του Γιάννη Βελίκη
Σε διάσταση με τις έννοιες της μοναρχίας (όπου η εξουσία ασκείται από το μονάρχη), της ολιγαρχίας (όπου η εξουσία ανήκει σε μία μικρή ομάδα εξουσιαστών), και της αριστοκρατίας (όπου κυβερνούν οι άριστοι), η έννοια της δημοκρατίας αναφέρεται σε μία πολιτικο – κοινωνική οργάνωση όπου την εξουσία ασκεί ο Δήμος, οι άνθρωποι δηλαδή που κατοικούν και έχουν δικαίωμα να ανήκουν στο Δήμο, και οι οποίοι έχουν ίση δυνατότητα και εξουσία με όλους να ψηφίζουν υπέρ ή κατά των αποφάσεων που αφορούν στην κοινή τους μοίρα.
Η λέξη «δημοκρατία», λέξη ιερή, που παραπέμπει στην Αθήνα του 5ου αιώνα, τη Γαλλική Επανάσταση, και τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας της Αμερικής, σήμερα χρησιμοποιείται για να περιγράψει πολύ διαφορετικά πολιτικο – κοινωνικά μορφώματα. Τα περισσότερα σύγχρονα κράτη του κόσμου αυτο – ονομάζονται ως «δημοκρατίες», αν και μια πιο προσεκτική ματιά μπορεί να δείξει ότι αυτό δεν συμβαίνει, και αν δεν είναι στην πράξη μοναρχίες, τότε σίγουρα είναι ολιγαρχίες ή «αριστοκρατίες». Όμως οι λαοί των σύγχρονων κρατών, εκτός από σπάνιες ιστορικές στιγμές, σπανίως αντιλαμβάνονται σε μεγάλη έκταση και ένταση τον τρόπο που ασκείται η εξουσία στη χώρα τους, το πόσο ολιγαρχικό ή αριστοκρατικό είναι στην πραγματικότητα το καθεστώς που τους επιβάλλεται, και παρά τις διαπιστώσεις, τις ανακοινώσεις και τις φωνές των ειδικών, πιστεύουν ότι ζουν σε δημοκρατικά πολιτικά συστήματα και έχουν πραγματικά την εξουσία στα χέρια τους. Δυστυχώς αυτό δεν είναι αλήθεια, όπως θα φανεί από τις ακόλουθες διαπιστώσεις:
· Σε όλα τα κράτη του κόσμου είτε υπάρχουν δικτατορίες (όπως στα αραβικά κράτη) είτε δημοκρατίες που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ισχυρών κρατών (των Η.Π.Α., της Ε.Σ.Σ.Δ. στο παρελθόν του Σιδηρούν Παραπετάσματος, της Αγγλίας, Γαλλίας, ή της Ισπανίας στην εποχή της αποικιοκρατίας κ.λπ.). Ελάχιστα κράτη ξεφεύγουν από αυτό το πρότυπο, όπως η Βόρεια Κορέα, και το Ιράν, που υφίστανται όμως ως συνέπεια τη διεθνή απομόνωση και τη φτώχεια των λαών τους.
· Οι επίσημες «δημοκρατίες», που είναι πολλές, είναι δημοκρατίες εφόσον και έως ότου λειτουργούν σύμφωνα με τις επιταγές των ισχυρών κρατών (για το τέλος του 20ου αιώνα και την αρχή του 21ου τις επιταγές των Η.Π.Α.). Για το λόγο αυτό, σε αυτές τις χώρες θα πρέπει πάντα να εκλέγονται ως εξουσία ένα από τα δύο βασικά και χρισμένα από το ισχυρό κράτος ως «Κόμματα Εξουσίας». Σε περίπτωση που οι δημοσκοπήσεις δείξουν τον κίνδυνο να έλθει ένα μη χρισμένο κόμμα στην κυβέρνηση, θα αρχίσει μία τέτοια προπαγάνδα που αυτή η εξέλιξη θα ανακοπεί. Αν, παρ’ αυτά, οι δημοσκοπήσεις συνεχίσουν να είναι υπέρ του μη χρισμένου κόμματος θα επιστρατευτούν και θα χρηματοδοτηθούν πιο βίαιες εξελίξεις, συνήθως δικτατορία, ή πόλεμος. Έτσι, από τη μία με την απειλή ενός μελλοντικού πολέμου ή δικτατορίας, και με τη μνήμη παλαιότερων δικτατοριών ή πολέμων, οι λαοί πείθονται ότι μόνο τις δύο επιλογές των «κομμάτων Εξουσίας» έχουν, και παρά το ότι δεν μπορούν να εξηγήσουν την εκλογική τους συμπεριφορά, συνεχίζουν εσαεί να ψηφίζουν πάντα το ένα εξ αυτών.
· Οι κυβερνήσεις που σχηματίζονται δεν είναι με κανέναν τρόπο αντιπροσωπευτικές του Δήμου, δηλαδή του λαού. Εκτός του ότι ψηφίζουν μόνο οι ενήλικες πολίτες του Κράτους, οι οποίοι και αντιπροσωπεύουν ένα ποσοστό μόνο των ανθρώπων που κατοικούν στη χώρα, αν βγουν οι αποχές, τα λευκά και τα άκυρα, το απαραίτητο 42% (ή όποιο σε κάθε περίπτωση) θα πέσει στο 25% ή και λιγότερο. Το πώς λοιπόν το 25% των ενηλίκων πολιτών μιας χώρας είναι αντιπροσωπευτικό όλων των πολιτών μιας χώρας είναι απορίας άξιο.
· Η ψήφος πάντα αφορά κόμματα. Το κάθε κόμμα υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει μία ιδεολογία και ένα πρόγραμμα, αλλά στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύει μόνο μία μερίδα ψηφοφόρων με κοινές επιδιώξεις. Το κάθε κόμμα αγωνίζεται να πάρει την εξουσία, και αν το πετύχει επιβραβεύει τους οπαδούς του εις βάρος του Δήμου, ολόκληρης της κοινωνίας. Για ποιο λόγο όμως αφορά κόμματα, και όχι πρόσωπα. Με ποδοσφαιρικούς όρους θα μπορούσαμε να πούμε ότι ανταγωνίζεται ο Ολυμπιακός με τον Παναθηναϊκό για το ποιός θα εκπροσωπήσει τη χώρα μας ως Εθνική Ελλάδος. Θα ήταν ορθότερο και δημοκρατικότερο αν από μία λίστα αυτόνομων υποψηφίων εκλεγόταν οι καλύτεροι, αυτοί που θα συνιστούσαν την πραγματική Εθνική Ελλάδος. Αλλά αυτό δεν γίνεται: πρώτον γιατί ένας υποψήφιος δεν μπορεί να ασκήσει στο Δήμο, για να τον ψηφίσουν, τη δυνατή επιρροή που ασκεί ένα κόμμα, και δεύτερον δεν μπορεί αφού εκλεγεί να «επιβραβεύσει», με τον τρόπο που θα το κάνει ένα κόμμα, τους ψηφοφόρους που τον ψήφισαν. Έτσι τα κόμματα παραμένουν εις βάρος πάντα του Δήμου, των πολλών.
· Παρά το ότι, θεωρητικά, ο καθένας μπορεί να είναι υποψήφιος, λόγω του σημερινού καθεστώτος των Μ.Μ.Ε. και των πόρων και προϋποθέσεων που απαιτούν για την προβολή του, ελάχιστοι μπορούν στην πράξη να το θέσουν υποψηφιότητα και να έχουν μία βάσιμη ελπίδα ότι θα τους ψηφίσουν. Έτσι, διαπιστώνεται με τον πιο οφθαλμοφανή τρόπο, ότι υποψήφιοι παραμένουν οι έχοντες ήδη μεγάλη οικονομική, πολιτική ή πολιτιστική δύναμη, ή οι απόγονοι αυτών. Οι ψηφοφόροι, είτε γιατί αυτούς ξέρουν, είτε γιατί σε αυτούς εναποθέτουν τη λύση των προσωπικών και των γενικών τους προβλημάτων, συνεχίζουν να τους ψηφίζουν, χωρίς να ρισκάρουν την ψήφο τους σε κάποιον άγνωστο που δεν προβλήθηκε αρκετά στα Μ.Μ.Ε. ή δεν χρίστηκε από το κόμμα τους. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε πάντα εξουσίες «αριστοκρατίας», νοώντας σαν «αρίστους» τους έχοντες ήδη καταφέρει να αποκτήσουν οικονομική, πολιτική ή πολιτιστική δύναμη.
· Οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες, οι επενδυτικές τράπεζες και οι χρηματιστηριακοί όμιλοι προκειμένου να "περάσουν" ευνοϊκά προς αυτούς νομοσχέδια π.χ. στην υγεία, στην προμήθεια πολεμικού υλικού, στο εμπόριο κ.α., χρηματοδοτούν φανερά ή κρυφά τα κόμματα που περιμένουν ότι θα ευοδώσουν τα σχέδια τους. Φυσικά χρηματοδοτούν και τα δυο "κόμματα Εξουσίας" και μερικές φορές και τα μικρότερα, τα λεγόμενα κομμουνιστικά. Πρόσφατο τρανταχτό παράδειγμα του 2008, η χρηματοδότηση και του Ομπάμα και του αντιπάλου του ρεμπουπλικανού υποψηφίου από τις ίδιες πολυεθνικές εταιρίες. Ευνόητο είναι ότι ο εκλεγμένος πρόεδρος ή πρωθυπουργός θα πρέπει μετά την εκλογή του να "ανταποδώσει" τη χάρη στους χρηματοδότες του, συνήθως εις βάρος του λαού. Έτσι είναι πολλοί οι ειδικοί που μιλούν πια για το τέλος της πολιτικής εξουσίας, λόγω της στενότατης σχέσης εξάρτησης της από τα οικονομικά συμφέροντα.
· Αφότου ψηφιστεί μία κυβέρνηση δεν λογοδοτεί πλέον για τα νομοσχέδια που φέρνει στη Βουλή. Μάλιστα με απειλές διαγραφής από το κόμμα των βουλευτών που δε θα τα ψηφίσουν, και την αστυνομία να διαλύει τις όποιες συγκεντρώσεις διαμαρτυρομένων πολιτών, καταφέρνει να τα μετατρέπει όλα σε Νόμους. Το παράλογο σε αυτήν την πρακτική είναι η διάταξη όπου όταν ένα νομοσχέδιο δεν ψηφιστεί πέφτει η Κυβέρνηση, κάτι που δεν έχει λόγο να ισχύει. Έτσι, ένας βουλευτής, σε περίπτωση που διαφωνεί με ένα νομοσχέδιο, αναγκάζεται θέλει δε θέλει να το ψηφίσει. Αυτό συμβαίνει γιατί εκτός των απειλών που δέχεται ότι θα διαγραφεί από το κόμμα, φοβάται και να μη ρίξει την κυβέρνηση του, και έτσι συνήθως συμμορφώνεται με το να ψηφίζει όλα τα νομοσχέδια που φέρνει η Κυβέρνηση. Θα ήταν πολύ λειτουργικότερο να παραμένει η Κυβέρνησηκαι να ισχύουν οι παλιότεροι νόμοι, παρά την καταψήφιση κάποιων νομοσχεδίων, ώστε να μπορούν οι βουλευτές να ψηφίζουν το κάθε νομοσχέδιο κατά συνείδηση και χωρίς εξαναγκασμούς και απειλές.
· Και επειδή την Κυβέρνηση δεν την επιλέγει ο Δήμος αλλά ο Πρωθυπουργός, ο Βουλευτής είναι υποχρεωμένος να ψηφίζει το κάθε νομοσχέδιο που του επιβάλλει ο Πρωθυπουργός του. Και επειδή ο Πρωθυπουργός του είναι συνήθως γόνος πολιτικού, το όλο σκηνικό παραπέμπει σε μοναρχία (βασιλεία).
· Στο παρελθόν έχουν αποδειχτεί πολλές φορές στενές σχέσεις των κυβερνήσεων με προβοκάτσιες και συκοφάντηση των μεγάλων συγκεντρώσεων πολιτών και απεργιών, προκειμένου να αποδυναμωθούν τα κοινωνικά κινήματα. Σε όλες τις αστυνομίες των σύγχρονων κρατών εκπαιδεύονται ειδικές μονάδες διάλυσης συγκεντρώσεων και εξοπλίζονται με τοξικά χημικά που μπορεί να απαγορεύονται ακόμη και για χρήση σε πόλεμο.
· Τέλος, ως και τα ενδεχόμενα δημοψηφίσματα είναι προβληματικά, μιας και μέσω των ελεγχόμενων γκάλοπ και το βομβαρδισμό από μηνύματα προπαγάνδας ο κόσμος οδηγείται στο να ψηφίζει αυτό που επιθυμεί η εκάστοτε πολιτική και οικονομική εξουσία. Αυτό το διάστημα πολιτικοί και επικοινωνιολόγοι προσπαθούν να εφεύρουν τρόπους ώστε να ελέγξουν την επικοινωνία στο διαδίκτυο.
Σε κάθε περίπτωση υπάρχουν πολλές προτάσεις για τη διόρθωση των κακώς κείμενων και την επίτευξη της δημοκρατίας στις μέρες μας, ωστόσο είναι κάτι που δεν συμφέρει την υπάρχουσα εξουσία και γι’ αυτό αποθαρρύνεται με κάθε τρόπο (προπαγάνδα, απειλές, φυλακίσεις) κάθε προσπάθεια προς αυτήν την κατεύθυνση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου