Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Φαντασιακό - Συμβολικό - Πραγματικό

 Αναρτήθηκε από: Βελίκης Ιωάννης, Ψυχολόγος PhD, τηλ. 6932683468

J. Lacan
Κείμενο : Κυβέλου Ευαγγελία
Αθήνα 2007
(Το παρών κείμενο αποτελεί μέρος μιας μεγαλύτερης εργασίας που παρουσιάστηκε από την συγγραφέα στην Εταιρεία Ομαδικής Ανάλυσης και Οικογενειακής Θεραπείας τον Οκτώβριο του 2007)



Οι τρεις τάξεις

Ο Lacan, από πολύ νωρίς χρησιμοποιεί τις έννοιες: Φαντασιακό ή Εικονοφαντασιακό (Imaginaire), Συμβολικό (Symbolique) και Πραγματικό (Réel) για να προσεγγίσει το έργο του Freud.
Από το 1953 και μετά, αυτό το τριμερές σύστημα το ορίζει ως Τάξεις.
Αυτές οι τρεις Τάξεις, Φ.Σ.Π., αφορούν κυρίως την ψυχική λειτουργία και όχι ψυχικές δυνάμεις όπως οι τρεις οργανώσεις στο δομικό μοντέλο του Freud.(2)
Το Φ.Σ.Π. σύμφωνα με τον Lacan, απαρτίζει ένα βασικό σύστημα κατηγοριοποίησης, που μας δίνει την δυνατότητα να ξεκαθαρίσουμε πολλές ψυχαναλυτικές έννοιες.
Η κάθε τάξη αυτού του τριμερούς συστήματος αναφέρεται σε μία εντελώς διαφορετική ψυχική λειτουργία που σχετίζεται άμεσα με τις άλλες δύο.
Αν και οι τρεις τάξεις είναι εμφανώς ετερογενείς μεταξύ τους, η κάθε μία ορίζεται πάντα σε σχέση με τις άλλες. Για να αναδείξει τοπολογικά, την αλληλεξάρτηση που έχουν μεταξύ τους, ο Lacan, το 1974, χρησιμοποιεί την αναπαράσταση του κόμβου των Borromeo ( Βορρόμβιου κόμβου). Σχημάτισε δηλαδή τρία δακτυλίδια όπου το καθένα από αυτά αντιπροσώπευε κάθε μία από τις τρεις τάξεις Φ.Σ.Π. Αυτά συγκρατούνταν μεταξύ τους με τέτοιο τρόπο ώστε η αποσύνδεση του ενός προκαλεί αυτόματα χωρισμό και των άλλων δύο. Έτσι επισημαίνει ότι σε όποια τάξη και αν δημιουργηθεί πρόβλημα οι συνέπειες θα γίνουν αισθητές και στις άλλες δύο τάξεις.

1. Φαντασιακό ή Εικονοφαντασιακό (Imaginaire).
Ο όρος φαντασιακό εμπεριέχει την έννοια της αυταπάτης, της σαγήνης και της αποπλάνησης, και συνδέεται άμεσα με την δυαδική σχέση του εγώ και της κατοπτρικής εικόνας .(3) Για αυτό σωστότερη είναι η μετάφραση εικονοφαντασιακό διότι το imaginaire ενέχει την έννοια της εικόνας. Πιθανόν όμως για λόγους συντόμευσης, επικράτησε η όρος φαντασιακό.
Το φαντασιακό δεν είναι κάτι που μπορεί να υπερπηδηθεί χωρίς επιπτώσεις, μια και τις διακρίνουμε εύκολα στο πραγματικό.
Την έννοια του φαντασιακού μπορούμε να την καταλάβουμε σε σχέση με το στάδιο του καθρέφτη, (4) όπου η συγκρότηση του εγώ γίνεται μέσα από την ταύτιση με την κατοπτρική εικόνα. Η ταύτιση αποτελεί μια σημαντική πλευρά της φαντασιακής τάξης καθώς το φαντασιακό, είναι ο χώρος όπου γίνεται η συνάντηση της εικόνας με την φαντασία.
Είναι ο τόπος που γεννιούνται τα συναισθήματα.
Το φαντασιακό όσο αφορά την εκφορά του λόγου, συνδέεται με το σημαινόμενο δηλαδή την σημασία που αποκτούν τα πράγματα για το υποκείμενο.
Το φαντασιακό εκδηλώνεται επίσης στο σεξουαλικό επίπεδο, παίρνοντας την μορφή τελετουργιών στο φλέρτ ή στην επιδειξιομανία.
Ο Lacan, θεώρησε ότι διάφορες ψυχαναλυτικές σχολές, ανάγουν την ψυχανάλυση σε μια δυαδική σχέση που αποσκοπεί στην ταύτιση του αναλυόμενου με τον αναλυτή, κρατώντας έτσι τον πρώτο εγκλωβισμένο σε μια δυαδική σχέση.
Για τον Lacan, η ανάλυση είναι η μετατροπή του φαντασιακού σε συμβολικό, όπως έδειξε και o Freud με την ερμηνεία των ονείρων, των παραπραξιών και των συμπτωμάτων.

