Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011

H αβάσταχτη αυτοεικόνα της ανεργίας

Αναρτήθηκε από: Βελίκης Ιωάννης, Ψυχολόγος PhD, τηλ. 6932683468

Γιώργος Λάγγας

Για τo stirizo .gr

Η ανεργία είναι μια λέξη που κατακλύζει τους τελευταίους μήνες τις στήλες του γραπτού και ηλεκτρονικού τύπου άλλα και τα σχόλια των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών ειδησεογραφικών εκπομπών. Η δραματική αύξηση των ανέργων κυρίως στις ΗΠΑ , την Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας δικαιολογεί αυτή την αυξημένη συχνότητα των αναφορών οι όποιες ωστόσο, δεν αισθάνομαι να αγγίζουν, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, με ανθρωποκεντρικούς όρους ,το μέγεθος και το βάθος του προβλήματος.
Διερευνώντας, τις ψυχολογικές επιπτώσεις της ανεργίας και αναζητώντας σχετικό εγχώριο υλικό , διαπίστωσα ότι υπάρχουν δυο βασικές προσεγγίσεις στο θέμα. Η πρώτη είναι ψυχιατρικού τύπου ,αναφέρεται στις ψυχικές διαταραχές που είναι αποτέλεσμα της ανεργίας και βασίζεται σε συμπεριφοριστικού τύπου έρευνες που αποδεικνύουν το σημαντικό βαθμό συσχέτισης της ανεργίας με σειρά ψυχικών διαταραχών. Η δεύτερη είναι πολιτικού τύπου και ουσιαστικά κατηγορεί την πρώτη ότι προσπαθώντας να ερμηνεύσει και εν συνεχεία να θεραπεύσει τις ψυχικές διαταραχές που δημιουργεί η ανεργία, στηρίζει ουσιαστικά το σημερινό σύστημα οργάνωσης της κοινωνίας που ευθύνεται για την ανεργία και τις επιπτώσεις της στον άνθρωπο. Με άλλα λόγια , το υφιστάμενο ψυχιατρικό-ψυχολογικό σύστημα κατηγορείται ότι συμπράττει με τις σημερινές εξουσιαστικές δομές της κοινωνίας για τη διατήρηση των τελευταίων, θεωρώντας «φυσικό επακόλουθο» της ανεργίας τις ψυχικές διαταραχές και επικεντρώνοντας τη δραστηριότητά του στη θεραπεία-προσαρμογή των ανέργων στο σύστημα αντί να συντελέσει στη αλλαγή και αναδόμηση του ιδίου του συστήματος.
Στο πλαίσιο της παραπάνω διαμάχης μεταξύ των προσεγγίσεων που προανέφερα, εντυπωσιάστηκα από τη σφοδρότητα της επίθεσης που δέχθηκε ,κυρίως μέσω διαφόρων ιστοσελίδων, ο Γρηγόρης Ποταμιάνος κλινικός ψυχολόγος ,καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου για το άρθρο του που φιλοξένησε η εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (1)με τίτλο «ανεργία και υγεία».
Το άρθρο αυτό αναφέρει εισαγωγικά ότι η έλλειψη εργασίας δεν είναι μόνο ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες αλλά και ένα προσωπικό βίωμα από την πλευρά του ανέργου, με συντριπτικές επιπτώσεις στη υγεία του. Στη συνέχεια διερευνά τα στάδια εξέλιξης του ανέργου που είναι τρία, δηλαδή, το στάδιο του σοκ στο οποίο υπόκειται αδυνατώντας να πιστέψει ότι δεν έχει πλέον εργασία, το στάδιο της άρνησης του γεγονότος και της αίσθησης αισιοδοξίας ότι η κατάσταση είναι προσωρινή και το στάδιο –μετά από κάποιες εβδομάδες η μήνες ανεπιτυχούς αναζήτησης εργασίας-που χαρακτηρίζεται από συμπτώματα άγχους, απαισιοδοξίας και πολλές φορές κατάθλιψης. Για τις επιπτώσεις της ανεργίας ο αρθρογράφος επικαλείται σειρά μελετών-ερευνών από τις οποίες προκύπτει –όπως είναι αναμενόμενο-η σαφής σχέση μεταξύ ανεργίας και νόσου τόσο στο γενικό πληθυσμό όσο και στους νέους. Στη σημαντικότερη , μεγαλύτερη(ν=14.313), αλλά και όχι πολύ πρόσφατη, θα προσέθετα μελέτη που διεξήχθη στον Καναδά το 1985,βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές παραμέτρων υγείας μεταξύ εργαζόμενων και ανέργων ατόμων. Για παράδειγμα, οι άνεργοι βιώνουν μεγαλύτερα επίπεδα άγχους και στρες, και ακόμη αναφέρουν μεγαλύτερο αριθμό προβλημάτων υγείας (π.χ. καρδιαγγειακά προβλήματα, υψηλή πίεση, ζαλάδες και υπέρταση). Επίσης επισκέπτονται το γιατρό τους πιο συχνά και έχουν περισσότερες εισαγωγές στο νοσοκομείο συγκριτικά με τους εργαζόμενους. Οι άνεργοι με τη μεγαλύτερη ψυχιατρική συμπτωματολογία είναι συνήθως νέοι, κάτω των 40 ετών, χαμηλόμισθοι εργάτες. Ιδιαίτερα επίκαιρη είναι και η αναφορά στις αυτοκτονίες, σύμφωνα με τις οποίες οι οικονομικές κρίσεις συμβάλλουν τόσο στις απόπειρες όσο και στις «επιτυχείς» αυτοκτονίες. Αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι σε παλιότερη μελέτη( 1971-2 σε δείγμα 100.000 ανδρών στην Αυστραλία )αποπειράθηκαν να αυτοκτονήσουν 3050.Απο αυτούς 21 (0,7%) ήταν διευθυντές και επαγγελματίες,109(3,6%) ειδικευμένοι εργάτες,234 (7,7%)ανειδίκευτοι εργάτες και2.686(88%) άνεργοι. Τα ποσοστά εν προκειμένω είναι εύγλωττα αν και θα ήταν ακριβέστερο να γνωρίζουμε τα ποσοστά κάθε κατηγορίας στο συνολικό πληθυσμό η τα ποσοστά απόπειρας αυτοκτονίας κατά κατηγορία. Υποθέτω ότι τα τελευταία αυτά ποσοστά θα δικαιολογούν το παραπάνω συμπέρασμα της μελέτης και του καλού καθηγητή .
Επίμαχο πιστεύω σημείο του άρθρου, είναι το σημείο όπου ο κ. Ποταμιάνος αναφέρει ότι «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η ανεργία έχει επιπτώσεις στην υγεία γενικά και στην ψυχική υγεία ειδικότερα. Αυτό που ακόμα δεν είναι σαφές, είναι ο τρόπος με τον οποίον οι ψυχολογικοί, βιολογικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί αλληλεπιδρούν με αποτέλεσμα η ανεργία να οδηγεί στη διαταραχή της υγείας.»
Προσέξτε μια από τις αντιδράσεις στο άρθρο που εκφράζει την άλλη άποψη(2)
«Το εν λόγω άρθρο αναδεικνύει μια Ψυχολογία (θεώρηση που διακατέχει και τις περισσότερες επιστήμες) που ενδεδυμένη τη "δήθεν " επιστημονική της ουδετερότητα και αντικειμενικότητα εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κυρίαρχου συστήματος (εν προκειμένω του καπιταλισμού). Μια Ψυχολογία που μελετά τα φαινόμενα και πολύ περισσότερο τα υποκείμενα αποκομμένα από το κοινωνικό τους πλαίσιο. Μια Ψυχολογία που αναζητά την "παθολογία" αλλά κα την "ίαση" αποκλειστικά εντός του ατόμου, που κατακερματίζει και διαχωρίζει τις ποικίλες εκφάνσεις της ατομικής και κοινωνικής ζωής σα να μην αλληλοδιαπλέκονται, σα να πρόκειται για εμπειρίες παράλληλες και ασυνεχείς. Μέσα από τα παραπάνω το άτομο στοχοποιείται και ενοχοποιείται για την κατάστασή του, καλείται να βρει το λάθος μέσα του για να το διορθώσει (με την καθοδήγηση μιας αυθεντίας), αποτελεί αντικείμενο ερευνών και δημοσιεύσεων. Ούτε λόγος για την κοινωνική συνθήκη και την επίδρασή της, για το συνυφασμό της ατομικότητας με την κοινωνικότητα, για τη δυναμική αλληλεπίδραση του ατόμου με το περιβάλλον του. Ούτε καν η υπονόηση ότι η απάντηση στις ψυχολογικές διαστάσεις της ανεργίας θα ήταν πρωταρχικά και κύρια η ανθρώπινη εργασία και διαβίωση.
Ακόμα και από την άποψη του υποκειμενικού βιώματος, το άρθρο αντιμετωπίζει τον άνεργο με τον τρόπο της κλασσικής ψυχιατρικής. Με μια καταγραφή συμπτωμάτων δηλαδή που έχει νόημα μόνο για τις φαρμακευτικές εταιρίες: άγχος, κατάθλιψη, αϋπνία. Δε συνεισφέρει το παραμικρό στην κατανόηση της δυναμικής της ψυχικής κατάστασης ενός ανέργου. Αντίθετα παρουσιάζει τον άνεργο ως ψυχικά ασθενή, αυτοκτονικό, μίζερο και ντροπιασμένο. Ο άνεργος του συγγραφέα του άρθρου είναι ένα πλάσμα κακόμοιρο που χρήζει περίθαλψης και όχι ένα υποκείμενο εν δυνάμει απειλητικό για το σύστημα, ειδικά όταν αποτελεί μέλος μιας συλλογικότητας και ειδικά σε μια μεγάλη πολιτική, κοινωνική και οικονομική κρίση όπως η σημερινή. Το άρθρο επιλέγει τους αριθμούς και τις στατιστικές. Εμείς αναζητούμε τα νοήματα»
Θα μπορούσα να συμφωνήσω με πολλά από τα σημεία που θίγει ο σχολιογράφος αλλά η γενικευμένη και απόλυτη αντίθεσή του δεν με βοηθά σε αυτό. Εξάλλου, ο Γρ. Ποταμιάνος ,προς το τέλος του άρθρου του επιφυλάσσεται τόσο για τους « ψυχοκοινωνικούς μηχανισμούς οι οποίοι καθορίζουν τη σχέση ανεργίας και ψυχικής υγείας οι όποιοι δεν είναι σαφείς προς το παρόν(!) όσο και για μια σειρά από καυτά ερωτήματα τόσο για τη μορφή των ψυχολογικών υπηρεσιών, οι οποίες θα έπρεπε να παρέχονται στον άνεργο όσο και για τον ρόλου του ειδικού επιστήμονα, ο οποίος καλείται να αντιμετωπίσει ψυχολογικές διαταραχές που αποτελούν έκφραση ενός κοινωνικού φαινομένου.» και σε ένα βαθμό τουλάχιστον αφήνει περιθώρια διεύρυνσης της θέσης του.
Ωστόσο, δεν μπορώ να μη δεχτώ τα προφανή, δηλαδή ότι,
-Η ανεργία (μη εργασία)δεν μπορεί παρά να είναι συνέπεια του σημερινού συστήματος οργάνωσης της κοινωνίας και παραγωγικής διαδικασίας, αφού η εργασία όπως την ξέρουμε σήμερα είναι δικό της αναπόσπαστο στοιχείο. Άρα όσο θα υπάρχει εργασία –τουλάχιστον με τη συγκεκριμένη μορφή που την ξέρουμε σήμερα-θα υπάρχει και ανεργία.
-¨Όπως προκύπτει από όλες τις σχετικές μελέτες και έρευνες υπάρχει αναμφισβήτητη ,σημαντικού βαθμού συσχέτιση μεταξύ ανεργίας και σειράς ψυχικών διαταραχών οι οποίες πολλές φορές μπορούν να οδηγήσουν και στην αυτοκτονία.
-ο ειδικός της ψυχικής υγείας δεν μπορεί πάρα να συμβάλλει στην προσπάθεια αντιμετώπισης των ψυχολογικών συνεπειών της ανεργίας με φάρμακα, ψυχοθεραπεία ,συμβουλευτική υποστήριξη η και όποιο άλλο μέσο ,ανάλογα με την προσέγγιση που ακολουθεί.
- Η προσπάθεια αυτή, να βοηθήσει τη ψυχολογική κατάσταση του ανέργου τη συγκεκριμένη στιγμή που τη χρειάζεται, θεωρώ ότι δεν πρέπει να συγχέεται με τις όποιες πολιτικές απόψεις, θέσεις και σχετικές δραστηριότητές του διαμορφώνονται, εξελίσσονται και αναπτύσσονται σε μακροπρόθεσμη βάση και συνιστούν τις συγκεκριμένες πεποιθήσεις του. Όποιος με οποιοδήποτε τρόπο αντιμετωπίζει η βοηθά στην αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών του υπάρχοντος συστήματος, δεν σημαίνει ότι αναγκαστικά υπηρετεί τη διαιώνισή του όπως και όποιος αρνείται κάθε βοήθεια στην αντιμετώπισή τους ,δεν σημαίνει ότι αναγκαστικά το αντιμάχεται.
Από την άλλη πλευρά όμως πιστεύω ότι ,ανεξάρτητα προθέσεων ,ο τρόπος αντιμετώπισης του ανέργου από τον ειδικό της ψυχικής υγείας μπορεί ,πράγματι ,να είναι πολύ διαφορετικός ανάλογα με την προσέγγιση που ακολουθεί και αυτό είναι σημαντικό όχι μόνο στο «εδώ και τώρα» σε ατομική βάση αλλά και σε μακροπρόθεσμο κοινωνικό επίπεδο. Θα προσπαθήσω να περιγράψω αμέσως παρακάτω πως διαμορφώνεται η ψυχολογική θέση του ανέργου σύμφωνα με τη θεωρία προσωπικότητας της προσωποκεντρικής προσέγγισης ,όπως εγώ το αντιλαμβάνομαι.
Κάθε άτομο ,προετοιμάζεται από το περιβάλλον του και κυρίως από τους «σημαντικούς άλλους» για να ζήσει στο συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο που καθορίζει η εκάστοτε τοπική και χρονική κοινωνική συγκυρία. Ανάλογα με τη συγκυρία αυτή, τα ζητούμενα είναι διαφορετικά. Το πρόβλημα είναι ότι τα ζητούμενα για τον κάθε «σημαντικό άλλο» μπορεί να είναι διαφορετικά από αυτά του οργανισμού ο οποίος εμπεριέχει την ολότητα του παιδιού-ατόμου.
Στις σημερινές, δυτικές η δυτικότροπες κοινωνίες ,οι γονείς και λοιποί «σημαντικοί άλλοι» θέτουν στα παιδιά τα δικά τους ζητούμενα που μετατρέπονται σε «όρους αξίας» οι οποίοι αποτελούν και προϋπόθεση για να δεχτούν τη θετική αναγνώριση τόσο από τους ίδιους όσο και από την κοινωνία κατ επέκταση. Για να προσποριστεί τη θετική αναγνώριση το παιδί αναγκάζεται να αποδεχτεί αυτούς τους όρους αξίας που μπορεί να το οδηγήσουν σε κατεύθυνση διαφορετική από αυτήν που θα αναπτυσσόταν χωρίς την ύπαρξή τους. Σταδιακά ,για να αποφύγει τη δοκιμασία, βιώνει τη συμπεριφορά του ανάλογα με το τι πιστεύει ότι προσδοκούν οι άλλοι από αυτό και οι αξίες άλλων γίνονται δικοί του όροι αξίας. Στη σημερινή κοινωνία, αυτοί οι όροι αξίας συνδέονται με τη νίκη στον ανελέητο ανταγωνισμό στο σχολείο, τις εξετάσεις ,τις ανώτερες και ανώτατες σχολές, την απόκτηση όσο το δυνατό περισσότερων πτυχίων- «πιστοποιητικών αναγνώρισης» και τελικά την επαγγελματική επιτυχία και την απόκτηση χρημάτων. Αυτός ο τελευταίος όρος φαίνεται να είναι και ο σημαντικότερος ,όπως αποδεικνύουν οι έρευνες που προαναφέραμε, αφού η έλλειψη χρημάτων αξιολογείται από τους ανέργους ως η σημαντικότερη απώλεια ,πολύ μεγαλύτερη από την έλλειψη απασχόλησης, την κοινωνική προβολή, την επαγγελματική καταξίωση κλπ
Με το πέρασμα του χρόνου ,το παιδί διευρύνει τον κύκλο των σημαντικών άλλων(φίλοι ,δάσκαλοι, καθηγητές κλπ) με αποτέλεσμα την προσθήκη νέων όρων αξίας η την ενίσχυση των υφιστάμενων. Εν προκειμένω,η ταύτιση της προσωπικής επιτυχίας με την απόκτηση πλούτου αποκτά ,με τη βοήθεια της κατεστημένης κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας -όπως αυτή εκφράζεται στην καθημερινότητα του ανθρώπου από τον ευρύτερο κύκλο των σημαντικών άλλων-κυρίαρχο χαρακτήρα και μετατρέπεται σε υπέρτατο «όρο αξίας» .Η κυριαρχία αυτή αποσυνδέει την επιδίωξη από τα μέσα για την επίτευξή της και σταδιακά τείνει να εξαφανίσει κάθε είδους αλήθειας η προσχήματος μπορεί να δικαιολογεί την απόκτηση χρήματος.
Ένας νέος εαυτός μετεξελίσσεται και διαμορφώνει μια συνειδητοποιημένη- για τον ενήλικα πλέον-αυτοεικόνα. Μιά αυτοεικόνα που δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να χωρέσει τη ανεργία η οποία μεταφράζεται για τον άνεργο σε προσωπική ανικανότητα, ανεπάρκεια και πλήρη αποτυχία .Ως συνέπεια το άτομο χάνει κάθε αυτοεκτίμηση, και βιώνει την πλήρη απόρριψη του εαυτού του καθώς συγκρούεται μετωπικά με την αυτοεικόνα του .
Αλλά μπορεί άραγε να χωρέσει την ανεργία ένα οποιοδήποτε άτομο ανεξάρτητα από την αυτοεικόνα του? Μήπως ένα άτομο που θα αναπτυσσόταν με διαφορετικούς όρους αξίας η –ιδανικά- βιώνοντας άνευ όρων αποδοχή? Πιστεύω όχι, αν μάλιστα οι συνέπειες απειλούσαν τη στοιχειώδη επιβίωση του ίδιου και της οικογένειας του. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση μια προσωπική ανάπτυξη του ατόμου με τέτοιο, προσωποκεντρικό, τρόπο, θα το καθιστούσε ικανό να αντιμετωπίσει με εντελώς διαφορετικό τρόπο όχι μόνο την ανεργία αλλά τον τρόπο επιλογής της συμμετοχής του στην παραγωγική διαδικασία αλλά και το μοντέλο ζωής του γενικότερα .Και αν μια τέτοια στάση, ένας τρόπος ζωής σαν αυτόν, μπορούσε να αποκτήσει μαζικό χαρακτήρα ,πιθανόν η κοινωνία να μπορούσε με τη σειρά της να κοιτάξει λίγο πέρα από την καταστροφική σαγήνη ενός τεράστιου χαρτονομίσματος που περιορίζει την ορατότητά της στο ελάχιστο και οι λέξεις εργασία και ανεργία να αποκτήσουν άλλο νόημα και άλλες διαστάσεις και να μην έχουν τις σημερινές σοβαρές ψυχολογικές επιπτώσεις.

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Φαντασιακό - Συμβολικό - Πραγματικό

 Αναρτήθηκε από: Βελίκης Ιωάννης, Ψυχολόγος PhD, τηλ. 6932683468

J. Lacan
Κείμενο : Κυβέλου Ευαγγελία
Αθήνα 2007
(Το παρών κείμενο αποτελεί μέρος μιας μεγαλύτερης εργασίας που παρουσιάστηκε από την συγγραφέα στην Εταιρεία Ομαδικής Ανάλυσης και Οικογενειακής Θεραπείας τον Οκτώβριο του 2007)



Οι τρεις τάξεις

Ο Lacan, από πολύ νωρίς χρησιμοποιεί τις έννοιες: Φαντασιακό ή Εικονοφαντασιακό (Imaginaire), Συμβολικό (Symbolique) και Πραγματικό (Réel) για να προσεγγίσει το έργο του Freud.
Από το 1953 και μετά, αυτό το τριμερές σύστημα το ορίζει ως Τάξεις.
Αυτές οι τρεις Τάξεις, Φ.Σ.Π., αφορούν κυρίως την ψυχική λειτουργία και όχι ψυχικές δυνάμεις όπως οι τρεις οργανώσεις στο δομικό μοντέλο του Freud.(2)
Το Φ.Σ.Π. σύμφωνα με τον Lacan, απαρτίζει ένα βασικό σύστημα κατηγοριοποίησης, που μας δίνει την δυνατότητα να ξεκαθαρίσουμε πολλές ψυχαναλυτικές έννοιες.
Η κάθε τάξη αυτού του τριμερούς συστήματος αναφέρεται σε μία εντελώς διαφορετική ψυχική λειτουργία που σχετίζεται άμεσα με τις άλλες δύο.
Αν και οι τρεις τάξεις είναι εμφανώς ετερογενείς μεταξύ τους, η κάθε μία ορίζεται πάντα σε σχέση με τις άλλες. Για να αναδείξει τοπολογικά, την αλληλεξάρτηση που έχουν μεταξύ τους, ο Lacan, το 1974, χρησιμοποιεί την αναπαράσταση του κόμβου των Borromeo ( Βορρόμβιου κόμβου). Σχημάτισε δηλαδή τρία δακτυλίδια όπου το καθένα από αυτά αντιπροσώπευε κάθε μία από τις τρεις τάξεις Φ.Σ.Π. Αυτά συγκρατούνταν μεταξύ τους με τέτοιο τρόπο ώστε η αποσύνδεση του ενός προκαλεί αυτόματα χωρισμό και των άλλων δύο. Έτσι επισημαίνει ότι σε όποια τάξη και αν δημιουργηθεί πρόβλημα οι συνέπειες θα γίνουν αισθητές και στις άλλες δύο τάξεις.

1. Φαντασιακό ή Εικονοφαντασιακό (Imaginaire).
Ο όρος φαντασιακό εμπεριέχει την έννοια της αυταπάτης, της σαγήνης και της αποπλάνησης, και συνδέεται άμεσα με την δυαδική σχέση του εγώ και της κατοπτρικής εικόνας .(3) Για αυτό σωστότερη είναι η μετάφραση εικονοφαντασιακό διότι το imaginaire ενέχει την έννοια της εικόνας. Πιθανόν όμως για λόγους συντόμευσης, επικράτησε η όρος φαντασιακό.
Το φαντασιακό δεν είναι κάτι που μπορεί να υπερπηδηθεί χωρίς επιπτώσεις, μια και τις διακρίνουμε εύκολα στο πραγματικό.
Την έννοια του φαντασιακού μπορούμε να την καταλάβουμε σε σχέση με το στάδιο του καθρέφτη, (4) όπου η συγκρότηση του εγώ γίνεται μέσα από την ταύτιση με την κατοπτρική εικόνα. Η ταύτιση αποτελεί μια σημαντική πλευρά της φαντασιακής τάξης καθώς το φαντασιακό, είναι ο χώρος όπου γίνεται η συνάντηση της εικόνας με την φαντασία.
Είναι ο τόπος που γεννιούνται τα συναισθήματα.
Το φαντασιακό όσο αφορά την εκφορά του λόγου, συνδέεται με το σημαινόμενο δηλαδή την σημασία που αποκτούν τα πράγματα για το υποκείμενο.
Το φαντασιακό εκδηλώνεται επίσης στο σεξουαλικό επίπεδο, παίρνοντας την μορφή τελετουργιών στο φλέρτ ή στην επιδειξιομανία.
Ο Lacan, θεώρησε ότι διάφορες ψυχαναλυτικές σχολές, ανάγουν την ψυχανάλυση σε μια δυαδική σχέση που αποσκοπεί στην ταύτιση του αναλυόμενου με τον αναλυτή, κρατώντας έτσι τον πρώτο εγκλωβισμένο σε μια δυαδική σχέση.
Για τον Lacan, η ανάλυση είναι η μετατροπή του φαντασιακού σε συμβολικό, όπως έδειξε και o Freud με την ερμηνεία των ονείρων, των παραπραξιών και των συμπτωμάτων.

