Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010

Η απληστία, κινητήρια δύναμη της οικονομίας

Της ΒΙΚΗΣ ΤΣΙΩΡΟΥ

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

«Η φήμη μου μού επιτρέπει να διαπαιδαγωγώ και να περνώ στον κόσμο το οποιοδήποτε μήνυμα», λέει ο «σταρ», πλέον, της οικονομίας Τζότζεφ Στίγκλιτς, ο οποίος πριν από λίγες ημέρες φιλοξενήθηκε στον Πόρο, στη Συνάντηση της Σύμης. Πριν από μερικά χρόνια αποτελούσε για πολλούς το πρότυπο των πολέμιων της παγκοσμιοποίησης, σήμερα όμως οι ίδιοι τον κατηγορούν πως υπηρετεί με ζήλο κυβερνήσεις, όπως των ΗΠΑ και του Σαρκοζί, και συνάδελφοί του οικονομολόγοι τού καταλογίζουν πως οι απόψεις του αλλάζουν κάθε φορά ανάλογα με τους «εργοδότες» του. Αν και αντίθετος στον «άγριο καπιταλισμό», πιστεύει πως το σύστημα αυτό εμπεριέχει θετικά σημεία, εφόσον όμως υπόκειται σε περιορισμούς και ρυθμίσεις.
Σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Λε Πουάν» απαντά στην ερώτηση εάν οι πολιτικές κατάφεραν να τιθασεύσουν τελικά τον καπιταλισμό.

Πιστεύετε πραγματικά πως μετά την κρίση όλα άλλαξαν;

«Λάθος. Οι τράπεζες κάνουν τη δουλειά τους όπως πριν και τα μπόνους των στελεχών παραμένουν τα ίδια. Η απληστία αποτελεί, όσο ποτέ άλλοτε, την κινητήρια δύναμη της οικονομίας. Οι όποιες ρυθμίσεις που επέβαλαν οι πολιτικοί δεν είναι παρά διακοσμητικές. Δείτε τι συμβαίνει στην Ελλάδα: όλα ξαναρχίζουν. Κανείς δεν θέλει να δει τα πράγματα καταπρόσωπο και βρισκόμαστε στο σημείο όπου προετοιμάζεται το έδαφος για άλλες κρίσεις, εξίσου βίαιες με αυτές που βιώνουμε και θα καταστρέψουν εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε ολόκληρο τον κόσμο».

Χάρη στην κρίση όμως η άποψή σας ακούστηκε ευρέως...

«Οντως, συμμετέχω σε στρογγυλές τράπεζες, δίνω συνεντεύξεις και μπορώ να εκφραστώ. Ομως όλα αυτά γίνονται για λόγους ευγενείας. Στην πραγματικότητα κανείς δεν θέλει να σκεφτεί πραγματικά τι έχει συμβεί, ούτε και να βρει λύσεις ώστε να αποφευχθούν τα ίδια σφάλματα. Σήμερα ο κόσμος χωρίζεται σε δύο στρατόπεδα. Στο πρώτο βρίσκονται εκείνοι που βλέπουν τους τραπεζίτες και τις κυβερνήσεις ως υπεύθυνους της κρίσης και θέλουν να τους πνίξουν. Πάνω σε αυτόν τον λαϊκισμό πατάει η Σάρα Πέιλιν στις ΗΠΑ. Στο άλλο στρατόπεδο, συναντάμε -κυρίως- επαγγελματίες χρηματιστικών ιδρυμάτων, τις περισσότερες κυβερνήσεις και τα πολιτικο-οικονομικά κατεστημένα, που πιστεύουν πως η οικονομία μας υπήρξε θύμα κάποιου σοβαρού ατυχήματος, σαν να επρόκειτο για αυτοκίνητο που ξέφυγε από τον δρόμο. Αλλά όχι τίποτε περισσότερο. Κρίμα που μας έπληξε αυτή η κρίση, λένε, αλλά δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία. Πρέπει να ζήσουμε με αυτήν και γρήγορα να ξαναρχίσουμε όπως πριν. Το πιστεύω τους είναι απλό: δεν πρέπει να απαγορευθεί η οδήγηση επειδή γίνονται τροχαία ατυχήματα. Είναι λάθος αυτή η λογική. Κανείς δεν θέλει να σκεφτεί το πραγματικό θέμα, που είναι προφανές: Πρέπει να επανεξετάσουμε από το Α έως το Ω τους κανόνες του οικονομικού παιχνιδιού».

Πώς φτάσαμε έως εδώ;

«Στη δεκαετία του '80, ο κόσμος του χρήματος δημιούργησε ένα λόμπι με σκοπό την απορύθμιση του καπιταλισμού. Τα κατάφεραν χάρη στον Ρόναλντ Ρίγκαν και στο περιβάλλον του. Οι διάδοχοί του δεν άλλαξαν ρότα: ήταν και αυτοί πεισμένοι πως η αγορά θα ρυθμιζόταν μόνη της, πως η κερδοσκοπία ήταν ένα απλό παιχνίδι και πως καλύτερα θα ήταν να μην επέμβει κανείς. Αρνήθηκαν να κατασκευάσουν μια ισχυρή νομοθεσία και δεν έπαιξαν τον φυσικό τους ρόλο, δηλαδή αυτόν του διαιτητή. Αυτό άλλωστε ευνοούσε τις πολιτικές: τα νέα χρηματιστικά εργαλεία, όπως τα περίφημα subprimes, έδωσαν ώθηση στην αμερικανική ανάπτυξη όλα αυτά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Επέτρεψαν σε μικρομεσαίους πολίτες να αποκτήσουν ακίνητα, ενώ δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στα έξοδα των δανείων τους. Ολοι έκλειναν τα μάτια χωρίς να το πολυσκέφτονται. Ολες οι κυβερνήσεις -ακόμη και αυτή του Κλίντον, στην οποία ήμουν σύμβουλός της- είχαν ένα είδος φανατισμού υπέρ των αγορών. Η ισχύουσα οικονομική θεωρία ήταν πως η χρηματιστική παγκοσμιοποίηση θα έφερνε την ευμάρεια σε όλους και πως τα μαθηματικά και τα νέα χρηματιστικά εργαλεία θα έθεταν τέλος στις κυκλικές διακυμάνσεις της οικονομίας. Κανείς δεν πρόσεξε πως το σύστημα είχε "ξεφύγει". Κάποιοι οικονομολόγοι και παλαιοί σοφοί, που είχαν ζήσει την κρίση του '30, χτύπησαν τον κώδωνα κινδύνου. Αλλά όλοι μιλούσαν για την ανάπτυξη που είχε δημιουργηθεί...».

Ομως το να αγωνίζεσαι κατά της απληστίας είναι ουτοπικό.

«Κανείς δεν μπορεί να πολεμήσει ενάντια σε εκείνο που τροφοδοτεί τον κινητήρα του καπιταλισμού. Το ότι χιλιάδες διαχειριστές τραπεζικών επενδυτικών προϊόντων υπερηφανεύονται πως μπορούν να τα καταφέρουν καλύτερα απ' ό,τι οι αγορές, ή ότι ένας ολόκληρος πληθυσμός μυωπικών επενδυτών θέλουν να παίξουν στο καζίνο, δεν με ενοχλεί, είναι πρόβλημά τους. Αντίθετα, όμως, όταν οι όροι του παιχνιδιού δεν είναι ίδιοι για όλους και τα αποθέματα των συντάξεων ή των τραπεζών παίζονται στο καζίνο, τότε αυτό με σοκάρει. Οι τραπεζίτες δεν είναι από τη φύση τους πιο άπληστοι από άλλους.

Ωστόσο, οι ανταμοιβές των επαγγελματιών χρηματιστών δεν αντιστοιχούν στην προστιθέμενη αξία και στις υπηρεσίες που προσφέρουν. Είναι απαράδεκτο και ανήθικο».

Εργαστήκατε στην ομάδα του Ομπάμα στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας και βρίσκεστε κοντά σε στενούς του συνεργάτες. Κανείς δεν ακούει τις απόψεις σας;

«Ημουν στο Νταβός τον περασμένο Ιανουάριο. Οι τραπεζίτες είχαν ξαναβρεί το γόητρό τους. Ελεγαν στους πολιτικούς: "Αν κάνετε υπερβολές στις ρυθμίσεις των αγορών, θα θέσετε την πραγματική οικονομία σε κίνδυνο. Αν περιορίσετε τον τομέα δράσεών μας με νόμους και οδηγίες, οι δυτικές τράπεζες δεν θα είναι πια ανταγωνιστικές απέναντι στους Κινέζους ανταγωνιστές τους και θα χάσετε τον τελευταίο τρόπο να ασκείτε πιέσεις στην Κίνα". Και οι πολιτικοί τούς άκουγαν συγκατανεύοντας, κουνώντας το κεφάλι. Υποτάχτηκαν στους τραπεζίτες: τους έδωσαν μια λευκή επιταγή χωρίς να απαιτήσουν κάτι, ώστε να αποφευχθεί στο μέλλον μια παρόμοια με αυτήν που βιώνουμε, κρίση. Παίρνω ως παράδειγμα την κυβέρνηση Ομπάμα, για να δούμε όλες τις διαφορετικές πλευρές. Ο Ομπάμα δεν έχει εντελώς ελεύθερα τα χέρια. Θυμηθείτε το σκεπτικό της εκλογής του: Ηθελε να δείξει πως με αυτόν θα υπήρχε ηρεμία και συνέχεια, απαραίτητη προϋπόθεση για να δημιουργήσει κλίμα εμπιστοσύνης. Ωστόσο, είμαι εντυπωσιασμένος σήμερα καθώς διαπιστώνω πως ο Ομπάμα, που κέρδισε υποσχόμενος την "αλλαγή", δεν μετακίνησε παρά ελάχιστα τις πολυθρόνες πάνω στη γέφυρα του Τιτανικού. Τα πρόσωπα άλλαξαν, όχι οι πεποιθήσεις. Το σχέδιό του για την υποστήριξη της οικονομίας ήταν εντελώς απαραίτητο. Ομως δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να αναδιοργανώσει εκ βάθρων το χρηματιστικό σύστημα. Κι όμως, μπορούσε να το κάνει. Τελικά ο Ομπάμα, όπως και ο Μπους, πίστεψε πως ανοίγοντας τις κάνουλες του ρευστού προς τις τράπεζες και δίνοντας πιστώσεις, όλα θα πήγαιναν όπως πριν. Ηταν όμως ένα προσωρινό μέτρο. Πίστεψε επίσης πως το γενικό συμφέρον και το συμφέρον των τραπεζών ήταν κοινό, πως το σχέδιο ενίσχυσης των τραπεζών θα ευνοούσε περισσότερο τον Αμερικανό πολίτη. Κι όμως, θα έπρεπε να προχωρήσει στην αναδιανομή του πλούτου, να αναδιαμορφώσει πλήρως το αμερικανικό φορολογικό σύστημα με πιο δίκαιους νόμους και να καταργήσει τα δώρα που η κυβέρνηση Μπους έκανε στους προνομιούχους. Ομως δεν άλλαξε ρότα. Το πρόβλημα είναι τώρα πως όλος ο κόσμος γνωρίζει, και οι κερδοσκόποι καλύτερα από τον καθένα, πως το κράτος είναι εδώ για να παίξει τον ρόλο του πυροσβέστη». *

Δεν υπάρχουν σχόλια: