Αναρτήθηκε από: Βελίκης Ιωάννης, Ψυχολόγος PhD, τηλ. 6932683468
του Γιάννη Βελίκη
Ο κυρίαρχος και αντικειμενικός ρόλος των Μ.Μ.Ε. είναι η πολιτική αγωγή, η δημοσιογραφική δεοντολογία, η προσφορά τρόπων ψυχαγωγίας, η καλλιέργεια του πνεύματος και ικανοποίηση της φιλομάθειας. Οι θετικές επιδράσεις των μέσων μαζικής ενημέρωσης ασκούνται, όταν λειτουργούν με σεβασμό προς το κοινό, με τιμιότητα, χωρίς υπερβολές και ανήθικους υπαινιγμούς. Σύμφωνα με τη δεοντολογία των δημοσιογράφων, ο κάθε δημοσιογράφος (και κατ’ επέκταση η φιλοσοφία του κάθε Μ.Μ.Ε.) θα πρέπει να ακολουθεί αρχές όπως α) να επαναβεβαιώσει και διασφαλίσει τον κοινωνικό ρόλο του δημοσιογράφου στις νέες συνθήκες που διαμορφώνουν ο γιγαντισμός, το ολιγοπώλιο στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, η αυξημένη εμβέλεια και επιρροή των Μ.Μ.Ε. και η παγκοσμιοποίηση της επικοινωνίας, β) να αποθαρρύνει και να αντιστέκεται σε κάθε απόπειρα κρατικού ή άλλου επηρεασμού με τον αυτοκαθορισμό κανόνων υπεύθυνης επαγγελματικής λειτουργίας, και γ) να κατοχυρώσει την ελευθερία της πληροφόρησης και της έκφρασης, την αυτονομία και αξιοπρέπεια του δημοσιογράφου και να θωρακίσει την ελευθεροτυπία προς όφελος της δημοκρατίας και της κοινωνίας.
Όλα τα ανωτέρω θα συνέβαιναν με αυτονόητο τρόπο σε μία κοινωνία όπου κυριαρχεί η ισότητα, η δημοκρατία, η ισονομία, η ευνομία και η δικαιοσύνη. Επίσης θα συνέβαιναν αν όλοι οι δημοσιογράφοι (και τα Μ.Μ.Ε.) είχαν ως πρωταρχική τους αξία την διατήρηση αυτής της ισότητας, της δημοκρατίας, της ισονομίας και της δικαιοσύνης.
Πόσοι ωστόσο δημοσιογράφοι λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο;
Σε μία κοινωνία όπου πρώτη (και ίσως μοναδική) αξία είναι το χρήμα (και η κατοχή του), με ποιό τρόπο, αλήθεια, οι δημοσιογράφοι θα υπηρετούσαν την αλήθεια και θα αντιστεκόταν στα πάσης φύσης οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα; Όταν απειλείται η θέση εργασίας τους, το όνομα και η φήμη τους, καθώς και (σε μερικές περιπτώσεις) η ζωή η δική τους ή των παιδιών τους, με ποιό κόστος θα πρέπει αυτοί οι δημοσιογράφοι να υπηρετήσουν το κοινό συμφέρον; Και στο τέλος – τέλος τί θα κερδίσουν, πέρα από την τελική περιθωριοποίηση και διαπόμπευση (έστω και με ψεύτικα στοιχεία) τους;
Ο Τζόν Σουϊντον, πρώην αρχισυντάκτης των New York Times, στην αποχαιρετιστήρια δεξίωση που έγινε προς τιμήν του πριν βγει στη σύνταξη. είπε: «Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, σε αυτή τη περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας που να αποκαλείται ανεξάρτητος Τύπος. Το γνωρίζετε και το γνωρίζω. Ούτε ένας ανάμεσά σας θα τολμούσε να εκστομίσει μια έντιμη γνώμη. Και αν τολμούσατε να την εκφράσετε γνωρίζετε εκ των προτέρων ότι ποτέ δεν θα εμφανιζόταν τυπωμένη στο χαρτί. Πληρωνόμαστε αρκετά ώστε να κρατάμε την τίμια άποψή μας, έξω από την εφημερίδα για την οποία γράφουμε. Εσείς επίσης παίρνετε ικανοποιητικούς μισθούς για παρόμοιες υπηρεσίες. Και αν κάποιος τολμούσε ή ήταν τόσο τρελός ώστε να γράψει την τίμια γνώμη του, θα βρισκόταν πολύ σύντομα στο δρόμο… Είναι δουλειά και καθήκον κάθε δημοσιογράφου να καταστρέφει την αλήθεια, να ψεύδεται, να διαστρεβλώνει, να εξυβρίζει, να κολακεύει γονυπετής το Μαμωνά και να πουλάει τη Πατρίδα του για τον άρτο τον επιούσιο… Είμαστε υποτελείς. Όργανα των πλουσίων που βρίσκονται στο παρασκήνιο. Είμαστε καραγκιόζηδες. Αυτοί οι άνθρωποι κινούν τα νήματα και εμείς χορεύουμε στο ρυθμό τους. Ο χρόνος, η ζωής μας, οι ικανότητές μας είναι ιδιοκτησία αυτών των ανθρώπων. Είμαστε διανοούμενες πόρνες».
Σε ένα από τα πιο πολυβραβευμένα ντοκιμαντέρ στην ιστορία του είδους, με τίτλο «Η Κατασκευή της Συναίνεσης: ο Νόαμ Τσόμσκι και τα Μ.Μ.Ε.» (1992), οι δημιουργοί ακολουθούν σε διαλέξεις ανά τον πλανήτη τον βραβευμένο με το βραβείο Κιότο καθηγητή Γλωσσολογίας και μαχητικό κριτικό της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ για μισό αιώνα Νόαμ Τσόμσκι. Το αποτέλεσμα τους δικαίωσε με 22 βραβεία και 50 συμμετοχές σε διεθνή φεστιβάλ. Ο Αμερικανός διανοητής υποστηρίζει ότι τα ΜΜΕ στις ΗΠΑ είναι, αν όχι «φερέφωνα», τουλάχιστον εκφραστές των συμφερόντων του κυρίαρχου πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου (των «πολυεθνικών»). «Ο ρόλος των ΜΜΕ», σημειώνει, «είναι να υπερασπίζονται την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ατζέντα των προνομιούχων ομάδων που κυριαρχούν στην κοινωνία και στο κράτος». Αυτή η εξάρτηση από την πολιτική και οικονομική εξουσία κάνει τα ΜΜΕ όργανα προπαγάνδας και όχι ενημέρωσης.
Σύμφωνα με τον διαπρεπή επιστήμονα και ακτιβιστή … «οι έλεγχοι τους οποίους ασκεί η οικονομική και η πολιτική εξουσία μέσω των ΜΜΕ στις «Δημοκρατίες της Δύσης» διαφέρουν από αυτούς των ολοκληρωτικών καθεστώτων κι έτσι οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης» δεν είναι η σοβιετική «Πράβδα». Ωστόσο, το τελικό αποτέλεσμα όσων αποτυπώνονται στο χαρτί είναι «εφάμιλλης ομοιογένειας και συμμόρφωσης. Κύριος σκοπός των Μ.Μ.Ε. είναι να επιστρατευτούν στα ειδικά συμφέροντα που κυριαρχούν στην κυβέρνηση. Εμπορικά, ή επενδυτικά συμφέροντα που στελεχώνουν την Κυβέρνηση και είναι και οι ιδιοκτήτες των μεγάλων Μ.Μ.Ε. Η προπαγάνδα αυτή στοχεύει στο 20% των μορφωμένων ανθρώπων (διευθυντικά στελέχη, ακαδημαϊκούς, πολιτισμικούς παράγοντες, καλλιτέχνες, δάσκαλους, πολιτευτές) και στο 80% του μη μορφωμένου κόσμου που είναι προορισμένο να ακολουθεί εντολές, να μην σκέφτεται και να μην δίνει σημασία σε τίποτα. Ο βασικός τρόπος που τα Μ.Μ.Ε. εργάζονται αφορά δύο τεχνικές: α) περιθωριοποίηση με προπαγάνδα, σκάνδαλα, ψευδείς ειδήσεις (λάσπη) των εκπροσώπων της αντίθετης άποψης, και β) καθοδήγηση του κοινού στην απάθεια δίνοντας του ανούσιες πληροφορίες, ή περιπλέκοντας και αποδυναμώνοντας τις πραγματικές πληροφορίες».
Εκτός όμως της υιοθέτησης των πολιτικών και ιδεολογικών σχημάτων από τους πολίτες για τα οποία εργάζονται και αμείβονται, οι δημοσιογράφοι και τα Μ.Μ.Ε. προσδοκούν και ένα επιπλέον όφελος. Την χρηματοδότηση τους και από τη διαφήμιση εμπορικών προϊόντων και υπηρεσιών. Η κάθε δημοσιογραφική εκπομπή, ακόμη και οι ειδήσεις, εκτός της προπαγάνδας, επιχειρεί να «πουλήσει» τα προϊόντα των χορηγών που τις υποστηρίζουν. Έτσι, διακόπτει τη ροή των ειδήσεων ή της εκπομπής σε απρόβλεπτα σημεία (την ώρα που το ενδιαφέρον των τηλεθεατών είναι μεγάλο), ή φροντίζει να δημιουργεί ευχάριστα συναισθήματα ώστε οι τηλεθεατές να μην αλλάξουν κανάλι και να είναι επιρρεπείς σε μηνύματα διαφημιστικά!
Έτσι, οι ειδήσεις της τηλεόρασης δεν είναι σε καμία περίπτωση ενημέρωση για τα γεγονότα, αλλά μία καλοστημένη, πολύ λεπτομερειακά σχεδιασμένη τηλεοπτική παραγωγή, που επιχειρεί κάθε μέρα και με παρόμοιο τρόπο να προκαλεί συγκεκριμένη γκάμα συναισθημάτων συγκεκριμένης έντασης. Το μενού περιλαμβάνει έξαψη, αγωνία, περιέργεια και στο τέλος πάντα χαλάρωση (θέματα πολιτισμού) και επιτυχίας – νίκης (αθλητικά). Η ένταση πρέπει να είναι ελεγχόμενη και σε σωστά επίπεδα. Αν πέφτει επειδή το θέμα δεν ενδιαφέρει τότε επιστρατεύονται η μουσική επένδυση και η δυνατή φωνή του παρουσιαστή. Αν είναι ήδη πολύ έντονο τότε μειώνεται η σημασία του τονίζοντας ασήμαντες λεπτομέρειες και «μακραίνοντας» το τηλεοπτικό του χρόνο.
Σύμφωνα με τον Τσόμσκι «τα Μ.Μ.Ε. που απευθύνονται στο ευρύ κοινό και στους απλούς ανθρώπους έχουν ως σκοπό της διασκέδαση των τηλεθεατών τους και την παθητικοποίηση τους (μόδα, κουτσομπολιό, talk shows, dance shows, αστρολογία, κίτρινος τύπος, οι βασιλικοί γάμοι κ.α.)». Φυσικά συνήθως πετυχαίνουν τον σκοπό τους καθώς απευθύνονται είτε το πρωί στις νοικοκυρές που ταυτόχρονα κάνουν βαρετές οικιακές εργασίες, είτε στους εργαζόμενους που ξεκουράζονται το απόγευμα. Για οποιονδήποτε, άλλωστε, που είναι κουρασμένος από τη δουλειά, είτε μόνος είτε με τα παιδιά του, είναι πολύ δύσκολη η καθημερινή αναζήτηση πληροφοριών και ενδιαφερόντων νέων από το διαδίκτυο. Αντίθετα η χαλάρωση και η διασκέδαση είναι το ζητούμενο! Αυτές είναι οι ιδανικές συνθήκες για τα Μ.Μ.Ε. που μπορούν να «περάσουν» τα μηνύματα που θέλουν, ανεξάρτητα του πόσο ψευδή ή κατευθυνόμενα είναι. «Έτσι λειτουργεί το σύστημα κατήχησης», συνεχίζει ο Τσόμσκι «που λόγο στο λόγο, εικόνα στην εικόνα και θέμα στο θέμα, καθημερινά και στις αργίες, αλλάζει γνώμες, εγκαθιδρύει νοοτροπίες, δημιουργεί στερεότυπα, κατευθύνει σκέψεις και αντιλήψεις». Το όλο σύστημα δουλεύει εξαίρετα έτσι που το ευρύ κοινό (και του ηλεκτρονικού και του έντυπου Τύπου) να μην έχουν χρόνο ή διάθεση να σκεφτούν ή να συζητήσουν εποικοδομητικά γι’ αυτά που τους συμβαίνουν.
Συμπλήρωμα στην κατήχηση και καθοδήγηση της κοινής γνώμης αποτελούν οι δημοσκοπήσεις. Ως γνωστόν ο άνθρωπος, φύσει «πολιτικόν και κοινωνικό» ον, τείνει να συμμορφώνεται με την πλειοψηφία, και αυτόν ακριβώς το σκοπό υπηρετούν οι εταιρίες δημοσκοπήσεων. Έτσι κι αλλιώς, το μόνο σημαντικό είναι το αποτέλεσμα της κάλπης, αλλά οι δημοσκοπήσεις, λειτουργώντας ως ένα άλλο «κύπελο ποδοσφαίρου» αλλάζουν από εβδομάδα σε εβδομάδα, κάνοντας από μικρά ανεπαίσθητα έως μεγάλα «μαγειρέματα», ανάλογα με τα συμφέροντα του πελάτη τους – κόμματα, επιχειρηματίες.
Στην περιβόητη ταινία «Μάτριξ», ο περίεργος άνθρωπος εξηγεί στον πρωταγωνιστή ότι πήγε σε αυτόν γιατί πάντα ένιωθε ότι … «κάτι πήγαινε λάθος, αλλά δεν μπορούσε να το βρει, γιατί είναι ο κόσμος που πέφτει σαν στάχτη στα μάτια του για να του κρύψει την Αλήθεια». «Ποιά αλήθεια» ρωτάει ο πρωταγωνιστής. «Ότι είσαι ένας Σκλάβος» του απαντά ο παράξενος τύπος… «όπως όλοι οι άλλοι γεννήθηκες για να σκλαβωθείς και να μπεις σε μία φυλακή όπου δεν μπορείς να μυρίσεις, να γευτείς ή να αγγίξεις… Μία φυλακή για το μυαλό σου».
Πράγματι! Ο κόσμος του Τύπου λειτουργεί κατά πολύ με τον κόσμο του «Μάτριξ». Η προπαγάνδα είναι για τη δημοκρατία ότι η βία για τη δικτατορία. Τα μεγάλα Μέσα καθορίζουν και ελέγχουν τις γνώμες που υπάρχουν. Τα μικρότερα συνήθως αναπαράγουν το στυλ και τις απόψεις των μεγάλων. Όπως σερβίρονται τα νέα είναι μία εικονική πραγματικότητα.
Στις Η.Π.Α. για παράδειγμα, δεν γίνονται συζητήσεις στα μεγάλα Μ.Μ.Ε. για τη συνεργασία του Τύπου στον πόλεμο στο Βιετνάμ, του Ιράκ, ή για τις αντίθετες απόψεις περί της εξωτερικής τους πολιτικής. Ο Άραβας εδώ και 50 χρόνια παρουσιάζεται σαν ο «κακός» των ταινιών, γεγονός καθόλου τυχαίο όπως ομολογούν μεγάλοι αμερικανοί σκηνοθέτες. Η πραγματική αιτία όλως των πολεμικών επιχειρήσεων που είναι ο έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πηγών άλλων κρατών (στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική και στη Λατινική Αμερική) δεν αναφέρεται ΠΟΤΕ.
Στα ελληνικά Μ.Μ.Ε. επίσης δεν αναφέρεται ποτέ το τί κάνει ο Στρατός μας στο εξωτερικό; Τι γίνεται με την υπόθεση της Κύπρου που είναι θαμμένη στα άδυτα της Βουλής; Γιατί η δικαστικός που μίλησε για τις σχέσεις εκμετάλλευσης δικαστών σε παραβατικούς ανηλίκους της Βόρειας Ελλάδος και απολύθηκε από τα καθήκοντα της δεν αναφέρθηκε ποτέ από τα ελληνικά Μ.Μ.Ε. ενώ η ιστορία της έγινε γνωστή από τα Μ.Μ.Ε. του εξωτερικού; Γιατί δεν ακούγονται σκέψεις και άνθρωποι πέραν των γνωστών 4 – 5 κομμάτων; Γιατί δεν γίνεται έρευνα για την πραγματική μόλυνση των βιομηχανιών; Για τους μεσάζοντες στην αγορά; Μήπως παίζει κάποιο ρόλο το ότι οι εταιρίες Μ.Μ.Ε. ανήκουν σε ιδιοκτήτες που ταυτόχρονα κατέχουν βιομηχανίες και θέσεις στο εμπόριο αγαθών; Γιατί τόσα χρόνια που η ακροδεξιά υποστήριζε ότι υπάρχει πετρέλαιο όλοι τους κατηγορούσαν για μισότρελους και λίγο αργότερα, ξαφνικά έγινε η προτεραιότητα στους εθνικούς στόχους κ.α.
Τα debates είναι η πιο αστεία και χαρακτηριστική, ως προς την υποτελή λειτουργία του Τύπου, διαδικασία παρουσίασης των πολιτικών προσώπων. Οι πολιτικοί γνωρίζουν από πριν τις ερωτήσεις, είναι έτοιμοι ότι θα απαντήσουν μόνο σε αυτές, και το μόνο τους μέλημα είναι, σαν ηθοποιοί, να «παίξουν» στο show όπου θα δείξουν και πειστικοί. Εννοείται ότι κανείς «αντιφρονούντας» δημοσιογράφος δε γίνεται ποτέ δεκτός στη διαδικασία.
Επίσης, στις πολιτικές εκπομπές, ο χρόνος για τους πολιτικούς είναι πολύ λίγος και οι πηγές που οι πολιτικοί παρουσιάζουν δεν μπορούν να ελεγχθούν (συνήθως οι πηγές αντίθετων κομμάτων δείχνουν αντιφατικά στοιχεία). Ο λόγος των πολιτικών είναι γενικός και πάντα στοχεύει σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού. Οι δημοσιογράφοι σπάνια θα «στεναχωρήσουν» τους πολιτικούς με δύσκολες ερωτήσεις αφού συμπεριφέρονται ως «οικοδεσπότες» και επιπλέον γνωρίζουν ότι αν το κάνουν θα τιμωρηθούν με την άρνηση των πολιτικών να ξαναεμφανιστούν σε εκπομπή τους. Επίσης ο λόγος των πολιτικών είναι καιροσκοπικός (που σημαίνει ότι αυτό που λέμε σήμερα ότι συμβαίνει δεν σήμαινε το ίσιο και στο παρελθόν). Τέλος οι καλεσμένοι πολιτικοί (και όχι μόνο) είναι πάντα συγκεκριμένοι. Γι’ αυτό και πολλοί πολιτικοί παραπονιούνται ότι δεν εμφανίζονται ενώ άλλους τους βλέπουμε συνεχώς. Δυστυχώς για όλα αυτά το ευρύ κοινό δεν παραπονιέται. Συνεχίζει απλώς να «ψηφίζει» μέσω της τηλεθέασης ή της αγοράς του εντύπου Τύπου αυτούς που φαίνονται πιο ευχάριστοι.
Στη περίπτωση που κάποιος /οι δημοσιογράφος /οι επιχειρήσουνε να πούνε δημόσια μία γνώμη αντίθετη από τη φιλοσοφία των Μ.Μ.Ε. τιμωρούνται με επιπλήξεις ή απόλυση (παράδειγμα οι απολύσεις του Στέλιου Κούλογλου ή της Αφροδίτης Σημίτη). Όταν, μία εκπομπή αποκαλύπτει στοιχεία που δεν «βολεύουν» την εξουσία μπορεί να σταλεί εξώδικο για να μην παιχτεί η εκπομπή (Εφραίμ προς Βαξεβάνη). Όταν ένα κανάλι απειλεί τα γενικότερα συμφέροντα λασπολογείται και κατηγορείται ο διευθυντής του (Τζούλιαν Άσαντζ των Wikileaks που κατηγορείται για παιδεραστία). Σε άλλη περίπτωση μπορεί να γιουχαϊστούν, να προπηλακιστούν, να πέσουν θύματα άγριου ξυλοδαρμού (Γιλένα Μιλασίνα στη Ρωσία) ή να φονευτούν (Τζιλ Ντάντο που δολοφονήθηκε αφού κατέθεσε εναντίον του Μιλόσεβιτς το 1999).
Η ελευθερία και η ανεξαρτησία του Τύπου είναι λοιπόν Μύθος. Οι τρόποι δε που μας κατηχεί, μας χειραγωγεί και μας κατευθύνει αναλύονται και πάλι από το μαιτρ της επικοινωνιολογίας, τον πρώην καθηγητή γλωσσολογίας και τέος ακτιβιστή κο Τσόμσκι:
1. Η τεχνική της διασκέδασης
Πρωταρχικό στοιχείο του κοινωνικού ελέγχου, η τεχνική της διασκέδασης συνίσταται στη στροφή της προσοχής του κοινού από τα σημαντικά προβλήματα και από τις μεταλλαγές που αποφασίστηκαν από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ, δι’ενός αδιάκοπου καταιγισμού διασκεδαστικών και ασήμαντων λεπτομερειών. Η τεχνική της διασκέδασης είναι επίσης απαραίτητη για να αποτραπεί το κοινό από το να ενδιαφερθεί για ουσιαστικές πληροφορίες στους τομείς της επιστήμης, της οικονομία, της ψυχολογίας, της νευροβιολογίας και της κυβερνητικής. «Κρατήστε αποπροσανατολισμένη την προσοχή του κοινού, μακριά από τα αληθινά κοινωνικά προβλήματα, αιχμαλωτισμένη σε θέματα χωρίς καμιά πραγματική σημασία. Κρατήστε το κοινό απασχολημένο, απασχολημένο, απασχολημένο, χωρίς χρόνο για να σκέφτεται• να επιστρέφει κανονικά στη φάρμα με τα άλλα ζώα». Απόσπασμα από το Όπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους.
2. Η τεχνική της δημιουργίας προβλημάτων, και στη συνέχεια παροχής των λύσεων
Αυτή η τεχνική ονομάζεται επίσης «πρόβλημα-αντίδραση-λύση». Πρώτα δημιουργείτε ένα πρόβλημα, μια «έκτακτη κατάσταση» για την οποία μπορείτε να προβλέψετε ότι θα προκαλέσει μια συγκεκριμένη αντίδραση του κοινού, ώστε το ίδιο να ζητήσει εκείνα τα μέτρα που εύχεστε να το κάνετε να αποδεχτεί. Για παράδειγμα: αφήστε να κλιμακωθεί η αστική βία, ή οργανώστε αιματηρές συμπλοκές, ώστε το κοινό να ζητήσει τη λήψη μέτρων ασφαλείας που θα περιορίζουν τις ελευθερίες του. Ή, ακόμη: δημιουργήστε μια οικονομική κρίση για να κάνετε το κοινό να δεχτεί ως αναγκαίο κακό τον περιορισμό των κοινωνικών δικαιωμάτων και την αποδόμηση των δημοσίων υπηρεσιών.
3. Η τεχνική της υποβάθμισης
Για να κάνει κάποιος αποδεκτό ένα απαράδεκτο μέτρο, αρκεί να το εφαρμόσει σταδιακά κατά «φθίνουσα κλίμακα» για μια διάρκεια 10 ετών. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκαν ριζικά νέες κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες (νεοφιλελευθερισμός) στις δεκαετίες του 1980 και 1990. Μαζική ανεργία, αβεβαιότητα, «ευελιξία», μετακινήσεις, μισθοί που δεν διασφαλίζουν πια ένα αξιοπρεπές εισόδημα• τόσες αλλαγές, που θα είχαν προκαλέσει επανάσταση, αν είχαν εφαρμοστεί αιφνιδίως και βίαια.
4. Η στρατηγική της αναβολής
Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια αντιλαϊκή απόφαση είναι να την παρουσιάσετε ως «οδυνηρή αλλά αναγκαία», αποσπώντας την συναίνεση του κοινού στο παρόν, για την εφαρμογή της στο μέλλον. Είναι πάντοτε πιο εύκολο να αποδεχτεί κάποιος αντί μιας άμεσης θυσίας μια μελλοντική. Πρώτ’ απ’όλα, επειδή η προσπάθεια δεν πρέπει να καταβληθεί άμεσα. Στη συνέχεια, επειδή το κοινό έχει πάντα την τάση να ελπίζει αφελώς ότι «όλα θα πάνε καλύτερα αύριο» και ότι μπορεί, εντέλει, να αποφύγει τη θυσία που του ζήτησαν. Τέλος, μια τέτοια τεχνική αφήνει στο κοινό ένα κάποιο χρονικό διάστημα, ώστε να συνηθίσει στην ιδέα της αλλαγής, και να την αποδεχτεί μοιρολατρικά, όταν κριθεί ότι έφθασε το πλήρωμα του χρόνου για την τέλεσή της.
5. Η στρατηγική του να απευθύνεσαι στο κοινό σαν να είναι μωρά παιδιά
Η πλειονότητα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο ευρύ κοινό χρησιμοποιούν έναν αφηγηματικό λόγο, επιχειρήματα, πρόσωπα και έναν τόνο ιδιαιτέρως παιδικό, εξουθενωτικά παιδιάστικο, σαν να ήταν ο θεατής ένα πολύ μικρό παιδί ή σαν να ήταν διανοητικώς ανάπηρος. Όσο μεγαλύτερη προσπάθεια καταβάλλεται να εξαπατηθεί ο θεατής, τόσο πιο παιδιάστικος τόνος υιοθετείται από τον διαφημιστή. Γιατί; "Αν -ο διαφημιστής- απευθυνθεί σε κάποιον σαν να ήταν παιδί δώδεκα ετών, τότε είναι πολύ πιθανόν να εισπράξει, εξαιτίας του έμμεσου και υπαινικτικού τόνου, μιαν απάντηση ή μιαν αντίδραση τόσο απογυμνωμένη από κριτική σκέψη, όσο η απάντηση ενός δωδεκάχρονου παιδιού". Απόσπασμα από το "Όπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους".
6. Η τεχνική του να απευθύνεστε στο συναίσθημα μάλλον παρά στη λογική
Η επίκληση στο συναίσθημα είναι μια κλασική τεχνική για να βραχυκυκλωθεί η ορθολογιστική ανάλυση, επομένως η κριτική αντίληψη των ατόμων. Επιπλέον, η χρησιμοποίηση του φάσματος των αισθημάτων επιτρέπει να ανοίξετε τη θύρα του ασυνείδητου για να εμφυτεύσετε ιδέες, επιθυμίες, φόβους, παρορμήσεις ή συμπεριφορές.
7. Η τεχνική του να κρατάτε το κοινό σε άγνοια και ανοησία
Συνίσταται στο να κάνετε το κοινό να είναι ανίκανο να αντιληφθεί τις τεχνολογίες και τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιείτε για την υποδούλωσή του. «Η ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχεται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις πρέπει να είναι πιο φτωχή, ώστε η τάφρος της άγνοιας που χωρίζει τις κατώτερες τάξεις από τις ανώτερες τάξεις να μη γίνεται αντιληπτή από τις κατώτερες». Απόσπασμα από το «Όπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους».
8. Η τεχνική του να ενθαρρύνεις το κοινό να αρέσκεται στη μετριότητα
Συνίσταται στο να παρακινείς το κοινό να βρίσκει «cool» ό,τι είναι ανόητο, φτηνιάρικο και ακαλλιέργητο.
9. Η τεχνική του να αντικαθιστάς την εξέγερση με την ενοχή
Συνίσταται στο να κάνεις ένα άτομο να πιστεύει ότι είναι το μόνο υπεύθυνο για την συμφορά του, εξαιτίας της διανοητικής ανεπάρκειάς του, της ανεπάρκειας των ικανοτήτων του ή των προσπαθειών του. Έτσι, αντί να εξεγείρεται εναντίον του οικονομικού συστήματος, απαξιώνει τον ίδιο τον εαυτό του και αυτο-ενοχοποιείται, κατάσταση που περιέχει τα σπέρματα της νευρικής κατάπτωσης, η οποία έχει μεταξύ άλλων και το αποτέλεσμα της αποχής από οποιασδήποτε δράση. Και χωρίς τη δράση, γλιτώνετε την επανάσταση!
10. Η τεχνική του να γνωρίζεις τα άτομα καλύτερα από όσο γνωρίζουν τα ίδια τον εαυτό τους
Στη διάρκεια των τελευταίων πενήντα ετών, οι κατακλυσμιαία πρόοδος της επιστήμης άνοιξε μια ολοένα και πιο βαθειά τάφρο ανάμεσα στις γνώσει του ευρέως κοινού και στις γνώσεις που κατέχουν και χρησιμοποιούν οι ιθύνουσες ελίτ. Χάρη στη βιολογία, τη νευροβιολογία και την εφαρμοσμένη ψυχολογία, το «σύστημα» έφτασε σε μια εξελιγμένη γνώση του ανθρώπινου όντος, και από την άποψη της φυσιολογίας και από την άποψη της ψυχολογίας. Το σύστημα έφτασε να γνωρίζει τον μέσο άνθρωπο καλύτερα απ’ όσο γνωρίζει ο ίδιος τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων, το σύστημα ασκεί έναν πολύ πιο αυξημένο έλεγχο και επιβάλλεται με μια μεγαλύτερη ισχύ επάνω στα άτομα απ’ όσο τα άτομα στον ίδιο τον εαυτό τους.
του Γιάννη Βελίκη
Ο κυρίαρχος και αντικειμενικός ρόλος των Μ.Μ.Ε. είναι η πολιτική αγωγή, η δημοσιογραφική δεοντολογία, η προσφορά τρόπων ψυχαγωγίας, η καλλιέργεια του πνεύματος και ικανοποίηση της φιλομάθειας. Οι θετικές επιδράσεις των μέσων μαζικής ενημέρωσης ασκούνται, όταν λειτουργούν με σεβασμό προς το κοινό, με τιμιότητα, χωρίς υπερβολές και ανήθικους υπαινιγμούς. Σύμφωνα με τη δεοντολογία των δημοσιογράφων, ο κάθε δημοσιογράφος (και κατ’ επέκταση η φιλοσοφία του κάθε Μ.Μ.Ε.) θα πρέπει να ακολουθεί αρχές όπως α) να επαναβεβαιώσει και διασφαλίσει τον κοινωνικό ρόλο του δημοσιογράφου στις νέες συνθήκες που διαμορφώνουν ο γιγαντισμός, το ολιγοπώλιο στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, η αυξημένη εμβέλεια και επιρροή των Μ.Μ.Ε. και η παγκοσμιοποίηση της επικοινωνίας, β) να αποθαρρύνει και να αντιστέκεται σε κάθε απόπειρα κρατικού ή άλλου επηρεασμού με τον αυτοκαθορισμό κανόνων υπεύθυνης επαγγελματικής λειτουργίας, και γ) να κατοχυρώσει την ελευθερία της πληροφόρησης και της έκφρασης, την αυτονομία και αξιοπρέπεια του δημοσιογράφου και να θωρακίσει την ελευθεροτυπία προς όφελος της δημοκρατίας και της κοινωνίας.
Όλα τα ανωτέρω θα συνέβαιναν με αυτονόητο τρόπο σε μία κοινωνία όπου κυριαρχεί η ισότητα, η δημοκρατία, η ισονομία, η ευνομία και η δικαιοσύνη. Επίσης θα συνέβαιναν αν όλοι οι δημοσιογράφοι (και τα Μ.Μ.Ε.) είχαν ως πρωταρχική τους αξία την διατήρηση αυτής της ισότητας, της δημοκρατίας, της ισονομίας και της δικαιοσύνης.
Πόσοι ωστόσο δημοσιογράφοι λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο;
Σε μία κοινωνία όπου πρώτη (και ίσως μοναδική) αξία είναι το χρήμα (και η κατοχή του), με ποιό τρόπο, αλήθεια, οι δημοσιογράφοι θα υπηρετούσαν την αλήθεια και θα αντιστεκόταν στα πάσης φύσης οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα; Όταν απειλείται η θέση εργασίας τους, το όνομα και η φήμη τους, καθώς και (σε μερικές περιπτώσεις) η ζωή η δική τους ή των παιδιών τους, με ποιό κόστος θα πρέπει αυτοί οι δημοσιογράφοι να υπηρετήσουν το κοινό συμφέρον; Και στο τέλος – τέλος τί θα κερδίσουν, πέρα από την τελική περιθωριοποίηση και διαπόμπευση (έστω και με ψεύτικα στοιχεία) τους;
Ο Τζόν Σουϊντον, πρώην αρχισυντάκτης των New York Times, στην αποχαιρετιστήρια δεξίωση που έγινε προς τιμήν του πριν βγει στη σύνταξη. είπε: «Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, σε αυτή τη περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας που να αποκαλείται ανεξάρτητος Τύπος. Το γνωρίζετε και το γνωρίζω. Ούτε ένας ανάμεσά σας θα τολμούσε να εκστομίσει μια έντιμη γνώμη. Και αν τολμούσατε να την εκφράσετε γνωρίζετε εκ των προτέρων ότι ποτέ δεν θα εμφανιζόταν τυπωμένη στο χαρτί. Πληρωνόμαστε αρκετά ώστε να κρατάμε την τίμια άποψή μας, έξω από την εφημερίδα για την οποία γράφουμε. Εσείς επίσης παίρνετε ικανοποιητικούς μισθούς για παρόμοιες υπηρεσίες. Και αν κάποιος τολμούσε ή ήταν τόσο τρελός ώστε να γράψει την τίμια γνώμη του, θα βρισκόταν πολύ σύντομα στο δρόμο… Είναι δουλειά και καθήκον κάθε δημοσιογράφου να καταστρέφει την αλήθεια, να ψεύδεται, να διαστρεβλώνει, να εξυβρίζει, να κολακεύει γονυπετής το Μαμωνά και να πουλάει τη Πατρίδα του για τον άρτο τον επιούσιο… Είμαστε υποτελείς. Όργανα των πλουσίων που βρίσκονται στο παρασκήνιο. Είμαστε καραγκιόζηδες. Αυτοί οι άνθρωποι κινούν τα νήματα και εμείς χορεύουμε στο ρυθμό τους. Ο χρόνος, η ζωής μας, οι ικανότητές μας είναι ιδιοκτησία αυτών των ανθρώπων. Είμαστε διανοούμενες πόρνες».
Σε ένα από τα πιο πολυβραβευμένα ντοκιμαντέρ στην ιστορία του είδους, με τίτλο «Η Κατασκευή της Συναίνεσης: ο Νόαμ Τσόμσκι και τα Μ.Μ.Ε.» (1992), οι δημιουργοί ακολουθούν σε διαλέξεις ανά τον πλανήτη τον βραβευμένο με το βραβείο Κιότο καθηγητή Γλωσσολογίας και μαχητικό κριτικό της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ για μισό αιώνα Νόαμ Τσόμσκι. Το αποτέλεσμα τους δικαίωσε με 22 βραβεία και 50 συμμετοχές σε διεθνή φεστιβάλ. Ο Αμερικανός διανοητής υποστηρίζει ότι τα ΜΜΕ στις ΗΠΑ είναι, αν όχι «φερέφωνα», τουλάχιστον εκφραστές των συμφερόντων του κυρίαρχου πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου (των «πολυεθνικών»). «Ο ρόλος των ΜΜΕ», σημειώνει, «είναι να υπερασπίζονται την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ατζέντα των προνομιούχων ομάδων που κυριαρχούν στην κοινωνία και στο κράτος». Αυτή η εξάρτηση από την πολιτική και οικονομική εξουσία κάνει τα ΜΜΕ όργανα προπαγάνδας και όχι ενημέρωσης.
Σύμφωνα με τον διαπρεπή επιστήμονα και ακτιβιστή … «οι έλεγχοι τους οποίους ασκεί η οικονομική και η πολιτική εξουσία μέσω των ΜΜΕ στις «Δημοκρατίες της Δύσης» διαφέρουν από αυτούς των ολοκληρωτικών καθεστώτων κι έτσι οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης» δεν είναι η σοβιετική «Πράβδα». Ωστόσο, το τελικό αποτέλεσμα όσων αποτυπώνονται στο χαρτί είναι «εφάμιλλης ομοιογένειας και συμμόρφωσης. Κύριος σκοπός των Μ.Μ.Ε. είναι να επιστρατευτούν στα ειδικά συμφέροντα που κυριαρχούν στην κυβέρνηση. Εμπορικά, ή επενδυτικά συμφέροντα που στελεχώνουν την Κυβέρνηση και είναι και οι ιδιοκτήτες των μεγάλων Μ.Μ.Ε. Η προπαγάνδα αυτή στοχεύει στο 20% των μορφωμένων ανθρώπων (διευθυντικά στελέχη, ακαδημαϊκούς, πολιτισμικούς παράγοντες, καλλιτέχνες, δάσκαλους, πολιτευτές) και στο 80% του μη μορφωμένου κόσμου που είναι προορισμένο να ακολουθεί εντολές, να μην σκέφτεται και να μην δίνει σημασία σε τίποτα. Ο βασικός τρόπος που τα Μ.Μ.Ε. εργάζονται αφορά δύο τεχνικές: α) περιθωριοποίηση με προπαγάνδα, σκάνδαλα, ψευδείς ειδήσεις (λάσπη) των εκπροσώπων της αντίθετης άποψης, και β) καθοδήγηση του κοινού στην απάθεια δίνοντας του ανούσιες πληροφορίες, ή περιπλέκοντας και αποδυναμώνοντας τις πραγματικές πληροφορίες».
Εκτός όμως της υιοθέτησης των πολιτικών και ιδεολογικών σχημάτων από τους πολίτες για τα οποία εργάζονται και αμείβονται, οι δημοσιογράφοι και τα Μ.Μ.Ε. προσδοκούν και ένα επιπλέον όφελος. Την χρηματοδότηση τους και από τη διαφήμιση εμπορικών προϊόντων και υπηρεσιών. Η κάθε δημοσιογραφική εκπομπή, ακόμη και οι ειδήσεις, εκτός της προπαγάνδας, επιχειρεί να «πουλήσει» τα προϊόντα των χορηγών που τις υποστηρίζουν. Έτσι, διακόπτει τη ροή των ειδήσεων ή της εκπομπής σε απρόβλεπτα σημεία (την ώρα που το ενδιαφέρον των τηλεθεατών είναι μεγάλο), ή φροντίζει να δημιουργεί ευχάριστα συναισθήματα ώστε οι τηλεθεατές να μην αλλάξουν κανάλι και να είναι επιρρεπείς σε μηνύματα διαφημιστικά!
Έτσι, οι ειδήσεις της τηλεόρασης δεν είναι σε καμία περίπτωση ενημέρωση για τα γεγονότα, αλλά μία καλοστημένη, πολύ λεπτομερειακά σχεδιασμένη τηλεοπτική παραγωγή, που επιχειρεί κάθε μέρα και με παρόμοιο τρόπο να προκαλεί συγκεκριμένη γκάμα συναισθημάτων συγκεκριμένης έντασης. Το μενού περιλαμβάνει έξαψη, αγωνία, περιέργεια και στο τέλος πάντα χαλάρωση (θέματα πολιτισμού) και επιτυχίας – νίκης (αθλητικά). Η ένταση πρέπει να είναι ελεγχόμενη και σε σωστά επίπεδα. Αν πέφτει επειδή το θέμα δεν ενδιαφέρει τότε επιστρατεύονται η μουσική επένδυση και η δυνατή φωνή του παρουσιαστή. Αν είναι ήδη πολύ έντονο τότε μειώνεται η σημασία του τονίζοντας ασήμαντες λεπτομέρειες και «μακραίνοντας» το τηλεοπτικό του χρόνο.
Σύμφωνα με τον Τσόμσκι «τα Μ.Μ.Ε. που απευθύνονται στο ευρύ κοινό και στους απλούς ανθρώπους έχουν ως σκοπό της διασκέδαση των τηλεθεατών τους και την παθητικοποίηση τους (μόδα, κουτσομπολιό, talk shows, dance shows, αστρολογία, κίτρινος τύπος, οι βασιλικοί γάμοι κ.α.)». Φυσικά συνήθως πετυχαίνουν τον σκοπό τους καθώς απευθύνονται είτε το πρωί στις νοικοκυρές που ταυτόχρονα κάνουν βαρετές οικιακές εργασίες, είτε στους εργαζόμενους που ξεκουράζονται το απόγευμα. Για οποιονδήποτε, άλλωστε, που είναι κουρασμένος από τη δουλειά, είτε μόνος είτε με τα παιδιά του, είναι πολύ δύσκολη η καθημερινή αναζήτηση πληροφοριών και ενδιαφερόντων νέων από το διαδίκτυο. Αντίθετα η χαλάρωση και η διασκέδαση είναι το ζητούμενο! Αυτές είναι οι ιδανικές συνθήκες για τα Μ.Μ.Ε. που μπορούν να «περάσουν» τα μηνύματα που θέλουν, ανεξάρτητα του πόσο ψευδή ή κατευθυνόμενα είναι. «Έτσι λειτουργεί το σύστημα κατήχησης», συνεχίζει ο Τσόμσκι «που λόγο στο λόγο, εικόνα στην εικόνα και θέμα στο θέμα, καθημερινά και στις αργίες, αλλάζει γνώμες, εγκαθιδρύει νοοτροπίες, δημιουργεί στερεότυπα, κατευθύνει σκέψεις και αντιλήψεις». Το όλο σύστημα δουλεύει εξαίρετα έτσι που το ευρύ κοινό (και του ηλεκτρονικού και του έντυπου Τύπου) να μην έχουν χρόνο ή διάθεση να σκεφτούν ή να συζητήσουν εποικοδομητικά γι’ αυτά που τους συμβαίνουν.
Συμπλήρωμα στην κατήχηση και καθοδήγηση της κοινής γνώμης αποτελούν οι δημοσκοπήσεις. Ως γνωστόν ο άνθρωπος, φύσει «πολιτικόν και κοινωνικό» ον, τείνει να συμμορφώνεται με την πλειοψηφία, και αυτόν ακριβώς το σκοπό υπηρετούν οι εταιρίες δημοσκοπήσεων. Έτσι κι αλλιώς, το μόνο σημαντικό είναι το αποτέλεσμα της κάλπης, αλλά οι δημοσκοπήσεις, λειτουργώντας ως ένα άλλο «κύπελο ποδοσφαίρου» αλλάζουν από εβδομάδα σε εβδομάδα, κάνοντας από μικρά ανεπαίσθητα έως μεγάλα «μαγειρέματα», ανάλογα με τα συμφέροντα του πελάτη τους – κόμματα, επιχειρηματίες.
Στην περιβόητη ταινία «Μάτριξ», ο περίεργος άνθρωπος εξηγεί στον πρωταγωνιστή ότι πήγε σε αυτόν γιατί πάντα ένιωθε ότι … «κάτι πήγαινε λάθος, αλλά δεν μπορούσε να το βρει, γιατί είναι ο κόσμος που πέφτει σαν στάχτη στα μάτια του για να του κρύψει την Αλήθεια». «Ποιά αλήθεια» ρωτάει ο πρωταγωνιστής. «Ότι είσαι ένας Σκλάβος» του απαντά ο παράξενος τύπος… «όπως όλοι οι άλλοι γεννήθηκες για να σκλαβωθείς και να μπεις σε μία φυλακή όπου δεν μπορείς να μυρίσεις, να γευτείς ή να αγγίξεις… Μία φυλακή για το μυαλό σου».
Πράγματι! Ο κόσμος του Τύπου λειτουργεί κατά πολύ με τον κόσμο του «Μάτριξ». Η προπαγάνδα είναι για τη δημοκρατία ότι η βία για τη δικτατορία. Τα μεγάλα Μέσα καθορίζουν και ελέγχουν τις γνώμες που υπάρχουν. Τα μικρότερα συνήθως αναπαράγουν το στυλ και τις απόψεις των μεγάλων. Όπως σερβίρονται τα νέα είναι μία εικονική πραγματικότητα.
Στις Η.Π.Α. για παράδειγμα, δεν γίνονται συζητήσεις στα μεγάλα Μ.Μ.Ε. για τη συνεργασία του Τύπου στον πόλεμο στο Βιετνάμ, του Ιράκ, ή για τις αντίθετες απόψεις περί της εξωτερικής τους πολιτικής. Ο Άραβας εδώ και 50 χρόνια παρουσιάζεται σαν ο «κακός» των ταινιών, γεγονός καθόλου τυχαίο όπως ομολογούν μεγάλοι αμερικανοί σκηνοθέτες. Η πραγματική αιτία όλως των πολεμικών επιχειρήσεων που είναι ο έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πηγών άλλων κρατών (στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική και στη Λατινική Αμερική) δεν αναφέρεται ΠΟΤΕ.
Στα ελληνικά Μ.Μ.Ε. επίσης δεν αναφέρεται ποτέ το τί κάνει ο Στρατός μας στο εξωτερικό; Τι γίνεται με την υπόθεση της Κύπρου που είναι θαμμένη στα άδυτα της Βουλής; Γιατί η δικαστικός που μίλησε για τις σχέσεις εκμετάλλευσης δικαστών σε παραβατικούς ανηλίκους της Βόρειας Ελλάδος και απολύθηκε από τα καθήκοντα της δεν αναφέρθηκε ποτέ από τα ελληνικά Μ.Μ.Ε. ενώ η ιστορία της έγινε γνωστή από τα Μ.Μ.Ε. του εξωτερικού; Γιατί δεν ακούγονται σκέψεις και άνθρωποι πέραν των γνωστών 4 – 5 κομμάτων; Γιατί δεν γίνεται έρευνα για την πραγματική μόλυνση των βιομηχανιών; Για τους μεσάζοντες στην αγορά; Μήπως παίζει κάποιο ρόλο το ότι οι εταιρίες Μ.Μ.Ε. ανήκουν σε ιδιοκτήτες που ταυτόχρονα κατέχουν βιομηχανίες και θέσεις στο εμπόριο αγαθών; Γιατί τόσα χρόνια που η ακροδεξιά υποστήριζε ότι υπάρχει πετρέλαιο όλοι τους κατηγορούσαν για μισότρελους και λίγο αργότερα, ξαφνικά έγινε η προτεραιότητα στους εθνικούς στόχους κ.α.
Τα debates είναι η πιο αστεία και χαρακτηριστική, ως προς την υποτελή λειτουργία του Τύπου, διαδικασία παρουσίασης των πολιτικών προσώπων. Οι πολιτικοί γνωρίζουν από πριν τις ερωτήσεις, είναι έτοιμοι ότι θα απαντήσουν μόνο σε αυτές, και το μόνο τους μέλημα είναι, σαν ηθοποιοί, να «παίξουν» στο show όπου θα δείξουν και πειστικοί. Εννοείται ότι κανείς «αντιφρονούντας» δημοσιογράφος δε γίνεται ποτέ δεκτός στη διαδικασία.
Επίσης, στις πολιτικές εκπομπές, ο χρόνος για τους πολιτικούς είναι πολύ λίγος και οι πηγές που οι πολιτικοί παρουσιάζουν δεν μπορούν να ελεγχθούν (συνήθως οι πηγές αντίθετων κομμάτων δείχνουν αντιφατικά στοιχεία). Ο λόγος των πολιτικών είναι γενικός και πάντα στοχεύει σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού. Οι δημοσιογράφοι σπάνια θα «στεναχωρήσουν» τους πολιτικούς με δύσκολες ερωτήσεις αφού συμπεριφέρονται ως «οικοδεσπότες» και επιπλέον γνωρίζουν ότι αν το κάνουν θα τιμωρηθούν με την άρνηση των πολιτικών να ξαναεμφανιστούν σε εκπομπή τους. Επίσης ο λόγος των πολιτικών είναι καιροσκοπικός (που σημαίνει ότι αυτό που λέμε σήμερα ότι συμβαίνει δεν σήμαινε το ίσιο και στο παρελθόν). Τέλος οι καλεσμένοι πολιτικοί (και όχι μόνο) είναι πάντα συγκεκριμένοι. Γι’ αυτό και πολλοί πολιτικοί παραπονιούνται ότι δεν εμφανίζονται ενώ άλλους τους βλέπουμε συνεχώς. Δυστυχώς για όλα αυτά το ευρύ κοινό δεν παραπονιέται. Συνεχίζει απλώς να «ψηφίζει» μέσω της τηλεθέασης ή της αγοράς του εντύπου Τύπου αυτούς που φαίνονται πιο ευχάριστοι.
Στη περίπτωση που κάποιος /οι δημοσιογράφος /οι επιχειρήσουνε να πούνε δημόσια μία γνώμη αντίθετη από τη φιλοσοφία των Μ.Μ.Ε. τιμωρούνται με επιπλήξεις ή απόλυση (παράδειγμα οι απολύσεις του Στέλιου Κούλογλου ή της Αφροδίτης Σημίτη). Όταν, μία εκπομπή αποκαλύπτει στοιχεία που δεν «βολεύουν» την εξουσία μπορεί να σταλεί εξώδικο για να μην παιχτεί η εκπομπή (Εφραίμ προς Βαξεβάνη). Όταν ένα κανάλι απειλεί τα γενικότερα συμφέροντα λασπολογείται και κατηγορείται ο διευθυντής του (Τζούλιαν Άσαντζ των Wikileaks που κατηγορείται για παιδεραστία). Σε άλλη περίπτωση μπορεί να γιουχαϊστούν, να προπηλακιστούν, να πέσουν θύματα άγριου ξυλοδαρμού (Γιλένα Μιλασίνα στη Ρωσία) ή να φονευτούν (Τζιλ Ντάντο που δολοφονήθηκε αφού κατέθεσε εναντίον του Μιλόσεβιτς το 1999).
Η ελευθερία και η ανεξαρτησία του Τύπου είναι λοιπόν Μύθος. Οι τρόποι δε που μας κατηχεί, μας χειραγωγεί και μας κατευθύνει αναλύονται και πάλι από το μαιτρ της επικοινωνιολογίας, τον πρώην καθηγητή γλωσσολογίας και τέος ακτιβιστή κο Τσόμσκι:
1. Η τεχνική της διασκέδασης
Πρωταρχικό στοιχείο του κοινωνικού ελέγχου, η τεχνική της διασκέδασης συνίσταται στη στροφή της προσοχής του κοινού από τα σημαντικά προβλήματα και από τις μεταλλαγές που αποφασίστηκαν από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ, δι’ενός αδιάκοπου καταιγισμού διασκεδαστικών και ασήμαντων λεπτομερειών. Η τεχνική της διασκέδασης είναι επίσης απαραίτητη για να αποτραπεί το κοινό από το να ενδιαφερθεί για ουσιαστικές πληροφορίες στους τομείς της επιστήμης, της οικονομία, της ψυχολογίας, της νευροβιολογίας και της κυβερνητικής. «Κρατήστε αποπροσανατολισμένη την προσοχή του κοινού, μακριά από τα αληθινά κοινωνικά προβλήματα, αιχμαλωτισμένη σε θέματα χωρίς καμιά πραγματική σημασία. Κρατήστε το κοινό απασχολημένο, απασχολημένο, απασχολημένο, χωρίς χρόνο για να σκέφτεται• να επιστρέφει κανονικά στη φάρμα με τα άλλα ζώα». Απόσπασμα από το Όπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους.
2. Η τεχνική της δημιουργίας προβλημάτων, και στη συνέχεια παροχής των λύσεων
Αυτή η τεχνική ονομάζεται επίσης «πρόβλημα-αντίδραση-λύση». Πρώτα δημιουργείτε ένα πρόβλημα, μια «έκτακτη κατάσταση» για την οποία μπορείτε να προβλέψετε ότι θα προκαλέσει μια συγκεκριμένη αντίδραση του κοινού, ώστε το ίδιο να ζητήσει εκείνα τα μέτρα που εύχεστε να το κάνετε να αποδεχτεί. Για παράδειγμα: αφήστε να κλιμακωθεί η αστική βία, ή οργανώστε αιματηρές συμπλοκές, ώστε το κοινό να ζητήσει τη λήψη μέτρων ασφαλείας που θα περιορίζουν τις ελευθερίες του. Ή, ακόμη: δημιουργήστε μια οικονομική κρίση για να κάνετε το κοινό να δεχτεί ως αναγκαίο κακό τον περιορισμό των κοινωνικών δικαιωμάτων και την αποδόμηση των δημοσίων υπηρεσιών.
3. Η τεχνική της υποβάθμισης
Για να κάνει κάποιος αποδεκτό ένα απαράδεκτο μέτρο, αρκεί να το εφαρμόσει σταδιακά κατά «φθίνουσα κλίμακα» για μια διάρκεια 10 ετών. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκαν ριζικά νέες κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες (νεοφιλελευθερισμός) στις δεκαετίες του 1980 και 1990. Μαζική ανεργία, αβεβαιότητα, «ευελιξία», μετακινήσεις, μισθοί που δεν διασφαλίζουν πια ένα αξιοπρεπές εισόδημα• τόσες αλλαγές, που θα είχαν προκαλέσει επανάσταση, αν είχαν εφαρμοστεί αιφνιδίως και βίαια.
4. Η στρατηγική της αναβολής
Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια αντιλαϊκή απόφαση είναι να την παρουσιάσετε ως «οδυνηρή αλλά αναγκαία», αποσπώντας την συναίνεση του κοινού στο παρόν, για την εφαρμογή της στο μέλλον. Είναι πάντοτε πιο εύκολο να αποδεχτεί κάποιος αντί μιας άμεσης θυσίας μια μελλοντική. Πρώτ’ απ’όλα, επειδή η προσπάθεια δεν πρέπει να καταβληθεί άμεσα. Στη συνέχεια, επειδή το κοινό έχει πάντα την τάση να ελπίζει αφελώς ότι «όλα θα πάνε καλύτερα αύριο» και ότι μπορεί, εντέλει, να αποφύγει τη θυσία που του ζήτησαν. Τέλος, μια τέτοια τεχνική αφήνει στο κοινό ένα κάποιο χρονικό διάστημα, ώστε να συνηθίσει στην ιδέα της αλλαγής, και να την αποδεχτεί μοιρολατρικά, όταν κριθεί ότι έφθασε το πλήρωμα του χρόνου για την τέλεσή της.
5. Η στρατηγική του να απευθύνεσαι στο κοινό σαν να είναι μωρά παιδιά
Η πλειονότητα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο ευρύ κοινό χρησιμοποιούν έναν αφηγηματικό λόγο, επιχειρήματα, πρόσωπα και έναν τόνο ιδιαιτέρως παιδικό, εξουθενωτικά παιδιάστικο, σαν να ήταν ο θεατής ένα πολύ μικρό παιδί ή σαν να ήταν διανοητικώς ανάπηρος. Όσο μεγαλύτερη προσπάθεια καταβάλλεται να εξαπατηθεί ο θεατής, τόσο πιο παιδιάστικος τόνος υιοθετείται από τον διαφημιστή. Γιατί; "Αν -ο διαφημιστής- απευθυνθεί σε κάποιον σαν να ήταν παιδί δώδεκα ετών, τότε είναι πολύ πιθανόν να εισπράξει, εξαιτίας του έμμεσου και υπαινικτικού τόνου, μιαν απάντηση ή μιαν αντίδραση τόσο απογυμνωμένη από κριτική σκέψη, όσο η απάντηση ενός δωδεκάχρονου παιδιού". Απόσπασμα από το "Όπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους".
6. Η τεχνική του να απευθύνεστε στο συναίσθημα μάλλον παρά στη λογική
Η επίκληση στο συναίσθημα είναι μια κλασική τεχνική για να βραχυκυκλωθεί η ορθολογιστική ανάλυση, επομένως η κριτική αντίληψη των ατόμων. Επιπλέον, η χρησιμοποίηση του φάσματος των αισθημάτων επιτρέπει να ανοίξετε τη θύρα του ασυνείδητου για να εμφυτεύσετε ιδέες, επιθυμίες, φόβους, παρορμήσεις ή συμπεριφορές.
7. Η τεχνική του να κρατάτε το κοινό σε άγνοια και ανοησία
Συνίσταται στο να κάνετε το κοινό να είναι ανίκανο να αντιληφθεί τις τεχνολογίες και τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιείτε για την υποδούλωσή του. «Η ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχεται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις πρέπει να είναι πιο φτωχή, ώστε η τάφρος της άγνοιας που χωρίζει τις κατώτερες τάξεις από τις ανώτερες τάξεις να μη γίνεται αντιληπτή από τις κατώτερες». Απόσπασμα από το «Όπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους».
8. Η τεχνική του να ενθαρρύνεις το κοινό να αρέσκεται στη μετριότητα
Συνίσταται στο να παρακινείς το κοινό να βρίσκει «cool» ό,τι είναι ανόητο, φτηνιάρικο και ακαλλιέργητο.
9. Η τεχνική του να αντικαθιστάς την εξέγερση με την ενοχή
Συνίσταται στο να κάνεις ένα άτομο να πιστεύει ότι είναι το μόνο υπεύθυνο για την συμφορά του, εξαιτίας της διανοητικής ανεπάρκειάς του, της ανεπάρκειας των ικανοτήτων του ή των προσπαθειών του. Έτσι, αντί να εξεγείρεται εναντίον του οικονομικού συστήματος, απαξιώνει τον ίδιο τον εαυτό του και αυτο-ενοχοποιείται, κατάσταση που περιέχει τα σπέρματα της νευρικής κατάπτωσης, η οποία έχει μεταξύ άλλων και το αποτέλεσμα της αποχής από οποιασδήποτε δράση. Και χωρίς τη δράση, γλιτώνετε την επανάσταση!
10. Η τεχνική του να γνωρίζεις τα άτομα καλύτερα από όσο γνωρίζουν τα ίδια τον εαυτό τους
Στη διάρκεια των τελευταίων πενήντα ετών, οι κατακλυσμιαία πρόοδος της επιστήμης άνοιξε μια ολοένα και πιο βαθειά τάφρο ανάμεσα στις γνώσει του ευρέως κοινού και στις γνώσεις που κατέχουν και χρησιμοποιούν οι ιθύνουσες ελίτ. Χάρη στη βιολογία, τη νευροβιολογία και την εφαρμοσμένη ψυχολογία, το «σύστημα» έφτασε σε μια εξελιγμένη γνώση του ανθρώπινου όντος, και από την άποψη της φυσιολογίας και από την άποψη της ψυχολογίας. Το σύστημα έφτασε να γνωρίζει τον μέσο άνθρωπο καλύτερα απ’ όσο γνωρίζει ο ίδιος τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων, το σύστημα ασκεί έναν πολύ πιο αυξημένο έλεγχο και επιβάλλεται με μια μεγαλύτερη ισχύ επάνω στα άτομα απ’ όσο τα άτομα στον ίδιο τον εαυτό τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου