του Μελέτη Μελετόπουλου
Ο ελληνικός κόσμος ζει εδώ και χιλιετίες σ’ έναν εξαιρετικά κομβικό γεωγραφικό χώρο, όπου διασταυρώνονται πολλαπλές γεωπολιτικές πιέσεις από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Η διαρκής ένταση που παράγεται από τα αμετάβλητα γεωπολιτικά δεδομένα κρύβεται άλλωστε πίσω από το μεγαλείο του ελληνικού πολιτισμού αλλά και παράγει μέγιστη και ακατάπαυστη αστάθεια και ρευστότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η πατριωτική αντίληψη δεν αποτελεί απλώς ευγενή έκφραση ανιδιοτέλειας και αλληλεγγύης ούτε αφηρημένο ιδεολόγημα, αλλά πραγματιστικό όρο συλλογικής επιβίωσης.
Η αποτελεσματικότητα των ηγετών στην αντιμετώπιση των εξωτερικών απειλών συνιστά ιστορικά το βασικότερο κριτήριο της προσφοράς τους και της υστεροφημίας τους, από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Για τον ίδιον επίσης λόγο, η άνοδος και η πτώση των πολιτικών συστημάτων συντελούνται στη μακραίωνη ελληνική ιστορία σε συνάρτηση με εξωτερικά γεγονότα, σχεδόν χωρίς εξαιρέσεις.
Τις τελευταίες δεκαετίες, κυρίως λόγω της καπηλείας της έννοιας του έθνους από τη δικτατορία των συνταγματαρχών (1967- 74),που οδήγησε τη χώρα στην εθνική τραγωδία της Κύπρου, το πατριωτικό συναίσθημα δυσφημίσθηκε, ταυτίσθηκε με τον εθνικισμό, που είναι εντελώς διαφορετική εννοιολογική κατηγορία, συκοφαντήθηκε και απαξιώθηκε, κυρίως στο χώρο της αριστεράς.
Συνέβη μάλιστα το εξής παράδοξο: ο πατριωτισμός θεωρήθηκε αντίποδας του εκσυγχρονισμού, με αποτέλεσμα η «εκσυγχρονιστική τάση» στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ να βρεθεί αντιμέτωπη με το λεγόμενο «πατριωτικό ΠΑΣΟΚ».
Παράδοξο, διότι οι εκσυγχρονιστικές κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη ενέταξαν την Κύπρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και την Ελλάδα στην «οικονομική και νομισματική ενότητα» (ΟΝΕ), και επέτυχαν να θέσουν σκληρούς όρους στην Τουρκία με τη συμφωνία του Ελσίνκι. Πράξεις εξ ορισμού πατριωτικές, διότι θωράκισαν τα εθνικά μας συμφέροντα.
Παράδοξο και διότι στο στρατόπεδο των λεγομένων «υπερπατριωτών» πρωταγωνιστούσαν πολιτικοί που συνέδεσαν το όνομά τους με εκσυγχρονιστικά μέτρα ολκής. Και, αντιστρόφως, οι μεν εκσυγχρονιστές απέτυχαν να μεταρρυθμίσουν την τριτοκοσμική αθλιότητα του ελληνικού κράτους, οι δε υπερπατριώτες αρνήθηκαν να δημιουργήσουν μια σύγχρονη, δυναμική αντίληψη του εθνικού συμφέροντος, με επίγνωση της διεθνούς πραγματικότητος.
Αυτό το παιχνίδι των λέξεων, που εγγίζει τα όρια του οξύμωρου (και στην ουσία ήταν ένας μηχανισμός ιδεολογικοποίησης εσωκομματικών αντιπαραθέσεων με αληθινό στόχο τη νομή της εξουσίας), λειτουργεί όμως αποπροσανατολιστικά.
Εκσυγχρονισμός και πατριωτισμός είναι έννοιες αναπόσπαστες:
Αφενός η εθνική ακεραιότητα και η επιτυχής αντιμετώπιση των εξωτερικών προκλήσεων είναι απαραίτητος όρος για την ύπαρξη οργανωμένου κράτους.
Αφετέρου ο εκσυγχρονισμός του κράτους και της πολιτικής ζωής, δηλαδή η υιοθέτηση του ευρωπαϊκού τρόπου διοικητικής οργάνωσης (στην ουσία του βεμπεριανού μοντέλου) και η αποβολή των ανατολίτικων-οθωμανικών καταλοίπων του κοινωνικού και πολιτικού μας βίου, αποτελεί τη βασική προϋπόθεση της αντιμετώπισης των εξωτερικών απειλών και της δημιουργικής και δυναμικής παρουσίας της Ελλάδας στα διεθνή κέντρα αποφάσεων.
Ο συνδυασμός πατριωτισμού και εκσυγχρονισμού ήταν ο βασικός άξονας της πολιτικής φιλοσοφίας του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο Βενιζέλος, πριν προχωρήσει στην ικανοποίηση των εθνικών αιτημάτων, διεκπεραίωσε μια πραγματική θεσμική επανάσταση, και μάλιστα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα.
Σήμερα, η σύνθεση των δύο αυτών στοιχείων εκκρεμεί και ασφαλώς δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από το καταρρέον πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης.
Ο δυναμικός, εξωστρεφής πατριωτισμός, που θέτει την Ελλάδα σε θέση υπεύθυνου και αξιόπιστου συνομιλητού των ταγών του δυτικού κόσμου, με όλες τις προϋποθέσεις και τις ευθύνες που αυτό συνεπάγεται, και ο ριζοσπαστικός εκσυγχρονισμός, που απαιτεί ραγδαίες θεσμικές ανακατατάξεις, με ολοκληρωτική κατάργηση της διαφθοράς και του πελατειακού συστήματος, περιμένουν την πολιτική τους έκφραση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου