διαφημισμένο βιβλίο στην Ελλάδα, αλλά οπωσδήποτε πολύ σημαντικό για τις μέρες μας, που εκδόθηκε στα Ελληνικά απ’ το ΚΚΕ: «Η Άγνωστη Ιστορία του Εργατικού Κινήματος των ΗΠΑ» (1993).
Εκεί βλέπουμε μια περιγραφή το πώς λειτουργούσαν τα αφεντικά τον 19αιώνα:
«Οι εργολάβοι κάνουν την εμφάνισή τους σαν εκπρόσωποι της αμερικανικής σημαίας στα πεινασμένα χωριά στις πιο εξαθλιωμένες περιοχές της Ουγγαρίας, της Ιταλίας, η της Δανίας, λένε ιστορίες για μυθώδεις μισθούς στην Αμερική, ξεγελούν τα δυστυχισμένα πλάσματα και τους τυλίγουν σε ένα συμβόλαιο με το οποίο προσφέρουν τα έξοδα του ταξιδιού με όρους που λίγοι καταλαβαίνουν. Όταν φτάνουν στις προκαθορισμένες απ’ το συμβόλαιο περιοχές, ανακαλύπτουν ότι τα χρυσά τους όνειρα έχουν μεταμορφωθεί σε εφιάλτες καθώς τους βάζουν να δουλέψουν στα ορυχεία, τα εργοστάσια η τους σιδηροδρόμους, με ακόμα χαμηλότερους μισθούς από τους ομοίους τους, των οποίων παίρνουν τη θέση...»
Εφημερίδα του Τζον Σουίντον 30 Δεκεμβρίου 1883. »
Στην έκδοση της 18 Μαΐου 1884 ο Σουίντον περιέγραφε πως χιλιάδες Ούγγροι είχαν εισαχθεί στις περιοχές με κοκ του Κονελσβιλ της Πενισιλβανια όπου ο νεαρός κύριος Φρικ έβγαζε εκατομμύρια. Εδώ το να στοιβάζονται δεκαέξι με δεκαεφτά άντρες και γυναίκες σε μια μικρή καλύβα με διαστάσεις δυόμισι επί τριάμισι μέτρα ήταν συνηθισμένο φαινόμενο. Οι ιδιοκτήτες «έστρεφαν τους Άγγλους ενάντια στους Ιρλανδούς και το αντίστροφο... και τους Γερμανούς ενάντια και στους δυο... διατηρούσαν ένα συνεχή πόλεμο ανάμεσα στις φυλές... Η σκληρότητά τους φανερώνεται περίτρανα στο σχόλιο κάποιου ιδιοκτήτη: ‘Καλύτερα το ’χω να χάσω δυο άντρες, παρά ένα μουλάρι’»
«Οι βιομηχανικοί αυτοί σκλάβοι χρησιμοποιούνταν και σαν απεργοσπάστες... Προσλαμβάνονται και τους ρίχνουν στη δουλειά, χωρίς να ξέρουν τα δικαιώματά τους... Τίμιοι εργατικοί άνθρωποι... αυτοί οι καημένοι άνθρωποι από τη φτωχή Ιταλία δεν θα έπαιζαν ποτέ το ρόλο του απεργοσπάστη, αν μπορούσαν να διαλέξουν. Όμως δεν μπορούσαν. Από τα πλοία τους έπαιρναν σαν κοπάδια, μέσα σε σκηνές εφιαλτικής βίας, τους περνούσαν μέσα από τις γραμμές των απεργών που αγωνίζονταν και εκτόξευαν πέτρες και βρισιές στις πύλες του κλειστού εργοστασίου ή του ορυχείου ενώ παντού μαίνονταν οι μάχες»
Τα πρώτα συνδικάτα προσπάθησαν να σταματήσουν την εισαγωγή μεταναστών, με συμβόλαια εργασίας που είχαν υπογραφθεί σε άλλες χώρες, αλλά δεν μπόρεσαν να νικήσουν τα αφεντικά σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα.
Ο Πολυπολιτισμός: η Κύρια Αιτία Καθυστέρησης του Αμερικανικού Εργατικού Κινήματος; »
Το ερώτημα που τέθηκε είναι γιατί ενώ η Αμερική είχε την πιο προηγμένη τεχνολογία σε σχέση με την Γηραιά Ήπειρο (παρά το γεγονός ότι πάντα χρησιμοποιούσε Ευρωπαίους για την τεχνολογική της ανάπτυξη!) γιατί το εργατικό κίνημα παρέμεινε καθυστερημένο σε σχέση με το Ευρωπαϊκό; Σε αντίθεση με όλες της βιομηχανικές μητροπόλεις η Αμερική ποτέ δεν δημιούργησε πανεθνικό εργατικό κόμμα με κοινοβουλευτική παρουσία. Η απάντηση μπορεί να βρίσκεται στον τρόπο που αντιμετωπίστηκαν όσοι εργαζόμενοι προσπάθησαν να αυτό-οργανωθούν.
Όποτε γινόταν απεργία, η εταιρία προστασίας με όπλα στο χέρι καλούνταν να υπερασπίσει τα συμφέροντα των αφεντικών. Το χαρακτηριστικό της εποχής ήταν ότι λόγω του απεριόριστου αριθμού μεταναστών, ο ένας απεργός μπορούσε κάλλιστα να αντικατασταθεί από νεο-εισελθόντες μετανάστες οι οποίοι έπιαναν «δουλειά» σαν ρουφιάνοι-μπάτσοι της εταιρίας προστασίας των αφεντικών, και μετά έκλεβαν την δουλειά του άλλου. Ωσότου ερχόταν και η σειρά τους για απόλυση και μετά πάθαιναν το ίδιο και αυτοί. Η πιο φημισμένη εταιρία λέγονταν Πίνκερτονς και δημιουργήθηκε για να βοηθήσει τα αφεντικά να κρατάνε τους μισθούς χαμηλά και τους απεργοσπάστες ψηλά.
Ο Βίκτωρ Σερζ, ο επαναστάτης της Σοβιετικής Ένωσης στην εποχή του Λένιν, είχε γράψει τ’ ακόλουθα για το ζήτημα αυτό:
«Στην Αμερική η συμμετοχή των ιδιωτικών αστυνομιών έχει μεγαλώσει αφάνταστα. Τα γραφεία των φημισμένων ιδιωτικών ντέντεκτιβ προμηθεύουν τους καπιταλιστές με εχέμυθους πληροφοριοδότες, ειδικούς προβοκάτορες, τυφεκιοφόρους, φύλακες, εργοδηγούς και εντελώς διεφθαρμένους ‘αγωνιστές συνδικαλιστές’. Οι ιδιωτικοί ντέντεκτιβ Πίνκερτονς, Μπούρνς και Θίελς είχαν 100 κεντρικά γραφεία και 10.000 τοπικά - έχουν υπό τον έλεγχο τους 135.000 ανθρώπους… Ο ετήσιος τζίρος τους είναι $65εκ. Έχουν στήσει βιομηχανικό φακέλωμα, φακέλωμα στους τόπους εργασίας, στα εργοστάσια, στα γιαπιά, στα λιμάνια οπουδήποτε εργάζονται οι εργάτες. Δημιούργησαν το πρότυπο του εργάτη-ρουφιάνου»
In the United States, the participation of the private police in the conflicts between labour and capital has grown fearfully. The offices of famous private detectives provide the capitalists with discreet informers, expert provocateurs, riflemen, guards, foremen and also totally corrupt “trade union militants”. The Pinkertons, Burns and Thiels detective agencies have 100 head offices and about 10,000 branches: they supposedly employ 135,000 people. Their annual budget comes to $65 million. They have set up industrial espionage, factory-floor espionage, espionage in the workshop, the shipyards, offices, and wherever there are workers employed. They have created the prototype of the worker-informer. [5]http://www.marxists.org/archive/serge/1926/repression/ch2.htm

Σε ένα άρθρο του, πριν πεθάνει ο Τρότσκι, προσπάθησε να σκιαγραφήσει τις διαφορές του ευρωπαϊκού κινήματος με το αμερικανικό. Σκιαγράφησε την άποψη ότι σχεδόν σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα δημιουργήθηκαν πανεθνικά συνδικάτα και πολιτικά κόμματα της εργατικής τάξης όχι όμως στις ΗΠΑ. Σε αυτό το ζήτημα λίγοι έχουν δώσει προσοχή νομίζοντας ότι η Αμερική είναι απλώς μια προέκταση της Ευρώπης και ίδια με την Ευρώπη, ενώ είναι ένα έκτρωμά της.
Μείωση του Μεταναστευτικού Κατακλυσμού-Αύξηση των Δυνάμεων του Λαού »
Μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο οι Αμερικανοί δεν είχαν ούτε ένα πανεθνικό εργατικό κόμμα, ούτε είχαν πανεθνικά συνδικάτα. Η άνοδός τους έγινε μετά το τέλος του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και μετά την άρση της εισαγωγής μεταναστών, ιδιαίτερα μετά το 1924. Το κραχ του 1929 οδήγησε τον 1 στους 3 στην ανεργία αλλά παράλληλα, λόγω της καταστροφής αυτής, οδήγησε τους εναπομείναντες στη δουλειά, να παλέψουν για να τις κρατήσουν με σοβαρές μάχες. Έτσι δημιουργήθηκαν τα πανεθνικά συνδικάτα και η μεταπολεμική (2ΠΠ) άνοδος του κινήματος ισότητας των μαύρων με τους υπόλοιπους πολίτες στην Αμερική, που παραλίγο να οδηγήσει στη δημιουργία Πανεθνικού εργατικού κόμματος. Όμως δεν έγινε, αφού στην δεκαετία του 1980 ξανάρχισε νέος γύρος μεταναστευτικού κατακλυσμού στις ΗΠΑ που έχει οδηγήσει στις μέρες μας να προέρχεται ένα 10% του πληθυσμού μόνο από μια χωρά, το Μεξικό, ενώ τα νούμερα μιλάνε για μια μετανάστευση του επιπέδου τον 40-50 εκατομμυρίων μέσα σε 25 χρόνια. Έτσι βλέπουμε ότι η δημιουργία λαϊκού κινήματος ήταν εφικτή όταν τα αφεντικά δεν είχαν πλεόνασμα εργατικού δυναμικού, ιδιαίτερα την περίοδο του 1930-1970.
Η δημιουργία ενός κράτους-έκτρωμα με πολλαπλές εθνότητες να ζουν η καθεμιά στο δικό της γκέτο και το κράτος να έχει τον υπέρ-εθνικό ρόλο της επίβλεψης της «καλής συμπεριφοράς» των γκέτο, οδήγησε στην περιβόητη θεωρία του πολυπολιτισμού, που δεν έχει σχέση με την ειρηνική συνύπαρξη των διαφόρων λαών, αλλά με μια κοινωνία κομμένη και ραμμένη με βάση το κατώτερο επίπεδο. Τα εθνικά προϊόντα της Αμερικής στην τροφοδοσία για παράδειγμα, είναι κατώτερα από αυτά που παράγουν τα εθνικά κράτη της Ευρώπης, αφού η Αμερική αναγκάζεται να παράγει προϊόντα χαμηλής ποιότητας για να είναι αποδεχτά από όλες τις διαφορετικές εθνότητες. Έτσι, ούτε γεύση έχουν, ούτε κανένα χαρακτηριστικό, ούτε καμιά ιδιαιτερότητα. Στην τελική ανάλυση αυτός είναι ο σκοπός του πολυπολιτισμικού αχταρμά. Να χάσει ο κάθε λαός την ιστορία του, τις παραδόσεις του, την διατροφή του και τον ιστορικό τρόπο διαβίωσής του. Όλα αυτά να μην αντικατασταθούν με κάτι ανώτερο αλλά με τη βιομηχανία του φαστ φουντ, με τις εισαγόμενες σαβούρες χαμηλού κόστους, που έχουν πιο πολύ σχέση με τη σαπίλα στη διανοητική σκέψη. Μια «σκέψη» που ορίζει ότι ο αμερικανικός πολυπολιτισμός είναι ό,τι ανώτερο μπορεί να φέρει η ανθρωπότητα, όταν όλοι γνωρίζουν ότι είναι ένα σύστημα υπό διάλυση.

Βιβλία
Robert Michael Smith-From Blackjacks to Briefcases
Vernon Briggs-Mass Immigration and the National Interest

Gran Torino

Από: Κίμπι

Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που συμπυκνώνουν μ’ ένα υπέροχο τρόπο την εποχή τους, τη γενιά τους, τη χώρα τους, τον πολιτισμό και το σύστημα αξιών τους. Αυτή τους η ιδιότητα φαίνεται να τους υπερβαίνει, δεν είναι απαραίτητο να τη συνειδητοποιούν ή να την υπηρετούν με πρόθεση, σχέδιο και πρόγραμμα. Μπορεί απλώς να τους προκύπτει. Μπορεί το κοινωνικό τους ένστικτο, η πολιτική τους διαίσθηση να καταφέρνει να φιλτράρει και να ανταποδίδει εύστοχα διεργασίες που δεν έχουν καταφέρει να «πιάσουν» ούτε τα πολυπληθέστερα ερευνητικά και ακαδημαϊκά επιτελεία. Συμβαίνει πρωτίστως στην τέχνη.
Είδα το «Gran Torino». Και εδραίωσα την ιδέα ότι ο Κλιντ Ίστγουντ, αυτός ο «ήσυχος ρεπουμπλικανός», ο ψυχρόαιμος καουμπόι, ο εκδικητικός μπάτσος του Χόλιγουντ, αποτελεί τελικά μία από τις πιο ευαίσθητες χορδές του. Οι τελευταίες πέντε- έξι ταινίες του ανακεφαλαιώνουν μ’ έναν εμβληματικό τρόπο τη μεταπολεμική αμερικανική ιστορία. Ανακοινώνουν, άλλοτε χαμηλόφωνα (όπως το «Million dollar baby»), άλλοτε εκκωφαντικά (όπως οι «Σημαίες των προγόνων μας» και η «Ίβο Ζίμα), την κονιορτοποίηση του «αμερικανικού ονείρου». Και μετά, το «αρχειοθετούν» με τον προσήκοντα σεβασμό στο νεκροταφείο της συλλογικής μνήμης. Αυτό συμβαίνει ακόμη περισσότερο στην τελευταία ταινία του, στο «Gran Torino», στο οποίο ο Κλιντ Ίστγουντ ανακεφαλαιώνει -και αναθεωρεί- τον εαυτό του και τη μυθολογία την οποία, ηθελημένα ή αθέλητα, εκπροσώπησε. Είναι πιθανό (το απεύχομαι), με μια αίσθηση των ορίων του ανθρώπινου χρόνου και παρ’ ότι δηλώνει ότι θα δουλεύει και θα κινηματογραφεί μέχρι τέλους (αλλά ποιος ξέρει πότε είναι αυτό το τέλος;), να μας κλείνει το μάτι μ’ ένα είδος απολογισμού-αποχαιρετισμού, μια κινηματογραφική διαθήκη.
Προλαβαίνω τη σκέψη σας (τι δουλειά έχει εδώ πάλι, σ’ αυτή τη στήλη, ένας λιβανωτός στον Ίστγουντ; σε οικονομικό ένθετο γράφεις, όχι στο «Καγιέ ντε σινεμά»), προκαταβάλλοντας το συμπέρασμά μου: το «Gran Torino» μάς λέει πολύ πιο ουσιώδη πράγματα για την ύφεση -ή, πιο σωστά, για την κρίση ενός ολόκληρου οικονομικού πολιτισμού- από όσα μας αραδιάζουν ο περιπλανώμενος (με το αζημίωτο) νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, οι αλληλοαναιρούμενες φλυαρίες των κεντρικών τραπεζιτών, τα αυτοκαταργούμενα «μανιφέστα» του G20 και των Συνόδων Κορυφής της Ε.Ε. Και, το κυριότερο, είναι μια ειλικρινής κατάθεση των συνενοχών που κουβαλάει η «άλλη» Αμερική για ανομήματα της επίσημης.
Τα σύμβολα της ταινίας είναι κάτι παραπάνω από προφανή: τόπος, μια κωμόπολη του Μίσιγκαν, περικυκλωμένη από το Ντιτρόιτ, την καρδιά του ιστορικού καπιταλισμού των ΗΠΑ, την πολιτεία της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, μια Motor City. Πρωταγωνιστής, υπερήλικας Αμερικανός, πολωνικής καταγωγής, «τέκνο» της Μεγάλης Ύφεσης, βετεράνος του πολέμου στην Κορέα, πνιγμένος σε ανομολόγητες τύψεις για τα μικρά και μεγάλα εγκλήματα στα οποία συνέργησε. Συνταξιούχος εργάτης της Ford, κατάφερε να «μετατάξει» τα παιδιά του στη μεσοαστική Αμερική. Αλλά, τα παρατηρεί με απέχθεια να προτιμούν τα γιαπωνέζικα από τα αμερικανικά αυτοκίνητα. Φετίχ του, το Gran Torino, μοντέλο του 1972, όταν η Ford μεσουρανούσε και η αμερικανική οικονομία εκτόξευε στο σύμπαν των αγορών λαμπερά αγαθά και νέες καταναλωτικές αξίες. Ο Γουόλτ Κοβάλσκι, αποξενωμένος από την οικογένειά του, επιλέγει να ζήσει τη δύση του βίου του στο μικρό του φρούριο, ένα σπίτι-κιβωτό του παλαιού κόσμου, περικυκλωμένος από τους «κιτρινιάρηδες» γείτονες που έχουν εποικίσει τον άλλοτε «παράδεισο» του προλεταριακού καθωσπρεπισμού. Οι Ασιάτες γείτονες μιλούν ακατανόητες γλώσσες, έχουν ακατανόητα έθιμα, ο Κοβάλσκι-Ίστγουντ γρυλίζει διαρκώς αμερικανικές, ρατσιστικές βρισιές σε βάρος τους, αλλά κατά βάθος κατανοεί ότι πρέπει να συμβιώσει μ’ αυτή την ιδιότυπη ανθρώπινη συλλογή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Χωρίς ίχνος πολιτικής ορθότητας, διασχίζει το αδιόρατο σύνορο που χωρίζει το καλοσυντηρημένο γκαζόν του από τον ξεραμένο κήπο των Ασιατών γειτόνων του και προσπαθεί ν’ αντιληφθεί τον φοβισμένο νέο κόσμο που αναπόφευκτα διαδέχεται τον επηρμένο αλλά παρηκμασμένο δικό του. Ο διάλογος ανάμεσα σε γενιές, φυλές, πολιτισμούς, κόσμους που προκύπτει διακυμαίνεται από το χιούμορ μέχρι την τραγωδία, έχει διαστάσεις καθημερινές αλλά και αιματηρές, και καταλήγει σε ένα είδος θυσίας-κάθαρσης, με την οποία ο ήρωας αναλαμβάνει μια ατομική και συνάμα κοινωνική αποστολή: να ξεπλύνει τις «αμαρτίες» που βαραίνουν τον ίδιο, το έθνος του, την τάξη του, τη γενιά του για την παγκοσμιοποιημένη βία στην οποία συναίνεσαν. Και να κληροδοτήσει στους κληρονόμους που επιλέγει ο ίδιος (όχι στους φυσικούς διαδόχους του, τους γιους του, αλλά στους «κιτρινιάρηδες» γείτονές του) εκείνο το πυρηνικό απόθεμα ανθρωπιστικών αξιών που δεν «κάηκε» έπειτα από τόσες δεκαετίες καπιταλιστικής εκπαίδευσης.
Η ταινία δεν είναι μια τοιχογραφία της σύγχρονης Αμερικής, δεν θέλει να τα πει όλα. Εστιάζει το ενδιαφέρον της στον μικρόκοσμο των αμερικανικών Middletown που έχουν χάσει πια την αίγλη της βιομηχανικής ευημερίας και δεν είναι οι μικροί παράδεισοι των καλοπληρωμένων «μπλε κολάρων», αλλά πολυεθνικά συνονθυλεύματα ανέργων και ημιαπασχολουμένων που δεν πρόλαβαν τα χρόνια της ευημερίας και βυθίζονται στη μιζέρια. Αφροαμερικανοί, ισπανόφωνοι, Ασιάτες βρίσκονται εκτεθειμένοι στη βιομηχανική παρακμή, στην εγκατάλειψη των Middletown, στην ανυπαρξία κοινωνικού κράτους, στη διάλυση των ταξικών δεσμών, σ’ έναν νέο κύκλο φυλετικού μίσους και στην ανεξέλεγκτη ένοπλη βία των συμμοριών που συγκροτούν οι αποκλεισμένοι φτωχοδιάβολοι της γκρίζας Αμερικής. Σ’ αυτή τη βία εστιάζει το «Gran Torino», σαν το σημαντικότερο σύμπτωμα μιας κοινωνικής και οικονομικής κρίσης που έχει ξεκινήσει πολύ πριν αναγγελθεί επίσημα η «Μεγάλη Ύφεση» του 21ου αιώνα. Βία που δεν έχει λόγο να φοράει κουκούλα, βγάζει με θράσος τη γλώσσα στην Αστυνομία και μετατρέπει τον κοινωνικό πόλεμο σε ένα εμφύλιο ολοκαύτωμα των αποκλεισμένων. Η μικρή κόλαση που εκτυλίσσεται στην ταινία ενσαρκώνει εν σπέρματι τον βασικό φόβο όλων όσοι προβλέπουν στις παρενέργειες της οικονομικής κρίσης μιαν ανεξέλεγκτη, ασύμμετρη κοινωνική έκρηξη, έξω από συμβατικές δομές της οργανωμένης ή και της αυθόρμητης συλλογικής αντίδρασης.
Απέναντι σ’ αυτό τον φόβο, θα περίμενε κανείς ότι η αντίδραση του «ήσυχου ρεπουμπλικανού», που με μεγάλη ευκολία ανασύρει από την αποθήκη το γυαλισμένο του Μ1, θα ήταν η αυτοδικία, η «δικαιοσύνη του Κάλαχαν», όλα όσα ενσαρκώνει ο ίδιος ο Ίστγουντ με τη macho κινηματογραφική μυθολογία του. Αλλά το όπλο του περιφέρεται και επιδεικνύεται χωρίς ποτέ να χρησιμοποιηθεί, οι σφαίρες δεν ανταποδίδονται και τελικά ο Ίστγουντ απογυμνώνει τον ήρωά του -όπως και τον εαυτό του- από κάθε ηρωισμό («δεν είμαι ήρωας», βρυχάται στους φοβισμένους Ασιάτες που τον βλέπουν σαν σωτήρα) και τον παραδίδει ως πρόβατο επί σφαγή, θυσία σ’ ένα μακελειό χωρίς αιτία.
Δεν σας λέω περισσότερα (έχω ήδη πει πολλά) για την πλοκή του έργου ώστε να έχετε κίνητρο να το δείτε. Αναρωτιέμαι αν θα δείτε πράγματα που είδα κι εγώ – είναι πολύ πιθανό η θετική μου προδιάθεση για τον δημιουργό που μας έχει εκπλήξει ευχάριστα (αλλά και τόσο δυσάρεστα…) να προσθέτει στην εικόνα του πράγματα που δεν υπάρχουν ούτε ως πρόθεση ούτε ως υπονοούμενο. Δεν έχει και τόση σημασία. Σημασία έχει να δείξουμε δεκτικότητα στις αλλαγές που έρχονται. Έστω και λίγη από τη δεκτικότητα του ήρωα του «Gran Torino», του Γουόλτ Κοβάλσκι. Ή του ίδιου του Κλιντ Ίστγουντ, που μεθοδικά ξύνει τα τελευταία ψήγματα λούστρου από τη χλωμή Αμερική. Καθώς οι μελλοντολόγοι της καταστροφής μάς προετοιμάζουν για ένα τεκτονικό σεισμό που θα μετατρέψει αυτοκρατορίες σε παρίες της διεθνούς οικονομίας, μητροπόλεις της ευημερίας σε θερμοκήπια εξαθλίωσης και τα καλοβαλμένα μικροαστικά σπίτια σε αβέβαια καταφύγια επιβίωσης, ας διασχίσουμε το τοπίο της ύφεσης ψύχραιμοι. Σαν να κάνουμε βόλτα με τη στιλάτη, απαστράπτουσα «Gran Torino» του Γουόλτ Κοβάλσκι στη βομβαρδισμένη Γάζα…

Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

Οι φλούδες του κρεμμυδιού

Από: Felnikos

Κι οι καρδιές μας ξεριζώνουνται, το μυαλό μας ξεφλουδίζεται σαν τις φλούδες του κρεμμυδιού, κι ο εαυτός μας χαμένος, χαμένος. Σ’ έναν τελικό φόβο που κανείς δεν καταλαβαίνει.

Κατέφυγα στον T. Σ. Έλιοτ λόγω της σημερινής Ημέρας Ποίησης, αλλά και επειδή πιστεύω ότι οι στίχοι του στο Φονικό στην εκκλησιά αποδίδουν με τον καλύτερο τρόπο την ψυχολογία των πολιτών τούτες τις παράξενες και περίεργες μέρες της κρίσης. Κρίση οικονομική, κοινωνική, πολιτική. Κρίση εθνική και παγκόσμια. Κρίση συνολική και επιμέρους. Κρίση προσωπική, όντως για έναν τελικό φόβο που κανείς δεν καταλαβαίνει.
Εκτός όμως από αυτόν τον φόβο, υπάρχουν και ορισμένα άλλα πράγματα, στα καθ’ ημάς, που συνέβησαν την εβδομάδα που μας πέρασε και είναι ακατανόητα. Τουλάχιστον για μένα, αλλά νομίζω και για πολλούς άλλους. Ας... ξεφλουδίσουμε, λοιπόν, τις φλούδες αυτού του κρεμμυδιού.
Καταρχήν, έχουμε την περίπτωση του εκπροσώπου Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Γ. Παπακωνσταντίνου, όστις θεωρείται και ειδήμων στα οικονομικά. Ο φέρελπις βουλευτής Κοζάνης, αν και θεωρείται σοβαρός και όχι λαϊκιστής, προσεχώρησε στον άκρατο λαϊκισμό ορισμένων δημοσιογράφων, οι οποίοι, όπως συνήθως συμβαίνει στη χώρα μας, ομιλούν, από τηλεοράσεως, για τα πάντα, ακόμα κι αν δεν γνωρίζουν το θέμα. Τους αρκεί να στοχοποιούν καταστάσεις ή πρόσωπα και να «επιχειρηματολογούν» με ακράτεια, ακόμα κι αν γίνονται καταγέλαστοι, τουλάχιστον σε όσους διαθέτουν στοιχειώδη γνώση του θέματος το οποίο αυτοί οι δοκησίσοφοι... πυροβολούν.
Εξεγέρθησαν, λοιπόν, κάποιοι εκ των δημοσιολογούντων επειδή εξαιρέθηκαν οι τράπεζες από την έκτακτη εισφορά που επέβαλε η κυβέρνηση σε κατηγορίες φορολογουμένων. Είπαν, και τι δεν είπαν (και το έγραψαν) για το «μεγάλο λάθος» και τις «διακρίσεις υπέρ των ισχυρών» που γίνονται. Και την ίδια στιγμή, υπερθεμάτιζαν για την ανάγκη επέκτασης των χορηγήσεων δανείων. Να μπει φόρος 10-20% στις τράπεζες και αυτές να δώσουν περισσότερα δάνεια στους πολίτες και τις επιχειρήσεις, ήταν η μόνιμη επωδός.
Αυτή την επιχειρηματολογία με περισσή σπουδή υιοθέτησε και ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ. Εντάξει, να το πράξουν οι δημοσιογράφοι. Δοκησίσοφοι είναι. Να το λέει, όμως, και ο Γ. Παπακωνσταντίνου, ο οποίος οφείλει τουλάχιστον να γνωρίζει, πάει πολύ. Τι οφείλει να γνωρίζει ο εκπρόσωπος και τι να μάθουν οι δημοσιολογούντες; Τα εξής απλά:
Σύμφωνα με τα οριζόμενα από το εποπτικό πλαίσιο της Τράπεζας της Ελλάδος για τα πιστωτικά ιδρύματα, αυτά οφείλουν να διατηρούν ελάχιστο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 8%. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε 1 δισ. ευρώ χορηγήσεων, οι τράπεζες οφείλουν να διακρατούν κεφάλαια ύψους 80 εκατ. ευρώ. Συνεπώς, εάν το Δημόσιο επέβαλλε στις σημερινές συνθήκες επιπρόσθετη φορολόγηση στις τράπεζες, η μείωση των κεφαλαίων τους θα επέφερε ανάλογη μείωση και της δυνατότητάς τους για χορήγηση δανείων, προκειμένου να διατηρήσουν τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο προβλεπόμενο επίπεδο.
Έτσι, για κάθε 80 εκατ. ευρώ πρόσθετου φόρου, 1 δισ. ευρώ λιγότερα δάνεια θα διοχετεύονταν στην αγορά, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της ζήτησης στην οικονομία, της επιχειρηματικής και επενδυτικής δραστηριότητας, αλλά και της ιδιωτικής κατανάλωσης. Αυτό με τη σειρά του θα είχε επίπτωση τελικά και στα έσοδα του Δημοσίου, το οποίο στο συγκεκριμένο παράδειγμα θα καρπωνόταν από τη μια τα 80 εκατ. ευρώ πρόσθετων φόρων από τις τράπεζες, αλλά από την άλλη θα έχανε 190 εκατ. έσοδα από ΦΠΑ, αφού θα περιοριζόταν η κατανάλωση κατά 1 δισ. ευρώ από τα δάνεια που δεν θα είχαν διοχετευθεί από τις τράπεζες προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Αν, δηλαδή, καλούνταν οι τράπεζες να πληρώσουν 400 εκατ. ευρώ, όπως λέγεται, αυτό θα σήμαινε ότι θα έπρεπε να δώσουν 5 δισ. ευρώ λιγότερα δάνεια, ενώ ταυτόχρονα το Δημόσιο θα έχανε έσοδα 950 εκατ. ευρώ από ΦΠΑ. Τόσο απλά και τόσο καθαρά. Απλή αριθμητική. Απορώ, λοιπόν, με τον Γ. Παπακωνσταντίνου που υποστηρίζει κάτι τέτοιο. Καλός ο λαϊκισμός, αλλά εκθέτεις το κόμμα που εκπροσωπείς όταν υποστηρίζεις μια μπούρδα, επειδή την είπαν κάποιοι λεγόμενοι «διαμορφωτές της κοινής γνώμης».
Εξίσου απογοητευτική, όμως, είναι και η στάση του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Αντί να βγουν εξαρχής και να πουν πώς έχουν τα πράγματα, άφηναν να γίνεται η «ζύμωση». Κάτι, μου είπαν, ψέλλισε ο υπουργός Οικονομίας για το θέμα. Αλλά κι αυτό το ’κανε χθες στις Βρυξέλλες, με καθυστέρηση, ίσως γιατί κι αυτός εκ των υστέρων έμαθε πώς ακριβώς έχει η υπόθεση.
Πάμε τώρα στο δεύτερο ακατανόητο γεγονός. Κι αυτό εκπορεύεται από το ΠΑΣΟΚ. Είπε η υπεύθυνη για τα θέματα Οικονομίας, Λούκα Κατσέλη, ότι τα κυβερνητικά μέτρα για την εισοδηματική πολιτική είναι προεκλογικά. Δεν ξέρω πόθεν το τεκμαίρει αυτό, αλλά μάλλον είναι η μόνη που εκλαμβάνει το πάγωμα των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων, καθώς και τον «κεφαλικό» λεγόμενο φόρο, ως προεκλογική τακτική.
Αν κάτι έδειξαν τα πρόσφατα μέτρα είναι ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται όντως να προσφύγει εκτάκτως στις κάλπες. Μπορεί να είναι ανεπαρκείς, ασόβαροι, αλλά πανηλίθιοι οι κυβερνώντες δεν μπορεί να είναι. Ποιος έχων στοιχειωδώς σώας τας φρένας θα έκανε εκλογές λαμβάνοντας τέτοια μέτρα; Εκτός κι αν η κυρία Κατσέλη ή το ΠΑΣΟΚ θεωρούν ότι τα μέτρα έχουν κοινωνική απήχηση. Αν πιστεύουν κάτι τέτοιο, αλλάζει το πράγμα.
Πάντως, στη συνείδηση των πολιτών μάλλον ως αποσπασματικά και εν πολλοίς άδικα για τη μεσαία τάξη εγγράφονται. Ειδικά, μάλιστα, στους περίπου 800.000 δημοσίους υπαλλήλους μόνο γκρίνια και θυμό προκάλεσαν. Η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός που επικρατεί στη ΔΑΚΕ των δημοσίων υπαλλήλων το πιστοποιεί και οι επόμενες ημοσκοπήσεις θα καταγράψουν το πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση.
Αυτό το γνωρίζουν στο Μαξίμου, αλλά φαίνεται στην Ιπποκράτους δεν το έχουν μάθει ακόμη και γι’ αυτό προβαίνουν σ’ αυτές τις ακατανόητες δηλώσεις. Προφανώς, η κυρία Κατσέλη το έκανε από την κεκτημένη ταχύτητα της εκλογολογίας που διακινεί το ΠΑΣΟΚ, με προεξάρχοντες τους κυρίους Ι. Ραγκούση και Μιχ. Χρυσοχοΐδη, οι οποίοι συνεχίζουν, όλως, περιέργως να στοιχηματίζουν υπέρ της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες.
Βέβαια, ο Μάρτιος δεν τους «κάθισε», το ίδιο και ο Απρίλιος. Σε λίγο θα χάσουν και τον Μάιο. Και τότε θα τους έχει απομείνει το σενάριο της «διπλής», με τις ευρωεκλογές, κάλπης. Μέχρι να χάσουν κι αυτό. Εκτός και αν οι κύριοι Ραγκούσης και Χρυσοχοΐδης έχουν κάποια «εμπιστευτική πληροφόρηση» και γι’ αυτό επιμένουν. Ελπίζω, βέβαια, να μην είναι σαν αυτή του Μαρτίου και των συγκεκριμένων ημερομηνιών του Απριλίου που διακινούσαν.
Αν πάντως τα λεγόμενά τους δεν είναι προϊόν «εμπιστευτικής πληροφόρησης», καλύτερα να σωπάσουν, γιατί κινδυνεύουν να γίνουν σαν το τσοπανόπουλο του γνωστού παραμυθιού. Και, βέβαια, κάνουν και κακό στο κόμμα τους, καθώς ο κίνδυνος κορεσμού των πολιτών και, κατ’ αντιστοιχίαν, και του «πράσινου» κομματικού μηχανισμού είναι εμφανής.
Το να έχεις τα στελέχη και τους οπαδούς σου στην... τσίτα με τις εκλογές που ολοένα γίνονται και ποτέ δεν προκηρύσσονται είναι δίκοπο μαχαίρι. Μπορεί να υπάρξει απογοήτευση και ο μηχανισμός να «κλατάρει». Άσε που κερδίζει έδαφος η φιλολογία ότι είσαι εσύ ο αδύναμος, αφού δεν μπορείς να επιβάλεις εκλογές σε μια κυβέρνηση με οριακή δεδηλωμένη και υπό κατάρρευση.
Εκτός και αν η φιλολογία περί επικείμενων πρόωρων εκλογών γίνεται για να καλυφθούν πολιτικές και οργανωτικές αδυναμίες του κόμματος της μείζονος αντιπολίτευσης. Αντί, δηλαδή, να προετοιμάζεται και να αναπτύσσεται πολιτικά και οργανωτικά το ΠΑΣΟΚ, για να είναι έτοιμο να στηρίξει αύριο μια πιθανή κυβέρνηση, κάτι που σημαίνει επίπονη δουλειά αλλά και συγκρούσεις, έχει κάνει την επιλογή να βρίσκεται απλώς σε εγρήγορση λόγω της προκήρυξης δήθεν πρόωρων εκλογών.
Αν αυτό συμβαίνει, τότε ο Γ. Παπανδρέου θα βρεθεί προ εκπλήξεων. Και τη στιγμή που θα γίνουν οι εκλογές, αλλά και μετά εφόσον σχηματίσει, όπερ και το πιθανότερο, κυβέρνηση. Δεν θα έχει δοκούς στήριξης. Και θα είναι αιχμάλωτος ισορροπιών παραγόντων, συμφερόντων και ποικιλώνυμων κέντρων νομής της εξουσίας.
Το τρίτο ακατανόητο πράγμα είναι η κυβερνητική πολιτική στα θέματα δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Ποτέ άλλοτε μια κυβέρνηση δεν ήταν τόσο ελάχιστα αποτελεσματική, αν όχι ανίκανη, να διαχειριστεί τέτοιου είδους εσωτερικές υποθέσεις. Ποτέ άλλοτε το κράτος δεν ευτελίστηκε τόσο όσο το τελευταίο ειδικά τετράμηνο. Ποτέ άλλοτε οι πολίτες δεν ήταν τόσο ανασφαλείς. Ποτέ άλλοτε η βία, η εγκληματικότητα, η τρομοκρατία δεν γνώρισαν τέτοια αποθέωση. Ποτέ άλλοτε, και μάλλον σε κανένα σημείο του πλανήτη, δεν έχουν ανακοινωθεί με τη μορφή δελτίου Τύπου τα επιχειρησιακά σχέδια της Αστυνομίας. Φτάσαμε, μάλιστα, στο έσχατο σημείο της ξεφτίλας: να ποινικοποιούμε τις κουκούλες, επειδή δεν μπορούμε να συλλάβουμε αυτούς που τις φορούν. Να παίζουμε με το ποινικό δίκαιο, τις ατομικές ελευθερίες, το κράτος δικαίου, επειδή οι μηχανισμοί πρόληψης και καταστολής του εγκλήματος είναι αποκριάτικος καρνάβαλος.
Αντί να παραδεχθούμε την ανικανότητα και να κοιτάξουμε πώς μπορεί να αναδιοργανώσουμε την Αστυνομία και τις υπηρεσίες ασφαλείας, μεταθέτουμε το πρόβλημα στους άλλους, στους κουκουλοφόρους, τους ταραξίες, τους εγκληματίες και τους τρομοκράτες.
Εκτός κι αν όλο αυτό το «παιχνίδι» γίνεται συνειδητά, για να φτιαχτεί ένα αυταρχικό κράτος και να εμποτιστεί η συνείδηση των πολιτών με ακραίες αντιλήψεις, ώστε η πολιτική και εκλογική αντιπαράθεση να γίνει μεταξύ των δυνάμεων της «τάξης» και της «αταξίας».
Αν κάποιοι στην κυβέρνηση έχουν στο μυαλό τους τέτοιες ιδέες, είναι μακριά νυχτωμένοι. Αν θεωρούν ότι μπορεί να επαναληφθεί η «στρατηγική του φόβου και του θανάτου» των πυρκαγιών του καλοκαιριού του 2007, δεν έχουν καταλάβει τίποτε. Αν πιστεύουν ότι μπορεί να κάνουν delete το 18μηνο που μεσολάβησε και τα όσα σ’ αυτό συνέβησαν, μάλλον πρέπει, εκτός από ορισμένα βασικά μαθήματα πολιτικής, να παρακολουθήσουν και κάποια τεστ στα οποία οι επιστήμονες της ψυχιατρικής υποβάλλουν τους ασθενείς τους. Αν νομίζουν ότι μπορεί να υπάρξει ώσμωση του φόβου ένεκα της οικονομικής κρίσης με τον φόβο για την ασφάλεια της καθημερινότητας ώστε να «σκαναριστεί» μια φοβική κοινωνία, στην οποία οι κυβερνώντες θα έχουν κυρίαρχο ρόλο, σύντομα θα διαψευστούν οικτρά. Οι μόνοι κερδισμένοι από μια τέτοια εξέλιξη θα είναι οι αντίπαλοί τους.
Η Ν.Δ., εκτός από τον μεσαίο χώρο, τον οποίο θα κερδίσει το ΠΑΣΟΚ που προβάλλει μια διαφορετική στρατηγική και για την οικονομική κρίση και για τα θέματα ασφαλείας, θα χάσει και προς τα δεξιά της, προς το κόμμα του Γ. Καρατζαφέρη, το οποίο διά των εκπροσώπων του προπαγανδίζει τη μετωπική σύγκρουση με τις δυνάμεις της «αταξίας».
Αν εκτός από τη στάγδην πολιτική απίσχνανση της κυβέρνησης έχουμε και ανοιχτό κοινωνικό πόλεμο, τότε το κόμμα της Ν.Δ. δύσκολα θα μπορέσει να αποφύγει -εκτός από την εκλογική ήττα- και την ταχεία ανάπτυξη κεντρόφυγων τάσεων στο εσωτερικό του.
Πάντως, στα όσα ακατανόητα περιγράψαμε, και κυρίως στον τελικό φόβο που κανείς δεν καταλαβαίνει, Ημέρα Ποίησης που είναι, υπάρχει μια απάντηση που πρέπει να δώσουμε. Αυτή του Γ. Σεφέρη, που είναι και ο μεταφραστής, στα καθ’ ημάς, του T. Σ. Έλιοτ:
Πού πήγε η μέρα η δίκοπη που είχε τα πάντα αλλάξει;/ Δεν θα βρεθεί ένας ποταμός να ’ναι για μας πλωτός;/ Δεν θα βρεθεί ένας ουρανός τη δρόσο να σταλάξει/ για την ψυχή που νάρκωσε κι ανάθρεψε ο λωτός/ Στην πέτρα της υπομονής προσμένουμε το θάμα/ που ανοίγει τα επουράνια κι είν’ όλα βολετά/ προσμένουμε τον άγγελο σαν το πανάρχαιο δράμα/ την ώρα που του δειλινού χάνονται τ’ ανοιχτά/ τριαντάφυλλα... ρόδο άλικο του ανέμου και της μοίρας/ μόνο στη μνήμη απέμεινες ένας βαρύς ρυθμός/ ρόδο της νύχτας πέρασες, τρικύμισμα πορφύρας/ τρικύμισμα της θάλασσας... ο κόσμος είναι απλός.