2. Συμβολικό (Symbolique)
Για τον Lacan, όπως και για τον Freud, το ασυνείδητο δομείται σαν γλώσσα. O Freud, μίλησε για την λανθάνουσα σημασία του ονείρου, και τους μηχανισμούς της μετάθεσης, και της συμπύκνωσης. Το σύμπτωμα και το λανθάνον μέρος του ονείρου, εκλαμβάνεται σαν την γλώσσα που καταδεικνύει την επιθυμία που δεν μπορεί να βρει άλλη επιτρεπτή διέξοδο.
H έννοια του συμβολικού, όπως χρησιμοποιήθηκε από τον Lacan, διαφέρει από τον τρόπο που την χρησιμοποίησε ο Freud στο εξής: Για τον Freud, εκλαμβάνεται ως αυτή που αντιπροσωπεύει το σύμβολο, ενώ για τον Lacan, δεν υπάρχει καμία σταθερά καθηλωμένη σχέση ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενων, δηλαδή μεταξύ του σύμβολου και της σημασία του.
Το συμβολικό είναι στην ουσία μια γλωσσική διάσταση. Ο Lacan, όμως δεν εξισώνει τη συμβολική τάξη με την γλώσσα, καθώς η γλώσσα εμπεριέχει και στοιχεία της φαντασιακής τάξης. Η συμβολική διάσταση της γλώσσας είναι βασικά εκείνη του σημαίνοντος.
Για τον Lacan, όπως και για τον δομικό γλωσσολόγο F. De Saussure το σημαίνον έχει μια αυθαιρεσία. « Η λέξη αυθαίρετο (όμως) δεν πρέπει να αφήσει την εντύπωση ότι το σημαίνον εξαρτάται από την ελεύθερη επιλογή του ομιλούντος υποκειμένου.(…) Εννοούμε ότι είναι χωρίς κίνητρο, δηλαδή αυθαίρετο σε σχέση με το σημαινόμενο με το οποίο δεν έχει κανένα φυσικό δεσμό στην πραγματικότητα».(5) Αυτό μπορούμε να το αντιληφθούμε όταν σκεφτούμε τις διάφορες γλώσσες όπου διαφορετικά ονοματίζουμε τα ίδια αντικείμενα ή έννοιες.
Το συμβολικό είναι συνδεδεμένο με την «συμβολική λειτουργία». Μια έννοια που ο Lacan, δανείστηκε από την δομική ανθρωπολογία του Claude Lévis- Strauss.
Ειδικότερα, ο Lacan υιοθετεί από τον Lévis-Strauss την ιδέα ότι ο κοινωνικός δεσμός δομείται από συγκεκριμένους νόμους που ρυθμίζουν τις σχέσεις και τις συγγένειες μέσω τις ανταλλαγής των δώρων.
Το μεγαλύτερο δώρο όμως για την επικοινωνία είναι ο ίδια η γλώσσα. Η οποία διέπεται από κανόνες/νόμους.
Το συμβολικό είναι το πεδίο του Νόμου, που ρυθμίζει την επιθυμία μέσα στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Κατά συνέπεια σχετίζεται με τριαδικές σχέσεις, σε αντιδιαστολή με το φαντασιακό που χαρακτηρίζεται από δυαδικές σχέσεις.
Κατά τον Lacan, η συμβολική τάξη από την αρχή έχει καθολικό χαρακτήρα, δεν συγκροτείται σιγά-σιγά :« από την στιγμή που εμφανίζεται το σύμβολο, υπάρχει ένα σύμπαν συμβόλων». (6)… «δεν θα πρέπει όμως να νομίζει κανείς ότι τα σύμβολα έρχονται από το πραγματικό».(7) Δηλαδή τα σύμβολα δεν προϋπάρχουν, όπως μπορεί να νομίζουμε, αυτό είναι μια αυταπάτη(8) . Στην συμβολική τάξη μπαίνουμε λόγω μιας έλλειψης, την οποία θα εξετάσουμε στο επόμενο κεφάλαιο, που αναφέρεται στην πατρική λειτουργία. Από τη στιγμή όμως, που εμφανίζεται η συμβολική τάξη, δημιουργεί την αίσθηση ότι ήταν πάντα εκεί, γιατί είναι αδύνατον να συλλάβουμε με σκέψεις αυτό που προηγείται του λόγου.



3. Πραγματικό ( Réel)
Το πραγματικό, συναντιέται στην λακανική θεωρία από τα πρώτα στάδια της. Αποτελεί όμως ένα στοιχείο της τριαδικής τάξεις (Φ.Σ.Π.), από το 1953 και μετά. Θα εξακολουθήσει όμως να εξελίσσεται και αργότερα δεχόμενο πολλές μεταλλαγές.
Είναι η τάξη που είναι η πιο δύσκολη να κατανοήσουμε μια και χαρακτηρίζεται από την έλλειψη τόσο του σημαίνοντος όσο και του σημαινόμενου. Είναι αυτό το οποίο στερείται γλώσσας. Είναι το άρρητο, το μη επικοινωνήσιμο.
Για τον Lacan (1953-4), το πραγματικό είναι αυτό που βρίσκεται εκτός της γλώσσας και παραμένει χωρίς πρόσβαση στην συμβολοποίηση. Το πραγματικό είναι το «αδύνατο»(9) , επειδή είναι αδύνατον να το φανταστούμε, αδύνατον να το εντάξουμε στην συμβολική τάξη. Για αυτό έχει μια τραυματική υπόσταση.
Το πραγματικό στην λακανική θεωρία παραπέμπει επίσης στη ύλη, στο σώμα και εν τέλει στην βιολογία, για αυτό θα πούμε παρακάτω ότι ο πραγματικός πατέρας είναι ο βιολογικός πατέρας και ότι ο πραγματικός φαλλός είναι το ανδρικό γεννητικό όργανο δηλ. το πέος, διαφοροποιώντας την φαντασιακή και συμβολική τάξη αυτών.
Όπως συναντιέται στην θεωρία του Lacan, το πραγματικό δεν πρέπει να συγχέεται με την έννοια της πραγματικότητας, δηλαδή ενός αντικειμενικού εξωτερικού πράγματος που υπάρχει καθεαυτό, ανεξάρτητα από οποιονδήποτε παρατηρητή.
Ο Freud εισάγοντας την έννοια της ψυχικής πραγματικότητας, προσπάθησε να κάνει την διάκριση ανάμεσα στην εξωτερική και εσωτερική πραγματικότητα για να εξηγήσει την διαφορά μεταξύ νεύρωσης και ψύχωσης.(10)
Για τον Lacan όμως, η έννοια της πραγματικότητας δεν ήταν επαρκής για αυτή την διαφοροποίηση.
Η φροϋδική θεωρία έφτασε στο να ξεχωρίσει τον μηχανισμό της απώθησης που λειτουργεί στην νεύρωση και να πει ότι κάτι άλλο συμβαίνει στην ψύχωση. Αυτόν όμως τον μηχανισμό της ψύχωσης τον όρισε ο Lacan με την έννοια της Forclusion du Nome - du- Père ( Αποκλεισμό του Ονόματος του Πατέρα).
Σχετικά με τις ψευδαισθήσεις, ο Freud είπε, ότι «δεν είναι μια εσωτερική αίσθηση που προβάλλεται στον εξωτερικό κόσμο, θα ήταν σωστότερο να πούμε, ότι αυτό που στο παρελθόν καταργήθηκε (11) μέσα, επιστρέφει από έξω»(12)
Άρα η πραγματικότητα δεν υπάρχει μόνο υπό την μορφή μιας εξωτερικής καθεαυτής υπόστασης, αλλά μπορεί να έρχεται επίσης από τα μέσα, με την έννοια της ψυχικής πραγματικότητας. Ακόμα όμως και η ψυχική πραγματικότητα μπορεί να έχει εσωτερική ή εξωτερική προέλευση. Όπως στην περίπτωση των ψευδαισθήσεων, όπου η ψυχική πραγματικότητα έρχεται από τα έξω.
Στον Lacan η έννοια του πραγματικού έρχεται σε αντιπαράθεση με την έννοια της πραγματικότητας. Το πραγματικό είναι το μη ενσωματώσιμο, ενώ η πραγματικότητα συμπορεύεται με τις υποκειμενικές αναπαραστάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα προϊόντα συμβολικά και φαντασιακά.



[Για κάτι περισσότερο μπορείτε να επισκεφτείτε στο παρών blog το άρθρο:
Το στάδιο του καθρέφτη:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/09/blog-post_19.html


Καθώς επίσης:
Ψύχωση- Νεύρωση- Διαστροφή
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/12/blog-post.html
Η Πατρική Λειτουργία και η Επιθυμία της μητέρας:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/09/blog-post_8648.html
Η έννοια της επιθυμίας στην Λακανική θεωρία:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2009/10/blog-post_22.html
Ακόμα:
Το έργο το Ζ. Λακάν:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/06/blog-post_3220.html
Βιογραφικά στοιχεία του Ζ. Λακάν:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/06/blog-post_27.htm
J.Lacan και η εποχή που αναπτύσσονται οι ιδέες του:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/11/jacques-lacan.html ]


Σημειώσεις:
(1) Για συντομία ο Lacan χρησιμοποιούσε τα αρχικά γράμματα του Imaginaire, Symbolique, Réel I.S.R. Εμείς θα χρησιμοποιήσουμε τα ελληνικά αρχικά Φ.Σ.Π.
(2) Εγώ- Υπερεγώ- Αυτό
(3) Evans, D., 1996. Εισαγωγικό Λεξικό της Λακανικής Ψυχανάλυσης, ό.π., σ. 302
(4) Laplanche, J., Pontalis, J.-B., 1967. Vocabulaire de la psychanalyse, ό.π. σ. 194
Saussure, F. de : Cours de linguistique générale, Paris, Payot, 1980, σ. 101.
(5) Saussure, F. de : Cours de linguistique générale, Paris, Payot, 1980, σ. 101.
(6) Le Séminaire, Livre ΙΙ, Le moi dans la théorie de Freud et dans la technique de la psychanalyse, Paris, Seuil, 1978. σ. 29.
(7) Ό.π. σ. 238.
(8)Evans, D., 1996. Εισαγωγικό Λεξικό της Λακανικής Ψυχανάλυσης, ό.π., σ. 251.
(9) Ό.π., σ.226.
(10) Freud, S., 1924. « La perte de la réalité dans la névrose et dans la psychose », στο Névrose, psychose et perversion, Paris. PUF, 1973, σσ. 299-303.
(11) Ο Freud χρησιμοποιεί την γαλλική λέξη «aboli» ή την λέξη «rejette », στα γερμανικά verwift δηλαδή ακυρώνω, καταργώ και όχι refoule (Απωθώ), όταν μιλάει για τις παραισθήσεις του παιδιού με τους λύκους. Μάλιστα σε ένα σημείο το επισημαίνει ότι «αυτή η εμπειρία δεν έχει να κάνει σε τίποτα με την απώθηση» Freud, S., 1918. « L’homme aux loups », στο Cinq psychanalyses, Paris, P.U.F. 1981, σ. 389.
(12) Freud, S., 1911, « Remarques psychanalytiques sur l’autobiographie d’un cas de paranoïa (Le Président Schrieffer), στο Cinq Psychanalyses, ό.π., σ. 287.

Βιβλιογραφία

Czermak, M. Patronymies, Paris, Masson, 1998.
Dethy, M. Εισαγωγή στην Ψυχανάλυση του Λακάν, Αθήνα, Καστανιώτη, 2000.
Dolto, F. L’image inconsciente du corps, Paris, Essais, 1984.
Dor, J. 1985. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Λακάν 1.Το ασυνείδητο δομημένο σαν γλώσσα, Αθήνα, Πλέθρον, 1994.
Dor, J. 1985. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Λακάν 2. Η δομή του υποκειμένου, Αθήνα, Πλέθρον, 1996.
Dor, J. Le père et sa fonction en psychanalyse, Paris, Point Hors Ligne, 1989
Freud, S. 1895. « Esquisse d’une psychologie scientifique », στο Naissance de la psychanalyse, Paris, PUF, 1956.
Freud, S. 1911, «Remarques psychanalytiques sur l’autobiographie d’un cas de paranoïa. Le Président Schrieffer», στο Cinq Psychanalyses, Paris, PUF, 1981.
Freud, S. 1924. « La perte de la réalité dans la névrose et dans la psychose », στο Névrose, psychose et perversion, Paris. PUF, 1973.
Freud, S. 1938. Abrégé de psychanalyse, Paris, PUF, 1949
Green, A. Narcissisme de vie, narcissisme de mort, Paris, Éditions de Minuit, 1983.
Evans, D. 1996. Εισαγωγικό λεξικό της λακανικής ψυχανάλυσης, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2005.
Κυβέλου, E. Fonction de la filiation dans le délire psychotique. Un cas de filiation non symbolique, Mémoire de Maîtrise, Université de Nice – Sophia Antipolis, Nice, 2002.
Lacan, J. 1932. De la psychose paranoïaque dans ses rapports avec la personnalité, Paris, Seuil, 1980.
Lacan, J. 1938. Les complexes familiaux, Paris, Navarin, 1984.
Lacan, J. 1946. « Propos sur la causalité psychique », στα Écrits Ι, Paris, Petite Bibliothèque Seuil, 1999.
Lacan, J. 1949. « Le stade du miroir comme formateur de la fonction du Je telle qu’elle nous est révélée dans l’expérience psychanalytique », στα Écrits I, Paris, Petite Bibliothèque Seuil, 1999.
Lacan, J. 1955-1956. Le Séminaire, Livre III Les Psychoses, Paris, Seuil, 1981.
Lacan, J. 1958. «D’une question préliminaire à tout traitement possible de la psychose», στο Écrits, Paris, Seuil, 1999.
Lacan, J. 1956-1957. Le Séminaire, Livre IV, La relation d’objet, Paris, Seuil, 1994.
Lacan, J. 1957-1958. Le Séminaire, Livre V, Les formations de l’inconscient, Paris, Seuil, Lacan, J. Autres Écrits, Paris, Seuil, 2001.
Lagache, D. « Psychanalyse et structure de la personnalité » στο περ. La Psychanalyse, αρ. 6, Perspectives structurales. Colloque international de Royaumont, Paris, PUF, 1961.
Maleval, J-Cl. La forclusion du Nomm-Du-Pére, Paris, Seuil, 2000.
Nasio, J.-D. 1988. Enseignement de 7 concepts cruciaux de la psychanalyse, Paris, Petite Bibliothèque Payot, 1998.
Porge, E. Les Noms du Père chez Jacques Lacan, Paris, Point hors ligne érès, 1997.
Αναρτήθηκε από Ευαγγελία Κυβέλου στις 11:04 π.μ.

Το Στάδιο του Καθρέφτη

Αναρτήθηκε από: Βελίκης Ιωάννης, Ψυχολόγος PhD, τηλ. 6932683468

J. Lacan
Κείμενο : Κυβέλου Ευαγγελία
Αθήνα 2007


(Το παρών κείμενο αποτελεί μέρος μιας μεγαλύτερης εργασίας που παρουσιάστηκε από την συγγραφέα στην Εταιρεία Ομαδικής Ανάλυσης και Οικογενειακής Θεραπείας τον Οκτώβριο του 2007)


Κατά τον Lacan η αφετηρία του οιδιπόδειου συμπλέγματος συμπίπτει με μια διαδικασία ωρίμανσης πολύ σημαντική για την ψυχική εξέλιξη του ατόμου, καθώς αποτελεί την διαδικασία μέσα από την οποία συγκροτείται το εγώ (Je), την οποία ονόμασε «στάδιο του καθρέφτη».(1)
Στην αρχή της ζωής του, το παιδί είναι πλήρως εξαρτημένο από την μητέρα του και δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσει την εικόνα του στον καθρέφτη. Το Εγώ του δεν έχει δημιουργηθεί ακόμα.
Ο Baldwin, στις παρατηρήσεις βρεφών που είχε κάνει, είχε αποδείξει ότι το παιδί στην αρχή της ζωής του, δεν αναγνωρίζει την εικόνα του, ούτε και την εικόνα κανενός άλλου μέσα στον καθρέφτη. Σταδιακά, μετά τον έκτο μήνα αρχίζει το παιδί να παίζει ένα είδος κρυφτούλι στον καθρέφτη. Σκύβει, χάνει την εικόνα του από το βλέμμα του και μετά την ξαναεπαναφέρει.
Ο Lacan αυτές τις παρατηρήσεις θα τις επεξεργασθεί θεωρητικά, δομώντας την θεωρία του σταδίου του καθρέφτη.
Το στάδιο του καθρέφτη, τελείται σε τρεις θεμελιακούς χρόνους.
α) Κατ’ αρχήν το παιδί, δεν διαφοροποιεί τον εαυτό του από τους άλλους όντας μέσα σε μια σύγχυση.
Το παιδί μέχρι την ηλικία που λαμβάνει χώρα το στάδιο του καθρέφτη, δεν μπορεί να ξεχωρίσει τον εαυτό του από τους άλλους. Μπορούμε να δούμε ένα παιδί να πέφτει να κτυπάει και ένα άλλο παιδί εκεί κοντά να βάζει τα κλάματα.
Επίσης, δεν έχει αίσθηση ότι το σώμα του, αποτελεί μια ενότητα. Παραδείγματος χάριν, μπορεί να τραβάει τα μαλλιά του με το χέρι του και ενώ κλαίει γιατί πονάει, δεν αφήνει το χέρι του διότι δεν αντιλαμβάνεται ότι είναι το ίδιο που προκαλεί τον πόνο. Όταν η μητέρα ελευθερώσει το χέρι του, αυτό ησυχάζει.
Αυτή την εμπειρία της μη επίγνωσης της συνοχής του σώματος, ο Lacan θα την ονομάσει φαντασίωση του τεμαχισμένου σώματος.
Κατάλοιπα αυτής της αναπτυξιακής φάσεις μπορούμε να δούμε στην ενήλικη ζωή στα όνειρα, ή μέσα στο λόγο. Όταν θέλουμε να πούμε ότι δεν είμαστε καλά μπορούμε να πούμε φράσεις όπως «έχω γίνει κομμάτια», «έχω διαλυθεί». Μπορούμε επίσης να βρούμε μέσα σε ταινίες τρόμου, π.χ. ένα χέρι, χωρίς σώμα και κεφάλι, αποκομμένο, να πράττει κάτι. Αυτό δημιουργεί φόβο γιατί απευθύνεται σε εκείνο τον αρχέγονο απωθημένο κομμάτι του είναι μας όπου το κάθε μέλος του σώματος μας μπορούσε να έχει μια ανεξάρτητη ζωή. Μπορούμε ακόμα, να βρούμε μέσα σε έργα ζωγραφικής όπως αυτά του Picasso.
Στην παθολογία, την φαντασίωση του τεμαχισμένου σώματος, την συναντάμε στην σχιζοφρένια. Το τεράστιο άγχος του ψυχωσικού είναι το άγχος του κατακερματισμού, και έχει τις καταβολές του σε αυτή ακριβώς την αναπτυξιακή φάση. Ένας ψυχωσικός ασθενής μου, μου έλεγε, «Δεν με βλέπεις; δεν έχω κεφάλι, μου έχουν κόψει τα χέρια» ή «δεν το έκανα εγώ αυτό, αυτά το έκαναν» και έδειχνε τα χέρια του. Αυτά τα άτομα δεν έχουν την συνοχή του σώματος τους. Αυτή η συνοχή θα είχε πραγματωθεί σταδιακά αν οι ψυχωσικοί είχαν την δυνατότητα του περάσματος από το στάδιο του καθρέφτη.
β) Σε αυτό το δεύτερο χρόνο, το παιδί σιγά- σιγά θα αρχίσει να ξεχωρίζει την εικόνα του και να ταυτίζεται με αυτήν. Αυτή είναι η πρωταρχική ταύτιση η οποία γίνεται. Το παιδί αντιλαμβάνεται ότι αυτό που βλέπει δεν είναι ένα πραγματικό ον αλλά μια εικόνα και διακρίνει την δική του εικόνα από την εικόνα των άλλων.
Η πρώτη αυτή ταύτιση γίνεται με μια εικόνα σώματος. Με την δική του εικόνα που βλέπει μέσα στον καθρέφτη και θα οδηγήσει σε ένα «ενδοργανικό καθρέφτη». Θα ενδοβάλει δηλαδή αυτή την εικόνα του, θα την φέρει μέσα του.
Η πρωταρχική ταύτιση έχει μεγάλη σημασία για την διαμόρφωση του Ιδεώδες Εγώ (Je-Idéal) (2).
Ο Freud, χρησιμοποίησε το μύθο του Νάρκισσου που καθρεφτιζόταν στο νερό της λίμνης για να αναπτύξει την θεωρία του περί του πρωτογενούς ναρκισσισμού και έλεγε ότι «το εγώ, είναι πρώτα απ’ όλα ένα σωματικό εγώ». Αυτό το εγώ, που είναι ακόμα αδιαμόρφωτο και που για πρώτη φορά συντίθεται μέσα από την ταύτιση με την εικόνα του σώματος, ο Lacan το αποκάλεσε εγώ (Je), διαφοροποιώντας το από το Εγώ (Μοi).
Όταν το παιδί βλέπει την εικόνα του μέσα στον καθρέφτη, συνήθως αυτός ο αντικατοπτρισμός, συνοδεύεται από τα λόγια και από το βλέμμα της μητέρας του.
Οι μητέρες, ενστικτωδώς πηγαίνουν το παιδί τους στον καθρέφτη παρουσιάζοντας το στο ίδιο και του λένε το όνομα του. Δεν λένε αυτός είσαι, λένε το όνομα του. Η εικόνα ονοματίζεται. (3) Η μητέρα, προσδιορίζοντας την εικόνα με ένα όνομα, αποσπά το παιδί από την απλή σαγήνη του αντικατοπτρισμού, εισάγοντας το σημαίνον όνομα του παιδιού. Εάν το παιδί εγκλωβιστεί στην σαγήνη του ειδώλου, χωρίς την παρεμβολή, με το βλέμμα-τον λόγο-την ονοματοδοσία από την πλευρά της μητέρας, ο αντικατοπτρισμός μπορεί να οδηγήσει στο φαινόμενο του διπλού ( le double (4) ). Με τίμημα την ψύχωση (5) .
Η πλαισίωση της εικόνας με τα λόγια, αλλά ακόμα πιο πολύ με τα συναισθήματα της μητέρας, είναι αποφασιστικά για την δημιουργία του εγώ (Je), του παιδιού.
Η εικόνα που αποκτά όνομα και επενδύεται συναισθηματικά από την επιθυμία της μητέρας για το παιδί της, είναι αυτή με την οποία το παιδί θα κάνει την πρώτη ταύτιση μέσα στον καθρέφτη. Αυτό με το οποίο θα ταυτισθεί, είναι με αυτό που η μητέρα του βλέπει για αυτό.
Το μικρό παιδί, καθρεφτίζεται μέσα στα μάτια της μητέρας του. Είναι η επιθυμία της μητέρας του για αυτό, που θα το κάνει σημαντικό, θα του δώσει νόημα. Τα συναισθήματα της είναι η εικόνα του. Είναι η εικόνα που θα έχει αφ’ εξής για τον εαυτό του.
Αυτή η εικόνα λοιπόν που βλέπει το παιδί, δεν είναι μια αντικειμενική εικόνα, αλλά μια Imago, δηλαδή μια φαντασιακά επενδεδυμένη εικόνα. Είναι μια Imago του ίδιου του σώματος του.(6) Το είδωλο του, που κατοπτρίζεται, δεν είναι μια πραγματική αντανάκλαση αλλά μια αντανάκλαση φαντασιακή, που θα έρθει να τεκμηριωθεί από αντικειμενικά γεγονότα. Αυτή η αντανάκλαση έχει να κάνει όχι με την πραγματικότητα αλλά με την ψυχική πραγματικότητα.
Αυτή την ψυχική πραγματικότητα την βλέπουμε κλινικά, όταν ζητήσουμε από ενήλικες να μας περιγράψουν τι βλέπουν μπροστά στον καθρέφτη.
Άτομα σε κατάθλιψη, συνήθως παιδιά μιας καταθλιπτικής μητέρας, αποφεύγουν την θέα τους στον καθρέφτη, όπως η μητέρα τους χαμένη μέσα στην δική της θλίψη δεν τα έβλεπε, έτσι και αυτοί τώρα αδυνατούν να δουν τους εαυτούς τους. Ακόμα και όταν σηκώσουν το βλέμμα τους, αυτό που περιγράφουν, είναι μια υποτιμημένη εικόνα που δεν τους αρέσει (7) .
Οι σχιζοφρενείς, βλέπουν παραμορφωμένα πρόσωπα και τεμαχισμένα μέλη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ή μητέρα τους δεν τους θέλησε σαν ένα ενιαίο σύνολο για να τους το προβάλει στην συνέχεια μέσα από το βλέμμα της. Αυτοί, δεν μπόρεσαν να περάσουν και να ολοκληρώσουν την ψυχική διαδικασία της τρίτης φάσης του σταδίου του καθρέφτη, που αφορά την απαρτίωση της εικόνας του σώματος σε ενιαία οντότητα κάτι που προϋποθέτει πάντα κάποιος άλλος να σε έχει πρώτα δεκτή σαν ολότητα και να στο έχει επιστρέψει.
Αυτό όμως, σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία, δεν σημαίνει ότι η μητέρα έχει όλη την ευθύνη για την ψύχωση του παιδιού της, καθώς το ίδιο το παιδί ως υποκείμενο επιλέγει την τοποθέτηση του ως προς την δομή(8) που θα εξελίξει.
Η συμπτωματολογία όμως ακόμα και των παραλύσεων, δηλαδή φαντασιωσικών ανεξαρτητοποιήσεων μελών, των υστερικών, καταδεικνύουν την ευθραυστότητα της φαντασιωσικής ψυχικής ανατομίας και αναφέρονται σε αυτή την αποσύνδεση των μελών του σώματος.
γ) Σε ένα τρίτο χρόνο, επέρχεται η ενοποίηση της κομματιασμένης εικόνας του σώματος. Αυτή την φάση, ο Lacan, την ονόμασε «ορθοπεδική».
Είναι η στιγμή της ταύτισης του παιδιού με την ίδια την εικόνα του.
Η συγκρότηση αυτή τελείται με την διαμεσολάβηση της επιθυμίας της μητέρας.
Η μητέρα είναι αυτή που συγκροτεί το παιδί της σαν μια ενιαία οντότητα και δίνει νόημα στην εικόνα του μέσα στον καθρέφτη. Βάση της εικόνας που δομεί η ίδια η μητέρα για το παιδί της και του την προβάλει με το βλέμμα της και τα λόγια της, θα δομηθεί το εγώ (Je) του παιδιού(9).
Το εγώ (Je), το πρώτο ενικό πρόσωπο, το οποίο θα εξελιχτεί σε Εγώ (Moi) ρυθμιστή δηλαδή στο σύστημα αντίληψης- συνείδησης της «αρχής της πραγματικότητας», θεμελιώνεται κατά αρχήν μέσω της πρωταρχικής ταύτισής του με την εικόνα του σώματός του και κατά δεύτερον μέσω της διαφοροποίησης του ειδώλου από το αντικείμενο.
Ακόμα όμως και βγαίνοντας το παιδί από αυτή την φάση της ταύτισης του σταδίου του καθρέφτη, όπου σκιαγραφείται ως υποκείμενο, εξακολουθεί να μην έχει κάνει διακριτή την διαφοροποίησή του από την μητέρα του. Εξακολουθεί να είναι σχεδόν ένα με την μητέρα του. Αυτή η οριστική διάκριση μέλλει να συντελεστεί κατά την φάση του Οιδιπόδειου συμπλέγματος.




[Για κάτι περισσότερο μπορείτε να επισκεφτείτε στο εξής blog το άρθρο:
Η Πατρική Λειτουργία και η Επιθυμία της μητέρας:

http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/09/blog-post_8648.html

Καθώς επίσης:


Η έννοια της επιθυμίας στην Λακανική θεωρία:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2009/10/blog-post_22.html
Φαντασιακό- Συμβολικό- Πραγματικό:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/09/blog-post.html


Ακόμα:
J. Lacan και η εποχή που αναπτύσσονται οι ιδέες του:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/11/jacques-lacan.html
Το έργο το Ζ. Λακάν:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/06/blog-post_3220.html
Βιογραφικά στοιχεία του Ζ. Λακάν:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/06/blog-post_27.htm ]



Σημειώσεις
(1) Ο τίτλος «στάδιο του καθρέφτη», αφορά την πρώτη παρέμβαση του Lacan το 1936 στο 14ο Διεθνές Συνέδριο Ψυχανάλυσης στο Μαρίεμπαντ. Αυτό το κείμενο δεν διασώθηκε. Το 1949, θα κάνει μια δεύτερη ανακοίνωση στο 16ο συνέδριο της Ψυχανάλυσης. J. Lacan [1949], «Le stade du miroir comme formateur de la fonction du « je » » telle qu’elle nous est revelée dans l’expérience psychanalytique », Écrits, Paris, Seuil, 1966, σσ. 93-100.
(2) [Ο Lacan διαφοροποίησε την έννοια του Ιδεώδους του Εγώ (Moi idéal)από αυτήν του Ιδεώδους του Εγώ (Idéal du Moi). Το Ιδεώδες Εγώ (Moi idéal), σχετίζεται με την φαντασίωση παντοδυναμίας της προοιδιπόδειας δυαδικής σχέσης και δομείται κατά την πρωταρχική ταύτιση, εξακολουθεί όμως να παίζει ρόλο ως πηγή κάθε δευτερογενούς ταυτίσεως. Το Ιδεώδες του Εγώ (Idéal du Moi), σχετίζεται με την οιδιπόδεια ταύτιση και την ενδοβολή των νόμων. Εισάγει δε, το υποκείμενο στην συμβολική τάξη σε αντίθεση με το Ιδεώδες Εγώ που είναι καθαρά φαντασιακής τάξεως.] Dylan Evans, Εισαγωγικό Λεξικό της Λακανικής Ψυχανάλυσης, ό.π., σσ. 153-154.
(3) Η Rosine Lefort περιγράφει με πολύ γλαφυρότητα δύο ψυχαναλύσεις παιδιών της Νάντιας δεκατριών μηνών και της Μαρί- Φρανσουάζ, τριάντα μηνών και τον ρόλο που έπαιξε σε αυτές η βλεμματική επαφή και η εικόνα μέσα από τον καθρέφτη. Για τη Μαρί- Φρανσουάζ, αυτιστική, δεν υπάρχει ταύτιση σε αυτό που βλέπει με την εικόνα της, «κι αυτό φαίνεται από το γεγονός πως αναζητά πίσω από τον καθρέφτη το αντικείμενο που βλέπει σ’ αυτόν, σαν ο καθρέφτης να ήταν τζάμι.» Lefort, R., 1980. στο Η γέννηση του Άλλου, Αθήνα, Εστία, 1996, σ. 349.
(4) Ο όρος le double,έχει χρησιμοποιηθεί σε ψυχαναλυτικά κείμενα και με τον όρο σωσίας. Τη θέση του διπλού μπορεί να έχει οποιοδήποτε αντικείμενο το οποίο ευρίσκεται ή αναπαρίσταται έξω από το σώμα και εκλαμβάνεται ως πραγματικό αντικείμενο. Rosine Lefort Η γέννηση του Άλλου, Ό.π. σσ.144-145.
(5) Όσοι έχουν δουλέψει με ψυχωσικούς, μπορούν να αναγνωρίσουν πόσο συχνά στα παραληρήματα τους αναφέρονται στο διπλό τους είδωλο.
(6) Η Françoise Dolto, υποστηρίζει ότι χάρη στην εικόνα του σώματος μας μπορούμε και επικοινωνούμε με τους άλλους. Η εικόνα του σώματος μας είναι πάντα ασυνείδητη και αποτελείται από μια βασική εικόνα, μια εικόνα λειτουργική και μια εικόνα των ερωτογονών ζωνών που εκφράζουν τις ενορμητικές τάσεις. «Είναι χάρη στο βλέμμα και τα λόγια της μητέρας που το παιδί σχηματίζει την εικόνα του σώματος του μέσα στον καθρέφτη και δομεί την σωματική συνοχή με αυτή την εικόνα. Στην συνέχεια αναγνωρίζει αυτή την εικόνα και της δίνει το όνομα του όπως έκανε και η μητέρα του την πρώτη φορά που κοιτάχτηκαν στον καθρέφτη.» Dolto, F., L’image inconsciente du corps, Paris, Seuil, 1984, σσ. 23-24.
(7) Από παρουσίαση βίντεο στο 6ο Διεθνές Ψυχαναλυτικό Συμπόσιο των Δελφών 27-31 Οκτωβρίου 2004, με θέμα: «Ψυχανάλυση και το Σώμα του Ανθρώπου: Πέρα από το Σωματοψυχικό Δυϊσμό».
(8) Ψύχωση, νεύρωση και διαστροφή.
(9) Ο Winnicott 1997. αναφερόμενος στο στάδιο του καθρέφτη του Lacan, γράφει: «Τι βλέπει το βρέφος όταν κοιτάζει το πρόσωπο της μητέρας; Θεωρώ ότι, κανονικά, εκείνο που βλέπει είναι ο εαυτός του. Με άλλα λόγια η μητέρα κοιτάζει το βρέφος και εκείνο που φαίνεται σ’ αυτήν είναι αυτό που βλέπει εκείνη….Αν το πρόσωπο της μητέρας είναι χωρίς ανταπόκριση, τότε ο καθρέφτης είναι ένα πράγμα που το κοιτάζεις αλλά δεν κοιτάζεσαι μέσα του.» Στο «Αντικατοπτρικός ρόλος της μητέρας και της οικογένειας στην ανάπτυξη του παιδιού», μέσα στο Το παιδί, το παιχνίδι και η πραγματικότητα, Αθήνα, Καστανιώτης, 2000, σσ. 194-195.


Φωτογραφία:Ρablo-Picasso-girl-before-a-mirror-1932
http://www.instituto-picasso.com/learn-spanish/picasso.htm
Αναρτήθηκε από Ευαγγελία Κυβέλου στις 12:10 μ.μ.

Η Πατρική λειτουργία και η Επιθυμία της μητέρας

Αναρτήθηκε από: Βελίκης Ιωάννης, Ψυχολόγος PhD, τηλ. 6932683468

J. Lacan

Κείμενο : Κυβέλου Ευαγγελία
Αθήνα 2007

(Το παρών κείμενο αποτελεί μέρος μιας μεγαλύτερης εργασίας που παρουσιάστηκε από την συγγραφέα στην Εταιρεία Ομαδικής Ανάλυσης και Οικογενειακής Θεραπείας τον Οκτώβριο του 2007)

Το παιδί βγαίνει από το στάδιο του καθρέφτη έχοντας κάνει μια πρωταρχική ταύτιση με την εικόνα του μέσα στον καθρέφτη. Συγχρόνως είναι σε θέση να κάνει ένα πρώτο διαχωρισμό μεταξύ αυτού και της μητέρας του.
Στην πρωταρχική ταύτιση, βασικό ρόλο όπως έχουμε ήδη πει, έχει παίξει η επιθυμία της μητέρας του για αυτό.
Το παιδί, λόγω της μεγάλης συνάφειας με την μητέρα του για την κάλυψη των αναγκών του, υποθέτει ότι είναι αυτό το ίδιο το αντικείμενο που επιθυμεί η μητέρα του. Υποθέτει δηλαδή ότι είναι το αντικείμενο της επιθυμίας της μητέρας του.
Η επιθυμία όμως σημαίνει «έλλειψη». Κάτι λείπει στην μητέρα για να το επιθυμεί.
Αυτό το αντικείμενο που ικανοποιεί την έλλειψη του άλλου, και στην περίπτωση μας του Άλλου με άλφα κεφαλαίο(1) , στην ψυχανάλυση το αποκαλούμε φαλλό(2) .
Έτσι το παιδί μπαίνει στην θέση του αντικειμένου που υποθέτει πως λείπει στη μητέρα του και γίνεται το ίδιο «ο φαλλός της μητέρας του».
Ο φαλλός είναι ένα σημαίνον, που κατά την προοιδιπόδεια φάση έχει μια φαντασιακή υπόσταση και δημιουργεί ένα τρίγωνο μεταξύ της μητέρας και του παιδιού.
Αυτή η διαλεκτική του «είναι» ο φαλλός της μητέρας, επιτρέπει την ύπαρξη της συνέχισης αυτής της συμβιωτικής σχέσης που ενυπάρχει μεταξύ παιδιού-μητέρας. Η επιθυμία του είναι εξ’ ολοκλήρου υποταγμένη στην επιθυμία της μητέρας.
Αυτή την δυαδική συμβιωτική σχέση, μονάχα η διαμεσολάβηση ενός τρίτου μπορεί να την διακόψει και να βγάλει το παιδί από την θέση του φαλλού της μητέρας.
Αυτός ο τρίτος είναι ο Πατέρας.
Αλλά ποιος είναι αυτός που ορίζεται ως πατέρας αναρωτιέται ο Lacan(3) . Αυτό τον οδηγεί να κάνει τον διαχωρισμό του Πραγματικού, του Φαντασιακού και του Συμβολικού Πατέρα.
Ο Πραγματικός Πατέρας είναι ο φυσικός πατέρας ή το υποκατάστατο του. Στην ψυχανάλυση, ο Πραγματικός Πατέρας είναι συνυφασμένος με αυτό που αποκαλούμε περίγυρος του παιδιού. Για την βιολογική πατρότητα υπάρχει πάντα ένας βαθμός αβεβαιότητας. Ο Freud το 1909 επισημαίνει, ότι Πραγματικός Πατέρας είναι ο άντρας ο οποίος λέγεται πως είναι ο βιολογικός πατέρας του παιδιού(4) . Είναι στην ουσία αυτός που δέχεται ανεξαρτήτου της βιολογίας, να δώσει το όνομα του (επίθετο) στο παιδί. Επομένως ο Πραγματικός Πατέρας ορίζεται ως αποτέλεσμα της γλώσσας και όχι της βιολογίας.
Ο Πραγματικός Πατέρας μπορεί να είναι φυσικά παρών ή απών και αυτό να μην επηρεάσει την ψυχοσεξουαλική εξέλιξη του παιδιού. Όπως θα δούμε παρακάτω, αυτός που θα παίξει ρόλο στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα, δεν σχετίζεται με την φυσική του παρουσία ή απουσία, αλλά με την συμβολική του διάσταση, η οποία θα φτάσει στο παιδί διαμέσου του λόγου και της επιθυμίας της μητέρας.
Ο Φαντασιακός Πατέρας, είναι πιο κοντά στην έννοια της πατρικής Imago, δηλαδή αντιπροσωπεύει όλες αυτές τις φαντασιακές κατασκευές που κάνει το παιδί για τον πατέρα του. Αυτές οι κατασκευές σχετίζονται ελάχιστα με την πραγματικότητα. Ο Φαντασιακός Πατέρας είναι δυνατόν να γίνει αντιληπτός ως ένας ιδεώδης πατέρας ή το αντίθετο, ως ένας πατέρας «κακός». Πάντα όμως ο Φαντασιακός Πατέρας είναι ένας παντοδύναμος πατέρας. Είναι ο αρχέγονος πατέρας(5) του μύθου του Freud που έχει όλες τις γυναίκες μόνο για εκείνον.
Τέλος, ο Συμβολικός Πατέρας είναι μια θέση, μια λειτουργία και όχι ένα υπαρκτό πρόσωπο. Είναι ο πατέρας που στον φροϋδικό μύθο θα οριστεί σαν ο νεκρός πατέρας που θα επιβάλει τον νόμο του αναδρομικά αφού έχει φαγωθεί (ενδοβληθεί) από τους γιους και τις κόρες του.
Η λειτουργία της θέσης του Συμβολικού Πατέρα, είναι η επιβολή του Νόμου και της ρύθμισης της επιθυμίας μέσα στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Ο Νόμος της απαγόρευσης της αιμομιξίας είναι αυτός που επιβάλλεται δια μέσου του συμβολικού ευνουχισμού. Αυτή την πατρική λειτουργία ο Lacan θα την ονομάσει Όνομα του Πατέρα.
Ο Συμβολικός Πατέρας που θα παίξει ρόλο στο Οιδιπόδειο σύμπλεγμα φτάνει στο παιδί δια μέσω του λόγου της μητέρας. Είναι μέσα από το λόγο της μητέρας που εκδηλώνεται η επιθυμία της για τον πατέρα.
Εάν η μητέρα δεν επιθυμεί τον πατέρα ή κάποιο υποκατάστατο του, κανείς δεν θα υπάρξει να πάρει την θέση του Συμβολικού Πατέρα και να αποσπάσει το παιδί από την θέση του «φαλλού της μητέρας» του.
Ο πατέρας μπαίνει λοιπόν στο παιγνίδι του Οιδιπόδειου συμπλέγματος αποσπώντας την επιθυμία της μητέρας και επιβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο τον νόμο της απαγόρευσης της αιμομιξίας δια μέσου του ευνουχισμού.
Ο ευνουχισμός όπως γνωρίζουμε δεν έχει να κάνει σε τίποτα με το χώρο του πραγματικού. Όταν μιλάμε για ευνουχισμό αναφερόμαστε πάντα στον συμβολικό ευνουχισμό ενός φαντασιακού αντικειμένου. Αυτό το αντικείμενο είναι ο φαλλός.
Η πατρική παρείσφρηση βιώνεται από το παιδί σαν απαγόρευση, ματαίωση και στέρηση. Διότι αποσπά την μητέρα από αυτό και απαγορεύει την ικανοποίηση των παρορμήσεων.
Το παιδί δύναται να αντιληφθεί τον πατρικό νόμο της απαγόρευσης της αιμομιξίας στο μέτρο που η μητέρα αναγνωρίζει τον νόμο του πατέρα. Ο πατέρας διαμεσολαβεί στο επίπεδο της επιθυμίας της μητέρας, και μόνο σαν ένας δοτικός(6) πατέρας μπορεί να γίνει αυτός που θα αποσπάσει την μητέρα από το παιδί.
Τότε το παιδί θα μπει σε μια θέση ταλαντευόμενη: Είμαι ή δεν είμαι ο φαλλός της μητέρας;
Σε αυτή την θέση θα έρθει το παιδί μέσα από τις ματαιώσεις που θα δεχθεί. Η μητέρα δεν θα είναι πάντα εκεί να καλύπτει της ανάγκες του. Το παιδί θα δοκιμάσει την εμπειρία της ματαίωσης, μέσω των συνεχών απουσιών και παρουσιών της μητέρας του.
Ο Freud, αναφέρεται σε αυτήν την ματαίωση του πήγαινε- έλα της μητέρας διακρίνοντας την μέσα στην συμβολική της απεικόνιση, όπως εμφανίζεται στο παιχνίδι του παιδιού που πετάει την κουβαρίστρα και μετά την επαναφέρει πίσω, το fort-da (7) .
Το παιδί μέσα από το παιχνίδι τελεί μια μεταφορική διεργασία. Η κουβαρίστρα υποκαθιστά την μητέρα και τα πήγαινε-έλα της μητέρας σχετίζονται με την επιθυμία της για κάτι άλλο έξω από αυτό.
Ο Lacan λέει ότι το παιδί αναρωτιέται: « Γιατί πάει και έρχεται αυτή; τι είναι αυτό που θέλει; Θα ήθελα πολύ να ήμουν εγώ αυτό που θέλει, αλλά είναι φανερό πως δεν είμαι μόνον εγώ αυτό που θέλει, υπάρχει κάτι άλλο που την απασχολεί. Αυτό που την απασχολεί είναι το χ, το σημαινόμενο. Το σημαινόμενο αυτό του πήγαινε-έλα της μητέρας, είναι ο φαλλός»(8)
Κατά τον Joël Dor, «δεν θα μπορούσε να βρεθεί ακριβέστερη απεικόνιση της λακανικής έκφρασης σημαίνουσα υποκατάσταση από αυτήν του fort-da»(9)
Αυτή η προβληματική «to de or not to be» ο φαλλός της μητέρας(10) προαναγγέλλει την εισαγωγή του παιδιού στην δεύτερη φάση του οιδιπόδειου συμπλέγματος που είναι αμετάκλητα συνδεδεμένη με τον ευνουχισμό.
Ο Συμβολικός Πατέρας παρεμβαίνοντας στην σχέση μητέρας- παιδιού σαν τρίτος, σαν ο «άλλος», βιώνεται από το παιδί σαν πιθανό αντικείμενο επιθυμίας της μητέρας και κατά συνέπεια σαν ανταγωνιστής. Αυτός ο φαντασιακός ανταγωνισμός είναι σύμφυτος με μια μετάθεση του φαλλικού αντικειμένου, καθώς εντάσσεται στην προβληματική του ποιος «έχει» το επιθυμητό αντικείμενο και μπορεί να επιβάλει τον νόμο.
Η μητέρα που δέχεται τον πατέρα ως αυτόν που επιβάλλει το νόμο, οδηγεί το παιδί να τοποθετήσει τον πατέρα του στη θέση του κατέχοντος τον φαλλό.
Ο Πραγματικός πατέρας που αντιπροσωπεύει τον νόμο, αφού υποτίθεται ότι κατέχει το αντικείμενο της επιθυμίας της μητέρας, αναγορεύεται σε Συμβολικό Πατέρα. Αυτή η σημαίνουσα λειτουργία του πατέρα, που ο Lacan την ονόμασε Όνομα- του- Πατέρα, οδηγεί το παιδί να δεχτεί στο εξής όχι μόνο ότι δεν είναι ο φαλλός της μητέρας αλλά ούτε τον έχει, όπως δεν τον έχει και η μητέρα του. Δηλαδή βρίσκεται αντιμέτωπο με το σύμπλεγμα ευνουχισμού.
Εδώ θα ξεκινήσει η τρίτη φάση του οιδιπόδειου συμπλέγματος, αυτή της «λύσης του οιδιπόδειου».
Μόνο ένας δοτικός πατέρας ως προς την μητέρα, επενδύεται με την φαλλική ιδιότητα, ως αυτός που «έχει» και όχι που είναι ο φαλλός, εισάγοντας το παιδί στην προβληματική του έχειν.
Η διαλεκτική του έχειν θα ωθήσει το παιδί να βγει οριστικά από την θέση του να είναι ο φαλλός της μητέρας, ανοίγοντας του τον δρόμο των ταυτίσεων.
Μέσω των ταυτίσεων θα αποκτήσει την σεξουαλική του ταυτότητα.
Το αγόρι θα ταυτισθεί με τον πατέρα, που υποτίθεται ότι έχει το φαλλό. Το δε κορίτσι θα ταυτισθεί με την μητέρα «που γνωρίζει που πρέπει να στραφεί για να τον βρει, πηγαίνοντας προς την μεριά του πατέρα, προς εκείνον που τον έχει»(11)
Ο πατέρας θα γίνει ένα σημαίνον, θα γίνει το Όνομα του Πατέρα. Το σημαίνον Όνομα του Πατέρα θα έρθει να αντικαταστήσει το ένα και μοναδικό αντικείμενο επιθυμίας της μητέρας, το αντικείμενο που πληρεί την έλλειψη του Άλλου, δηλαδή το φαλλικό αντικείμενο.
Αυτή η μεταφορά του φαλλικού αντικειμένου σε Όνομα του Πατέρα, η Πατρική μεταφορά (Métaphore paternelle), θα εισάγει το παιδί στον συμβολισμό. Θα εισάγει δηλαδή το παιδί στον λόγο.
Ας θυμηθούμε το Fort-da, το παιδί στο παιχνίδι αντικατέστησε την μητέρα με την κουβαρίστρα, πετώντας το καρούλι μακριά επαναλαμβάνοντας αυτό που η μητέρα του έκανε φεύγοντας από κοντά του. Ακριβώς όμως λόγο της συμβολοποίησης, το παιδί είχε την δυνατότητα, να επαναφέρει πίσω, όποτε ήθελε την κουβαρίστρα- μητέρα τραβώντας την. Έτσι απέκτησε έναν έλεγχο που δεν θα μπορούσε να έχει επάνω στην μητέρα, μέσω του μηχανισμού της μεταφοράς από το πραγματικό αντικείμενο σε ένα συμβολικό. Επιτρέποντας του, να μπει στην θέση του υποκειμένου που έχει την δυνατότητα να έχει κάποιο έλεγχο σε αυτά που συμβαίνουν διαμέσου της συμβολοποίησης.
Αυτή η δυνατότητα συμβολοποίησης είναι που μας καθιστά υποκείμενα και όχι πια αντικείμενα της επιθυμίας του Άλλου, τοποθετώντας μας μέσα στο λόγο. Η εισαγωγή μας στον λόγο είναι που μας προάγει σε υποκείμενα.
«Εάν δεν μπορούμε να έχουμε το πράγμα (το χαμένο αντικείμενο) το σκοτώνουμε συμβολοποιόντας το χάρη στον λόγο»(12)
Ο λόγος συνίσταται από την μεταφορά και την μετωνυμία των σημαινόντων.
Για τον Lacan η πρώτη αυτή μεταφορά ενός σημαίνοντος σε ένα άλλο είναι η Πατρική Μεταφορά. Είναι η αντικατάσταση του σημαίνοντος της επιθυμίας της μητέρας με το σημαίνον Όνομα του Πατέρα.
Για να γίνει αυτή η αντικατάσταση όμως το παιδί πρέπει να αποδεχτεί τον Νόμο του Πατέρα. Αυτή η αποδοχή γίνεται μέσω της λήθης.
Το παιδί θα σπρώξει στο ασυνείδητο την επιθυμία για την μητέρα.
Η μεταφορική διεργασία είναι η εισαγωγή ενός νέου σημαίνοντος στην θέση ενός παλιού σημαίνοντος και έχει την συνέπεια να κρατάει προσωρινά ασυνείδητο αυτό που επικαλύπτει.
Η συμβολοποίηση θα γίνει, λόγω της συμβολοποίησης του νόμου του Πατέρα και της πρωταρχικής απώθησης στο ασυνείδητο. Ο Lacan έλεγε: « Το πράγμα πρέπει να χαθεί για να αντιπροσωπευθεί».
Το σημαίνον της επιθυμίας της μητέρας απωθείται και στην θέση του έρχεται το σημαίνον Πατέρας, Όνομα του Πατέρα. Το παιδί ονοματίζοντας το νέο σημαίνον Πατέρα, συνεχίζει να ονομάζει το θεμελιώδες αντικείμενο της επιθυμίας του. Τώρα όμως το ονομάζει μεταφορικά γιατί έχει γίνει ασυνείδητο(13).
Το σημαίνον Όνομα-του- Πατέρα εισάγει την αλλοτρίωση της επιθυμίας δια μέσου του λόγου. Η επιθυμία του να «είναι» απωθήθηκε προς όφελος της επιθυμίας του να «έχει» δια μέσου του λόγου και γίνεται αίτημα. Γινόμενη όμως αίτημα χάνεται όλο και πιο πολύ μέσα σε μια αλυσίδα σημαινόντων του λόγου.
Η επιθυμία παραπέμπει πάντα σε μια σειρά υποκατάστατων επιθυμιών με υποκατάστατα συμβολικά αντικείμενα που παραπέμπουν στην πρωταρχική επιθυμία, ασυνείδητα.(14)
Η επιθυμία θα μετονομάζεται διαρκώς μένοντας πάντα ανικανοποίητη, λόγω της αναγκαιότητας να γίνει λόγος.






Σημειώσεις:
(1) Ο πρώτος άλλος είναι η μητέρα και γράφεται με Α κεφαλαίο όταν μιλάμε για έλλειψη. Η έλλειψη σημαίνει εισαγωγή στην οιδιπόδεια προβληματική.
(2) Ο Freud χρησιμοποίησε τον όρο φαλλικό στάδιο για να περιγράψει την σεξουαλική εξέλιξη του παιδιού κατά την οποία το σύμπλεγμα του ευνουχισμού έχει τεράστια σημασία. Όσο αφορά το αρσενικό γεννητικό όργανο χρησιμοποιούσε άλλοτε τον όρο πέος και άλλοτε αυτόν του φαλλού. Ο σαφής διαχωρισμός μεταξύ φαλλού και πέους έγινε από τον Lacan.
Ο Lacan τον όρο πέος τον χρησιμοποιεί όταν αναφέρεται στην βιολογική υπόσταση του αρσενικού γεννητικού οργάνου. Ο φαλλός δεν είναι το βιολογικό όργανο αλλά αυτό που αντιπροσωπεύει αυτό. Είναι η ψυχική αναπαράσταση ενός σημαίνοντος. Συγκεκριμένα του σημαίνοντος της έλλειψης.
Το παιδί, αντιλαμβάνεται σαν έλλειμμα, κατά την στιγμή του συμπλέγματος ευνουχισμού, την βιολογική παρουσία ή απουσία του πέους, αλλά για την ψυχική υπόσταση αυτού, αυτό που παίζει ρόλο είναι η συμβολική και φαντασιακή αναπαράσταση του. Αυτή την ψυχική αναπαράσταση άρρηκτα συνδεδεμένη με την έλλειψη, την αποκαλούμε φαλλό. Ο φαλλός λοιπόν είναι το σημαίνον της έλλειψης είτε υπό την φαντασιακή του διάσταση, προοιδιπόδεια, είτε υπό την συμβολική του διάσταση κατά ή μετά το οιδιπόδειο σύμπλεγμα.
Ο J.-D. Nasio 1988. Enseignement de 7 concepts cruciaux de la psychanalyse, Paris, Pyot, 1992, σσ. 49-56. Κάνει μια εμπεριστατωμένη ανάπτυξη για την έννοια του φαλλού.
(3) 1956-1957. Le Séminaire, Livre IV, La relation d’objet, Paris, Seuil, 1994.
(4) Αυτό ισχύει και σήμερα παρά την πρόοδο της βιολογίας στο DNA. Δεν προβαίνουν σε εξετάσεις παρά μόνο σε περίπτωση αμφισβήτησης του λόγο της μητέρας για το ποιος είναι ο πατέρας, και πάντα με την διαμεσολάβηση του νόμου.
(5) Freud, S. 1912. Totem et tabou, Paris, Payot, 1965.
(6) Δοτικός ως προς την μητέρα. Είναι αυτός που δίνει στην μητέρα για να τον θέλει εκείνη. Εδώ παίζει ρόλο ο Πραγματικός Πατέρας ο οποίος φροντίζει την μητέρα.
(7) Το fort-da που περιέγραψε ο Freud 1920 Au-delà du principe de plaisir, στο Essais de psychanalyse, Paris, Payot, 1981, σσ. 52-59.
(8) Lacan, J. Le Séminaire, Livre IV, La relation d’objet, Paris, Seuil, 1994, παράδοση της 15ης Ιανουαρίου 1958.
(9) Joël Dor, 1985. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Lacan, Ι. Το ασυνείδητο δομημένο σαν γλώσσα, Αθήνα, Πλέθρον Θεωρία και Κοινωνία, 1993, σσ.124.
(10) Lacan, J., ό.π., παράδοση της 22ας Ιανουαρίου 1958.
(11) Ό.π.
(12) Lacan, J., «D’une question préliminaire à tout traitement possible de la psychose», στο Écrits, ό.π.,σ. 557.
(13) Joël Dor, 1985. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Lacan, Ι. Το ασυνείδητο δομημένο σαν γλώσσα, ό.π., σ.129
(14) Ό.π.




[Για κάτι περισσότερο μπορείτε να επισκεφτείτε στο παρών blog το άρθρο:
Η έννοια της επιθυμίας στην Λακανική θεωρία:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2009/10/blog-post_22.html



Καθώς επίσης:
Φαντασιακό- Συμβολικό- Πραγματικό:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/09/blog-post.html
Το στάδιο του καθρέφτη:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/09/blog-post_19.html


Ακόμα:


J. Lacan και η εποχή που αναπτύσσονται οι ιδέες του:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/11/jacques-lacan.html
Το έργο το Ζ. Λακάν:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/06/blog-post_3220.html
Βιογραφικά στοιχεία του Ζ. Λακάν:
http://e-psychotherapia.blogspot.com/2010/06/blog-post_27.htm ]


Αναρτήθηκε από Ευαγγελία Κυβέλου στις 12:41 μ.μ.

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΜΗ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ. Εκατομμύρια πάνε κι έρχονται...

Πηγή: ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Τεράστια χρηματικά ποσά δίνονται σε διάφορες Οργανώσεις, χωρίς να ελέγχεται «πού πήγαν τελικά τα λεφτά»

Eurokinissi
Υποτίθεται ότι προορισμός των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) είναι η υπεράσπιση των αδυνάτων και των αδικημένων, η προστασία του περιβάλλοντος και η προώθηση υψηλών ανθρωπιστικών ιδεωδών. Υποτίθεται ότι είναι σύμμαχος του λαϊκού παράγοντα και μοχλός πίεσης για τις κυβερνήσεις.

Την ίδια στιγμή, δεν είναι λίγες οι φορές, που «βγαίνουν τα άπλυτά τους στη φόρα»: Πολυεθνικές, πετρελαϊκές εταιρείες, μυστικές υπηρεσίες, γνωστοί ιμπεριαλιστές και ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί, «κρύβονται» πίσω από το προπέτασμα «φιλοπεριβαλλοντικών» ή «ανθρωπιστικών» Οργανώσεων. Τεράστια χρηματικά ποσά, που δίνονται, αλλά ποτέ δεν αξιοποιούνται για το σκοπό που δόθηκαν, Οργανώσεις - «φαντάσματα» που υπάρχουν μόνο στα χαρτιά, και άλλα πολλά...

Δεν πρόκειται για κανένα ...«σκάνδαλο». Η εξ ορισμού αποστολή των ΜΚΟ είναι να υπηρετούν και να στηρίζουν το καπιταλιστικό σύστημα, να συμβάλλουν στην αναζωογόνησή του, να δημιουργούν ένα εικονικό ανθρώπινο πρόσωπο των καπιταλιστικών επιχειρήσεων και να συγκαλύπτουν όλες τις βρώμικες πλευρές του. Κατά κανόνα οι ΜΚΟ είναι «παιδιά» των αστικών κυβερνήσεων, των ιμπεριαλιστικών οργανισμών και κάποιων μυστικών υπηρεσιών.

Στη συντριπτική τους πλειοψηφία χρηματοδοτούνται από τις αστικές κυβερνήσεις, από την ΕΕ και από τα μονοπώλια. Ολες οι σάπιες πλευρές του καπιταλισμού αγγίζουν υποχρεωτικά και το κατασκεύασμά του που ονομάζεται Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.
Χορός εκατομμυρίων

Χρηματοδοτούνται με χιλιάδες ή και εκατομμύρια ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό, για αμφίβολο - κατά κύριο λόγο - έργο, τη στιγμή μάλιστα που η πλειοψηφία των εργαζομένων, της νεολαίας, των λαϊκών στρωμάτων καλείται να ζει διαρκώς στη λιτότητα. Τη στιγμή που για την κάλυψη των λαϊκών αναγκών, όχι απλά δεν περισσεύουν χρήματα, αλλά γίνονται και απανωτές περικοπές. Ο έλεγχος για το «πού πάνε τα λεφτά» είναι σχεδόν ανύπαρκτος, μα η ουσία είναι ότι τα τεράστια χρηματικά ποσά δίνονται σε αυτές τις Οργανώσεις απόλυτα συνειδητά, αφού συμβάλλουν στην ομαλή άσκηση της αντιλαϊκής πολιτικής των αστικών κυβερνήσεων και των ιμπεριαλιστικών οργανισμών.
Είναι πολλά τα λεφτά...

Εκατομμύρια ευρώ των Ελλήνων εργαζομένων δίνονται κάθε χρόνο σε κάθε λογής Οργάνωση, σε κάποιες για να λειτουργούν ως κυματοθραύστες της λαϊκής δυσαρέσκειας και να προωθούν την πολιτική και την ιδεολογία των ιμπεριαλιστικών κέντρων (όπως, π.χ., της ΕΕ), και σε άλλες απλά ...δίνονται. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει καν ελεγκτικός μηχανισμός για το πώς χρησιμοποιήθηκαν αυτά τα χρηματικά ποσά.

Οπως αποκαλύφθηκε πρόσφατα, το υπουργείο Απασχόλησης, μόνο για το 2006 - 2008, μοίρασε σε περίπου 300 ΜΚΟ το ποσό των 40 εκατ. ευρώ στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Απασχόληση και Επαγγελματική Κατάρτιση» που συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (Γ΄ ΚΠΣ). Πέρα από το γεγονός ότι υπήρξαν υπόνοιες για την προέλευση και τη δράση κάποιων εξ αυτών των ΜΚΟ, δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο το γεγονός ότι αυτό γίνεται σε μια στιγμή που έχει δρομολογηθεί η διάλυση της Κοινωνικής Ασφάλισης, λόγω «έλλειψης» χρημάτων για τα ασφαλιστικά ταμεία.

Ας δούμε μερικά άλλα παραδείγματα, ιδιαίτερα υψηλών χρηματοδοτήσεων, βάσει στοιχείων του υπουργείου Εξωτερικών:

* Η «Αλληλεγγύη» είναι ΜΚΟ της Εκκλησίας που ιδρύθηκε το 2002 με πρωτοβουλία του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου και έκτοτε χρηματοδοτείται με τεράστια χρηματικά ποσά. Μόνο με το υπουργείο Εξωτερικών και για ένα μόνο πρόγραμμα, που αφορούσε σε επισιτιστική βοήθεια στο Ιράκ, υπέγραψε σύμβαση χρηματοδότησης το 2006 ύψους 7 εκατ. ευρώ! Τώρα, το υπουργείο ζητά πίσω τα 5,6 εκατ. ευρώ που δόθηκαν προκαταβολικά, καθώς το πρόγραμμα δεν υλοποιήθηκε ποτέ, αφού τα κοτόπουλα που αγοράστηκαν από την Εκκλησία για να σταλούν, βρέθηκαν σάπια σε έλεγχο της Νομαρχίας Πειραιά. Ωστόσο, γεννιούνται ερωτήματα, για το αν θα ζητούνταν τα χρήματα πίσω αν δεν είχε αποκαλυφθεί το θέμα με τα σάπια κοτόπουλα... Για το ίδιο έτος (2006), η «Αλληλεγγύη» έλαβε από το υπουργείο Εξωτερικών συνολικά - εκτός των 5,6 εκατομμυρίων - το ποσό των 1,57 εκατ. ευρώ!
* Η «Ευρωπαϊκή Προοπτική» δραστηριοποιείται στον τομέα της διεθνούς αναπτυξιακής συνεργασίας, ιδρύθηκε το 1993 και προωθεί την εδραίωση των ...«δημοκρατικών θεσμών» σε χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, της πρώην ΕΣΣΔ, της Λατινικής Αμερικής, της Μέσης Ανατολής, της Ασίας και της Αφρικής. Πρώην πρόεδρός της και ένα από τα κύρια στελέχη της είναι ο Παντελής Σκλιάς, ο οποίος πήρε πρόσφατα τη θέση του Γενικού Γραμματέα Νέας Γενιάς μετά από πρόταση του υπουργού Παιδείας, Ευριπίδη Στυλιανίδη. Εχει διατελέσει υπεύθυνος Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της ΟΝΝΕΔ την περίοδο 1990-'91 και είναι στέλεχος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής». Μόνο για το 2007 η «Ευρωπαϊκή Προοπτική» χρηματοδοτήθηκε από το υπουργείο Εξωτερικών με το χρηματικό ποσό των 910.000 ευρώ! Ποιο ήταν το έργο το οποίο ανέλαβε να φέρει σε πέρας; Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εξωτερικών, τα προγράμματα αφορούσαν σε: Ανάπτυξη τοπικής Κοινωνίας των Πολιτών και ενδυνάμωση δικτύων ΜΚΟ σε Σερβία, Κόσσοβο, ΠΓΔΜ και Ελλάδα. Βιώσιμη ανάπτυξη για την κοινωνική και οικονομική συνοχή στη Σερβία, στο Κοσσυφοπέδιο, κλπ. Επιπλέον, στην «Ευρωπαϊκή Προοπτική» και στη ΜΚΟ «Κοινωνική Μέριμνα Οικογένειας και Παιδιού» δόθηκαν στο ίδιο έτος 159.675 ευρώ για ...«κοινωνική ενδυνάμωση στις σεισμόπληκτες περιοχές του Πακιστάν».
* Το «Ευρωπαϊκό Κέντρο Δημοσίου Δικαίου», με πρόεδρο τον Σπύρο Φλογαΐτη, καθηγητή στη Νομική Σχολή Αθηνών και υπηρεσιακό υπουργό Εσωτερικών για τις εκλογές το Σεπτέμβρη του 2007, χρηματοδοτήθηκε για το 2007 από το υπουργείο Εξωτερικών με πάνω από 870.000 ευρώ για «δράσεις» όπως η ...εφαρμογή πρακτικών της ΕΕ στη φορολογία στη Βοσνία (85.000 ευρώ) και η επιμόρφωση νομικών για το κράτος δικαίου στη Μολδαβία (105.944 ευρώ)!Αξίζει να σημειωθεί ενδεικτικά ότι πήρε - μεταξύ άλλων - 223.134 ευρώ για την επιμόρφωση εκπροσώπων των Βαλκανίων και Παρευξείνιων χωρών για το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία και 183.303 ευρώ για ένα Παγκόσμιο Συνέδριο Συνταγματικού Δικαίου!

Πάνω από 100 εκατ. ευρώ μέσα σε 10 χρόνια!

Το θέμα της αδιαφανούς χρηματοδότησης αυτών των Οργανώσεων έθεσε στα μέσα Δεκέμβρη στη Βουλή με Ερώτησή του ο βουλευτής του ΚΚΕ Γ. Μαυρίκος.

Επικαλούμενος διεθνή στοιχεία, είπε ότι σε όλο τον κόσμο δραστηριοποιούνται 55.000 ΜΚΟ και έχουν εισπράξει 10 δισ. δολάρια από τις ΗΠΑ, την ΕΕ και την Ιαπωνία, με στόχο την παρέμβαση στον Τρίτο Κόσμο. Η δράση τους, είπε, δεν είναι αγνή και άδολη και υπάρχουν στελέχη των ΜΚΟ που παίρνουν υπέρογκους μισθούς και συνδέονται με διάφορες πολυεθνικές εταιρείες. Αναφέρθηκε στο πρόσφατο παράδειγμα της ΜΚΟ «Κιβωτός» που αποκαλύφθηκε, στη Γαλλία, ότι έκανε εμπόριο παιδιών από το Τσαντ, ενώ στη χώρα μας χρηματοδοτήθηκε Οργάνωση με 168.000 ευρώ για να πραγματοποιήσει σεμινάριο για τη «δημιουργία νέων ηγετών».

Κατέληξε ότι πρόκειται για λεηλασία του δημόσιου χρήματος και μάλιστα με αδιαφανείς διαδικασίες και ζήτησε από την κυβέρνηση να ανακοινώσει όλα τα στοιχεία με τις χρηματοδοτήσεις ΜΚΟ την τελευταία δεκαετία. Με βάση τα στοιχεία που έδωσε το υπουργείο Εξωτερικών, από το 1998 μέχρι και το 2007 έχουν δοθεί σε μια σειρά ΜΚΟ πάνω από 100 εκατ. ευρώ. Σημειωτέον ότι ορισμένες από αυτές μπορεί να έχουν χρηματοδοτηθεί και από άλλα υπουργεία, καθώς το υπουργείο Εξωτερικών δεν είναι το μοναδικό που χρηματοδοτεί ΜΚΟ.

Ελένη ΜΑΪΛΗ

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Δέκα στρατηγικές χειραγώγησης από τα ΜΜΕ (Νόαμ Τσόμσκι

Πηγή: e-pnyka.gr

1. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ
Το θεμελιώδες στοιχείο του κοινωνικού ελέγχου είναι η στρατηγική της απόσπασης της προσοχής που έγκειται στην εκτροπή της προσοχής του κοινού από τα σημαντικά προβλήματα και τις αποφασισμένες από τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ αλλαγές μέσω της τεχνικής του κατακλυσμού συνεχόμενων αντιπερισπασμών και ασήμαντων πληροφοριών. Η στρατηγική της απόσπασης της προσοχής είναι επίσης απαραίτητη για να μην επιτρέψει στο κοινό να ενδιαφερθεί για απαραίτητες γνώσεις στους τομείς της επιστήμης, της οικονομίας, της ψυχολογίας, της νευροβιολογίας και της κυβερνητικής. «Διατηρήστε την προσοχή του κοινού αποσπασμένη, μακριά από τα αληθινά κοινωνικά προβλήματα, αιχμάλωτη θεμάτων που δεν έχουν καμία σημασία. Διατηρήστε το κοινό απασχολημένο, τόσο πολύ ώστε να μην έχει καθόλου χρόνο για να σκεφτεί – πίσω στο αγρόκτημα, όπως τα υπόλοιπα ζώα».

2. ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΛΥΣΕΩΝ
Αυτή η μέθοδος καλείται επίσης «πρόβλημα- αντίδραση – λύση». Δημιουργείται ένα πρόβλημα, μια προβλεφθείσα «κατάσταση» για να υπάρξει μια κάποια αντίδραση από τον κόσμο, με σκοπό αυτός ο ίδιος να ορίσει τα μέτρα που η εξουσία θέλει να τον κάνει να δεχτεί. Για παράδειγμα: Αφήνεται να ξεδιπλωθεί και να ενταθεί η αστική βία ή οργανώνονται αιματηρές επιθέσεις που αποσκοπούν στο να απαιτήσει ο κόσμος νόμους ασφαλείας και πολιτικές εις βάρος της ελευθερίας. Ή ακόμα: Δημιουργούν μία οικονομική κρίση ώστε να γίνει αποδεκτή ως αναγκαίο κακό η υποχώρηση των κοινωνικών δικαιωμάτων και η διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών.

3. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΔΙΑΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Για να γίνουν αποδεκτά τα διάφορα απαράδεκτα μέτρα, αρκεί η σταδιακή εφαρμογή τους, λίγο λίγο, επί συναπτά έτη. Κατά αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκαν τις δεκαετίες του ΄80 και ΄90 οι δραστικά νέες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες (νεοφιλελευθερισμός): Ανύπαρκτο κράτος, ιδιωτικοποιήσεις, ανασφάλεια, ελαστικότητα, μαζική ανεργία, μισθοί που δεν εξασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα, τόσες αλλαγές που θα είχαν προκαλέσει επανάσταση αν είχαν εφαρμοστεί μονομιάς.

4. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΒΟΛΗΣ
Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια αντιλαϊκή απόφαση είναι να την παρουσιάσουν ως «επώδυνη και αναγκαία», εξασφαλίζοντας τη συγκατάβαση του λαού τη δεδομένη χρονική στιγμή και εφαρμόζοντάς την στο μέλλον. Είναι πιο εύκολο να γίνει αποδεκτή μια μελλοντική θυσία απ’ ότι μία άμεση. Κατά πρώτον επειδή η προσπάθεια δεν καταβάλλεται άμεσα και κατά δεύτερον επειδή το κοινό, η μάζα, πάντα έχει την τάση να ελπίζει αφελώς ότι «τα πράγματα θα φτιάξουν στο μέλλον» και ότι οι απαιτούμενες θυσίες θα αποφευχθούν. Αυτό δίνει περισσότερο χρόνο στο κοινό να συνηθίσει στην ιδέα των αλλαγών και να τις αποδεχτεί με παραίτηση όταν φτάσει το πλήρωμα του χρόνου.

5. ΑΠΕΥΘΥΝΣΗ ΛΟΓΟΥ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ ΣΑΝ ΑΥΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
Η πλειονότητα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο ευρύ κοινό χρησιμοποιούν λόγο, επιχειρήματα, προσωπικότητες και τόνο της φωνής, όλα ιδιαίτερα παιδικά, πολλές φορές στα όρια της αδυναμίας, σαν ο θεατής να ήταν μικρό παιδάκι ή διανοητικά υστερημένος. Όσο περισσότερο θέλουν να εξαπατήσουν το θεατή τόσο πιο πολύ υιοθετούν έναν παιδικό τόνο. Γιατί; «Αν κάποιος απευθύνεται σε ένα άτομο σαν αυτό να ήταν 12 χρονών ή και μικρότερο, αυτό λόγω της υποβολής είναι πολύ πιθανό να τείνει σε μια απάντηση ή αντίδραση απογυμνωμένη από κάθε κριτική σκέψη, όπως αυτή ενός μικρού παιδιού».

6. ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ ΠΑΡΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ
Η χρήση του συναισθήματος είναι μια κλασική τεχνική προκειμένου να επιτευχθεί βραχυκύκλωμα στη λογική ανάλυση και στην κριτική σκέψη των ατόμων. Από την άλλη, η χρήση των συναισθημάτων ανοίγει την πόρτα για την πρόσβαση στο ασυνείδητο και την εμφύτευση ιδεών, επιθυμιών, φόβων, καταναγκασμών ή την προτροπή για ορισμένες συμπεριφορές.

7. Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ
Κάντε το κοινό να είναι ανήμπορο να κατανοήσει τις μεθόδους και τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο και τη σκλαβιά του. «Η ποιότητα της εκπαίδευσης που δίνεται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις πρέπει να είναι η φτωχότερη και μετριότερη δυνατή, έτσι ώστε το χάσμα της άγνοιας μεταξύ των κατώτερων και των ανώτερων κοινωνικών τάξεων να είναι και να παραμένει αδύνατον να γεφυρωθεί».

8. ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ
Προωθήστε στο κοινό την ιδέα ότι είναι της μόδας να είσαι ηλίθιος, χυδαίος και αμόρφωτος.

9. ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΕΝΟΧΗΣ
Κάντε τα άτομα να πιστέψουν ότι αυτά και μόνον αυτά είναι ένοχα για την κακοτυχία τους, εξαιτίας της ανεπάρκειας της νοημοσύνης τους, των ικανοτήτων ή των προσπαθειών τους. Έτσι, τα άτομα, αντί να εξεγείρονται ενάντια στο οικονομικό σύστημα, υποτιμούν τους εαυτούς τους και νιώθουν ενοχές, κάτι που δημιουργεί μια γενικευμένη κατάσταση κατάθλιψης, της οποίας απόρροια είναι η αναστολή της δράσης. Και χωρίς δράση, δεν υπάρχει επανάσταση.

10. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΠ’ ΟΤΙ ΑΥΤΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΟΥΣ ΕΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ
Κατά τα τελευταία 50 χρόνια, η ταχεία πρόοδος της επιστήμης έχει δημιουργήσει ένα αυξανόμενο κενό μεταξύ των γνώσεων του κοινού και εκείνων που κατέχουν και χρησιμοποιούν οι κυρίαρχες ελίτ. Χάρη στη βιολογία, στη νευροβιολογία και στην εφαρμοσμένη ψυχολογία, το σύστημα έχει επιτύχει μια εξελιγμένη κατανόηση των ανθρώπων, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Το σύστημα έχει καταφέρει να γνωρίζει καλύτερα τον «μέσο άνθρωπο» απ’ ότι αυτός γνωρίζει τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις το σύστημα ασκεί μεγαλύτερο έλεγχο και μεγάλη εξουσία πάνω στα άτομα, μεγαλύτερη από αυτήν που τα ίδια ασκούν στους εαυτούς τους.

ΓΚΡΕΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΜΥΘΟ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ. 73 ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΠΟΥ ΤΟ ΤΟΛΜΗΣΑΝ

Πηγή : Αναρτήθηκε από Thelemic_Hierophant

Γκρεμίζοντας το Μύθο του Ιησού - Ένα Ιστορικό ντοκουμέντο!!

Για περισσότερα από 200 χρόνια μια μειονότητα θαρραλέων μελετητών έχει τολμήσει να αμφισβητήσει την ιστορία του Ιησού. Παρά τους κινδύνους των φυσικών επιθέσεων, της επαγγελματικής καταστροφής και κοινωνικής κατακραυγής, έχουν αμφισβητήσει σοβαρά την ειλικρίνεια του ευαγγελικού έπους, έχουν απομακρύνει τα στρώματα της απάτης και ψεύδους και έχουν τελικά προκαλέσει την ίδια την ύπαρξη του θεανθρώπου.

1] Hermann Samuel Reimarus (1694-176Cool.1778, Για τον Σκοπό του Ιησού και τις Διδασκαλίες Του.
Φιλόσοφος του Διαφωτισμού και καθηγητής Ασιατικών γλωσσών στο Γυμνάσιο του Αμβούργου, τα εκτεταμένα γραπτά του - που δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατό του - απορρίπτουν την «αποκαλυφθείσα θρησκεία» και μιλούν υπέρ ενός νατουραλιστικού θεϊσμού. Ο Reimarus κατηγόρησε τους συγγραφείς των ευαγγελίων για συνειδητή απάτη και αναρίθμητες αντιφάσεις.

2] Francois Marie Arouet (Voltaire) (1694-177Cool. Η πιο σημαίνουσα φιγούρα του Διαφωτισμού, είχε φοιτήσει σε ένα Ιησουΐτικο κολλέγιο κι ωστόσο κατέληξε: «Ο Χριστιανισμός είναι η πιο γελοία, η πιο παράλογη και αιματηρή θρησκεία που είχε ποτέ μολύνει τον κόσμο ...;Ο αληθινός Θεός δεν μπορεί να έχει γεννηθεί από ένα κορίτσι, ούτε να πεθάνει στην αγχόνη, ούτε να φαγωθεί σε ένα κομμάτι ζύμης.»
Φυλακίστηκε, εξορίστηκε, τα έργα του απαγορεύτηκαν και τα κάψανε, αλλά η μεγάλη δημοσιότητα του Βολταίρου στην επαναστατική Γαλλία του εξασφάλισαν μια τελευταία κατοικία στο Πάνθεον στο Παρίσι. Οι θρησκευτικοί εξτρεμιστές όμως έκλεψαν τη σωρό του και την πέταξαν σε ένα σωρό απορριμμάτων.

3] Charles Franηois Dupuis, 1794, Origine de tous les Cultes ou La Religion universelle. Αστρο-μυθική ερμηνεία του Χριστιανισμού (και όλων των θρησκειών). «Ένα μεγάλο λάθος διαδίδεται ευκολότερα από ότι μια μεγάλη αλήθεια, επειδή είναι ευκολότερο να το πιστέψουν, παρά να το σκεφτούν λογικά, και επειδή οι άνθρωποι προτιμούν τα θαύματα των ρομαντικών διηγημάτων από την απλότητα της ιστορίας.» Ο Dupuis κατέστρεψε ο ίδιος το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας του εξαιτίας της βίαιας αντίδρασης που προκάλεσε.

4] Count Volney, 1787, Les Ruines; ou, Mιditation sur les rιvolutions des empires. (Τα Ερείπια των Αυτοκρατοριών).
Ναπολεόντειος ερευνητής, είδε για τον εαυτό του στοιχεία των Αιγυπτιακών πρόδρομων του Χριστιανισμού.

5] Edward Evanson, 1792, The Dissonance of the Four Generally Received Evangelists and the Evidence of their Respective Authenticity. Άγγλος ορθολογιστής που αμφισβήτησε την αποστολική πατρότητα του 4ου Ευαγγελίου και κατήγγειλε διάφορες επιστολές του Παύλου ως πλαστές.

6] Thomas Paine, 1795, The Age of Reason. Φυλλαδιογράφος που έκανε την πρώτη κλήση για την Αμερικάνικη ανεξαρτησία (Common Sense, 1776; Rights of Man, 1791). Ο Paine έκανε άγριο εμπαιγμό για τις αντιφάσεις και θηριωδίες της Βίβλου. Όπως πολλοί Αμερικανοί επαναστάτες ο Paine ήταν θεϊστής:
«Δεν πιστεύω στη δοξασία που διακηρύχθηκε από την Εβραϊκή εκκλησία, τη Ρωμαϊκή εκκλησία, την Ελληνική εκκλησία, την Προτεσταντική εκκλησία, ούτε από καμιά εκκλησία που να γνωρίζω ...; Καθεμιά από αυτές τις εκκλησίες κατηγορεί τις άλλες για έλλειψη πίστεως. Κι από μέρους μου, δεν τις πιστεύω όλες.» - The Age of Reason.

7] Robert Taylor, 1828, Syntagma Of The Evidences Of The Christian Religion; 1829, Diegesis. Ο Taylor φυλακίστηκε για τη δήλωσή του για τις μυθικές προελεύσεις του Χριστιανισμού. «Οι πρώτοι Χριστιανοί έκαναν τις λέξεις να μη σημαίνουν τίποτα περισσότερο από μια προσωποποίηση της αρχής της αιτίας, της καλοσύνης, ή αυτής της αρχής, όποια κι αν μπορεί να είναι, η οποία ωφελεί περισσότερο την ανθρωπότητα στο πέρασμα από τη ζωή.»

8] Godfrey Higgins, 1836, Anacalypsis - An Attempt to Draw Aside the Veil of the Saitic Isis; or an Inquiry into the Origin of Languages, Nations and Religions. Άγγλος πρωτοπόρος της αρχαιολογίας και του ελευθερο-τεκτονισμού.

9] Bruno Bauer, 1841, Criticism of the Gospel History of the Synoptics. 1877, Christus und die Caesaren. Der Hervorgang des Christentums aus dem romischen Griechentum. Ο πρώτος εικονοκλάστης (πολέμιος των θεσμίων). Ο Bauer αμφισβήτησε την αυθεντικότητα των Επιστολών του Παύλου (στις οποίες είδε την επιρροή των Στωικών φιλοσόφων όπως του Σένεκα) και το ρόλο του Φίλωνα στο νεοσύστατο Χριστιανισμό. Ο Bauer απέρριψε την ιστορικότητα του ίδιου του Ιησού. «Όλα όσα είναι γνωστά για τον Ιησού ανήκουν στον κόσμο της φαντασίας.» Κατά συνέπεια το 1842 ο Bauer χλευάστηκε και απομακρύνθηκε από το αξίωμά του ως καθηγητή της θεολογίας της Καινής Διαθήκη στο Tόbingen.

10] Ralph Waldo Emerson, 1841, Essays. Κάποτε Τριαδιστής Χριστιανός και πρώην Ουνιτάριος (μονιστής) πάστορας, θεωρούσε τον Ιησού ότι ήταν «αληθινός προφήτης» αλλά ότι ο οργανωμένος Χριστιανισμός ήταν μια «ανατολική μοναρχία». «Τα κυριακάτικα σχολεία μας και οι εκκλησίες και οι άπορες κοινωνίες είναι ζυγοί στο λαιμό μας.»

11] Mitchell Logan, 1842, Christian Mythology Unveiled. «Η επικρατούσα άποψη, όσο παράλογη κι αν είναι ή βασισμένη σε λάθος, είναι πάντα η βασίλισσα των εθνών.»

12] Ferdinand Christian Baur, 1845, Paulus, der Apostel Jesu Christi. Γερμανός μελετητής που εξακρίβωσε ως «μη αυθεντικές», όχι μόνο τις ποιμαντορικές επιστολές, αλλά και τις Προς Κολοσσαείς, Εφεσίους, Φιλήμονα και Φιλιππησίους (αφήνοντας μόνο τις τέσσερις κύριες Παυλικές επιστολές να θεωρηθούν γνήσιες). Ο Baur ήταν ο ιδρυτής της αποκαλούμενης «Σχολής του Tόbingen».

13] David Friedrich Strauss, 1860, The Life of Jesus Critically Examined. Λουθηρανός εφημέριος που έγινε μελετητής, εξέθεσε επιδέξια τα ευαγγελικά θαύματα ως μύθους και κατά τη πορεία υποβίβασε τον Ιησού σε άνθρωπο. Του κόστισε την καριέρα.

14] Ernest Renan, 1863, Das Leben Jesu. Εκπαιδευόμενος για Καθολικός ιερέας, ο Renan έγραψε μια ρομαντική βιογραφία του θεανθρώπου την οποία εμπνεύστηκε από τους Γερμανούς κριτικούς. Του κόστισε το επάγγελμα.

15] Robert Ingersoll, 1872, The Gods. Γνωστός και εντυπωσιακός ομιλητής του Ιλλινόις, οι λόγοι του καυτηρίαζαν τη Χριστιανική θρησκεία. «Πάντα φαινόταν σε μένα ότι ένα ον προερχόμενο από άλλο κόσμο, με ένα μήνυμα ασύλληπτης σημασίας για την ανθρωπότητα, θα έπρεπε τουλάχιστον να εξακρίβωνε αυτό το μήνυμα με την υπογραφή του. Δεν είναι εκπληκτικό ότι ούτε μία λέξη δεν γράφτηκε από τον Χριστό;»

16] Kersey Graves, 1875, The World's Sixteen Crucified Saviours. Κουακέρος της Πενσυλβάνια που είδε κατευθείαν στην παγανιστική βάση των Χριστιανικών μυθευμάτων αν και σπάνια αναφέρει πηγές για τα εκτεταμένα συμπεράσματά του.

17] Allard Pierson, 1879, De Bergrede en andere synoptische Fragmenten. Θεολόγος, ιστορικός της τέχνης και της λογοτεχνίας που αναγνώρισε την Επί Όρους Ομιλία ως μια συλλογή αφορισμών από τη γραμματεία της Ιουδαϊκής Σοφίας. Η έκδοση του Bergrede του Pierson υπήρξε η αρχή της Ολλανδικής Ριζικής Κριτικής. Όχι μόνο η αυθεντικότητα όλων των Παυλικών επιστολών αλλά και η ιστορική ύπαρξη του Ιησού θέτηκε υπό αμφισβήτηση.

18] Bronson C. Keeler, 1881, A Short History of the Bible. Μια κλασσική παράθεση της Χριστιανικής απάτης.

19] Abraham Dirk Loman, 1882, "Quaestiones Paulinae," in Theologisch Tijdschrift. Καθηγητής της θεολογίας στο Άμστερνταμ που είπε ότι όλες οι επιστολές χρονολογούνται από το δεύτερο αιώνα. Ο Loman επεξήγησε το Χριστιανισμό ως μια συγχώνευση της Ιουδαϊκής και της Ρωμαιο-Ελληνικής σκέψης. Όταν τυφλώθηκε ο Loman είπε ότι η τυφλότητά του, του έδωσε διορατικότητα στη σκοτεινή ιστορία της εκκλησίας!

20] Thomas William Doane, 1882, Bible Myths and their Parallels in Other Religions. Ξεπερασμένη αλλά κλασσική αποκάλυψη των παγανιστικών προγενέστερων των βιβλικών μύθων και θαυμάτων.
Samuel Adrianus Naber, 1886, Verisimilia. Laceram conditionem Novi Testamenti exemplis illustrarunt et ab origine repetierunt. Κλασικιστής που είδε κρυμμένους Ελληνικούς μύθους στη Χριστιανική Βίβλο.

21] Gerald Massey, 1886, Historical Jesus and Mythical Christ. 1907, Ancient Egypt-The Light of the World. Ένα άλλο κλασσικό έργο από μια παλιά νέμεση του ιερατείου.

22] Edwin Johnson, 1887, Antiqua mater. A Study of Christian Origins. Άγγλος ριζοσπάστης θεολόγος, συσχέτισε τους πρώτους Χριστιανούς με τους Chrestian, οπαδοί ενός καλού (Chrestus) Θεού που είχαν οικειοποιηθεί το μύθο του Διόνυσου Ελευθέριου («Διόνυσος ο Ελευθερωτής»), για να παρουσιάσουν ένα αυτο-θυσιαζόμενο Θεάνθρωπο. Κατήγγειλε τους δώδεκα αποστόλους ως τελείως πλαστά κατασκευάσματα.

23] Rudolf Steck, 1888, Der Galaterbrief nach seiner Echtheit untersucht nebst kritischen Bemerkungen zu den Paulinischen Hauptbriefen. Ριζοσπάστης Ελβετός μελετητής που στιγμάτισε όλες τις Παυλικές επιστολές ως πλαστές.
Franz Hartman, 1889, The Life of Johoshua: The Prophet of Nazareth.

24] Willem Christiaan van Manen, 1896, Paulus. Καθηγητής στο Λάιντεν και ο πιο διάσημος των Ολλανδών Ριζικών, ένας κληρικός που δεν πίστεψε στη σωματική ανάσταση του Ιησού Χριστού. Μετά αφού κράτησε το επιχείρημά του για πολλά χρόνια ο Van Manen κατέληξε ότι καμιά από τις Παυλικές επιστολές δεν ήταν αυθεντική και ότι οι Πράξεις βασίστηκαν στις εργασίες του Ιώσηπου.

25] Joseph McCabe, 1897, Why I Left the Church. 1907, The Bible in Europe: an Inquiry into the Contribution of the Christian Religion to Civilization. 1914, The Sources of the Morality of the Gospels. Φραγκισκανός μοναχός που μετατράπηκε σε ευαγγελικό αθεϊστή. Ο McCabe, πολυγραφότατος συγγραφέας, κομμάτιασε σε πολλά μέρη το μύθο του Ιησού - «Δεν υπάρχει μόνο μια "μορφή του Ιησού" στα Ευαγγέλια. Υπάρχουν δώδεκα μορφές» - αλλά παρόλα αυτά συνέχιζε να επιτρέπει τη πιθανότητα για να ένα ιστορικό ιδρυτή.

26] Albert Schweitzer.1901, The Mystery of the Kingdom of God. 1906, The Quest of the Historical Jesus. Ο διάσημος Γερμανός θεολόγος και ιεραπόστολος (35 χρόνια στο Καμερούν) χλεύασε τον ανθρωπιστικό Ιησού των φιλελευθέρων ενώ την ίδια στιγμή είχε το κουράγιο να αναγνωρίσει τη δουλειά των Ολλανδών Ριζικών. Το δικό του απαισιόδοξο συμπέρασμα ήταν ότι ο υπερήρωας ήταν ένας Αποκαλυπτικός φανατικός και ότι ο Ιησούς πέθανε ως ένας απογοητευμένος άνθρωπος. Είπε περίφημα ότι αυτοί που έψαχναν για ένα ιστορικό Ιησού βρήκαν μόνο μια αντανάκλαση των ίδιων.

27] Wilhelm Wrede, 1901, The Messianic Secret. Ο Wrede επέδειξε πως, στο Ευαγγέλιο του Μάρκου, μια ψεύτικη ιστορία διαμορφώθηκε από την πρώτη Χριστιανική πίστη.
George Robert Stowe Mead, 1903, Did Jesus Live 100 BC? Μια μελέτη των ιστοριών του Εβραίου Γιεσού (Jeschu) η οποία τοποθετεί τον Ιησού σε προγενέστερη εποχή.

28] Thomas Whittaker, 1904, The Origins of Christianity. Δηλώνει ότι ο Ιησούς είναι μύθος.
William Benjamin Smith, 1906, Der vorchristliche Jesus. 1911, Die urchristliche Lehre des reingφttlichen Jesus. Μιλά για την προέλευση από μια προ-Χριστιανική λατρεία του Ιησού στο νησί της Κύπρου.

29] Albert Kalthoff, 1907, The Rise of Christianity. Άλλος Γερμανός ριζοσπάστης μελετητής που ταυτίζει το Χριστιανισμό με ψύχωση. Ο Χριστός ήταν ουσιαστικά η υπερβατική αρχή της Χριστιανικής κοινότητας η οποία στόχευε σε αποκαλυπτική κοινωνική μεταρρύθμιση.

30] Gerardus Bolland, 1907, De Evangelische Jozua. Φιλόσοφος στο Λάιντεν, αναγνώρισε τη προέλευση του Χριστιανισμού σε ένα παλαιότερο Εβραϊκό Γνωστικισμό. Ο σουπερστάρ της Καινής Διαθήκης είναι ο «γιος της Μοναχής» της Παλαιάς Διαθήκης, ο οπαδός που μετονομάζεται Ιησούς από το Μωυσή. Η παρθένος δεν είναι παρά ένα σύμβολο για το λαό του Ισραήλ. Οι "Netzerim" πήραν το ευαγγέλιο τους από την Αλεξάνδρεια στη Παλαιστίνη. Το 1907 ο Πάπας Πίος Χ αναθεμάτισε τους Νεωτεριστές που «εργάζονταν στα πλαίσια της εκκλησίας». Ένας αντι-νεωτεριστικός όρκος εισήχθηκε το 1910.

31] Prosper Alfaric (1886-1955) Γάλλος καθηγητής της Θεολογίας, συγκλονισμένος από τη στάση του Πίου Χ, απαρνήθηκε την πίστη του και άφησε την εκκλησία το 1909 για να εργαστεί για το σκοπό του ρασιοναλισμού.

32] Mangasar Magurditch Mangasarian, 1909, The Truth About Jesus ? Is He a Myth? Πρώην Πρεσβυτεριανός πάστορας που είδε μέσα από το μύθευμα.

33] Karl Kautsky, 1909, The Foundations of Christianity. Πρώιμος σοσιαλιστής, ερμήνευσε τον Χριστιανισμό σε αντιστοιχία με την ταξική πάλη.

34] Arthur Drews, 1910, Die Christusmythe (The Christ Myth). 1910, Die Petruslegende (The Legend of St Peter). 1924, Die Entstehung des Christentums aus dem Gnostizismus (Η Ανάδυση του Χριστιανισμού από το Γνωστικισμό). Διαπρεπής φιλόσοφος, ήταν από τους μεγαλύτερους Γερμανούς υποστηρικτές του ισχυρισμού του μύθου του Ιησού. Τα ευαγγέλια ιστοριοποιούν ένα προϋπάρχοντα μυστικιστή Ιησού του οποίου ο χαρακτήρας προήλθε από τους προφήτες και τη γραμματεία της Ιουδαϊκής Σοφίας. Τα Πάθη βρέθηκαν και στους «συλλογισμούς» του Πλάτωνα.

35] John E. Remsburg, 1909, The Christ: A critical review and analysis of the evidences of His existence. Ευαγγέλια γεμάτα αντιφάσεις. Αμφίβολο το ότι ο Ιησούς υπήρξε και ένας υπερφυσικός Χριστός είναι σίγουρα Χριστιανικό δόγμα.

36] John Robertson, 1910, Christianity and Mythology. 1911, Pagan Christs. Studies in Comparative Hierology. 1917, The Jesus Problem. Ο Robertson επέστησε την προσοχή στην καθολικότητα (σύνδεση) πολλών στοιχείων της πλοκής του έργου του Ιησού με τις προ-χριστιανικές ιεροτελεστίες της σταύρωσης στον αρχαίο κόσμο. Συσχέτισε τον πρότυπο Ιησού με μια αρχαία Εφραιμιτική θεότητα με μορφή αρνιού.

37] Alexander Hislop, 1916, The Two Babylons. Διεξοδική έκθεση των παγανιστικών τελετών και σύνεργων του Ρωμαιο-Καθολικισμού.
Gustaaf Adolf van den Bergh van Eysinga, 1912, Radical Views about the New Testament. 1918, Voorchristelijk Christendom. De vorbereiding van het Evangelie in de Hellenistische wereld. Θεολόγος και τελευταίος των Ολλανδών Ριζικών που είχε αξίωμα πανεπιστημιακού καθηγητή.

38] Edward Carpenter, 1920, Pagan and Christian Creeds. Ανέλυσε την παγανιστική προέλευση του Χριστιανισμού.

39] Rudolf Bultmann, 1921, The History of the Synoptic Tradition. 1941, Neues Testament und Mythologie. Λουθηρανός θεολόγος και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Marburg. Ο Bultman ήταν ο εισηγητής του «Κριτικισμού» (κριτική μορφή) και έκανε πολλά για να απομυθοποιήσει τα ευαγγέλια. Αναγνώρισε τις αφηγήσεις του Ιησού σαν θεολογία που εξυπηρετήθηκε στη γλώσσα του μύθου. Ο Bultman παρατήρησε ότι η Καινή Διαθήκη δεν ήταν η ιστορία του Ιησού αλλά μια καταγραφή της πρώτης Χριστιανικής πίστης/δοξασίας. Υποστήριζε ότι η αναζήτηση για ένα ιστορικό Ιησού ήταν ατελέσφορη. «Δεν μπορούμε να ξέρουμε σχεδόν τίποτα σχετικά με τη ζωή και την προσωπικότητα του Ιησού.» (Jesus and the World, Cool
James Frazer, 1922, The Golden Bough. Ανθρωπολογική εξήγηση της πορείας του ανθρώπου από τη μαγεία, μέσω της θρησκείας στην επιστήμη. Ο Χριστιανισμός ένα πολιτιστικό φαινόμενο.

40] P. L. Couchoud, 1924, Le mystθre de Jesus.1939, The Creation of Christ. Ο Choushoud ενστερνίστηκε έναν ιστορικό Πέτρο παρά έναν ιστορικό Ιησού και υποστήριξε ότι τα Πάθη διαμορφώθηκαν πάνω στο θάνατο του Στέφανου.

41] Georg Brandes, 1926, Jesus - A Myth. Προσδιόρισε την Αποκάλυψη του Αγ. Ιωάννη ως το πιο πρώιμο κομμάτι της Καινής Διαθήκης.

42] Henri Delafosse, 1927, Les Lettres d'Ignace d'Antioche. 1928, "Les e'crits de Saint Paul," in Christianisme. Κατήγγειλε επιστολές του Ιγνάτιου ως νεώτερες πλαστογραφήσεις.

43] Joseph Wheless, 1926, Is It God's Word? An Exposition of the Fables and Mythology of the Bible and the Fallacies of Theology. 1930, Forgery in Christianity. Αμερικανός δικηγόρος, μεγαλωμένος στη «Ζώνη της Βίβλου» (στα βάθη του Νότου), ανέτρεψε τη βιβλική φαντασία.

44] L. Gordon Rylands, 1927, The Evolution of Christianity.1935, Did Jesus Ever Live?

45] Edouard Dujardin, 1938, Ancient History of the God Jesus.

46] John J. Jackson, 1938, Christianity Before Christ, Επίστησε την προσοχή στους Αιγυπτίους της Χριστιανικής δοξασίας.

47] Alvin Boyd Kuhn, 1944, Who is this King of Glory? 1970, Rebirth for Christianity. Ο Ιησούς δεν ήταν ποτέ κάποιο πρόσωπο, αλλά ένα σύμβολο της θεϊκής ψυχής σε κάθε άνθρωπο.

48] Herbert Cutner, 1950, Jesus: God, Man, or Myth? Η μυθική φύση του Ιησού και μια περίληψη της τρέχουσας αντιπαράθεσης μεταξύ των μυθικιστών (που υποστηρίζουν το μύθο) και όσων υποστηρίζουν την ιστορική ύπαρξη του Ιησού. Η μυθικιστική άποψη είναι συνεχής παράδοση, όχι καινούρια. Παγανιστικές προελεύσεις του Ιησού.

49] Georges Las Vergnas, 1956, Pourquoi j'ai quittι l'Eglise romaine Besanηon.

50] Georges Ory, 1961, An Analysis of Christian Origins.

51] Guy Fau, 1967, Le Fable de Jesus Christ.

52] John Allegro, 1970, The Sacred Mushroom and the Cross. 1979, The Dead Sea Scrolls and the Christian Myth. Ο Ιησούς δεν ήταν τίποτα άλλο εκτός από ένα μαγικό μανιτάρι και η ζωή του μια αλληγορική ερμηνεία μιας κατάστασης που προκαλείται από ναρκωτικές ουσίες. Όχι φυλακή για τον Allegro - αλλά επαγγελματική καταστροφή.

53] George Albert Wells, 1975, Did Jesus Exist? 1988, The Historical Evidence for Jesus. 1996, The Jesus Legend. 1998, Jesus Myth. 2004, Can We Trust the New Testament? Thoughts on the Reliability of Early Christian Testimony. Ο Χριστιανισμός μια επέκταση της λογοτεχνίας της Ιουδαϊκής Σοφίας. Τα τελευταία βιβλία παραδέχονται τη πιθανή επιρροή ενός πραγματικού ιεροκήρυκα.

54] Max Rieser, 1979, The True Founder of Christianity and the Hellenistic Philosophy. O Χριστιανισμός άρχισε από τους Εβραίους της Διασποράς και έπειτα παγιώθηκε αναδρομικά στην προ του '70 Παλαιστίνη. Ο Χριστιανισμός έφθασε τελευταίος, και όχι πρώτος, στην Παλαιστίνη - κι αυτός ο λόγος που τα Χριστιανικά αρχαιολογικά ευρήματα εμφανίζονται στη Ρώμη αλλά όχι στην Ιουδαία μέχρι τον 4ο αιώνα.

55] Abelard Reuchlin, 1979, The True Authorship of the New Testament. Κατ' εξοχήν θεωρία συνομωσίας: ο Ρωμαίος αριστοκράτης Άριους Καλπούρνιους Πίσων (ή αλλιώς Φλάβιος Ιώσηπος) συνωμότησε για να κερδίσει τον έλεγχο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με το να διαμορφώσει μια εντελώς νέα θρησκεία.

56] Hermann Detering, 1992, Paulusbriefe ohne Paulus?: Die Paulusbriefe in der hollδndischen Radikalkritik. Γερμανός πάστορας στην παράδοση των Ολλανδών Ριζικών.

57] Gary Courtney, 1992, 2004 Et tu, Judas? Then Fall Jesus! Τα Πάθη είναι ουσιαστικά η μοίρα του Καίσαρα σε Ιουδαϊκή παραλλαγή που μπολιάζεται πάνω στη λατρεία του νεκρού/αναστημένου Άττι. Οι Ιουδαίοι οπαδοί του Καίσαρα συνταίριαξαν το θυσιασμένο «λυτρωτή της ανθρωπότητας» με το «Βασανισμένο Υπηρέτη» του Ησαΐα.

58] Michael Kalopoulos, 1995, The Great Lie. Ο Έλληνας ιστορικός βρίσκει εντυπωσιακά όμοιες αντιστοιχίες μεταξύ των βιβλικών κειμένων και της Ελληνικής μυθολογίας. Εκθέτει την πανούργα, παραπλανητική και αυταρχική φύση της θρησκείας. Για πρώτη φορά τα "θαύματα" των βιβλικών Πατριαρχών εξηγούνται με την δόλια χρήση δηλητηρίων. Η μελέτη του ολοκληρώνεται με τους τίτλους «ο Ένοπλος δόλος», «Αβραάμ ο Μάγος» και «το Θέατρο της Σωτηρίας». www.greatlie.com

59] Gerd Lόdemann, 1998, The Great Deception: And What Jesus Really Said and Did. 2002, Paul: The Founder of Christianity. 2004, The Resurrection Of Christ: A Historical Inquiry. Μετά από 25 χρόνια μελέτης, ο Γερμανός καθηγητής καταλήγει ότι ο Παύλος, και όχι ο Ιησούς, ίδρυσε τον Χριστιανισμό. Ο Lόdemann αποβλήθηκε από τη θεολογική σχολή στο Πανεπιστήμιο του Gφttingen γιατί τόλμησε να πει ότι η Ανάσταση ήταν «μια ευσεβής αυταπάτη». Αυτά λοιπόν περί ακαδημαϊκής ελευθερίας.

60] Alvar Ellegard, 1999, Jesus One Hundred Years Before Christ. Ο Χριστιανισμός ιδωμένος σαν απόρροια από την Εσσαϊκή Εκκλησία του Θεού με τον Ιησού ως αρχέτυπο του Δασκάλου της Αρετής.

61] D. Murdock (aka 'Acharya S') 1999, The Christ Conspiracy: The Greatest Story Ever Sold. 2004, Suns of God: Krishna, Buddha and Christ Unveiled. Προσθέτει μια αστρο-θεολογική διάσταση στην κατάρρευση του μύθου του Χριστού. Η Murdock προσδιορίζει τον ΙΧ ως μια σύνθετη θεότητα που χρησιμοποιήθηκε για να ενοποιήσει τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Εκθέτει επίσης ανησυχητικές εκτροπές για τους σοβαρούς μελετητές.

62] Earl Doherty, 1999, The Jesus Puzzle. Did Christianity Begin with a Mythical Christ? Δυνατή έκθεση του πως ο Χριστιανισμός άρχισε σαν μυστικιστική-αποκαλυπτική Εβραϊκή αίρεση - δεν προϋποθέτει κανέναν Ιησού!

63] Timothy Freke, Peter Gandy, 1999, The Jesus Mysteries. 2001, Jesus and the Lost Goddess : The Secret Teachings of the Original Christians. Εξετάζει τη στενή σχέση μεταξύ της ιστορίας του Ιησού και αυτής του Όσιρη-Διονύσου. Ο Ιησούς και η Μαρία Μαγδαληνή μυθικές φιγούρες βασισμένες στους Παγανιστές Θεάνθρωπο και Θεά.

64] Harold Liedner, 2000, The Fabrication of the Christ Myth. Καταγγείλει αναχρονισμούς και γεωγραφικά λάθη των ευαγγελίων. Ο Χριστιανισμός μια από τις πιο αποτελεσματικές απάτες της ιστορίας.

65] Robert Price, 2000, Deconstructing Jesus. 2003 Incredible Shrinking Son of Man: How Reliable Is the Gospel Tradition? Πρώην πάστορας και αναγνωρισμένος μελετητής, δείχνει ότι ο Ιησούς είναι ένα ανυπόστατο αμάλγαμα ορισμένων προφητών του 1ου αιώνα και λυτρωτών ή γνωστικών «Αιώνων» των μυστηριακών λατρειών.

66] Hal Childs, 2000, The Myth of the Historical Jesus and the Evolution of Consciousness. Ένας ψυχοθεραπευτής αναλαμβάνει τον θεάνθρωπο.

67] Michael Hoffman, 2000,Judaism's Strange Gods. Ιστορικός και θεωρητικός του «θανάτου του εγώ» ο οποίος εγκαταλείπει την ιδέα του ιστορικού Ιησού.

68] Burton Mack, 2001,The Christian Myth: Origins, Logic, and Legacy. Κοινωνική διαμόρφωση της δημιουργίας ενός μύθου.

69] Luigi Cascioli, 2001, The Fable of Christ. Κατηγορεί τον Παπισμό για το ότι κερδοσκοπεί από μια απάτη!

70] Frank R. Zindler, 2003, The Jesus the Jews Never Knew: Sepher Toldoth Yeshu and the Quest of the Historical Jesus in Jewish Sources. Καμιά απόδειξη στις Εβραϊκές πηγές για το φανταστικό μεσσία.

71] Tom Harpur, 2005, The Pagan Christ: Recovering the Lost Light. Καναδός μελετητής της Καινής Διαθήκης και πρώην Αγγλικανός ιερέας, επαναδιατυπώνει τις ιδέες του Kuhn, Higgins και Massey. Ο Ιησούς είναι ένας μύθος και όλες οι βασικές ιδέες του Χριστιανισμού προέρχονται από την Αίγυπτο.

72] Francesco Carotta, 2005, Jesus Was Caesar: On the Julian Origin of Christianity. Εξονυχιστικός κατάλογος των αντιστοιχιών. Ανησυχητικά, υποστηρίζει ότι ο Καίσαρας ήταν Ο Ιησούς.

73] Joseph Atwill, 2005, Caesar's Messiah: The Roman Conspiracy to Invent Jesus. Ακόμα μια εργασία στις ομοιότητες μεταξύ των Ευαγγελίων και του Ιώσηπου. Ο Atwill υποστηρίζει ότι οι κατακτητές της Ιουδαίας τον 1ο αιώνα, Βεσπασιανός, Τίτος και Δομιτιανός, χρησιμοποίησαν τους Εξελληνισμένους Ιουδαίους για να κατασκευάσουν τα «Χριστιανικά» κείμενα προκειμένου να καθιερώσουν μια φιλειρηνική εναλλακτική στον εμπόλεμο Ιουδαϊσμό. Ο Ιησούς ήταν ο Τίτος Φλάβιος; Δεν νομίζω ...;

Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011

Η «Αιώνια» Ειρήνη του Καντ και η συμφωνία Ηθικής και Πολιτικής

http://www.filosofia.gr

του Αλκιβιάδη Κ. Γούναρη
Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ηθικής Φιλοσοφίας

Δοκίμιο Στο Πλαίσιο του Μαθήματος
«Νεώτερες Ηθικές Θεωρίες»
Εαρινό Εξάμηνο 2004 –2005


Το μοντέλο της «αιώνιας ειρήνης» του προτείνει ο Kant, αποτελεί την βάση της σύγχρονης «ομοσπονδίας»- ένωσης κρατών όπως την βιώνουμε σήμερα μέσα από το πείραμα της ευρωπαϊκής ένωσης. Το πρόσφατο «ΟΧΙ» στο ευρωσύνταγμα ξαναφέρνει στην επικαιρότητα την καντιανή πολιτική «συνταγή» η οποία εξετάζεται κριτικά.

Στην εργασία αυτή σκοπεύω να δείξω συνοπτικά τις αντιλήψεις για τον πόλεμο και την ειρήνη πριν και μετά τον Καντ, και να παρουσιάσω κριτικά, το δοκίμιο του γερμανού φιλοσόφου «για την αιώνια ειρήνη».

Θα προσπαθήσω να εξηγήσω τόσο τις θέσεις του όσο και το πως αυτές ερμηνεύτηκαν από τον δυτικό πολιτικό στοχασμό, πώς υιοθετήθηκαν και εφαρμόστηκαν εν μέρει, αλλά και τον αντίλογο και την αμφισβήτηση που υπέστησαν.

Παράλληλα θα προσεγγίσω επιφανειακά το ενδιαφέρον πρόβλημα της συνάντησης Ηθικής και Πολιτικής, και θα ανοίξω μερικά ζητήματα που θεωρώ ότι αποτελούν γόνιμα πεδία φιλοσοφικών συζητήσεων.





Επιγραμματικά θα εξετάσω:

1. Την έννοια της ειρήνης πριν και μετά τον Καντ.

2. Τον βασικό κορμό της πρότασης του Καντ, τα κυριότερα επιχειρήματά του, αλλά και πως το αίτημα της «ειρήνης» συνδέει την πολιτική με την ηθική και αντανακλά την θεωρία του θεωρητικού και πρακτικού λόγου.

3. Το πως, επηρέασε η «αιώνια ειρήνη», τον σύγχρονο πολιτικό στοχασμό, αλλά και τον καθημερινό μας βίο, και τέλος

4. Πόσο ρεαλιστική ή ουτοπική είναι η ιδέα της αιώνιας ειρήνης.


1. Πόλεμος κ Ειρήνη

[1α] Πέρα από το Καλό και το Κακό
Πόλεμος και Ειρήνη είναι δύο όψεις του ίδιου φιλοσοφικού προβληματισμού. Από την μια ο διαρκής πόλεμος, υπαρκτός, παλιότερος από την ανθρώπινη ιστορία και από την άλλη το αίτημα της «διηνεκούς» ειρήνης, το διαρκώς ανεκπλήρωτο ιδανικό. Η υπόθεση για έναν κόσμο χωρίς πολέμους, στηρίζεται στην αρχή ότι ο άνθρωπος στην βαθύτερη φύση του είναι ειρηνικό και φιλήσυχο ζώο, ενώ αντίθετα η θεώρηση της ειρήνης ως ανάγκης για επιβίωση, στηρίζεται στη παραδοχή ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του βίαιος και ο πόλεμος είναι η φυσική του κατάσταση. Δηλαδή ο πόλεμος και η ειρήνη σύμφωνα με τους περισσότερους στοχαστές σχετίζονται με την βίαια ή την φιλήσυχη φύση του ανθρώπου αλλά και με το «κακό» ή το «καλό». Ως γεγονότα όμως, ως καταστάσεις της πραγματικότητας, ο πόλεμος ή η ειρήνη από μόνα τους, δεν συνεπάγονται αυτονόητα κάποια αξιολογική κρίση, δηλαδή μια κρίση του τύπου «καλός» ή «κακός», παρ’ ότι η συναισθηματική φόρτιση των όρων πόλεμος και ειρήνη μας κάνει γενικά να αισθανόμαστε απέχθεια για το πρώτο και συμπάθεια για το δεύτερο. Επίσης πρέπει να παρατηρηθεί ότι και οι δυο καταστάσεις, πόλεμος και ειρήνη, δεν σχετίζονται εν τέλη ευθέως με την φυσική κατάσταση του ανθρώπου, είτε αυτή είναι βίαια είτε όχι, αλλά αποτελούν κοινωνικά γεγονότα, και ως τέτοια απέχουν πολύ από τις ατομικές εκδηλώσεις του ανθρώπου. Στη φύση και στο ζωικό βασίλειο δεν υπάρχει ούτε πόλεμος ούτε ειρήνη. Τα ζώα συχνά σπαράσσονται μεταξύ τους, συχνά αλληλοσκοτώνονται, διεκδικούν, συγκρούονται ή δεν συγκρούονται, αλλά δεν κάνουν πόλεμο . Ούτε βέβαια ειρήνη. Ο πόλεμος και η ειρήνη είναι εμπρόθετες πράξεις και σκέψεις των ανθρώπων ως κοινωνικά όντα και αποτελούνται από τεχνικές, στρατηγικές, πολιτική, διπλωματία, ιδεολογίες, οικονομικά ή άλλα συμφέροντα, και πάνω απ’ όλα προϋποθέτουν την αποδοχή ή την παραβίαση αρχών ή συμβάσεων, κανόνων ή συμβολαίων. Η προθετικότητα των πράξεων καθώς και η υιοθέτηση κάποιων αρχών ορίζουν και την ηθική βάση της αξιολόγησης κάθε κατάστασης πολέμου ή ειρήνης. Για παράδειγμα ένας απελευθερωτικός πόλεμος μπορεί να είναι θεμιτός, ενώ μια καταναγκαστική ειρήνη αθέμιτη. Ο Kant σε αντίθεση με άλλους φιλοσόφους κάνει πρώτος σαφή διάκριση μεταξύ ανακωχής και ειρήνης, ονομάζοντας ειρήνη όχι την οποιαδήποτε μη εμπόλεμη κατάσταση αλλά την διαρκή και έσχατη κατάσταση της ανθρωπότητας, η επίτευξη της οποίας, αποτελεί καθολικό αίτημα, όπως θα δούμε παρακάτω.
Η Ειρήνη, από την αρχαιοελληνική διανόηση μέχρι σήμερα αποτελεί έναν όρο εννοιολογικά μεταβαλλόμενο όχι τόσο ως προς την ουσία του αλλά ως προς τη χρήση του μέσα στις εποχές και τις κυρίαρχες κάθε φορά, ιδεολογίες και πίστεις.
Στην μυθολογία η Ειρήνη ήταν η κόρη του Δία και της Θέμιδος όπως περιγράφει ο Ησίοδος. Για τον Ηράκλειτο η ειρήνη είναι η άλλη όψη του γεννήτορα και πατέρα των πάντων πολέμου, στην συμπαντική ισορροπία της παλιντρόπου αρμονίας, για τους σοφιστές και τον Γοργία, η ειρήνη, αποτελεί την πανελλήνια ιδέα, την υγιή κατάσταση σε αντίθεση με την παρεκβατική, αρρωστημένη κατάσταση του πολέμου, ενώ για τον μαθητή του Γοργία, Ισοκράτη, η ειρήνη έχει ωφελιμιστικό χαρακτήρα με την κοινωνική ευδαιμονία να είναι η συνέπεια της επικράτησής της. Οι στωικοί συλλαμβάνουν πρώτοι, το ιδανικό μιας ουτοπικής ειρηνικής κοσμοπόλεως , ενώ οι Ρωμαίοι επιβάλλουν πρώτοι μια καταναγκαστική «ειρήνη» [pax romana] στα όρια της αυτοκρατορίας τους. Με το χριστιανισμό η ειρήνη αποκτά μεταφυσικό χαρακτήρα, και γίνεται αντιδιαστολή της εγκόσμιας ειρήνης με την υπερβατική ουράνια ειρήνη του βασιλείου του θεού, γεγονός που θα γεννήσει τους «ειρηνευτικούς» πολέμους του Μεσαίωνα και θα δώσει άλλοθι στις σταυροφορίες. Στην εποχή του διαφωτισμού ο Hobbes, ο Rousseau και ο Kant, προσέγγισαν την ειρήνη ο καθένας από ξεχωριστή ηθική βάση, καταλήγοντας σε θέσεις που σημάδεψαν όλον το μετέπειτα πολιτικό και φιλοσοφικό στοχασμό. Συνοψίζοντας τις σύγχρονες θεωρίες γύρω από τον πόλεμο και την ειρήνη, μπορούμε να ξεχωρίσουμε :
Α) την μιλιταριστική προσέγγιση που υποστηρίζει την εμπόλεμη κατάσταση ως αναγκαία για την εξέλιξη της ζωής του ανθρώπου και βλέπει την ειρήνη ως ουτοπία, ή ως ενδιάμεσες λευκές σελίδες στην ιστορία της ανθρωπότητας. (θέση που έχει τις ρίζες της σε Hegel αλλά και Nietzsche.)
B) τον «ειρηνευτικό» πόλεμο, που επιτρέπει την «εξολόθρευση όποιου με απειλεί» (θέση που βρίσκει τις πηγές της στο Lock) ... και
Γ) την εσχατολογική προσέγγιση της ειρήνης, που θεωρεί την διαρκή ειρήνη ως το απόλυτο ιδανικό, το οποίο για να επιτευχθεί μπορεί να απαιτηθούν θυσίες, αμοιβαίες παραχωρήσεις ή ακόμα και πόλεμοι. (θέση που αν και με διαφορετική ιδεολογική βάση εκφράζουν τόσο ο Kant, όσο κι αργότερα οι ρομαντικοί και εν τέλη οι μαρξιστές.)

Αυτό το τελευταίο, το αίτημα δηλαδή της παγκόσμιας και διαρκούς ειρήνης μετά την φρίκη των δύο παγκοσμίων πολέμων γέννησε δυο διαφορετικές μεταξύ τους προσεγγίσεις, ως προς τη μεθοδολογία επίτευξής της:
Α) την μέθοδο του αφοπλισμού και
Β) την μέθοδο του εξοπλισμού

Η επιχειρηματολογία για την επιλογή της μεθόδου, παρουσιάζεται παραστατικά από τον Βέϊκο ως ένα «παιχνίδι πιθανοτήτων», που έχει τη βάση του στο φιλοσοφικό δίλημμα των φυλακισμένων.

[1β] Το δίλημμα των... «Εξοπλισμένων»
Σύμφωνα με το δίλημμα, υπάρχουν δύο φυλακισμένοι, Α και Β, που δεν έχουν επικοινωνία μεταξύ τους και κατηγορούνται για το ίδιο αδίκημα. Ο διευθυντής των φυλακών κάνει την ίδια πρόταση στον καθένα ξεχωριστά:
«Έχεις τις εξής επιλογές με τις ακόλουθες συνέπειες»:

1. Αν καταδώσεις εσύ τον άλλο και ο άλλος δεν καταδώσει εσένα, εσύ θα αφεθείς ελεύθερος και θα πάρεις ένα εκ. €, ενώ ο άλλος θα κρεμαστεί.
2. Αν εσύ δεν τον καταδώσεις και ο άλλος σε καταδώσει, τότε αυτός θα είναι ελεύθερος και πλούσιος ενώ εσύ θα πεθάνεις.
3. Αν καταδώσετε ο ένας τον άλλο, τότε θα μείνετε και οι δύο 10 χρόνια φυλακή. Κανείς δεν θα κρεμαστεί, κανείς δεν θα πάρει λεφτά και μετά τη 10ετία θα σας ξανακάνω την ίδια πρόταση.
4. Αν κανένας δεν καταδώσει τον άλλο τότε είσαστε και οι δύο ελεύθεροι αλλά χωρίς κανένα χρηματικό όφελος.

Αναλογικά το δίλημμα των φυλακισμένων τίθεται στην περίπτωση της ειρήνης μεταξύ δύο κρατών Α και Β ως εξής (βλέπε σχήμα):

1. Αν είσαι εσύ εξοπλισμένος και πάνοπλος και ο άλλος αφοπλισμένος θα κερδίσεις τον πόλεμο και ο άλλος θα αφανιστεί.
2. Αν είσαι εσύ αφοπλισμένος και ο άλλος πάνοπλος θα συμβεί το αντίθετο.
3. Αν είσαστε και οι δυο εξοπλισμένοι τότε θα είστε «καταδικασμένοι» σε αναγκαστική ειρήνη, με το ενδεχόμενο κάποτε να χαλάσει η ισορροπία και να συμβεί το 1 ή το 2
4. Αν αφοπλιστείτε και οι δύο τότε δεν θα κερδίσει κανείς τον πόλεμο, αλλά θα κερδίσετε και οι δυο την «αιώνια» ειρήνη.




























Η μέθοδος του αφοπλισμού, η μακροχρόνια δηλαδή «ορθολογική» στάση, έχει τις ρίζες της στον Kant και αργότερα υποστηρίχθηκε από τους Russell και Sartre, ενώ αντίθετα η μέθοδος του εξισορροποιητικού εξοπλισμού έχει τις ρίζες της στην ισορροπία δυνάμεων που εισηγήθηκε ο Hobbes.

Στην πράξη βλέπουμε την ειρήνη του Kant στο Ευρωπαϊκό Ιδεώδες και την ειρήνη του Hobbes στην εποχή του ψυχρού πολέμου αλλά και του σημερινού αμερικάνικού αυτόκλητου διαιτητικού ρόλου... αν και πολλοί θα διαφωνήσουν με αυτό.


2. Η «Αιώνια Ειρήνη»

Για να γίνει κατανοητή καλύτερα η πρόταση του Kant για την «αιώνια ειρήνη», είναι καλό να θυμηθούμε τη βασική Καντιανή διάκριση για τις δυο λειτουργίες του λόγου:

1. Η θεωρητική λειτουργία, που μας βοηθάει να κατακτήσουμε τη γνώση και είναι προσανατολισμένη στην εμπειρία μας [τα όρια της γνώσης είναι τα όρια της εμπειρίας μας] και
2. Η πρακτική λειτουργία, που μας αποκαλύπτει το «ηθικό» μας χρέος, το πως πρέπει να πράττουμε και στηρίζεται στην «καθαρή» μας βούληση στη βούληση δηλαδή που προέρχεται από την απόλυτα ελεύθερη επιλογή μας, από την επιλογή δηλαδή εκείνη, που δεν σχετίζεται με κανένα εμπειρικό γεγονός ή σκοπιμότητα.
Η καθαρή βούληση λοιπόν, που ταυτίζεται με τον πρακτικό λόγο, είναι εκείνη που ορίζει στον άνθρωπο πως πρέπει να πράττει. Η περίφημη κατηγορική προσταγή «πράττε έτσι ώστε η ρυθμιστική αρχή της βούλησής σου να μπορεί να καταστεί συγχρόνως καθολικός νόμος» προϋποθέτει ακριβώς αυτή την ελεύθερη επιλογή.

Ο Kant θεωρεί ότι η «αιώνια ειρήνη» δεν επιτυγχάνεται διότι υπάρχει ασυμφωνία πολιτικής και ηθικής. Και αυτό συμβαίνει διότι οι πολιτικές πράξεις δεν υπαγορεύονται από την καθαρή βούληση, από την ελεύθερη επιλογή, δηλαδή από τον καθαρό πρακτικό λόγο, αλλά αντιθέτως υπαγορεύονται από σκοπιμότητες, που σχετίζονται με γεγονότα της εμπειρίας αλλά και την ζωώδη ροπή του ανθρώπου για κυριαρχία. Μ’ αυτή την έννοια, η πολιτική αφού στηρίζεται στη σκοπιμότητα δεν μπορεί να είναι ηθική, και είναι αδύνατον να έχει καθολική ισχύ.

Η διφυής φύση του ανθρώπου που από τη μια [α] πράττει σύμφωνα με την καθαρή βούληση και από την άλλη [β] κυριαρχείται από τα ένστικτα και τις ορμές του, βρίσκεται σε διαρκή σύγκρουση.
Η λύση, για να υπάρξει αυτή η πολυπόθητη διαρκής ειρήνη, θα ήταν να κυριαρχήσει η καθαρή βούληση και να υπάρξει συμφωνία πολιτικής και ηθικής. Επειδή όμως κάτι τέτοιο δεν μπορεί παρά να αποτελεί μια θεωρητική κατασκευή, ο Kant προτείνει εκ του παραλλήλου πρακτικές και συγκεκριμένες οδηγίες για την επίτευξή της, με πολιτικά μέσα. Οι πρακτικές οδηγίες αποτελούν ένα είδος a priori αρχών που πηγάζουν από τη λειτουργία του λόγου.

Ο Kant πιστεύει ότι δεν μπορούμε να σκεφτούμε κάτι χωρίς να το περιγράψουμε με τη σκέψη μας. Έτσι δεν μπορούμε να σκεφτούμε, και πολύ περισσότερο να μιλάμε για Ειρήνη, χωρίς να περιγράψουμε τους αντικειμενικούς όρους [τις a priori αρχές] που θα μας οδηγήσουν σ’ αυτήν.

Δεν παραμένει απλά σε κατηγορητήρια του πολέμου ούτε εξαίρει τα πλεονεκτήματα της ειρήνης. Ξεπερνώντας σε ρεαλισμό τους μέχρι τότε στοχαστές, από τον Μαρσίλιο της Πάδουας μέχρι τον Amos Comenius και τον Αβά του Σαντ Πιερ, ο Kant, μεταβαίνει σε μια κανονιστική περιγραφή τού πως πρέπει να πράττουμε για να επιτύχουμε το «εύλογο», έλλογο και καθολικό αίτημα, που είναι η διηνεκής ειρήνη.

Με κεντρικό θεμέλιο της ηθικής της ειρήνης, ο Kant οραματίζεται μια «ομοσπονδιακή ένωση» κρατών η οποία δεν θα στηρίζεται στη σκοπιμότητα αλλά στο καθήκον και την αυτονομία. Δεν είναι ο πρώτος που οραματίζεται μια ευρωπαϊκή ή παγκόσμια «ένωση κρατών». Το είχαν κάνει πριν από αυτό ο Emeric Cruce’, o Wiilliam Penn, o Rousseau και άλλοι. Η διαφορά του Kant, είναι ότι η ένωση αυτή στηρίζεται σε ένα θεωρητικά εφαρμόσιμο διεθνές δίκαιο. Εδώ κυριαρχεί μια μορφή υπερβατολογικού (καθολικού) δημοσίου δικαίου, με την έννοια ότι το διεθνές δίκαιο θα εμπεριέχει τη παγκόσμια βούληση που καθορίζει τα δίκαια του καθ’ ενός. Δηλαδή θα είναι ένα παγκόσμιο (καθολικό) δίκαιο που θα εκφράζει όλους και καθέναν ξεχωριστά.

Η ομοσπονδιακή ένωση κρατών που προτείνει λοιπόν ο Kant, λειτουργεί απλά με 6 προκαταρτικά που αποτελούν το πρώτο κεφάλαιο του δοκιμίου του, και 3 οριστικά άρθρα που αποτελούν το δεύτερο κεφάλαιο. (όλα τα άρθρα, μπορούμε να τα δούμε, σαν κανονιστικές αρχές):

[2α] Προκαταρκτικά άρθρα:

1. Καμιά συνθήκη ειρήνης που συνάπτεται με κρυφή επιφύλαξη αιτίου για μελλοντικό πόλεμο δεν μπορεί να θεωρείται έγκυρη.
Θα λέγαμε αλλιώς η ανακωχή δεν είναι ειρήνη. Η αναστολή των εχθροπραξιών με επιφυλάξεις για παλιές διεκδικήσεις μπορεί να ξαναοδηγήσει σε πόλεμο.

2. Κανένα ανεξάρτητο κράτος δεν προσκτάται από άλλο μέσω κληρονομιάς, ανταλλαγής, πώλησης ή δωρεάς.
Δηλαδή το κράτος δεν είναι πράγμα, και δεν μεταβιβάζεται. Είναι κοινωνία ανθρώπων, ηθικό πρόσωπο, και δεν μπορεί να νοηθεί ως περιουσία ή ιδιοκτησία κανενός. Αυτό ισχύει και για τις κτήσεις, τις αποικίες και τις βασιλικές «οικογενειακές» συμμαχίες.

3. Συν τω χρόνω οφείλουν να εκλείψουν τελείως οι μόνιμοι στρατοί.
Με μια λέξη: αφοπλισμός. Λέει χαρακτηριστικά ο Kant, οι εξοπλιστικές δαπάνες κάνουν εν τέλει την ειρήνη πιο ανυπόφορη από τον πόλεμο.
(παρ’ όλα αυτά ο Kant δεν αποκλείει την περιοδική εθελοντική άσκηση στα όπλα για αυτοπροστασία)

4. Δεν θα δημιουργούνται κρατικά χρέη σε συνάρτηση με εξωτερικές κρατικές διαφορές.
Οικονομική ανεξαρτησία. Οι συχνά ύποπτες (και πάντα επίκαιρες) ενισχύσεις των οικονομικά ασθενών κρατών από τα οικονομικά ισχυρά κράτη (με προφάσεις εκσυγχρονισμού, ποιότητας ζωής, ανταγωνιστικότητας κλπ) δημιουργούν εξαρτήσεις που οδηγούν σε χροεκοπίες και πολέμους.

5. Κανένα κράτος δεν θα αναμειγνύεται με τη βία στο πολίτευμα (ή στο σύνταγμα) και στη διακυβέρνηση ενός άλλου.
Ο παρεμβατικός ρόλος των ισχυρών κρατών στις εσωτερικές υποθέσεις ή διαμάχες λαών ή οι ιδιοτελείς παροχές «ανθρωπιστικών» ή άλλων βοηθειών καθιστούν επισφαλή την αυτονομία των κρατών. Σε ελεύθερη απόδοση θα λέγαμε: όχι στις ένοπλες «ειρηνιστικές» παρεμβάσεις.

6. Κανένα κράτος σε πόλεμο με άλλο δεν θα επιτρέπει εχθροπραξίες τέτοιες οι οποίες θα έκαναν αδύνατη την αμοιβαία εμπιστοσύνη σε μελλοντική ειρήνη.
Με άλλα λόγια τήρηση μιας «ηθικής» εν πολέμω, χωρίς την χρησιμοποίηση αθέμιτων μεθόδων, όπως σφαγή ή εκτέλεση αθώων, παραβίαση συνθηκών, προτροπή για προδοσία, και άλλων, «άτιμων», όπως τα ονομάζει ο Kant, στρατηγημάτων, που θα κατέστρεφαν την προοπτική μιας πραγματικής ειρήνης στο μέλλον. (εδώ μπορούμε να πούμε ότι το άρθρο αυτό παραπέμπει στο πρώτο)


Ο Kant, τονίζει σε πολλά σημεία στο δοκίμιό του, ότι η κατάσταση ειρήνης μεταξύ ανθρώπων που ζουν μαζί, δηλαδή σε κοινωνία, δεν είναι η «φυσική κατάσταση», η οποία είναι κατάσταση πολέμου. Το status naturalis αν και δεν συνεπάγεται, πάντα, ανοιχτές και διαρκείς εχθροπραξίες, αποτελεί μόνιμη απειλή για το ξέσπασμά τους. Βλέπουμε δηλαδή ότι υιοθετεί την Χομπσιανή αντίληψη για την φιλοπόλεμη ροπή της φύσης του ανθρώπου, την οποία όμως την βλέπει να εκφράζεται όχι μόνο στην άγρια φυσική κατάσταση, αλλά και στην κοινωνική κατάσταση που οι πολιτικές συνθήκες είναι παρεκβατικές και οι ροπές αυτές προς τη βία χαρακτηρίζουν τους κατόχους της εξουσίας.
Οι πολιτικές συνθήκες που διασφαλίζουν την ειρήνη περιγράφονται στα οριστικά άρθρα του δευτέρου κεφαλαίου.


[2β] Οριστικά άρθρα:

1. Το πολιτειακό καθεστώς κάθε κράτους πρέπει να είναι ρεπουμπλικανικό.

Λέγοντας «ρεπουμπλικανικό» ο Kant, δεν εννοεί δημοκρατικό (όπως πολλοί θεωρούν). Η καντιανή Republik, είναι ένα αντιπροσωπευτικό σύστημα του λαού, που απορρέει από την ιδέα του πρωταρχικού συμβολαίου (pactum sociale – unionis, σε αντίθεση με το pactum subjectionis του Hobbes), πάνω στην οποία πρέπει να στηρίζεται η δίκαιη νομοθεσία. Είναι μια συνταγματική μορφή πολιτείας, εντός της οποίας τα άτομα είναι μέλη, υπήκοοι και πολίτες ταυτόχρονα. Ως απλά μέλη είναι ελεύθερα, ως υπήκοοι εξαρτώμενοι από μια κοινή νομοθετική αρχή και ως πολίτες ίσα και ισονομούμενα . Για τον Kant οι μορφές του κράτους διακρίνονται:
[α] από τον αριθμό των ατόμων που κατέχουν την εξουσία (ένας, λίγοι, όλοι) ή
[β] από τον τρόπο διακυβέρνησης του κράτους, δηλαδή από τον τρόπο χρήσης της εξουσίας.
Η χρήση αυτή μπορεί να είναι είτε ρεπουμπλικανική είτε δεσποτική.
Χαρακτηριστικό του ρεπουμπλικανικού καθεστώτος είναι η τριμερής διάκριση των εξουσιών σε νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική, όπου ο λαός, ως σύνολο, έχει δικαίωμα στην νομοθετική εξουσία, αλλά όχι κατ’ ανάγκη στην εκτελεστική. Το σύνταγμα. οι νόμοι και το δίκαιο εκφράζουν τη καθολική βούληση. Αντίθετα στο δεσποτικό καθεστώς ο νόμος καθορίζεται από την ιδιωτική βούληση του κυρίαρχου. Ο Kant θεωρεί ότι η δημοκρατία με την πραγματική σημασία της λέξης, είναι δεσποτισμός αφού η πλειοψηφία αποφασίζει για όλους, αλλά ενδεχομένως εναντίον του ενός (δηλ. για την μειοψηφία). Συνεπώς λέγοντας ότι στην δημοκρατία αποφασίζουν όλοι, δεν εννοούμε πραγματικά όλοι, και αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη καθολική βούληση και την ελευθερία.
Για τον γερμανό φιλόσοφο, ο δεσποτισμός είναι συνώνυμος με τη βία που οδηγεί σε πόλεμο και καθιστά αδύνατη την ειρήνη.

(να σημειώσουμε εδώ ότι ο Kant είναι αντίθετος με κάθε βία ακόμα και με το δικαίωμα της αντίστασης [εκτός των εξαιρετικών περιπτώσεων του θρησκευτικού εξαναγκασμού, του εξαναγκασμού σε δολοφονία, ή των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας]. Οι κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις προέρχονται εκ των άνω και όχι δια μέσου των λαϊκών αγώνων. Το κράτος με τους μηχανισμούς και τις ορθά λειτουργούσες εξουσίες του αυτορυθμίζεται και αυτοανακαινίζεται. Για τον Kant η πτώση του Λουδοβίκου ήταν ουσιαστικά αυτοκατάργηση. Το ύψιστο αγαθό για τον κυβερνήτη ενός κράτους [αν μπορούμε να το ονομάσουμε έτσι] είναι η δημόσια σωτηρία και όχι η ατομική ευδαιμονία .)

2. Βάση του Διεθνούς Δικαίου θα αποτελεί ένα Ομοσπονδιακό σύστημα Ελευθέρων Κρατών.

Εδώ ο Kant εξετάζει τους όρους που είναι δυνατόν να επιτευχθεί μια συμμαχία ειρήνης (foedus pacificum) και όχι μια συνθήκη ειρήνης (pactum pacis). Κι αυτό γιατί ενώ μια συνθήκη ειρήνης αποβλέπει στον τερματισμό ενός πολέμου, μια συμμαχία ειρήνης αποσκοπεί στον τερματισμό όλων των πολέμων μια για πάντα. Θεμελιώδης αρχή για την καταδίκη του πολέμου είναι ο Λόγος, που διέπει τη νομοθετική εξουσία και επιτάσσει ως άμεσο καθήκον την κατάσταση ειρήνης που για να εξασφαλιστεί απαιτείται η συμφωνία μεταξύ των εθνών. Αυτή η συμφωνία είναι πραγματοποιήσιμη, για τον Kant, μόνο με την ένωση των κρατών σε μια ομοσπονδία ύστερα από την πρωτοβουλία ενός ισχυρού λαού που θα απαρτίσει μια ρεπουμπλικανική πολιτεία και θα αποτελέσει το «κέντρο» της ομοσπονδιακής ένωσης. Η ένωση αυτή θα συνεπάγεται ένα διεθνές δίκαιο με αμοιβαίες παραχωρήσεις και θα οδηγήσει σε ένα διαρκώς διευρυμένο κράτος εθνών το οποίο θα περιλάβει στο τέλος όλους τους λαούς της γης.

3. Το κοσμοπολιτικό δίκαιο θα περιορίζεται στις προϋποθέσεις της γενικής φιλοξενίας.

Φιλοξενία εδώ σημαίνει το δικαίωμα κάθε ξένου να μην υφίσταται, κατά την άφιξή του σε άλλη χώρα εχθρική μεταχείριση.
Ο Kant υποστηρίζει ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα της από κοινού κατοχής της επιφάνειας της γης, που πάνω της, καθ’ ότι πεπερασμένη σφαίρα, δεν έχουν τη δυνατότητα να εξαπλώνονται επ’ άπειρον, αλλά αναγκάζονται τελικά να συμβιώνουν ο ένας δίπλα στον άλλο. Εδώ μπαίνουν οι βάσεις για μια κοσμοπολιτική κοινωνία πολυπολιτισμική, μια κοινωνία δηλαδή των πολιτών του κόσμου.


[2γ] Οι Προσθήκες

Στη συνέχεια ο Kant προβληματίζεται με δυο προσθήκες που ακολουθούν τα δυο βασικά κεφάλαια του δοκιμίου του, πρώτον για τους όρους που θα εγγυηθούν την αιώνια ειρήνη και δεύτερον για τον ρόλο των φιλοσόφων μέσα στα κράτη.
Στην πρώτη προσθήκη, διερωτάται, αν η φύση επιβάλει νομοτελειακά, με φυσική αναγκαιότητα τις πράξεις των ανθρώπων τότε πως τους οδηγεί άλλοτε σε πόλεμο και άλλοτε σε ειρήνη; Εδώ ο Kant υποστηρίζει τον διφυή χαρακτήρα της ανθρώπινης φύσης που από τη μια είναι βίαιος και ζωώδης και από την άλλη έλλογο ον που κυριαρχείται από το αίσθημα δικαίου.
Ο λόγος, μπορεί να χρησιμοποιήσει τη φύση (τη φυσική κατάσταση) ως μέσο για να επιβάλει το δίκαιο και να εξασφαλίσει την ειρήνη. Συμπληρωματικά με τη λειτουργία του λόγου ο Kant προτείνει την κατανόηση των πολιτισμικών διαφορών, της γλώσσας και της θρησκείας, καθώς και την προώθηση των κοινών οικονομικών συμφερόντων των λαών.
Βλέπουμε ότι στην προσπάθειά του να θεμελιώσει την ειρήνη ο Kant κινείται μεταξύ του καθαρού πρακτικού λόγου, της σκοπιμότητας και των γεγονότων της εμπειρίας. Αυτό γίνεται γιατί ουσιαστικά θεωρεί την «αιώνια ειρήνη» καθολικό αίτημα που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί μόνο από την ελεύθερη βούληση επειδή εξαρτάται από την πολιτική πράξη και όχι από την ηθική. Και επειδή είναι περισσότερο δύσκολη και ουτοπική η συμφωνία ηθικής και πολιτικής, προτιμά να ορίσει έμπρακτα τρόπους για την επίτευξη της «αιώνιας ειρήνης». Σ’ αυτό συνηγορεί και ο μυστικός ρόλος των φιλοσόφων στην πολιτική των κρατών, που προτείνει ο γερμανός. Ο Kant δεν θεωρεί ότι η πλατωνική προτροπή «να βασιλεύσουν οι φιλόσοφοι ή να φιλοσοφήσουν οι βασιλείς» είναι εφικτή. Θεωρεί ότι η κατοχή της εξουσίας αναπόφευκτα διαφθείρει την ελεύθερη κρίση του λόγου. (θεωρεί όμως ότι ο ρόλος των φιλοσόφων στην πολιτική, είναι συμβουλευτικός..)

Επειδή λοιπόν, ο Kant θεωρεί ότι η καθολική βούληση είναι δύσκολο να εκφραστεί μέσα από την πολιτική πράξη, γίνεται περισσότερο πρακτικός. Βλέπει την αιώνια ειρήνη ως ένα έλλογο πολιτικό αίτημα που έχει υπερβατικολογικό (καθολικό) χαρακτήρα. Επειδή η εμπειρία όμως δεν μπορεί να διδάξει τι είναι δίκαιο , προτείνει συγκεκριμένα μέτρα, κανόνες, που λειτουργούν ως a priori αρχές του λόγου και που η τήρησή και η αποδοχή τους θα οδηγήσουν στην πολυπόθητη ειρήνη. Το σημείο δηλαδή όπου τελικά, η ηθική θα έρθει σε συμφωνία με την πολιτική.


[2δ] Νομοτέλεια και Ανθρώπινη Βούληση

Ο Hegel φαίνεται να παρερμηνεύει τον Kant. Παρατηρεί ότι στην αιώνια ειρήνη του, όλα στηρίζονται στην κυριαρχία της ανθρώπινης βούλησης, άρα, όλα είναι συνδεδεμένα με το τυχαίο. Λείπει η αναγκαιότητα, η οποία απαιτεί να συμβούν συγκεκριμένα γεγονότα διαμέσου των οποίων θα συνεχιστεί η εξέλιξη του κόσμου. Για τον Hegel, το άτομο, η δικαιοσύνη, η ισότητα δεν έχουν σημασία. Το μόνο που έχει σημασία είναι η πορεία του πνεύματος που αφού εξέπεσε, επιστέφει στον εαυτό του διαμέσου των γεγονότων της ιστορίας. Οι πόλεμοι εξυπηρετούν απλώς την πορεία του πνεύματος και αποτελούν φυσική και όχι παρεκβατική κατάσταση. Είναι μια διαδικασία κάθαρσης και «ανανέωσης» των λαών που εν τέλει ενώνει παρά χωρίζει τους ανθρώπους.

Το πρόβλημα με τη συλλογιστική του Hegel είναι ότι βλέπει μια νομοτελειακή εξέλιξη στην ιστορία ερήμην της ανθρώπινης βούλησης, ενώ η ιστορία περιγράφει ακριβώς αυτό... την ανθρώπινη βούληση, αλλά όχι στην καθαρή της μορφή.

Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η καθαρή βούληση όπως την εννοεί ο Kant, οδηγεί στην ειρήνη, ενώ η εμπειρική βούληση σε συνδυασμό με την ενστικτώδη φύση του ανθρώπου, οδηγεί στον πόλεμο.
Ο Kant ξέρει ότι η πολιτική δεν εκφράζει την «καθολική καθαρή βούληση» και γι αυτό επιχειρεί να δείξει τον τρόπο που είναι δυνατή η ειρήνη με πολιτικά μέσα.

Όπως είπαμε ήδη, ο Kant αντιλαμβάνεται δυο φύσεις στον άνθρωπο. Από την μια τον βλέπει να καθοδηγείται εν μέρη από τα αιτήματα του πρακτικού λόγου, και από την άλλη να κυριαρχείται εν πολλοίς, από την επίδραση των αναγκών και επιθυμιών που πηγάζουν από τη ζωώδη φύση του. Παρ’ ότι όμως ο πρακτικός λόγος είναι αδύναμος στην πράξη, η φύση προνοεί νομοτελειακά, και εξασφαλίζει μια κοινή προστασία. Στην πραγματικότητα ο Kant δεν θεωρεί ότι με τον πόλεμο, επιτελείται το τέλος του ανθρώπινου λόγου. Αντίθετα όσο οι πόλεμοι γίνονται πιο καταστροφικοί και τα όπλα εξελίσσονται περισσότερο, ο τρόμος γίνεται μεγαλύτερος με αποτέλεσμα τα κράτη φοβούνται και να διστάζουν να εμπλακούν. Την ίδια στιγμή η ανθρώπινη απληστία αναζητά μεγαλύτερες αγορές, και καθώς ο πόλεμος κάνει κακό στο εμπόριο, τα οικονομικά συμφέροντα αποτελούν άλλον ένα ανασταλτικό παράγοντα .

Το γεγονός αυτό για τον Kant, αποτελεί μια φυσική νομοτέλεια, που σχετίζεται άρρηκτα με τον ανθρώπινο λόγο αλλά και την ανθρώπινη ελευθερία. (η ελευθερία έχει ντετερμινιστικό χαρακτήρα για τον Kant… «για να είσαι ελεύθερος πρέπει να υπάρχει κάποιο αίτιο... πχ η βούληση...»)

Θα λέγαμε, αντίθετα με ότι θεωρούσε Hegel, η καθολική βούληση του Kant, που εκφράζει το αίτημα της αιώνιας ειρήνης, έχει νομοτελειακό χαρακτήρα. Χαρακτήρα που κινείται στα όρια του πεπρωμένου και της φυσικής πρόνοιας και που υπαγορεύει το “τέλος”... δηλαδή ο μέγιστος τελικός σκοπός.


3. Προεκτάσεις. Στόχος ή Ουτοπία ;

Το δοκίμιο του Kant «για την αιώνια ειρήνη», που είναι ένα από τα ώριμα έργα του, γράφτηκε το 1795, δέκα χρόνια μετά την «Μεταφυσική των Ηθών» όπου σημειώνεται για πρώτη φορά η διπλή φύση του ανθρώπου, και 10 χρόνια πριν από τον θάνατό του, σε μια περίοδο που η Ευρώπη συγκλονίζονταν από τις εξελίξεις της Γαλλικής Επανάστασης. (είπαμε ήδη ότι η Γαλλική Επανάσταση για τον Kant ήταν μια μεταρρύθμιση εκ των άνω!!!). Λέγεται ότι εμπνεύστηκε τον τίτλο του δοκιμίου του από την επιγραφή ενός Ολλανδικού πανδοχείου που βρίσκονταν απέναντι από ένα κοιμητήριο... «η αιώνια... ειρήνη». Ο τίτλος είναι σίγουρα ειρωνικός, καυστικός και εύστοχος.

Οι ιστορικές στιγμές που ζούσε, και το ρευστό πολιτικό κλίμα της Ευρώπης του Ναπολέοντα, επέβαλαν στον Kant να μην φτιάχνει αφηρημένες κατασκευές για μια «ιδέα» της ειρήνης, αλλά να προτείνει κάτι «χειροπιαστό».

Όπως λεει ο Βέϊκος, ο πόλεμος μπορεί να πολεμηθεί αποτελεσματικά, αν χρησιμοποιούνται συγκεκριμένα μέσα μη – βίας και όχι ουτοπικά οράματα. Αν πχ. αρνούμασταν να πάρουμε όπλα και να συνεργήσουμε σε μηχανές βίας ο πόλεμος θα ήταν αδύνατος. Αν όλα τα κράτη δεσμεύονταν πραγματικά στην αρχή μη επίθεσης, κανένας πόλεμος δεν θα ήταν δυνατός .

Το πόσο είναι δυνατή, δηλαδή πραγματοποιήσιμη, ή είναι εν τέλει ουτοπική η θέση του Kant για την «αιώνια ειρήνη» κυρίως μέσα από το πρίσμα του Διεθνούς Δικαίου, αποτελεί μέχρι σήμερα θέμα προβληματισμού και διαλόγου μεταξύ πολιτικών αναλυτών και φιλοσόφων. Ο φιλελευθερισμός του Kant με ύψιστη αξία αυτή του δικαίου σε αντίθεση με τον φιλελευθερισμό του Lock με ύψιστη αξία αυτή της ιδιοκτησίας, αποκτά σήμερα, ίσως περισσότερο από ποτέ, οντότητα σε πολιτικό αλλά και φιλοσοφικό επίπεδο. Από τον Habermas μέχρι τον Rawls και από την Arendt μέχρι τον Foucault, ανεξάρτητα από τη συνολική φιλοσοφική τους κατεύθυνση οι στοχαστές, δανείζονται, αναφέρονται, ή αναπαράγουν την φιλοσοφία του διεθνούς δικαίου και φλερτάρουν με την πολύ δελεαστική προοπτική μιας διηνεκούς ειρήνης με καντιανούς όρους.

Ο φιλελεύθερος καθηγητής του Harvard John Rawls στο έργο του «το Δίκαιο των Λαών» υποστηρίζει ανοιχτά ότι ακολουθεί τις θέσεις του Kant όταν στοχάζεται, πως μια παγκόσμια κυβέρνηση είτε θα ήταν ένας παγκόσμιος δεσποτισμός, είτε μια εύθραυστη αυτοκρατορία, και ως εκ τούτου μοναδική προοπτική για το Διεθνές Δίκαιο θα ήταν η ομοσπονδιακή (ή άλλη) συνύπαρξη ανεξάρτητων μεταξύ τους κρατών . Βασική προϋπόθεση για μια διαρκή ειρήνη είναι [κατά τον Rawls] οι λαοί να ζουν σε φιλελεύθερες συνταγματικές δημοκρατίες [!!!] Όμως αυτό σημαίνει ότι, [πάντα σύμφωνα με τον Rawls] όταν οι φιλελεύθεροι λαοί κάνουν πόλεμο, είναι κατά των εκτός νόμου κρατών ή των μη ικανοποιημένων κοινωνιών . Και μάλιστα αυτό το κάνουν όταν η πολιτική ενός τέτοιου κράτους απειλεί την ασφάλεια και τη γαλήνη τους.... Ο Rawls για να υποστηρίξει τη θέση αυτή αναφέρει ότι από το 1880 παρ’ ότι οι φιλελεύθερες δημοκρατίες έχουν εμπλακεί σε πολέμους, ποτέ δεν έχουν κινηθεί η μία εναντίον της άλλης. Η «ένωση» των φιλελεύθερων κρατών που βασίζεται τόσο στην αρχή της ισότητας των λαών όσο και στην αρχή της «ικανοποίησης» που βρίσκει τις ρίζες της στην ιδέα της «εμπορικής» κοινωνίας του Montesquieu, παρ’ ότι δημιουργεί έναν εφησυχασμό για όποιον λαό είναι ή αισθάνεται φιλελεύθερος, βάζει όλους τους υπολοίπους στο στόχαστρο ενός μελλοντικού «ειρηνευτικού» πολέμου.
Βλέπουμε ότι ο Rawls συνδυάζει με άνεση την καντιανή ρεαλιστική ουτοπία με την «ειρηνευτική» πολεμική και την Χομπσιανή αστυνόμευση που χαρακτηρίζει τον σημερινό αμερικανικό φιλελευθερισμό. Βέβαια θα ήθελα να σημειώσω ότι ο Rawls βρίσκεται σε αντίφαση με το προκαταρκτικό άρθρο 5 του Καντ, που μιλάει για τη μη βίαιη παρέμβαση στο πολίτευμα άλλης χώρας. Όπως και να έχει, το θετικό στην θεωρία του Rawls είναι ότι επανέφερε τον Kant στο προσκήνιο της αμερικανικής πολιτικής σκέψης έστω και με τον δικό του τρόπο. Είναι σημαντικό ότι με την Ρωλσιανή προσέγγιση ξεφεύγει η αμερικανική πολιτική φιλοσοφία από την ωφελιμιστική προσέγγιση του παρελθόντος, αν και ο δρόμος για το δίκαιο των λαών μέσα από την απολυτότητα της διάκρισης τους σε φιλελεύθερους ή σε πολιτικά «ευπρεπείς» [λαούς] (ή σε ότι άλλο αυθαίρετο ορισμό), γεννάει ερωτήματα που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ενός άλλου δοκιμίου.

Από διαφορετική οπτική προσεγγίζει το κοσμοπολίτικο δίκαιο ο Habermas. Ο γερμανός βλέπει την καντιανή ιδέα της μετάβασης από το δίκαιο των κρατών στο κοσμοπολιτικό δίκαιο να έχει δύο μορφές. Η μια, είναι αυτή της «παγκόσμιας δημοκρατικής πολιτείας» και η άλλη εκείνη της «ένωσης των λαών». Δηλαδή, ή ένα δημοκρατικό κράτος μεγάλων διαστάσεων, ή μια ελεύθερα επιλεγμένη ένωση κρατών. Και στις δυο αυτές μορφές ο Habermas διακρίνει προβλήματα, που σχετίζονται με την αυτονομία των πολιτών, την κρατική γραφειοκρατία κλπ. Οι αδύναμες πλευρές και των δύο αυτών μοντέλων ξεπερνιούνται σύμφωνα με τον γερμανό φιλόσοφο, με την ανάπτυξη της ιδέας μιας «παγκόσμιας ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ πολιτικής ΧΩΡΙΣ παγκόσμια κυβέρνηση». Ενός «υπερεθνικού» δηλαδή μηχανισμού, σε μια παγκόσμια κοινωνία, που παρότι θα αναπτύσσεται ενιαία, θα είναι διαφοροποιημένη. Ένα τέτοιο υπερεθνικό μοντέλο, μπορεί να διαμορφώσει μια κοινή πολιτική βούληση, και η Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτω από προϋποθέσεις θα μπορούσε να προσφέρει ένα καλό παράδειγμα .

Το καντιανό πνεύμα (παρόν στο όραμα της ενωμένης Ευρώπης), θα μπορούσε και σύμφωνα με τον Samuel Huntington , να οδηγήσει, μια ομοσπονδία δημοκρατικών, πλούσιων και με κοινωνική διαφορετικότητα κρατών, να κυριαρχήσουν στη διεθνή σκηνή. Η πολυπολιτισμικότητα και η άμβλυνση των κοινωνικών πολιτιστικών και θρησκευτικών διαφορών (που επιτυγχάνεται και μέσα από τον διαχωρισμός της θρησκευτικής και της πολιτικής εξουσίας) είναι σύμφωνα κ με τον Tocqueville μια ισχυρή συνθήκη για την ειρήνη μεταξύ των λαών. Κι ενώ αυτοί βλέπουν την Ευρώπη ως πρωταγωνιστή του 21ου αιώνα, πολλοί σπεύδουν να χαρακτηρίσουν την «ένωση» σαν έναν πολιτικό νάνο, και σαν στρατιωτικό σκουλήκι.
Ο γκουρού του Yale, Paul Kennedy , προειδοποιούσε πριν μερικά χρόνια ότι η Ευρώπη εμπλέκεται σε ένα ριψοκίνδυνο πολιτικό πείραμα υψίστης σημασίας που αφορά στον τρόπο που οι ανθρώπινες κοινωνίες αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και τις σχέσεις τους με τους άλλους. Σήμερα γινόμαστε μάρτυρες μιας φθοράς των παραδοσιακών πίστεων, δομών και ενώσεων που είχαν μεταβάλει τα έθνη σε κεντρικό σημείο της πολιτικής και οικονομικής ταυτότητας. Αντ’ αυτού παρουσιάζεται μια μετατόπιση του χώρου της εξουσίας, καθώς πολιτικοί και λαοί προσπαθούν να ανακαλύψουν το μοντέλο που θα λειτουργεί καλύτερα στον σημερινό και τον αυριανό κόσμο.
Είναι χαρακτηριστικός ο κριτικός προβληματισμός και στο νέο βιβλίο του Jeremy Rifkin (γκουρού των think tank της Ουάσινγκτον) ο οποίος παρατηρεί ότι βλέπουμε σήμερα μια Ευρώπη να προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο Καντιανό ιδεώδες του «ενωτισμού» και τους νόμους της αγοράς και του κεφαλαίου που κάνουν το Ευρωπαϊκό Όνειρο να κινδυνεύει να ξεθωριάσει.

Επιφυλακτικός με την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του καντιανού ιδεώδους στην σημερινή Ευρώπη είναι ο Παναγιώτης Κονδύλης, ο οποίος χρησιμοποιώντας την ορολογία του Kant χαρακτηρίζει την σημερινή ευρωπαϊκή κατάσταση ως «ανακωχή» παρά ως κατάσταση που θα οδηγήσει στη διαρκή ειρήνη.

Όμως η καντιανή προβληματική είναι παρούσα και στις πιο σύγχρονες θεωρίες κοινωνικού και πολιτικού φιλοσοφικού προβληματισμού. Η Arendt, για παράδειγμα, παρ’ ότι προσπαθεί να διατηρήσει χωριστά τον κόσμο της πολιτικής από αυτόν της φιλοσοφίας υιοθετεί εν μέρει την καντιανή περί δικαίου αντίληψη. Το αποτέλεσμα είναι, η κριτική θέση της να παραμένει ισορροπημένη ανάμεσα στο δίκαιο της νομοθετικής εξουσίας και δίκαιο της vita activa (δηλαδή του πρακτικού βίου).
Ακόμα και οι μεταμοντέρνες θεωρίες που βρίσκουν τις ρίζες τους σε στοχαστές όπως ο Foucault κάνουν συχνά χρήση της πολιτικής διάστασης της καντιανής κριτικής. Η φουκωϊκή κριτική ενσωματώνει μια τάση ανάμεσα στην εμπειρία και την υπεβατικότητα. Είναι ατομική και καθολική ταυτόχρονα. Παρ’ ότι απορρίπτει την ιδέα της καθολικότητας στη κριτική, εν τούτοις η καντιανή προσέγγιση εκφράζεται σαν ο προσανατολισμός της κριτικής προς μια συνεχή προσπάθεια να φτάσει τα όριά της. Η μεταμοντέρνα πολιτική των διεθνών σχέσεων βασίζεται την αρχή της αυτοδιάθεσης, αλλά και της αυτορύθμισης του πολιτικού σκηνικού.

Είναι γεγονός ότι η καντιανή προσέγγιση για την ηθική στην πολιτική όπως εκφράζεται μέσα από τον τελολογικό χαρακτήρα της «αιώνιας ειρήνης» είτε είναι ουτοπικός ρεαλισμός, είτε ουτοπία είτε ένα οικοδομούμενο ιδεώδες, άλλαξε την πολιτική σκέψη και αποτελεί σήμερα ένα σε εξέλιξη πείραμα στο «εργαστήριο» των διεθνών σχέσεων.

Ο Βέικος παρατηρεί εύστοχα πως:
Πριν από τον Καντ, στο καίριο πρόβλημα της δομής μιας ειρηνικής κοινωνίας η παραδοσιακή πολιτική φιλοσοφία έδινε λύσεις με τη διατύπωση κριτηρίων για την καλή ποιοτική ζωή μέσα στην πολιτεία ή το κράτος. Αλλά για μια εγγυημένη ειρήνη στον κόσμο, σημασία δεν έχει να είναι ένα κράτος καλό απέναντι μονάχα στους δικούς του πολίτες. Ένα «καλό» κράτος είναι εκείνο που είναι καλό απέναντι στα άλλα κράτη και τους πολίτες τους. Φαίνεται πως ο Kant βρίσκεται κοντά σε αυτή τη προβληματική, θέτοντας και επιχειρώντας την απάντηση του απλού ερωτήματος: «τι θα σήμαινε για ένα κράτος να είναι καλό στις εξωτερικές του σχέσεις;» .

Θα υπογράμμιζα καταληκτικά ότι έχουν εντυπωσιακά επίκαιρο χαρακτήρα, [1] η προσέγγιση του Kant για τον σταδιακό αφοπλισμό, [2] η προτεινόμενη οικονομική ανεξαρτησία των κρατών, [3] η εναντίωση στις «καλόβουλες» ειρηνευτικές παρεμβάσεις, [4] η ιδέα της ομοσπονδιακής ένωσης, [5] η παγκόσμια φιλοξενία στο παγκόσμιο χωριό, και [6] η προφητική τοποθέτηση για τον ισχυρό ρόλο των οικονομικών συμφερόντων που μπορούν να δράσουν καταλυτικά στην εξασφάλιση ή την επιδίωξη της ειρήνης.

Βέβαια κάθε κείμενο μπορεί να διαβαστεί με πολλούς τρόπους και η προθετικότητα συνήθως του συγγραφέα, ατονεί μπροστά στον ορίζοντα προσδοκιών του αναγνώστη και στην σημασιοδότηση που λαμβάνει μέσα στο χρόνο. Έτσι, αλλιώς διαβάζει τον Kant, ο Rawls, αλλιώς ο Foucault, αλλιώς η Ευρώπη, αλλιώς η Αμερική.

Το θετικό πάντως είναι, ότι όλοι, τον διαβάζουν ακόμα.

Αντί Επιλόγου


Μια Εξήγηση της Ρεαλιστικής Ουτοπίας

Ο Umberto Eco στη συλλογή δοκιμίων του υπό τον τίτλο «ο Kant και ο ορνιθόρυγχος» που πραγματεύεται θέματα Σημειωτικής και Γνωσιολογίας, αναφέρεται εύστοχα στο παράδειγμα ενός πολύ γνωστού οπτικού «αδύνατου» αντικειμένου που φαίνεται στο παρακάτω σχήμα.

Ο Eco υποστηρίζει ότι όχι μόνο μπορούμε να αναφερθούμε στα «αδύνατα αντικείμενα», αλλά με «γνωσιακή ψευδαίσθηση» μπορούμε να έχουμε την εντύπωση ότι τα αντιλαμβανόμαστε. Πολύ περισσότερο νομίζουμε ότι μπορούμε να αναφερόμαστε σε αυτά όταν μπορούμε να τα παραστήσουμε παραδειγματικά όπως συμβαίνει στο παράδειγμα του σχήματος.

Με μια πρώτη ματιά αυτό το σχήμα μοιάζει να απεικονίζει ένα «δυνατό» αντικείμενο αυτού του κόσμου, αν όμως το παρατηρήσουμε προσεκτικά, συνειδητοποιούμε ότι ένα τέτοιο αντικείμενο δεν μπορεί να υπάρχει. Παρ’ όλα αυτά μπορούμε να αναφερόμαστε σε αυτό και ακόμα, να δώσουμε οδηγίες για την κατασκευή του.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την «αιώνια ειρήνη» του Kant, σύμφωνα με όσους θεωρούν ότι αυτή πρόκειται για μια ρεαλιστική ουτοπία.

Τα εύλογα και ισχυρά επιχειρήματα που παραθέτει ο Kant στις βασικές αρχές της «αιώνιας ειρήνης» μπορούν να εκληφθούν ως γνωσιακή ψευδαίσθηση, που μας πείθουν ότι είναι δυνατή μια «αδύνατη κατάσταση» γιατί τα μέρη που την αποτελούν είναι όλα, θεωρητικώς δυνατά.

Αν αναλύσουμε όμως τις a priori αρχές θα δούμε ότι μπορεί η αντικειμενικότητά τους να αμφισβητηθεί.

Για παράδειγμα:

1. Η επιφύλαξη αιτίου για μελλοντικό πόλεμο (1ο εισαγωγικό άρθρο) δεν μπορεί να μην υπάρχει δεδομένου ότι το παρελθόν καθώς και η ιστορία έχουν ήδη υπάρξει. Αυτό σημαίνει οι επιφυλάξεις ως αιτίες μελλοντικού πολέμου συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμα κι αν αυτές δεν διατυπώνονται στις συνθήκες ειρήνης.
2. Ο αφοπλισμός και η εξάλειψη μόνιμων στρατών (3ο εισαγωγικό άρθρο), δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί οι στρατοί αυτοί να επανασυγκροτηθούν μονομερώς στο μέλλον.
3. Παρά την πρόθεση της οικονομικής ανεξαρτησίας των κρατών (4ο εισαγωγικό άρθρο), η διεθνής οικονομία και οι συναλλαγές πάντα θα προκαλούν οικονομικές εξαρτήσεις και κρατικές διαφορές.
4. Ο δίκαιος και ηθικός πόλεμος (6ο εισαγωγικό άρθρο) είναι προνόμιο των οικονομικά και στρατιωτικά ισχυρών. Τι γίνεται με όσους δεν διαθέτουν επαρκείς δυνάμεις για να αναμετρηθούν με θεμιτά μέσα; Συνήθως οι αδύναμοι είναι αυτοί που καταφεύγουν στη λεγόμενη «τρομοκρατία», στις δολοφονικές πράξεις και γενικά σε μέσα που δεν είναι δυνατόν να αποτιμηθούν ηθικά.
5. Η ορθότητα του ρεπουμπλικανικού (1ο οριστικό άρθρο) αλλά και του δημοκρατικού καθεστώτος είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί με πολλά επιχειρήματα.
6. Η διεύρυνση της ομοσπονδιακής ένωσης των κρατών (2ο οριστικό άρθρο) μπορεί να θεωρηθεί αυθαίρετη αφού πάντα κάποιοι αποφασίζουν για την είσοδο ή όχι ενός άλλου κράτους στην ένωσή τους. Το ίδιο μπορεί να θεωρηθεί και ο χαρακτηρισμός ενός κράτους ώς ελεύθερο ή μη.
7. Οι όροι της γενικής φιλοξενίας (3ο οριστικό άρθρο) μπορούν εύκολα να παραβιαστούν σε συνθήκες έλλειψης ζωτικών πόρων.
8. Ο νομοτελειακός χαρακτήρας της φυσικής πρόνοιας για την επίτευξη της ειρήνης, είναι το ίδιο αυθαίρετος με τον εγελιανό χαρακτήρα της νομοτελειακής κατάστασης πολέμου.
9. Τέλος το «όχι» στα δημοψηφίσματα για το «ευροσύνταγμα» αποδεικνύουν ότι η καντιανή «μεταρρύθμιση» δεν είναι κάτι που μπορεί να επιβληθεί εκ των άνω όπως πιστεύει ο Kant, και κατ’ αντιστοιχία δεν μπορεί να «επιβληθεί» αναλόγως και η ειρήνη.

Αυτά είναι μερικά από τα επιχειρήματα που θέτουν υπό αμφισβήτηση την ισχύ των a priori αρχών. Όμως η αμφισβήτηση των αρχών, δεν ακυρώνει την εγκυρότητα της λογικής μιας υπόθεσης. Κάθε θεώρημα οφείλει να είναι συνεπές με τις αρχές που υιοθετεί. Και η αιώνια ειρήνη μπορεί να είναι εφικτή, αν μπορούσαν να είναι εφικτές οι αρχές που έθεσε ο Kant.

Ακόμα κι αν σε εμπειρικό και γνωστικό επίπεδο οι αρχές δεν μπορούν να προσλάβουν τιμή αληθείας, σε υπερβατολογικό επίπεδο, δηλαδή σε επίπεδο καθολικού αιτήματος, το αίτημα της «αιώνιας ειρήνης» δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρχει.

Ακόμα και αν ο τρόπος επίτευξης της έννομης τάξης, που επικαλείται ο Kant ως βασική προϋπόθεση για την δυνατότητα ενός διεθνούς δικαίου, που θα φέρει σε συμφωνία την ηθική με την πολιτική είναι σε αμφισβήτηση, το ίδιο το καθολικό αίτημα της ειρήνης, δεν μπορεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, παρά να υποδείξει στις σημερινές συνθήκες, τόσο τον δρόμο της πολιτικής, όσο και της ηθικής αλλά τελικά και την επανασημασιοδότηση της έννοιας της έννομης τάξης.

Κι αν ακόμα η αιώνια ειρήνη είναι ουτοπία και δεν μπορεί να υπάρξει, δεν σημαίνει ότι ως έλλογα όντα δεν πρέπει να πράττουμε σα να μπορεί να υπάρξει.




4. Πηγές – Βοηθήματα


Kant Immanuel: «Για την Αιώνια Ειρήνη», εκδ. Αλεξάνδρεια, 1992


Eco Umberto: «ο Καντ και ο ορνιθόρυγχος» Ελληνικά Γράμματα, 1999

Huntington Samuel, “The US Decline or Renewal” Foreign Affairs, τομ.67 1988-89

Hutchings Kimberly: “Kant critique and politics”, Routledge 1996

Kennedy Paul: “Προετοιμασία για τον 21ο αιώνα» εκδ. Λιβάνη, 1994

Rawls John , «Το Δίκαιο των Λαών», εκδόσεις Ποιότητα, 2002

Βαρβαρούσης Πάρις: «Η ιδέα της ειρήνης» Καρδαμίτσας, 1986

Βέϊκος Θεόφιλος: «Ειρήνη και Πόλεμος» 1987
Βέϊκος Θεόφιλος: «Εν Πολέμω...», Αθήνα 1993

Δημητρακόπουλου Μ. :
«Το Φιλοσοφικό Κίνημα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού» τ.ΙΙ, 2001

Πελεγρίνης Θεοδόσης: «Λεξικό Φιλοσοφίας» Ελληνικά Γράμματα, 2004