2. Συμβολικό (Symbolique)
Για τον Lacan, όπως και για τον Freud, το ασυνείδητο δομείται σαν γλώσσα. O Freud, μίλησε για την λανθάνουσα σημασία του ονείρου, και τους μηχανισμούς της μετάθεσης, και της συμπύκνωσης. Το σύμπτωμα και το λανθάνον μέρος του ονείρου, εκλαμβάνεται σαν την γλώσσα που καταδεικνύει την επιθυμία που δεν μπορεί να βρει άλλη επιτρεπτή διέξοδο.
H έννοια του συμβολικού, όπως χρησιμοποιήθηκε από τον Lacan, διαφέρει από τον τρόπο που την χρησιμοποίησε ο Freud στο εξής: Για τον Freud, εκλαμβάνεται ως αυτή που αντιπροσωπεύει το σύμβολο, ενώ για τον Lacan, δεν υπάρχει καμία σταθερά καθηλωμένη σχέση ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενων, δηλαδή μεταξύ του σύμβολου και της σημασία του.
Το συμβολικό είναι στην ουσία μια γλωσσική διάσταση. Ο Lacan, όμως δεν εξισώνει τη συμβολική τάξη με την γλώσσα, καθώς η γλώσσα εμπεριέχει και στοιχεία της φαντασιακής τάξης. Η συμβολική διάσταση της γλώσσας είναι βασικά εκείνη του σημαίνοντος.
Για τον Lacan, όπως και για τον δομικό γλωσσολόγο F. De Saussure το σημαίνον έχει μια αυθαιρεσία. « Η λέξη αυθαίρετο (όμως) δεν πρέπει να αφήσει την εντύπωση ότι το σημαίνον εξαρτάται από την ελεύθερη επιλογή του ομιλούντος υποκειμένου.(…) Εννοούμε ότι είναι χωρίς κίνητρο, δηλαδή αυθαίρετο σε σχέση με το σημαινόμενο με το οποίο δεν έχει κανένα φυσικό δεσμό στην πραγματικότητα».(5) Αυτό μπορούμε να το αντιληφθούμε όταν σκεφτούμε τις διάφορες γλώσσες όπου διαφορετικά ονοματίζουμε τα ίδια αντικείμενα ή έννοιες.
Το συμβολικό είναι συνδεδεμένο με την «συμβολική λειτουργία». Μια έννοια που ο Lacan, δανείστηκε από την δομική ανθρωπολογία του Claude Lévis- Strauss.
Ειδικότερα, ο Lacan υιοθετεί από τον Lévis-Strauss την ιδέα ότι ο κοινωνικός δεσμός δομείται από συγκεκριμένους νόμους που ρυθμίζουν τις σχέσεις και τις συγγένειες μέσω τις ανταλλαγής των δώρων.
Το μεγαλύτερο δώρο όμως για την επικοινωνία είναι ο ίδια η γλώσσα. Η οποία διέπεται από κανόνες/νόμους.
Το συμβολικό είναι το πεδίο του Νόμου, που ρυθμίζει την επιθυμία μέσα στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Κατά συνέπεια σχετίζεται με τριαδικές σχέσεις, σε αντιδιαστολή με το φαντασιακό που χαρακτηρίζεται από δυαδικές σχέσεις.
Κατά τον Lacan, η συμβολική τάξη από την αρχή έχει καθολικό χαρακτήρα, δεν συγκροτείται σιγά-σιγά :« από την στιγμή που εμφανίζεται το σύμβολο, υπάρχει ένα σύμπαν συμβόλων». (6)… «δεν θα πρέπει όμως να νομίζει κανείς ότι τα σύμβολα έρχονται από το πραγματικό».(7) Δηλαδή τα σύμβολα δεν προϋπάρχουν, όπως μπορεί να νομίζουμε, αυτό είναι μια αυταπάτη(8) . Στην συμβολική τάξη μπαίνουμε λόγω μιας έλλειψης, την οποία θα εξετάσουμε στο επόμενο κεφάλαιο, που αναφέρεται στην πατρική λειτουργία. Από τη στιγμή όμως, που εμφανίζεται η συμβολική τάξη, δημιουργεί την αίσθηση ότι ήταν πάντα εκεί, γιατί είναι αδύνατον να συλλάβουμε με σκέψεις αυτό που προηγείται του λόγου.



3. Πραγματικό ( Réel)
Το πραγματικό, συναντιέται στην λακανική θεωρία από τα πρώτα στάδια της. Αποτελεί όμως ένα στοιχείο της τριαδικής τάξεις (Φ.Σ.Π.), από το 1953 και μετά. Θα εξακολουθήσει όμως να εξελίσσεται και αργότερα δεχόμενο πολλές μεταλλαγές.
Είναι η τάξη που είναι η πιο δύσκολη να κατανοήσουμε μια και χαρακτηρίζεται από την έλλειψη τόσο του σημαίνοντος όσο και του σημαινόμενου. Είναι αυτό το οποίο στερείται γλώσσας. Είναι το άρρητο, το μη επικοινωνήσιμο.
Για τον Lacan (1953-4), το πραγματικό είναι αυτό που βρίσκεται εκτός της γλώσσας και παραμένει χωρίς πρόσβαση στην συμβολοποίηση. Το πραγματικό είναι το «αδύνατο»(9) , επειδή είναι αδύνατον να το φανταστούμε, αδύνατον να το εντάξουμε στην συμβολική τάξη. Για αυτό έχει μια τραυματική υπόσταση.
Το πραγματικό στην λακανική θεωρία παραπέμπει επίσης στη ύλη, στο σώμα και εν τέλει στην βιολογία, για αυτό θα πούμε παρακάτω ότι ο πραγματικός πατέρας είναι ο βιολογικός πατέρας και ότι ο πραγματικός φαλλός είναι το ανδρικό γεννητικό όργανο δηλ. το πέος, διαφοροποιώντας την φαντασιακή και συμβολική τάξη αυτών.
Όπως συναντιέται στην θεωρία του Lacan, το πραγματικό δεν πρέπει να συγχέεται με την έννοια της πραγματικότητας, δηλαδή ενός αντικειμενικού εξωτερικού πράγματος που υπάρχει καθεαυτό, ανεξάρτητα από οποιονδήποτε παρατηρητή.
Ο Freud εισάγοντας την έννοια της ψυχικής πραγματικότητας, προσπάθησε να κάνει την διάκριση ανάμεσα στην εξωτερική και εσωτερική πραγματικότητα για να εξηγήσει την διαφορά μεταξύ νεύρωσης και ψύχωσης.(10)
Για τον Lacan όμως, η έννοια της πραγματικότητας δεν ήταν επαρκής για αυτή την διαφοροποίηση.
Η φροϋδική θεωρία έφτασε στο να ξεχωρίσει τον μηχανισμό της απώθησης που λειτουργεί στην νεύρωση και να πει ότι κάτι άλλο συμβαίνει στην ψύχωση. Αυτόν όμως τον μηχανισμό της ψύχωσης τον όρισε ο Lacan με την έννοια της Forclusion du Nome - du- Père ( Αποκλεισμό του Ονόματος του Πατέρα).
Σχετικά με τις ψευδαισθήσεις, ο Freud είπε, ότι «δεν είναι μια εσωτερική αίσθηση που προβάλλεται στον εξωτερικό κόσμο, θα ήταν σωστότερο να πούμε, ότι αυτό που στο παρελθόν καταργήθηκε (11) μέσα, επιστρέφει από έξω»(12)
Άρα η πραγματικότητα δεν υπάρχει μόνο υπό την μορφή μιας εξωτερικής καθεαυτής υπόστασης, αλλά μπορεί να έρχεται επίσης από τα μέσα, με την έννοια της ψυχικής πραγματικότητας. Ακόμα όμως και η ψυχική πραγματικότητα μπορεί να έχει εσωτερική ή εξωτερική προέλευση. Όπως στην περίπτωση των ψευδαισθήσεων, όπου η ψυχική πραγματικότητα έρχεται από τα έξω.
Στον Lacan η έννοια του πραγματικού έρχεται σε αντιπαράθεση με την έννοια της πραγματικότητας. Το πραγματικό είναι το μη ενσωματώσιμο, ενώ η πραγματικότητα συμπορεύεται με τις υποκειμενικές αναπαραστάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα προϊόντα συμβολικά και φαντασιακά.



[Για κάτι περισσότερο μπορείτε να επισκεφτείτε στο παρών blog το άρθρο:
Το στάδιο του καθρέφτη:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/09/blog-post_19.html


Καθώς επίσης:
Ψύχωση- Νεύρωση- Διαστροφή
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/12/blog-post.html
Η Πατρική Λειτουργία και η Επιθυμία της μητέρας:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/09/blog-post_8648.html
Η έννοια της επιθυμίας στην Λακανική θεωρία:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2009/10/blog-post_22.html
Ακόμα:
Το έργο το Ζ. Λακάν:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/06/blog-post_3220.html
Βιογραφικά στοιχεία του Ζ. Λακάν:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/06/blog-post_27.htm
J.Lacan και η εποχή που αναπτύσσονται οι ιδέες του:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/11/jacques-lacan.html ]


Σημειώσεις:
(1) Για συντομία ο Lacan χρησιμοποιούσε τα αρχικά γράμματα του Imaginaire, Symbolique, Réel I.S.R. Εμείς θα χρησιμοποιήσουμε τα ελληνικά αρχικά Φ.Σ.Π.
(2) Εγώ- Υπερεγώ- Αυτό
(3) Evans, D., 1996. Εισαγωγικό Λεξικό της Λακανικής Ψυχανάλυσης, ό.π., σ. 302
(4) Laplanche, J., Pontalis, J.-B., 1967. Vocabulaire de la psychanalyse, ό.π. σ. 194
Saussure, F. de : Cours de linguistique générale, Paris, Payot, 1980, σ. 101.
(5) Saussure, F. de : Cours de linguistique générale, Paris, Payot, 1980, σ. 101.
(6) Le Séminaire, Livre ΙΙ, Le moi dans la théorie de Freud et dans la technique de la psychanalyse, Paris, Seuil, 1978. σ. 29.
(7) Ό.π. σ. 238.
(8)Evans, D., 1996. Εισαγωγικό Λεξικό της Λακανικής Ψυχανάλυσης, ό.π., σ. 251.
(9) Ό.π., σ.226.
(10) Freud, S., 1924. « La perte de la réalité dans la névrose et dans la psychose », στο Névrose, psychose et perversion, Paris. PUF, 1973, σσ. 299-303.
(11) Ο Freud χρησιμοποιεί την γαλλική λέξη «aboli» ή την λέξη «rejette », στα γερμανικά verwift δηλαδή ακυρώνω, καταργώ και όχι refoule (Απωθώ), όταν μιλάει για τις παραισθήσεις του παιδιού με τους λύκους. Μάλιστα σε ένα σημείο το επισημαίνει ότι «αυτή η εμπειρία δεν έχει να κάνει σε τίποτα με την απώθηση» Freud, S., 1918. « L’homme aux loups », στο Cinq psychanalyses, Paris, P.U.F. 1981, σ. 389.
(12) Freud, S., 1911, « Remarques psychanalytiques sur l’autobiographie d’un cas de paranoïa (Le Président Schrieffer), στο Cinq Psychanalyses, ό.π., σ. 287.

Βιβλιογραφία

Czermak, M. Patronymies, Paris, Masson, 1998.
Dethy, M. Εισαγωγή στην Ψυχανάλυση του Λακάν, Αθήνα, Καστανιώτη, 2000.
Dolto, F. L’image inconsciente du corps, Paris, Essais, 1984.
Dor, J. 1985. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Λακάν 1.Το ασυνείδητο δομημένο σαν γλώσσα, Αθήνα, Πλέθρον, 1994.
Dor, J. 1985. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Λακάν 2. Η δομή του υποκειμένου, Αθήνα, Πλέθρον, 1996.
Dor, J. Le père et sa fonction en psychanalyse, Paris, Point Hors Ligne, 1989
Freud, S. 1895. « Esquisse d’une psychologie scientifique », στο Naissance de la psychanalyse, Paris, PUF, 1956.
Freud, S. 1911, «Remarques psychanalytiques sur l’autobiographie d’un cas de paranoïa. Le Président Schrieffer», στο Cinq Psychanalyses, Paris, PUF, 1981.
Freud, S. 1924. « La perte de la réalité dans la névrose et dans la psychose », στο Névrose, psychose et perversion, Paris. PUF, 1973.
Freud, S. 1938. Abrégé de psychanalyse, Paris, PUF, 1949
Green, A. Narcissisme de vie, narcissisme de mort, Paris, Éditions de Minuit, 1983.
Evans, D. 1996. Εισαγωγικό λεξικό της λακανικής ψυχανάλυσης, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2005.
Κυβέλου, E. Fonction de la filiation dans le délire psychotique. Un cas de filiation non symbolique, Mémoire de Maîtrise, Université de Nice – Sophia Antipolis, Nice, 2002.
Lacan, J. 1932. De la psychose paranoïaque dans ses rapports avec la personnalité, Paris, Seuil, 1980.
Lacan, J. 1938. Les complexes familiaux, Paris, Navarin, 1984.
Lacan, J. 1946. « Propos sur la causalité psychique », στα Écrits Ι, Paris, Petite Bibliothèque Seuil, 1999.
Lacan, J. 1949. « Le stade du miroir comme formateur de la fonction du Je telle qu’elle nous est révélée dans l’expérience psychanalytique », στα Écrits I, Paris, Petite Bibliothèque Seuil, 1999.
Lacan, J. 1955-1956. Le Séminaire, Livre III Les Psychoses, Paris, Seuil, 1981.
Lacan, J. 1958. «D’une question préliminaire à tout traitement possible de la psychose», στο Écrits, Paris, Seuil, 1999.
Lacan, J. 1956-1957. Le Séminaire, Livre IV, La relation d’objet, Paris, Seuil, 1994.
Lacan, J. 1957-1958. Le Séminaire, Livre V, Les formations de l’inconscient, Paris, Seuil, Lacan, J. Autres Écrits, Paris, Seuil, 2001.
Lagache, D. « Psychanalyse et structure de la personnalité » στο περ. La Psychanalyse, αρ. 6, Perspectives structurales. Colloque international de Royaumont, Paris, PUF, 1961.
Maleval, J-Cl. La forclusion du Nomm-Du-Pére, Paris, Seuil, 2000.
Nasio, J.-D. 1988. Enseignement de 7 concepts cruciaux de la psychanalyse, Paris, Petite Bibliothèque Payot, 1998.
Porge, E. Les Noms du Père chez Jacques Lacan, Paris, Point hors ligne érès, 1997.
Αναρτήθηκε από Ευαγγελία Κυβέλου στις 11:04 π.μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: