Η
Επανάσταση του 1821, εκτός από τις ένδοξες μάχες των Καραΐσκάκη,
Κολοκοτρώνη, Μακρυγιάννη και άλλων επώνυμων και ανώνυμων αγωνιστών, είχε
φυσικά και το πολιτικό σκέλος, το οποίο φυσικά μεταξύ άλλων είχε και
πλούσιο παρασκήνιο. Ήταν 12 Απριλίου του 1823, όταν στη Β' Εθνοσυνέλευση
στο Άστρος Κυνουρίας, αποφασίστηκε η σύναψη εξωτερικού δανείου, η οποία
θα άλλαζε ριζικά την ελληνική ιστορία.
Στην Β' Εθνοσυνέλευση του Άστρος, εκτός από την αναθεώρηση του Συντάγματος, έγινε και ένας πρόχειρος προϋπολογισμός του επαναστατημένου ελληνικού Έθνους, ο οποίος δεν άφηνε κανένα περιθώριο παρερμηνείας: το ταμείον ήταν μείον και παρά τη φορολογία, τους τελωνειακούς δασμούς, τις λείες, τα λάφυρα, τα λύτρα, τον εσωτερικό δανεισμό, και τις εισφορές ντόπιων και φιλελλήνων, τα έξοδα ήταν 38 εκατ. γρόσια και τα έσοδα μόλις 12 εκατ. γρόσια. Η ανάγκη εξωτερικού δανεισμού ήταν πλέον μονόδρομος.
Στις 2 Ιουνίου 1823, το Εκτελεστικό εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη να μεταβούν στο Λονδίνο και να συνάψουν δάνειο 4.000.000 ισπανικών ταλλήρων. Το ελληνικό παράδοξο βέβαια εμφανίστηκε ξανά με την επιτροπή να μην έχει χρήματα να ταξιδέψει, τα οποία κάλυψε εν τέλει με δάνειο ο Λόρδος Βύρων. Στις 26 Ιανουαρίου 1824, ο Ιωάννης Ορλάνδος και ο Ανδρέας Λουριώτης έφθασαν στο Λονδίνο και μετά από έντονες διαπραγματεύσεις, στις οποίες πήραν μέρος και μέλη του Φιλελληνικού Κομιτάτου, εγκρίθηκε ένα δάνειο 800.000 λιρών με τον οίκο Λόφναν (9 Φεβρουαρίου 1824). Το δάνειο είχε τόκο 5%, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και περίοδο αποπληρωμής 36 χρόνια. Ως εγγύηση για την αποπληρωμή του δανείου τέθηκαν από ελληνικής πλευράς τα δημόσια κτήματα και όλα τα δημόσια έσοδα. Και τότε ήταν που άρχισαν τα ευτράπελα.
Το δάνειο αμέσως μειώθηκε αφού το είχε οριστεί στο 59% του ονομαστικού (472.000 λίρες) και αμέσως μετά αφαιρέθηκαν προμήθειες, χρεολύσια, η προκαταβολή των τόκων δύο ετών συνολικής αξίας 98.000 λιρών, με μόλις 298.000 λίρες να φτάνουν εν τέλει στην Ελλάδα, με την κυβέρνηση Κουντουριώτη να σπαταλά το μεγαλύτερο μέρος του στην εμφύλια διαμάχη, διαψεύδοντας οικτρά τις όποιες ελπίδες υπήρχαν για μια -υποτυπώδη έστω- ανάπτυξη.
Σύντομα έγινε ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να αποπληρώσει το δάνειο και έτσι στις 31 Ιουλίου του 1824 το Βουλευτικό αποφασίζει τη σύναψη και νέου δανείου, λίγες εβδομάδες μετά την καταστροφή της Κάσου και των Ψαρών κι ενώ η Επανάσταση βρίσκεται σε κρίσιμο στάδιο, με την ίδια...επιτυχημένη ομάδα των Ορλάνδου και Λουριώτη να κάνει πάλι τις διαπραγματεύσεις. Σύντομα εγκρίθηκε δάνειο ονομαστικής αξίας 2.000.000 λιρών και όπως και στο πρώτο δάνειο, το ποσό να μειώνεται στις 816.000 λίρες, αφού το δάνειο είχε οριστεί στο 55% του ονομαστικού (1.100.000) και από αυτό παρακρατήθηκαν 284.000 λίρες για προκαταβολή τόκων δύο ετών, χρεολύσια, προμήθεια και άλλες δαπάνες.
Το δάνειο αυτή τη φορά το διαχειρίστηκαν Άγγλοι τραπεζίτες, οι οποίοι απευθείας αφαίρεσαν 212.000 λίρες για την αναχρηματοδότηση του πρώτου δανείου, 77.000 για την αγορά όπλων και πυροβόλων, από τα οποία ελάχιστα ήρθαν στην Ελλάδα, 160.000 για την παραγγελία 6 ατμοκίνητων πλοίων, από τα οποία μόνο τρία έφθασαν στην Ελλάδα («Καρτερία», «Επιχείρηση», «Ερμής») και 155.000 για τη ναυπήγηση δύο φρεγατών στην Νέα Υόρκη, από τις οποίες μόνο η φρεγάτα «Ελλάς» ήλθε στην Ελλάδα, ενώ η δεύτερη πουλήθηκε για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη. Τελικά, στην Ελλάδα έφθασε μόνο το ποσό των 232.558 στερλινών, δηλαδή λιγότερο από εκείνο που έλαβε κατά το πρώτο δάνειο, αν και το δεύτερο είχε συναφθεί σε υπερδιπλάσιο ύψος.
Τα δύο δάνεια, τα οποία χαιρετίστηκαν ως «σωτήρια» από το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο, όχι μόνο δεν βοήθησαν ποτέ τον Ελληνικό Αγώνα, αλλά έφεραν πιο πολλές διαμάχες, ενώ έθεσαν επίσης τη χώρα σε τροχιά εξάρτησης από τις «Μεγάλες Δυνάμεις», εξάρτηση η οποία κατά πολλούς συνεχίζεται μέχρι τώρα...
Πηγή
Στην Β' Εθνοσυνέλευση του Άστρος, εκτός από την αναθεώρηση του Συντάγματος, έγινε και ένας πρόχειρος προϋπολογισμός του επαναστατημένου ελληνικού Έθνους, ο οποίος δεν άφηνε κανένα περιθώριο παρερμηνείας: το ταμείον ήταν μείον και παρά τη φορολογία, τους τελωνειακούς δασμούς, τις λείες, τα λάφυρα, τα λύτρα, τον εσωτερικό δανεισμό, και τις εισφορές ντόπιων και φιλελλήνων, τα έξοδα ήταν 38 εκατ. γρόσια και τα έσοδα μόλις 12 εκατ. γρόσια. Η ανάγκη εξωτερικού δανεισμού ήταν πλέον μονόδρομος.
Στις 2 Ιουνίου 1823, το Εκτελεστικό εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη να μεταβούν στο Λονδίνο και να συνάψουν δάνειο 4.000.000 ισπανικών ταλλήρων. Το ελληνικό παράδοξο βέβαια εμφανίστηκε ξανά με την επιτροπή να μην έχει χρήματα να ταξιδέψει, τα οποία κάλυψε εν τέλει με δάνειο ο Λόρδος Βύρων. Στις 26 Ιανουαρίου 1824, ο Ιωάννης Ορλάνδος και ο Ανδρέας Λουριώτης έφθασαν στο Λονδίνο και μετά από έντονες διαπραγματεύσεις, στις οποίες πήραν μέρος και μέλη του Φιλελληνικού Κομιτάτου, εγκρίθηκε ένα δάνειο 800.000 λιρών με τον οίκο Λόφναν (9 Φεβρουαρίου 1824). Το δάνειο είχε τόκο 5%, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και περίοδο αποπληρωμής 36 χρόνια. Ως εγγύηση για την αποπληρωμή του δανείου τέθηκαν από ελληνικής πλευράς τα δημόσια κτήματα και όλα τα δημόσια έσοδα. Και τότε ήταν που άρχισαν τα ευτράπελα.
Το δάνειο αμέσως μειώθηκε αφού το είχε οριστεί στο 59% του ονομαστικού (472.000 λίρες) και αμέσως μετά αφαιρέθηκαν προμήθειες, χρεολύσια, η προκαταβολή των τόκων δύο ετών συνολικής αξίας 98.000 λιρών, με μόλις 298.000 λίρες να φτάνουν εν τέλει στην Ελλάδα, με την κυβέρνηση Κουντουριώτη να σπαταλά το μεγαλύτερο μέρος του στην εμφύλια διαμάχη, διαψεύδοντας οικτρά τις όποιες ελπίδες υπήρχαν για μια -υποτυπώδη έστω- ανάπτυξη.
Σύντομα έγινε ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να αποπληρώσει το δάνειο και έτσι στις 31 Ιουλίου του 1824 το Βουλευτικό αποφασίζει τη σύναψη και νέου δανείου, λίγες εβδομάδες μετά την καταστροφή της Κάσου και των Ψαρών κι ενώ η Επανάσταση βρίσκεται σε κρίσιμο στάδιο, με την ίδια...επιτυχημένη ομάδα των Ορλάνδου και Λουριώτη να κάνει πάλι τις διαπραγματεύσεις. Σύντομα εγκρίθηκε δάνειο ονομαστικής αξίας 2.000.000 λιρών και όπως και στο πρώτο δάνειο, το ποσό να μειώνεται στις 816.000 λίρες, αφού το δάνειο είχε οριστεί στο 55% του ονομαστικού (1.100.000) και από αυτό παρακρατήθηκαν 284.000 λίρες για προκαταβολή τόκων δύο ετών, χρεολύσια, προμήθεια και άλλες δαπάνες.
Το δάνειο αυτή τη φορά το διαχειρίστηκαν Άγγλοι τραπεζίτες, οι οποίοι απευθείας αφαίρεσαν 212.000 λίρες για την αναχρηματοδότηση του πρώτου δανείου, 77.000 για την αγορά όπλων και πυροβόλων, από τα οποία ελάχιστα ήρθαν στην Ελλάδα, 160.000 για την παραγγελία 6 ατμοκίνητων πλοίων, από τα οποία μόνο τρία έφθασαν στην Ελλάδα («Καρτερία», «Επιχείρηση», «Ερμής») και 155.000 για τη ναυπήγηση δύο φρεγατών στην Νέα Υόρκη, από τις οποίες μόνο η φρεγάτα «Ελλάς» ήλθε στην Ελλάδα, ενώ η δεύτερη πουλήθηκε για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη. Τελικά, στην Ελλάδα έφθασε μόνο το ποσό των 232.558 στερλινών, δηλαδή λιγότερο από εκείνο που έλαβε κατά το πρώτο δάνειο, αν και το δεύτερο είχε συναφθεί σε υπερδιπλάσιο ύψος.
Τα δύο δάνεια, τα οποία χαιρετίστηκαν ως «σωτήρια» από το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο, όχι μόνο δεν βοήθησαν ποτέ τον Ελληνικό Αγώνα, αλλά έφεραν πιο πολλές διαμάχες, ενώ έθεσαν επίσης τη χώρα σε τροχιά εξάρτησης από τις «Μεγάλες Δυνάμεις», εξάρτηση η οποία κατά πολλούς συνεχίζεται μέχρι τώρα...
Πηγή
3 σχόλια:
Γιάννη ενδιαφέρον το κείμενο για τη θρησκεία, αλλα θα ήθελα να κάνω μια αναφορά στη σκέψη του Φρόυντ πάνω στο ζήτημα του θεού. Σε δύο έργα του έχει παρουσιάσει ενδιαφέρουσες θεωρήσεις του ζητήματος του θεού και της θρησκείας. Το Τοτέμ και ταμπού, πολύσημαντικο έργο, αλλα και το τελευταίο του εργο, Ο Μωυσής και ο μονοθεϊσμός, το 1939, λιγο πριν πεθάνει, έργο που δημιούργησε μεγάλη αναστάτωση στους κύκλους της εβραϊκής διανόησης της εποχής. Στο πρώτο έργο η βασική σύλληψη σε σχέση με τη δημιουργία του θεού εντάσσεται σε μια πολύ πρώιμη περίοδο της ανθρώπινης κοινωνίας. Οι πρώτοι αυτοί άνθρωποι, ζώντας στα πλαίσια της αρχέγονης ανθρώπινης ορδής, κυριαρχούνταν όχι μόνο απο τις ανιμιστικές μαγικές τους σκέψεις (κάτι που προσομοιάζει στις σκέψεις της πρώτης παιδικής ηλικίας που έτσι κι αλλιώς με βάση την ψυχαναλυτική θεώρηση εντάσσεται στην αρχαιολογία του ανθρώπινου ψυχισμού) αλλά και απο την απόλυτη εξουσιαστική παρουσία του ΕΝΟΣ αρσενικού-πατέρα, ο οποίος είχε απολυτη εξουσία πάνω στην ζωή και τον θανατο των υπόλοιπων αρσενικών μελών και σεξουαλικής επιβολής στα θηλυκά μέλη της ορδής. Ο ανιμισμός της σκέψης απέδιδε μαγικές υπερφυσικές δυνατοτητες στον αρχηγο δυνάστη, και η φαντασίωση αυτή δημιούργησε την επιθυμία θανάτωσης του αρχηγού πατέρα, τον οποίον αφού σκότωναν και μετά ετρωγαν θα ενσωμάτωναν ως δια μαγείας αυτες τις θεόρατες δυνάμεις του. Αφού προέβησαν σε αυτό το αρχέγονο έγκλημα, διαπίστωσαν οτι η φαντασίωση της παντοδυναμίας δεν πραγματοποιήθηκε. Αυτο δημιούργησε μια τεραστια ενοχή που διαχύθηκε μέσα στους αιώνες που ακολούθησαν την αρχέγονη αυτή πατροκτονία. Το δυσβάσταχτο αυτο κενό της απουσίας του πατέρα, ήρθε να καλύψει η σύλληψη του αρχαίου τοτέμ, που ανέλαβε να πραγματώσει την εκδραμάτιση της ενοχής. το τοτέμ συνήθως ήταν ένα ζώο, που κάθε φυλή θεωρούσε ιερό (καθε μια φυλή το δικό της τοτέμ), και λάτρευε ως μια πρώιμη θεϊκή οντότητα. Αυτο το ζώο απαγορευοταν να το σκοτώσουν, κι αν κάποιος το σκότωνε τιμωρούνταν με την ποινή της θανάτωσης. Κατάλοιπα αυτής της ιεροτητας των ζώων διαπιστώνουμε βεβαια ακομα και σήμερα στον ινδουισμό αλλα και στης συνηθειες της παραδοσης με τις ετήσιες θυσίες των αμνων (ελληνικο πασχα). Παρά την ιερότητα του ζώου-τοτέμ, μια φορά το χρόνο το ζώο αυτο θανατωνόταν σε μια επανάληψη της αρχέγονης αυτής δολοφονίας του πατέρα, μια υπενθυμιση της πατροκτονίας. Σύμφωνα με τον Φρόυντ, τα ίχνη αυτής της όλης υπόθεσης εργασίας, τα συναντούμε μετα απο αιώνες να ενσαρκώνονται σε μια οριστική λύση αυτού του ζητήματος της ανθρώπινης ενοχής, στο πρόσωπο του Ιησού. ο υιός του θεού, θανατώνεται αναλαμβάνοντας να σηκώσει το βάρος της αμαρτίας των ανθρώπων, ενα δώρο της ανθρωπότητας στο θεό, η δολοφονία του υου του θεού, του υιου του ανιρώπου, ''ισοφαρίζοντας'' την αρχέγονη αμαρτία.΄
Όλο αυτό βέβαια συμπίπτει με την μετάβαση στο μονοθεισμό, που προέρχεται απ την αΙγυπτο και υιοθετήθηκε απο την εβραϊκή παράδοση, με ενδιαφέρουσες πτυχές που παρουσιάζονται στο δευτερο βιβλίο του Φρόυντ που ανέφερα. Ο Φαραώ, Αμενχοτέπ ο 4ος, αφιερώθηκε στη ανάπτυξη του θείου. Αναγορεύει τη θρησκεία του Ακενατόν, σε επίσημη θρησκεία και χάρη σ’ αυτόν, ο παγκόσμιος θεός γίνεται μοναδικός θεός. Ό,τι διηγούνται για τους άλλους θεούς είναι ψεύδος κι απάτη. Αντιτίθεται αδυσώπητα σ’ όλους τους πειρασμούς της μαγικής σκέψης που συναντούμε στις πρώιμες θρησκείες και απορρίπτει τις αυταπάτες, που τόσο ξεχωριστά τις αγαπούσαν οι Αιγύπτιοι, για τη μεταθανάτια ζωή. Με μια καταπληκτική διαίσθηση για τις μεταγενέστερες επιστημονικές αντιλήψεις, διακηρύσσει πως η ηλιακή ενέργεια αποτελεί την πηγή για κάθε ζωή πάνω στη γη και πρέπει να λατρεύεται ως σύμβολο της θείας Αρχής. Αυτό είναι το πρώτο και δίχως άλλο το καθαρότερο βήμα του μονοθεϊσμού στην ιστορία. Ωστόσο από τον καιρό της βασιλείας των αδύναμων διαδόχων του Αμενχοτεπ, ό,τι αυτός δημιούργησε, καταστράφηκε. Οι ιερείς που τους είχε καταπιέσει καταπολέμησαν, από εκδίκηση, τη μνήμη του. Η θρησκεία του Ακενατόν εξαφανίστηκε, και το παλάτι του Φαραώ, λεηλατήθηκε και γκρεμίστηκε. Το 1350 π.Χ. η 18η δυναστεία σβήνει. Ύστερα από μια περίοδο αναρχίας η τάξη αποκατασταθηκε. Η μεταρρύθμιση του Ακενατόν φάνηκε σαν ένα επεισόδιο, που θα καταποντιζόταν στον ωκεανό της λήθης.
Ανάμεσα στο άμεσο περιβάλλον του Ακενατόν βρισκόταν ένας άνθρωπος που, ίσως, ονομαζόταν όπως πολλοί άλλοι εκείνη την εποχή: Τοτμές. Συμφωνα με τον Φρόυντ, το τελευταίο τμήμα του θα ’πρεπε να ’ναι «mose». Ο Τοτμές είχε ανώτερη θέση, ήταν φανατικός οπαδός της θρησκείας του Ακενατόν, ήταν δραστήριος και φλογερός. Σύνφωνα με την διερευντική επεξεργασία του Φρόυντ (που επ' ευκαιρία σημειώνω οτι βασίζεται στην ακατάβλητη γνώση της αρχαίας ιστορίας και μυθολογίας αλλά και της σύγχρονης ανθρωπολογικής ερευνας) για τον άνθρωπο αυτό, ο θάνατος του Ακενατόν και η πτώση της καινούριας θρησκείας σήμαινε το τέλος για τις ελπίδες του. Για τους Αιγύπτιους ήταν ένας αποστάτης. Ίσως να είχε την ευκαιρία, ως κυβερνήτης κάποιας συνοριακής επαρχίας, να ’ρθει σε επαφή με κάποια σημαντική φυλή εγκατεστημένη εκεί πολλές γενιές πριν. Απομονωμένος, απογοητευμένος, κατέφυγε σ’ αυτούς τους ξένους, αναζητώντας σ’ αυτούς να ’βρει κάτι από εκείνο που ’χασε. Η φυλή αυτή έγινε ο λαός του, και γύρεψε μ’ αυτούς τους ανθρώπους να πραγματοποιήσει το ιδανικό του. Αφού λοιπόν μαζί μ’ αυτούς και συντροφευμένος από τους ανθρώπους του, εγκατέλειψε την Αίγυπτο, τους καθαγίασε με την περιτομή, τους έκανε νόμους, τους δίδαξε τη θρησκεία του Ακενατόν, που οι Αιγύπτιοι είχαν απαρνηθεί. Ίσως οι νόμοι που αυτός ο Μωυσής έδωσε στους Ιουδαίους να ήταν ακόμα τραχύτεροι από τους νόμους του βασιλιά και κυρίου του Ακενατόν. Η μοίρα επιφύλαξε για τον ιουδαϊκό λαό μια σειρά από σκληρές και οδυνηρές δοκιμασίες, για τούτο κι ο Θεός τους έγινε σκληρός, αυστηρός και φαινόταν σαν να τον απέκρυπταν τα σκοτάδια. Διατηρούσε τον χαρακτήρα της παγκοσμιότητάς του, βασιλεύοντας πάνω σ’ όλους τους λαούς και σ’ όλες τις χώρες. Ωστόσο το γεγονός πως η λατρεία του προήλθε από τους Αιγύπτιους εκδηλώθηκε μ’ αυτόν τον τρόπο:
Οι Ιουδαίοι θα ήταν ο εκλεκτός λαός, που οι ειδικές του υποχρεώσεις μια μέρα θα λάμβαναν την ξεχωριστή τους ανταμοιβή. Βέβαια, ο λαός θα δυσκολευόταν κάπως να καταλάβει, πως η προτίμηση που του έδειχνε ο Θεός του μπορούσε να συμβιβαστεί με τις θλιβερές δοκιμασίες, στις οποίες τον υπέβαλε η κακή του μοίρα. Ωστόσο δεν αφηνόταν να κυριευθεί από την αβεβαιότητα. Το αίσθημα ενοχής του μεγάλωνε και κατέπνιγε την αμφιβολία του για την ύπαρξη του Θεού. Γι’ αυτό τότε οι Ιουδαίοι αφέθηκαν, όπως κάνουν σήμερα οι ευσεβείς άνθρωποι, στις «αδιαπέραστες βουλές της Προνοίας», όταν παραξενευόταν πως ο Θεός επέτρεπε πάντα την εμφάνιση κακούργων πιεστικών και απάνθρωπων τυράννων -των Ασσυριών, των Βαβυλωνίων, των Περσών-, έβλεπαν να φανερώνεται η δύναμή του στο γεγονός, πως οι σκληροί αυτοί εχθροί πάντα στο τέλος ηττώντο και τα βασίλειά τους καταστρέφονταν.Τέλος, ο μεταγενέστερος θεός των Ιουδαίων έμοιαζε σε τρία βασικά σημεία με τον παλιό θεό του Μωυσή. Πραγματικά -κι αυτό είναι το πιο αξιοσημείωτο γεγονός- αναγνωρίσθηκε ως ο μοναδικός Θεός, που δίπλα του δεν μπορούσε να σταθεί κανένας άλλος. Ο μονοθεϊσμός του Ακενατον έγινε αποδεκτός από έναν ολόκληρο λαό και μάλιστα σε τέτοιο σημείο, ώστε η ιδέα αυτή αποτέλεσε το ουσιαστικό στοιχείο της πνευματικής του ζωής και απορρόφησε όλο του το ενδιαφέρον. Ο λαός κι ο κλήρος που τον εξουσίαζε συμφωνούσαν σ’ αυτό το σημείο. Αφιερώνοντας όμως όλη τους τη δραστηριότητα στη δημιουργία των θρησκευτικών ιεροτελεστιών, οι ιερείς ήρθαν αντιμέτωποι με το έντονο πνεύμα, που ωθούσε τον λαό στην αναβίωση δύο άλλων θρησκευτικών διδαχών του Μωυσή. Οι φωνές των ποιητών διακήρυτταν αδιάκοπα πως ο Θεός περιφρονούσε τις τελετές και τις θυσίες και το μόνο που απαιτούσε ήταν μια τίμια και δίκαιη ζωή. Κι όταν οι προφήτες παίνευαν την απλότητα και την αγνότητα της ζωής μέσα στην έρημο, δίχως άλλο ήταν επηρεασμένοι από τα μωσαϊκά ιδανικά. Ο Φρόυντ αναρωτιεται αν χρειάζεται για να εξηγηθει η διαμόρφωση της οριστικής ιδέας του ιουδαϊκού θεού, να επικαλεστεί κανείς μονο την επίδραση του Μωυσή; Δεν αρκεί, συνεχίζει, να παραδεχτούμε πως έγινε μια αυθόρμητη εξέλιξη προς μια ανώτερη πνευματικότητα στη διάρκεια ενός πολιτισμού ο οποίος διαρκεί πολλούς αιώνες; Αυτή η εξήγηση σύνφωνα με τον Φρόυντ, δεν εξηγεί τίποτε. Ανάλογες συνθήκες δεν έκαναν τον ελληνικό λαό, αν και ήταν υπέρτατα προικισμένος, να ασπαστεί τον μονοθεϊσμό -προκάλεσαν όμως τη διάλυση του πολυθεϊσμού και την αρχή της φιλοσοφικής σκέψης. Για τον Φρόυντ ο μονοθεϊσμός στην Αίγυπτο ήταν δευτερογενές αποτέλεσμα του ιμπεριαλισμού. Ο Θεός ήταν η αντανάκλαση ενός Φαραώ που εξασκούσε δίχως καταναγκασμό σε μια τεράστια αυτοκρατορία απεριόριστη εξουσία. ''Στους Ιουδαίους, οι πολιτικές συνθήκες αντιστρατεύονταν τη μεταβολή του αποκλειστικού εθνικού θεού σε παγκόσμιο. Από πού λοιπόν προήλθε σ’ αυτόν τον άθλιο κι αδύναμο λαό η υπεροψία να διακηρύττει πως είναι το αγαπητό παιδί του Κυρίου; Μ’ αυτόν τον τρόπο, το ζήτημα της καταγωγής του μονοθεϊσμού στους Ιουδαίους είναι άλυτο ή θα έπρεπε καλύτερα να αρκεστούμε να δηλώσουμε, όπως γίνεται συνήθως, πως τα πράγματα εξηγούνται από την ξεχωριστή θρησκευτική ιδιοφυία αυτού του λαού. Όλοι μας ξέρουμε πως η ιδιοφυία αυτή είναι ακατανότητη και παράξενη, για τούτο, το ορθό είναι ν’ ανατρέξουμε σ’ αυτήν την εξήγηση μόνο στην περίπτωση που κάθε άλλη λύση αποδειχθεί ως απρόσφορη.'' Φυσικά και οι νεοτερες θρησκείες όπως ο Χριστιανισμός αλλά και ο Ισλαμισμός, είναι δύο θρησκείες που έχουν ριζωμένη την παράδοση τους στην ιουδαική παράδοση, ως γνωστόν μιλάμε πάντα για την σύλληψη του ίδιου θεου ανεξάρτητα απ τις πολιτικά ορμωμενες εχθρότητες.
Δημοσίευση σχολίου