της Καρολίν Μπρινό
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, που μόλις δημοσιεύτηκαν, το 34% των Γερμανίδων ηλικίας μεταξύ 35 και 49 ετών είναι κάτοχοι τουλάχιστο ενός μεταπτυχιακού διπλώματος και δεν έχουν κανένα παιδί. Μόνο το 32% ανάμεσά τους έχει δύο παιδιά. Στην άλλη άκρη του μορφωτικού φάσματος, το 26% των γυναικών χωρίς πτυχίο έχουν τρία ή περισσότερα παιδιά, πράγμα που οδηγεί τους κοινωνικούς επιστήμονες να ανησυχούν για τον κίνδυνο αύξησης της παιδικής φτώχειας.
Η καθιέρωση της γονικής άδειας («elterngeld») το 2007 υποτίθεται πως θα το άλλαζε αυτό, αφού δίνει στους γονείς τη δυνατότητα να λαμβάνουν επί 14 μήνες έως και το 80% του μισθού τους μέχρι τα 1,800 ευρώ για να μένουν στο σπίτι κοντά στα νεογέννητα παιδιά τους.
Δυστυχώς όμως, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, το πρόγραμμα αξιοποιήθηκε κατά κύριο λόγο από τις πιο φτωχές οικογένειες. Σχεδόν το 50% των δικαιούχων του προγράμματος λαμβάνουν λιγότερο από... 300 ευρώ, ενώ ανάμεσα στα 1,500 και τα 1,800 ευρώ βρίσκεται μόνο το 6.8% των δικαιούχων του προγράμματος.
Παρ' όλα αυτά, η συντηρητική υπουργός οικογένειας Ούρσουλα Βον Ντερ Λέιεν (Ursula von der Leyen), ιατρός, μητέρα επτά παιδιών και εμπνευστής του «έλτεργκελντ» εξακολουθεί να υπεραμύνεται της πολιτικής της: «μένω σταθερή στις θέσεις μου, διότι αυτή είναι η σωστή πολιτική. Την επόμενη τετραετία μάλιστα, θα επεκτείνουμε τη γονική άδεια των πατέρων. Και θα μειώσουμε τη φορολογία των γονιών, ώστε να έχουν περισσότερα χρήματα για τα παιδιά τους» επανέλαβε σε μία συνέντευξη στη «μπιλντ».
Το βάρος της παράδοσης
Να όμως που αυτή η πολιτική, που στηρίζεται στην άμεση οικονομική ενίσχυση της τεκνοποιίας, δε μοιάζει να απαντά στις ανάγκες των Γερμανών. Στη χώρα οι πανεπιστημιακές σπουδές παρατείνονται συχνά πέραν των 30 ετών. Στη συνέχεια οι γυναίκες αναγκάζονται να δουλέψουν δύο φορές σκληρότερα από τους άνδρες για να επιβληθούν στο χώρο εργασίας τους. Δεν έχουν την πολυτέλεια να σταματήσουν τη σταδιοδρομία τους για να κάνουν παιδιά. Η υπουργός αναγνωρίζει πως «χρειάζονται περισσότεροι βρεφονηπιακοί σταθμοί, με πιο ευέλικτα ωράρια λειτουργίας».
Το βάρος του παραδοσιακού ρόλου της Γερμανίδας, που τη θέλει να μένει στο σπίτι να φροντίζει τα παιδιά, είναι ένα ακόμα εμπόδιο για τις εργαζόμενες γυναίκες. Προτιμάνε λοιπόν να μην κάνουν καθόλου παιδιά, παρά να ενοχοποιούνται πως «παρατήσανε» τα παιδιά τους στους βρεφονηπιακούς σταθμούς για να επιστρέψουν στη δουλειά τους. Οι περισσότερες πτυχιούχοι περιμένουν να ξεπεράσουν τα 40 τους χρόνια για να αποκτήσουν το ένα και μοναδικό παιδί τους.
Από την άλλη, το «έλτεργκελντ» είναι «κομμένο και ραμμένο» για τις φτωχότερες οικογένειες, όπου οι γυναίκες είναι άνεργες. «Μπορούν να κερδίζουν ένα εισόδημα που να φτάνει στο μέσο εισόδημα, μόνο και μόνο κάνοντας διαρκώς παιδιά... Χάρη στα επιδόματα είναι σχεδόν σα δημόσιοι υπάλληλοι», εξηγεί ο κοινωνιολόγος Γκίναρ Χάινσον (Gunnar Heinsohn).
Εντωμεταξύ η γερμανική γεννητικότητα εξακολουθεί να είναι καταστροφικά χαμηλή. Με 675,000 μόνο νεογέννητα το 2008, σημειώθηκε άλλη μια πτώση της τάξης του 1.1% σε σχέση με την περασμένη χρονιά, που είχε εξαιρετικές επιδόσεις αφού ήταν η πρώτη χρονιά εφαρμογής του «έλτεργκελντ». Οι Γερμανοί ζηλεύουν το γαλλικό μοντέλο, στο οποίο οι δραστήριες επαγγελματικά γυναίκες κάνουν πολλά παιδιά. Σύμφωνα με τις δημογραφικές προβλέψεις, πολύ πριν το 2050 η Γαλλία θα γίνει η πολυπληθέστερη χώρα της Ευρώπης. Όσο για τους Γερμανούς, θα... εξαφανιστούν μετά από 12 γενεές!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου