Του Χρηστου Γιανναρα
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (2000)
Το τελευταίο τεύχος της περιοδικής έκδοσης «Δελτίο ΝΑΤΟ» (3/1999 - στα ελληνικά) θα ευχόμουν να διαβαστεί ευρύτατα -αν ήταν δυνατό από κάθε Ελληνα πολίτη. Προσφέρει μιαν αποκαλυπτική καταγραφή των καινούργιων στόχων της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, δηλαδή των όρων και των προοπτικών που επιβάλλει στη ζωή μας η μεταψυχροπολεμική Νέα Τάξη πραγμάτων.
Το τεύχος αρχίζει με άρθρο του υπουργού Εξωτερικών της Ιταλίας Λαμπέρτο Ντίνι, που έχει τίτλο: Αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την ασφάλεια στα Βαλκάνια. Διερωτώμενος ο αρθρογράφος για την «ικανότητα» προϋποθέτει ως αυτονόητη την «ανάγκη να γίνει η Ευρωπαϊκή Ενωση ο de facto πολιτικός και οικονομικός κηδεμόνας των Βαλκανίων» (χαρακτηριστική η πρόταξη του επιθέτου «πολιτικός»). Και επειδή μοιάζει αμφίβολο αν είναι ικανή η Ε.Ε. για τέτοιο ρόλο, την ευθύνη αναλαμβάνει το ΝΑΤΟ.
Για να μπορεί «νομότυπα» να ανταποκριθεί στην «αποστολή» του το ΝΑΤΟ, ο κ. Ντίνι υπογραμμίζει την «ανάγκη να προχωρήσουμε σε μεταρρύθμιση (του Οργανισμού) των Ηνωμένων Εθνών», προκειμένου «η Βορειοατλαντική Συμμαχία να δικαιούται να παρεμβαίνει σε καταστάσεις κρίσεων... να ενεργεί άμεσα και ανεξάρτητα από αδικαιολόγητα βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας». Ποιος και με ποια κριτήρια θα κρίνει το δικαιολογημένο ή το αδικαιολόγητο των «βέτο» δεν το διευκρινίζει ο κ. Ντίνι - προφανώς το θεωρεί αυτονόητο.
Βεβαιώνει ο επιφανής αρθρογράφος «τον ειδικό χαρακτήρα του ΝΑΤΟ ως κοινότητας αξιών, αξιών που είναι σε θέση να τις επιβάλλει σε άλλους». Τέτοιοι «άλλοι» είναι, για παράδειγμα, οι Ρώσοι και οι Σέρβοι, που «είναι μεν Ευρωπαίοι, αλλά οι αυτοκρατορίες από τις οποίες προέρχονται ήταν μόνο κατά ένα μέρος τους ευρωπαϊκές». Ο αναγνώστης συμπεραίνει λογικά ότι όποια χώρα δεν κατάγεται ιστορικά από αυτοκρατορίες εξ ολοκλήρου ευρωπαϊκές (δηλαδή δυτικοευρωπαϊκές), όποια χώρα συντηρεί «αξίες» (κοινωνικές, πολιτισμικές, εθιμικές) διαφορετικές από αυτές του ΝΑΤΟ, δεν πρέπει να αποκλείει επέμβαση της Συμμαχίας ανάλογη με αυτήν που απέβλεπε «να ενσωματώσει τη Γιουγκοσλαβία στη χορεία των δημοκρατικών εθνών».
Βέβαια, ο κ. Ντίνι δεν εξηγεί γιατί οι αξίες του ΝΑΤΟ (υπεράσπιση ανθρώπινων δικαιωμάτων, ηθική αλληλεγγύη προς τα θύματα καταπίεσης και μαζικών εκτοπισμών) δεν ήταν ανάγκη να επιβληθούν και στην Κροατία του δικτάτορα Τούτσμαν, στη Βοσνία του Ιζετμπέκοβιτς ή να αναχαιτίσουν οι αξίες αυτές τη γενοκτονία των Κούρδων, τον εκπατρισμό των Παλαιστινίων, την εθνοκάθαρση στη Βόρεια Κύπρο.
Ο αρθρογράφος διακηρύσσει την πίστη (που διατρανώθηκε και στη «Συνάντηση της Ουάσιγκτον» του ΝΑΤΟ το 1999) ότι ο μόνος «πραγματικός λόγος ύπαρξης κρατικής εξουσίας στον καιρό μας είναι η προστασία του ατόμου», ότι μετά το Κοσσυφοπέδιο «οι αρχές και των Ηνωμένων Εθνών τοποθετούν το άτομο στο κέντρο του παντός». Η Ευρώπη του οράματος της «κοινωνίας πολιτών», η Ευρώπη των αγώνων για κοινωνιοκεντρικές προτεραιότητες της πολιτικής, είναι προφανώς άγνωστη στον κ. Ντίνι -δεν κατάγεται από αυτή την Ευρώπη ούτε ο ίδιος ούτε το ΝΑΤΟ.
Στο ίδιο κλίμα κινείται και το άρθρο του ναυάρχου Γκουίντο Βεντουρόνι, προέδρου της στρατιωτικής επιτροπής της Συμμαχίας. «Η στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο, λέει, απέδειξε πως όταν έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα στο κοινό καλό (των συμμάχων) και στην ατομική ιδιοτέλεια κρατών, το ΝΑΤΟ έχει τη δύναμη να λειτουργεί ως καταλύτης (κοινής) προόδου, πέρα από τον παραδοσιακό του ρόλο της κοινής άμυνας». Η καινούργια στρατηγική αντίληψη της Συμμαχίας δίνει προτεραιότητα σε πρωτοβουλίες για επέμβαση σε «ενδοκρατικές αστικοποιημένες κρίσεις» που συνιστούν απειλή της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.
Ο χώρος της επιφυλλίδας δεν επιτρέπει παρά μόνο την αναφορά σε ένα ακόμα (άκρως αποκαλυπτικό) άρθρο του Δελτίου. Ο τίτλος του είναι: Πρέπει το ΝΑΤΟ να πάρει την πρωτοπορία στη διαμόρφωση ενός δόγματος για ανθρωπιστικές επεμβάσεις; Συγγραφέας ο Οβε Μπρινγκ, καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου στη Σχολή Αμυνας της Σουηδίας και στο πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης.
Ο καθηγητής αναγνωρίζει (τουλάχιστον) ότι η επέμβαση σφαγής του σερβικού λαού, καταστροφής της υλικοτεχνικής υποδομής και των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας του, ήταν μια πελώρια παρανομία του ΝΑΤΟ: Δεν υπήρχε έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ούτε ήταν περίπτωση «συλλογικής αυτοάμυνας» κατά τα προβλεπόμενα από το άρθρο 51 του Χάρτη των Η.Ε.
Αλλά η «νομική» άποψη που υποστηρίζει το άρθρο είναι, πως όταν το ΝΑΤΟ παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο, πρέπει να αλλάζουμε το Διεθνές Δίκαιο και όχι να κατακρίνουμε το ΝΑΤΟ. «Η περί παρανομίας ερμηνεία δεν πρέπει να κατισχύσει». Χρειαζόμαστε «αλλαγή του Διεθνούς Δικαίου προς μια νέα άποψη όπου, σε περιπτώσεις ανθρωπιστικών κρίσεων, η κρατική κυριαρχία πρέπει να υποχωρεί εν όψει της προστασίας των λαών. Να αποτελέσει τμήμα του σύγχρονου Διεθνούς Δικαίου η δυνατότητα περιφερειακών οργανισμών, όταν υπάρχει η πολιτική βούληση και η στρατιωτική ικανότητα, να επεμβαίνουν (σε ανθρωπιστικές ενδοκρατικές κρίσεις) αν το Συμβούλιο Ασφαλείας είναι αδύναμο ή απρόθυμο να σταματήσει τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και η κυβέρνηση της χώρας όπου συμβαίνουν οι ωμότητες επίσης αδύναμη ή απρόθυμη να διορθώσει την κατάσταση».
Ο αρθρογράφος καθηγητής δεν διευκρινίζει ποιο διεθνές όργανο, με ποια εχέγγυα αμεροληψίας και διεθνούς συναίνεσης, θα αποφασίζει για τις περιπτώσεις «ανθρωπιστικών κρίσεων» (καταπίεσης των πολιτών από τις κυβερνήσεις τους) επιτρέποντας την «ένοπλη δράση περιφερειακών οργανισμών». Αν αύριο η Ρωσία και η Κίνα συγκροτήσουν ένα δικό τους περιφερειακό οργανισμό ένοπλης προστασίας του καινούργιου Διεθνούς Δικαίου και επέμβουν για την αποκατάσταση στοιχειωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών στην Τουρκία ή στο Ισραήλ, το ΝΑΤΟ θα αναγνωρίσει τη νομιμότητα της επέμβασης;
Οσο κι αν η αρθρογραφία του συγκεκριμένου τεύχους του «Δελτίου» κινείται σε διανοητικό επίπεδο παιδαριωδίας και κραυγαλέου ανορθολογισμού, η ανάγνωσή του (για προφανείς λόγους) γεννάει πανικό και ναυτία. Αν υπάρχουν ακόμα αληθινά προοδευτικοί διανοούμενοι στην Ευρώπη, ας εντρυφήσουν σε μια συγκριτική σημειολογία των κειμένων του Γκαίμπελς και του Ζντάνοφ από τη μια και των επίσημων σημερινών κειμένων του ΝΑΤΟ από την άλλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου