του Γιάννη Βελίκη
Η ψυχιατρική, χάρη στην εξουσία που της δίνει η ιδιότητα της ως επιστήμης και την αρμοδιότητα που έχει να χαρακτηρίσει κάποιον ως «φυσιολογικό ή τρελό», συμβάλει αφενός στην εσωτερίκευση των υφιστάμενων εξουσιαστικών σχέσεων από το κοινωνικό σώμα, αφετέρου στην εξουδετέρωση των συμπεριφορών που αμφισβητούν αυτές τις σχέσεις. Παρά το επιστημονικοφανές της πρόσωπο, συχνά καθορίζεται από την ανάγκη της εξουσίας να χειραγωγεί όλες τις εκδηλώσεις συμπεριφοράς που εναντιώνονται στα κυρίαρχα πρότυπα.
Η κοινωνία αντιδρά με στερεότυπα στις παραβιάσεις κάθε κοινωνικού κανόνα, όπως η παρεκκλίνουσα συμπεριφορά. Όταν οι παραβιάσεις θεωρούνται ανεξήγητες, τότε αποδίδονται στην ψυχική ασθένεια. Γεγονότα πολιτικά και κοινωνικά, όταν αντίκεινται στην κυρίαρχη ηθική, καθώς και πράξεις των οποίων επιδιώκεται η υποβάθμιση και η διαστρέβλωση, συνδέονται καλυμμένα ή απροκάλυπτα με την ψυχική ασθένεια. Η ψυχική ασθένεια είναι γενικά κοινωνικά απορριπτέα γιατί απειλεί και φοβίζει και γιατί συμπεριλαμβάνει την απρόβλεπτη εξέλιξη.
Τα μέτρα προστασίας των δικαιωμάτων του ατόμου, που αναγνωρίζονται σε οποιονδήποτε δικάζεται για ποινικό αδίκημα, δεν αναγνωρίζονται στους ψυχικά ασθενείς. Ο ψυχασθενής δεν μπορεί να διατηρήσει την κυριότητα των υπαρχόντων του, η μαρτυρία του προς υπεράσπιση του δεν θεωρείται έγκυρη, ενώ συγγενείς και δικηγόροι καθίστανται κατά κανόνα ανίκανοι να τον βοηθήσουν. Η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ψυχασθενή αντλεί την επισφαλή της νομιμότητα από την υπόθεση της επικινδυνότητας του ψυχικά ασθενή, παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά βίαιων πράξεων των ψυχασθενών δεν διαφέρουν από αυτά του μέσου πληθυσμού. Η προσπάθεια συσκότισης των διαφορών μεταξύ τρέλας και επικινδυνότητας, μεταξύ ψυχιατρικού αδικήματος – ψυχικής αρρώστιας και επικινδυνότητας – ποινικού αδικήματος, έχει ως αποτέλεσμα την αντικατάσταση του χάρτη των δικαιωμάτων από το χάρτη της θεραπείας.
Η συχνή ακούσια ιδρυματοποίηση χρησιμοποιείται ως κοινωνικός έλεγχος, που πιο πέρα και από τη στέρηση της ελευθερίας του ατόμου, οδηγεί αναπόφευκτα στον περιορισμό βασικών κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων των ασθενών.
Ο ψυχικά ασθενής αντιμετωπίζεται σαν ένας παθητικός δέκτης «ξένων» δυνάμεων που προσδιορίζουν αποφασιστικά τη συμπεριφορά του, δίχως ο ίδιος να μπορεί να τις ελέγχει ή να τις μεταβάλλει. Εμφανίζεται σαν ένα έρμαιο «τυφλών» δυνάμεων που τείνουν εξολοκλήρου να τον εξουσιάζουν. Ο λόγος του τρελού πάντα ακυρώνεται. Είτε ο λόγος αυτός μεταποιείται σ’ έναν άναρθρο επιφώνημα και ηχεί σαν ένας αναίτιος, κενός νοήματος, λόγος, είτε γίνεται αποδεκτός ως μία έκφραση υπερ – λογικής. Οι εκφερόμενοι λόγοι στο όνομα του τρελού και για λογαριασμό του συχνά αποκλείουν τη δυνατότητα να εισακουστεί ο δικός του λόγος. Ο λόγος, τα συναισθήματα και οι συνθήκες ύπαρξης που αποδίδονται στον τρελό, συχνά χρησιμοποιούνται για να αποδείξουν την ορθότητα και τη νομιμοποίηση κάποιας δοξασίας, κάποιας επιστημονικής θεωρίας, ενός αγώνα ή μιας ιδεολογίας, που αφορούν απλά και μόνο τους σκοπούς του μη – τρελού ή αυτόν που θεωρεί ότι δεν είναι τρελός (Τσαλίκογλου Φωτεινή: Η τρέλα μέσα στο χρόνο).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου