του Γιάννη Βελίκη
Έρωτας!
Λέξη μαγική, σχεδόν ιερή, που σημαίνει πολλά και διαφορετικά για τον
καθένα που τη χρησιμοποιεί. Για την ακρίβεια, η λέξη αυτή έχει τόσες
σημασίες, όσες και οι άνθρωποι που την εκφέρουν. Σε γενικές γραμμές,
φυσικά, αναφέρεται στο πιο συγκλονιστικό, καταιγιστικό και καταλυτικό
συναίσθημα που νιώθουν οι άνθρωποι, από την πιο μικρή ηλικία ως τα βαθιά
τους γεράματα! Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το συγκεκριμένο θέμα
μονοπωλεί τις περισσότερες συζητήσεις, την τέχνη, τη λογοτεχνία, την
ποίηση και φυσικά τη μουσική. Είναι το εντονότερο συναίσθημα σε
κινητοποίηση ολόκληρου του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένης της ψυχικής
λειτουργίας, που μόνο το ένστικτο της επιβίωσης τολμά να συγκριθεί μαζί
του! Κάποιοι το υμνούν, άλλοι το αφορίζουν, κανείς όμως δεν το αγνοεί… Ο
Έρωτας είναι ανίκητος και στις πιο δύσκολες μάχες!
Το
1965, η ψυχολόγος Dorothy Tennov άρχισε να μελετά την κατάσταση του να
είναι κανείς ερωτευμένος ως κάτι διαφορετικό από την αγάπη που νιώθουν
γενικά οι άνθρωποι για άλλους ανθρώπους. Η Tennov, βασισμένη σε
εκατοντάδες συνεντεύξεις από ερωτευμένους, κατέληξε σε μία γενική
περιγραφή της κατάστασης αυτής:
- Στην αρχή, ενδιαφερόμαστε ιδιαίτερα για το άλλο άτομο
- Αν και το άλλο άτομο ενδιαφέρεται εξίσου, εμείς ενδιαφερόμαστε ακόμα περισσότερο.
-
Βιώνουμε ένα ενθουσιώδες αίσθημα λαχτάρας για την προσοχή του ατόμου. -
Ενδιαφερόμαστε μόνο για αυτό το άτομο και για κανένα άλλο
-
Το ενδιαφέρον μας μετατρέπεται σε εμμονή: Δε μπορούμε να σταματήσουμε
να σκεφτόμαστε το άτομο αυτό, ακόμα κι αν προσπαθούμε να συγκεντρωθούμε
σε άλλα πράγματα.
- Ονειροβατούμε και φανταζόμαστε συνεχώς το άλλο άτομο.
- Η σχέση, όταν αυτή ξεκινήσει, προκαλεί ευφορία.
- Σκεφτόμαστε τις ερωτικές επαφές με το άτομο.
- Συχνά νιώθουμε ένα αίσθημα πόνου ή τσιμπήματος στο στήθος.
-
Αδυνατούμε να προσέξουμε ή να αναγνωρίσουμε ατέλειες στο άτομο αυτό και
καμία λογική επιχειρηματολογία δε μπορεί να αλλάξει την θετική μας
άποψη. Στο πρώτο αυτό στάδιο μιας ερωτικής σχέσης είναι η ντοπαμίνη και
σεροτονίνη που καθορίζουν τα περίεργα συναισθήματα και τις αντιδράσεις
μας, όπως υποστηρίζουν οι επιστήμονες. Η ντοπαμίνη είναι ένα χημικό του
εγκεφάλου που μας κάνει να νιώθουμε ευφορία. Τα ερωτευμένα άτομα, λένε
οι ειδικοί, εμφανίζουν λιγότερη ανάγκη για ύπνο, παραπάνω ενέργεια και
μειωμένη όρεξη για φαγητό. Κάποιοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι δεν
είναι τυχαίο ότι τα ίδια χαρακτηριστικά εμφανίζονται στους χρήστες
αμφεταμινών και κοκαΐνης. Οι «αντενδείξεις» της ντοπαμίνης είναι άγχος,
νευρικότητα και συναισθηματική αστάθεια. Στις παθιασμένες ερωτικές
σχέσεις παρατηρείται ότι τα δυσάρεστα αυτά αισθήματα συχνά μπλέκονται με
τα ευχάριστα, δημιουργώντας για τους «πάσχοντες», ακόμα πιο έντονες
καταστάσεις. Το πρώτο στάδιο του έρωτα διαρκεί, σύμφωνα με τους
επιστήμονες, από έξι έως δεκαοκτώ μήνες, σπανιότερα έως τρία χρόνια.
Σταδιακά, όμως, ελαττώνεται γιατί οι άνθρωποι συνηθίζουν να είναι
ερωτευμένοι, ίσως με τον ίδιο τρόπο που άλλοι άνθρωποι αναπτύσσουν
σιγά-σιγά ανεκτικότητα στις επιπτώσεις των παραισθησιογόνων.
Σύμφωνα
με το ψυχαναλυτή Ζακ Αλέν Μιλέρ, οι λεπτομέρειες στις οποίες μπορεί να
πυροδοτηθεί ο έρωτας είναι απίστευτα ποικίλες: από τον έρωτα που
βασίζεται σε μικρά πράγματα, σε «θεϊκές λεπτομέρειες» όπως τα φετίχ,
στον έρωτα με «περίεργες» φαντασιώσεις (για παράδειγμα μια γυναίκα
μπορεί να φτάνει σε οργασμό με την προϋπόθεση ότι φαντάζεται κατά τη
συνουσία ότι την χτυπούν, τη βιάζουν, ή ότι είναι μια άλλη γυναίκα ή ότι
είναι κάπου αλλού, απούσα), ως και τις δύο πλευρές του έρωτα που
διαχώρισε ο Φρόιντ: είτε ερωτεύεσαι κάποιον που προστατεύει, σε αυτή την
περίπτωση τη μητέρα ή ερωτεύεσαι την ναρκισσιστική εικόνα του εαυτού
σου. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, ο διάλογος μεταξύ των δύο φύλων είναι
αδύνατος όπως είπε ο γάλλος ψυχαναλυτής Λακάν. Οι ερωτευμένοι άνθρωποι
είναι καταδικασμένοι να συνεχίζουν να μαθαίνουν την γλώσσα του άλλου επ’
αόριστον, ψηλαφώντας, αναζητώντας τα κλειδιά, κλειδιά που είναι πάντα
ανακλήσιμα. Ο έρωτας είναι πάντα ένας λαβύρινθος από παρεξηγήσεις όπου η
έξοδος δεν υπάρχει.
Η χημεία του Έρωτα
Όταν ο Έρωτας εμφανίζεται….
· Η
τεστοστερόνη των αντρών πέφτει ενώ των γυναικών ανεβαίνει, έτσι ώστε τα
επίπεδα να συγκλίνουν. Οι άντρες «γλυκαίνουν» και οι γυναίκες
συμπεριφέρονται πιο επιθετικά και κατακτητικά.
· Έκκριση Ντοπαμίνης. Η ντοπαμίνη κάνει τους ανθρώπους να απολαμβάνουν, να εκστασιάζονται και να παθιάζονται.
· PEA και Νοραδρεναλίνη (έως 3 μήνες). Συντελούν επίσης στην έξαρση πάθους και δυνατών συγκινήσεων.
· Ωκυτοκίνη
(έως 18 – 30 μήνες). Η σημαντικότατη αυτή ορμόνη κρατά τα αρσενικά
(χελιδόνια, ανθρώπους) έως και 30 μήνες στη φωλιά, προκειμένου τα μικρά
να μπορούν να ζήσουν αυτόνομα. Για τα περισσότερα είδη, τότε σταματά και
ο ρόλος του «πατέρα», ο οποίος και εγκαταλείπει τη φωλιά.
· Προλακτίνη.
Η θέα των παιδιών προκαλεί στον «πατέρα» την έκκριση της συγκεκριμένης
θηλυκής ορμόνης. Έτσι η συμπεριφορά του γίνεται πιο περιποιητική και η
τεστοστερόνη του πέφτει, έτσι ώστε να μην επιθυμεί συνεύρεση με άλλα
θηλυκά.
Ο Έρωτας στη Λογοτεχνία
Υπάρχουν
κάποια εξαιρετικά έργα με θέμα τον έρωτα, δοκίμια σημαντικών
συγγραφέων, όπως ο Ρολάν Μπαρτ στα «Αποσπάσματα του Ερωτικού λόγου» κι
ακόμα σημαντικά λογοτεχνικά (ο Κούντερα, για παράδειγμα) και ποιητικά,
θεατρικά και κινηματογραφικά έργα κλπ. Στο δεκαπεντάτομο έργο του Μαρσέλ
Προυστ, «Αναζητώντας το χαμένο χρόνο», το αγαπημένο πρόσωπο εκφράζει
έναν εφικτό κόσμο, άγνωστο σε μας. Ο αγαπημένος προϋποθέτει, εντυλίγει,
φυλακίζει έναν κόσμο που πρέπει να τον αποκρυπτογραφήσουμε. Τα μάτια του
θα ήταν μόνο πέτρες, το σώμα του ένα κομμάτι σάρκα, αν δεν εκφράζανε
έναν ή πολλούς ενδεχόμενους κόσμους, τοπία και τόπους, τρόπους ζωής, μια
πολλαπλότητα από ψυχές. Να αγαπάς, είναι να προσπαθείς να εξηγήσεις, να ξετυλίξεις τους
άγνωστους αυτούς κόσμους που παραμένουν τυλιγμένοι μέσα στο αγαπημένο
πρόσωπο. Γι αυτό και ερωτευόμαστε τόσο εύκολα γυναίκες που δεν «ανήκουν
στον κόσμο μας», που δεν είναι καν του τύπου μας. Γυναίκες που αγαπούμε
συνδέονται πολύ συχνά με τοπία που τα γνωρίζουμε τόσο, ώστε να ευχόμαστε
να τα δούμε να αντικαθρεφτίζονται στα μάτια μιας γυναίκας, αλλά που η
αντανάκλασή τους καλύπτεται τότε από τόσο μυστήριο, ώστε γίνονται για
μας χώρες απροσπέλαστες, άγνωστες. Το να πιστεύουμε πως ένα πλάσμα
μετέχει σε μια άγνωστη ζωή στην οποία ο έρωτάς του θα μας βοηθούσε να
μπούμε, είναι, απ’ όλα όσα χρειάζεται ο έρωτας για να γεννηθεί, αυτό στο
οποίο δίνει την πιο μεγάλη σημασία και που τον κάνει ν’ αδιαφορεί για
όλα τ’ άλλα. Ακόμα και οι γυναίκες που διατείνονται πως κρίνουν έναν
άντρα μόνο απ’ τη σωματική του κατασκευή, βλέπουν σ’ αυτήν κάτι που
προέρχεται από μια ξεχωριστή ζωή. Γι’ αυτό αγαπούν τους στρατιωτικούς : η
στολή τις κάνει λιγότερο απαιτητικές για το πρόσωπο : νομίζουν πως
φιλούν κάτω απ’ το θώρακα μια καρδιά διαφορετική, δοσμένη στην
περιπέτεια και στην τρυφερότητα : κι ένας νέος ηγεμόνας, ένας πρίγκιπας
διάδοχος του θρόνου, για να κάνει τις πιο κολακευτικές κατακτήσεις, στην
ξένη χώρα που επισκέπτεται, δεν χρειάζεται το ωραίο προφίλ που θα ήταν
ίσως απαραίτητο σ’ έναν χρηματομεσίτη.
Όταν
αγαπούμε, η αγάπη είναι υπερβολικά μεγάλη για να μπορέσει να χωρέσει
ολόκληρη μέσα μας : ακτινοβολεί προς την αγαπημένη ύπαρξη, συναντά σ’
αυτή μια επιφάνεια που τη σταματά, την υποχρεώνει να επιστρέψει στο
σημείο εκκίνησής της, και είναι αυτό το αντίστροφο χτύπημα της
συμπάθειας που ονομάζουμε συναισθήματα του άλλου και που μας γοητεύει
έτσι περισσότερο παρά στον πηγαιμό της, γιατί δεν αναγνωρίζουμε ότι
έρχεται από μας τους ίδιους.
Η
αγάπη, όταν γίνεται κάτι σαν αρρώστια, απλώνεται πολύ πέρα απ’ την
περιοχή του σωματικού πόθου - μπορεί η γυναίκα να ασχημύνει σε σχέση με
την εικόνα της στο παρελθόν, αλλά αυτό για τον ερωτευμένο δεν παίζει
κανένα ρόλο. Όταν η αρρώστια που είναι η αγάπη πολλαπλασιάζεται, δένεται
με όλες τις συνήθειες του ερωτευμένου, όλες του τις πράξεις, τη σκέψη
του, την υγεία του, τη ζωή του κι ακόμα μ’ ότι θα επιθυμούσε μετά το
θάνατό του, γίνεται τόσο πολύ ένα πράγμα με τον ίδιο, που δε θα
μπορούσαν να του αφαιρέσουν αυτή την αρρώστια, χωρίς να καταστρέψουν τον
ίδιο ολόκληρο : ο έρωτάς του δεν είναι πια χειρουργήσιμος.
Η
αγαπημένη ύπαρξη είναι διαδοχικά το κακό και το φάρμακο που αναστέλλει
και επιδεινώνει το κακό (τα δύο πρόσωπα ή ομάδες προσώπων). Η γυναίκα
καθίσταται, σε ακραία περίπτωση, ένα είδος ναρκωτικού. Η περιγραφή των
κοινών συμπτωμάτων από τον Προυστ είναι αριστοτεχνική : «Στην περίπτωση
αυτή η γυναίκα βρίσκεται στη θέση που βρίσκονται - αυτά όμως χωρίς να το
συνειδητοποιούν όπως εκείνη - εκείνα τα πανούργα μέσα στην άγνοιά τους
φάρμακα, όπως είναι τα υπνωτικά, η μορφίνη. Δεν είναι σ’ εκείνους στους
οποίους χαρίζουν την ευχαρίστηση του ύπνου ή μιας αυθεντικής ευεξίας που
τα φάρμακα αυτά είναι απολύτως απαραίτητα. Δεν είναι από ανθρώπους σαν
αυτούς που θα αγορασθούν με οποιαδήποτε τιμή, αντάλλαγμα για όλα τα
υπάρχοντα του άρρωστου. Αλλά από εκείνη την άλλη τάξη άρρωστων ανθρώπων
(που μπορεί ίσως να είναι τα ίδια άτομα διαφοροποιημένα όμως με το
πέρασμα του χρόνου), εκείνους που το φάρμακο δεν τους στέλνει για ύπνο,
στους οποίους δεν προκαλεί κανένα ρίγος ευχαρίστησης, οι οποίοι όμως,
όσο το στερούνται, γίνονται λεία μιας αγωνίας στην οποία με οποιοδήποτε
τίμημα πασχίζουν απεγνωσμένα να βάλουν τέλος, ακόμη κι αν το τίμημα θα
είναι ο δικός τους θάνατος».
Ο Έρωτας στην Ψυχανάλυση
Η
Ψυχανάλυση από τα χρόνια του Φρόιντ ακόμη, ασχολήθηκε πολύ με το θέμα
του Έρωτα, σε βαθμό που θα μπορούσαμε να το θεωρήσουμε ως κεντρικό. Οι
πιο σημαντικές θεωρίες ήταν αυτές του Φρόιντ, όπου για πρώτη φορά
αναδείχτηκε η παιδική σεξουαλικότητα και ο ερωτισμός της βρεφικής
φροντίδας, η θεωρία της προσκόλλησης και εξατομίκευσης τηςMahler,
οι αντικειμενοτρόπες σχέσεις της Κλάιν και φυσικά το μεταβατικό
αντικείμενο του Βίννικοτ, όπου τα πάντα αντιπροσωπεύουν για τον άνθρωπο
ότι το στήθος της μάνας για το βρέφος!
Ένας από τους ψυχαναλυτές που ασχολήθηκαν με τον ερωτισμό στα δύο φύλα ήταν και οKernberg.
Υποστήριξε ότι για πολλούς λόγους βιολογικούς και μη, ο ερωτισμός στα
δύο φύλα ξεκινάει με αντίστροφο τρόπο: στα νήπια αγόρια ο σωματικός
αισθησιασμός χωρίς συναίσθημα είναι βασικός, ενώ στα κορίτσια βασικό
είναι το συναίσθημα το οποίο όταν ικανοποιηθεί οδηγεί αργά στο σωματικό
αισθησιασμό. Ακλόνητο επιχείρημα στη θέση τουKernberg είναι
το στυλ της πορνογραφίας που προτιμούν τα δύο φύλα: οι άντρες έφηβοι
προτιμούν όντως το σεξ χωρίς συναίσθημα (π.χ. πορνεία) ενώ τα κορίτσια
έφηβοι το συναίσθημα χωρίς σεξ (Άρλεκιν κ.α.). Ο δε έρωτας μπορεί να
είναι δύο επιλογών: ναρκισσιστικός (όπου κάποιος ερωτεύεται ότι μοιάζει
με τον εαυτό του) που είναι και ο πιο συχνός ή αντικειμενοτρόπος (όπου
κάποιος ερωτεύεται κάποιον που δεν του μοιάζει) που είναι σπάνιος και
αναφέρεται σε αυτό που συχνά αποκαλούμε ως αγάπη!
Σύμφωνα με τον ψυχαναλυτή Δημήτρι Βεργέτη «αυτό
που διακυβεύεται στο επίπεδο του έρωτα έχει να κάνει με την έλλειψη,
ότι κάπου ο έρωτας βρίσκεται σε συνάφεια, σε εγγύτητα με ένα ορισμένο
καθεστώς της έλλειψης, η οποία λειτουργεί και σαν αρχή ερωτικοποίησης
και επιθυμητότητας ενός αντικειμένου. Δηλαδή ένα αντικείμενο καθίσταται
επιθυμητό στο βαθμό που έρχεται να λειτουργήσει στις παρυφές της
έλλειψης, υποσχόμενο την αναπλήρωσή της. Ο έρωτας ξεκινάει πάντα κατά
τρόπο μονόπλευρο. Ο ένας εκ των δύο κεραυνοβολείται κατά κάποιο τρόπο,
υφίσταται αυτή την ερωτική κεραυνοβόληση και καταλαμβάνεται από το
ερωτικό πάθος, το οποίο το απευθύνει σε κάποιον και παραμένει όντως
δεσμώτης μιας μοναχικής εμπειρίας στο βαθμό που δεν υπάρχει ανταπόκριση.
Πρωτογενώς, η εμπλοκή του φύλου στον έρωτα είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη.
Σε αντίθεση, φυσικά, με το σεξ. Γιατί αυτό που αγαπάει κανείς στον
έρωτα, όσον αφορά τουλάχιστον μια ορισμένη προσέγγιση, είναι ο ίδιος του
ο εαυτός ή μια εξιδανικευμένη εκδοχή του ιδίου του τού εαυτού. Με αυτήν
την έννοια, ο έρωτας έχει πάντα κάποιες ναρκισσιστικές καταβολές και
αυτό είναι ένα μοτίβο που διατρέχει όλη τη δυτική σκέψη πάνω στον έρωτα.
Ναρκισσιστικές καταβολές, ναρκισσιστική αφετηρία, ναρκισσιστική ρίζα
του ερωτικού συναισθήματος. Μέσα από αυτό το πρίσμα, ο έρωτας εμπλέκει
ένα σώμα, το οποίο στοιχειοθετείται μέσα στη ναρκισσιστική εμπειρία της
φαντασιακής, κατοπτρικής ακεραιότητάς του. Πρόκειται για το σώμα που
μορφοποιείται μέσα στο στάδιο του καθρέπτη, για ένα σώμα ολοπαγές, ένα
σώμα που δεν είναι τραυματισμένο από τον ευνουχισμό, ένα σώμα που δεν
είναι προικισμένο με ερωτογόνες ζώνες και ενορμητικά χάσματα. Ήδη από
αυτό το επίπεδο βλέπουμε ότι ο έρωτας απευθύνεται στην ολότητα του
άλλου, δεν ερωτεύεται κανείς το στήθος μιας γυναίκας, τα έφυγρα χείλη
της ή την ψιμυθιωμένη εικόνα της. Ο ερωτευμένος μπορεί μεν να
καψουρεύεται το στήθος μιας γυναίκας, να καψουρεύεται τις καμπύλες της,
να καψουρεύεται το γοβάκι της, αλλά ο έρωτας ως έρωτας απευθύνεται σε
ένα είδος ολότητας του άλλου, τοποθετούμενου σε τελική ανάλυση πέραν του
φαντασιακού, πέραν του ναρκισισμού, πέραν της σαγήνης της εικόνας. Για
την ακρίβεια, απευθύνεται στο είναι του άλλου. Σε αντίθεση ακριβώς με
την εμπειρία της σεξουαλικότητας, η οποία απευθύνεται σε ένα έμφυλο
σώμα, προικισμένο με ερωτογόνες ζώνες, με ιδιαιτερότητες, ένα σώμα που
λειτουργεί ως αποδέκτης των φαντασιώσεων. Οι φαντασιώσεις αποτελούν τον
κατ'εξοχήν συνομιλητή της σεξουαλικότητας, ο παρτενέρ καλείται απλά να
τις ενσαρκώσει, να τους προσδώσει σάρκα και οστά. Οποιαδήποτε έμφυλη
σχέση συνάπτεται υπό την κηδεμονία των φαντασιώσεων είναι σαφές ότι
είναι δομημένη με βάση ένα σεξουαλικό σενάριο. Ενώ η αμιγώς ερωτική
σχέση δεν έχει ως πρωτογενή καταλύτης της κάποια σεξουαλική φαντασίωση.
Αυτή είναι, λοιπόν, η τεράστια διαφορά. Ο έρωτας σπεύδει προς το είναι
του υποκειμένου και από αυτή την άποψη δεν είναι μια αναλώσιμη
διαμεσολάβηση για την ικανοποίηση της σεξουαλικής ενόρμησης, δεν είναι η
κόσμια πρόσοψη των φαντασιώσεων.
Ο Ματθαίος Γιωσαφάτ σε συνένετευξη ατο Βήμαgazino αναφέρει:
«στους ώριμους ανθρώπους υπάρχει αγάπη. Έχουν δεχτεί τα δικά τους
ελαττώματα και του συντρόφου τους, έχουν ζήσει την υπαρξιακή μοναξιά.
Τον πρώτο χρόνο της ζωής τους έχουν πάρει αρκετή αγάπη από τη μητέρα
τους κι έχουν δεχτεί ότι δεν μπορούν να τα έχουν όλα. Η αγάπη ξεκινάει
από την ευγνωμοσύνη. Η ευγνωμοσύνη δημιουργεί συνθήκες ενδιαφέροντος για
τον άλλον. Ο έρωτας διαρκεί πόσο; Έναν χρόνο; Μετά, ή μεταμορφώνεται σε
αγάπη με στοιχεία ευγνωμοσύνης, ή διαλύεται. Οι εξαρτημένοι, οι
στερημένοι από μητρική αγάπη ονειρεύονται καρβέλια, μια ιδανική γυναίκα.
Ακριβώς όπως τα παιδιά πιστεύουν ότι η μάνα τους είναι όλος ο κόσμος.
Δεν βλέπετε πώς κοιτάζονται οι έφηβοι στα πάρκα; Σαν να είναι ο ένας η
μητέρα του άλλου. Ο πατέρας στηρίζει τη μάνα. Γίνεται η μητέρα της
μητέρας του παιδιού του, παρέχοντας στοργή και τρυφερότητα άνευ όρων.
Στην πραγματικότητα, όμως, τι κάνει ο άντρας; Ζηλεύει που η μητέρα
αφιερώνεται στο παιδί της και την απατά. Το αρσενικό ζώο είναι
πολυγαμικό, η πολυγαμία είναι μέσα στη φύση του άντρα. Γιατί είναι
πολυγαμικοί οι άντρες; Επειδή η μόνη άμυνα απέναντι στον θάνατο είναι τα
γονίδια. Η γυναίκα ξέρει ότι τα γονίδιά της έχουν πάει στο έμβρυο που
κυοφορεί. Ο άντρας δεν ξέρει αν είναι δικό του το παιδί. Στον κόσμο των
ζώων τα αρσενικά κατασπαράζουν το ένα το άλλο για να κερδίσουν το
θηλυκό. Ή πνίγουν το μωρό τους, επειδή έτσι το θηλυκό αποκτά ξανά
οίστρο».
Το παραμύθι του Έρωτα
Πόσα
είδη και κατηγορίες έρωτα υπάρχουν; Θεωρητικά τόσα όσα και οι άνθρωποι!
Θα μπορούσαμε, ωστόσο, να ξεχωρίσουμε μερικές μεγάλες ομάδες… Οι
στοματικοί τύποι, όπως τους ονόμαζε ο Φρόιντ, οι άνθρωποι που κατ’ αυτόν
έχουν άλυτες συναισθηματικές ανάγκες από τη βρεφική τους ακόμη ηλικία,
ερωτεύονται οποιονδήποτε άνθρωπο τους δείχνει την παραμικρή αγάπη ή
ενδιαφέρον. Οι άνθρωποι αυτοί προσκολλώνται εύκολα και δυνατά σε σχέσεις
που ακόμη και αν αργότερα τους υποτιμούν, τους εξαπατούν ή τους
κακοποιούν τους είναι αδύνατο να ξεκολλήσουν. Οι πρωκτικοί τύποι, από
την άλλη, οι άνθρωποι που έχουν άλυτες συναισθηματικές ανάγκες από την
πρώιμη νηπιακή ηλικία είναι σε μόνιμο «εμπορικό» αλισβερίσι… Επιδιώκουν
να βρουν τις καλύτερες «ευκαιρίες» στη ζωή και στον έρωτα, όπου θα
«δώσουν τα λιγότερα και θα πάρουν τα περισσότερα». Είναι οι άνθρωποι που
θα επιδιώξουν έναν συμφεροντολογικό γάμο με καλή προίκα ή θα ψωνίσουν
μία όμορφη πόρνη από υποβαθμισμένη χώρα που δεν θα τους κοστίσει ακριβά.
Στη
συνέχεια, οι φαλλικοί τύποι, αυτοί που δεν έχουν λύσει το Οιδιπόδειο
σύμπλεγμα τους, θα επιδιώξουν όπως αναμενόταν να «κλέψουν» τη γυναίκα ή
τον άντρα ενός άλλου ζευγαριού, ενώ οι διανοητικοί τύποι της λανθάνουσας
περιόδου θα ονειρευτούν μία ερωτική σχέση με απαγγελίες ποιημάτων και
σεξ με Βetadin…
Μια άλλη κατηγοριοποίηση είναι και αυτή των αναγκών του Maslow:
οι ανασφαλείς τύποι θα αναζητήσουν στον έρωτα την ασφάλεια, οι
σωματικοί τύποι την ηδονή, οι διανοητικοί τύποι τη νόηση, οι
συναισθηματικοί το συναίσθημα (βλέπε Άρλεκιν), και οι τύποι με τις
υπαρξιακές ανάγκες θα επιχειρήσουν μέσω του έρωτα να νικήσουν το φόβο
του θανάτου!
Το
βρίσκει ο καθένας αυτό που ζητάει; Δυστυχώς η μεγάλη πλειονότητα των
ανθρώπων όχι… Βλέπετε, το να βρει κανείς τον άνθρωπο που τον καλύπτει
από την πρώτη στιγμή ως και πέραν του έτους, της 7ετίας ή της 20ετίας
είναι στο επίπεδο του 2 με 4%! Και τότε; Τι στο καλό συμβαίνει με τον
Έρωτα;
Τότε
ακριβώς αναλαμβάνει τα ηνία ο Εγκέφαλος. Ο εγκέφαλος, αυτό το μοναδικό
σε πολυπλοκότητα όργανο του Σύμπαντος, αναλαμβάνει να γεμίσει τα κενά
των σχέσεων προκειμένου να διατηρήσει την ευτυχία των αφεντικών του,
κάνοντας κάθε είδους όνειρα, σενάρια και παραμύθια…
Σας
φαίνεται παράξενο; Δεν είναι όμως… Σκεφτείτε πως οτιδήποτε
αντιλαμβάνεστε είναι αποκλειστικά προϊόν του εγκεφάλου σας και δεν
υπάρχει στην πραγματικότητα! Γι’ αυτό άλλωστε και στην περιγραφή ενός
δυστυχήματος ο κάθε μάρτυρας λέει τη δική του εκδοχή, ή στην ερμηνεία
μιας κινηματογραφικής ταινίας ο καθένας αποκομίζει τις δικές του
εντυπώσεις. Πάρτε για παράδειγμα την όραση: αν γυρίσετε τα μάτια σας στο
χώρο που βρίσκεστε αυτήν την στιγμή, θα δείτε μια ενιαία εικόνα – την
εικόνα αυτή όμως την συνέθεσε και σας τη δίνει ο εγκέφαλος σας. Για την
ακρίβεια ο εγκέφαλος λαμβάνει άπειρα ξεχωριστά οπτικά αντεστραμμένα
ερεθίσματα με τη μορφή της ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας, και στη συνέχεια
τα αντιστρέφει και τα συνθέτει σε μία ενιαία εικόνα…
Και
αν μπορεί να κάνει αυτή τη διαδικασία στην ερμηνεία μιας
«αντικειμενικής» πραγματικότητας (την ερμηνεία ενός χώρου), φανταστείτε
πόσο παρερμηνεύει, μετασχηματίζει και κατά βούληση παραμυθιάζει την
αντίληψη μας για ένα άτομο που το ορίζει ως υποψήφιο εραστή!
Ούτε
λίγο, ούτε πολύ λοιπόν, το αν μας καλύπτει ή όχι τις ερωτικές μας
ανάγκες ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, έχει πολύ μικρότερη σημασία, από το
πώς ερμηνεύει ο εγκέφαλος μας αυτόν τον άνθρωπο και τη σημασία του
δίνει. Καλώς ή κακώς είμαστε θύματα του ίδιου μας του εγκεφάλου και των
ιστοριών που αυτός μας πλάθει…
Έτσι,
τα όνειρα, οι αναλήθειες, οι παρερμηνείες, οι διαστρεβλώσεις και τα
ψέματα που ο εγκέφαλος μας μάς λέει ειδικά στον έρωτα δεν έχουν τέλος.
Σε γενικές γραμμές, ωστόσο, προσπαθεί να καλύψει τις ανεπάρκειες της
ερωτικής κατάστασης που ζει το αφεντικό του, ώστε να κρατά το αφεντικό
του χαρούμενο. Ιδού μερικά παραδείγματα: την ώρα της συνουσίας, αν ένας
άντρας νιώθει ανεπαρκής απέναντι σε μία γυναίκα, μπορεί να φαντασιωθεί
ότι έρχονται και άλλοι άντρες και όλοι μαζί βιάζουν τη συγκεκριμένη
γυναίκα και, ως εκ θαύματος, ξεπερνά αμέσως την ανεπάρκεια του… Μια
γυναίκα που κακοποιείται φυσικά και σεξουαλικά από τον άντρα της μπορεί
να τον ακούσει να της ζητάει συγνώμη με λουλούδια και να θεωρήσει ότι
είναι τελικά «καλός άνθρωπος». Ένας ομοφυλόφιλος, μπορεί να έχει τόσο
πολύ πιστέψει ότι είναι γυναίκα, που να μπορεί να κάνει έρωτα με έναν
άντρα μην βλέποντας στο ελάχιστο την πραγματικότητα της συνουσίας των
δύο αντρών. Ένας που αυνανίζεται συχνά μπορεί να έχει εκλεπτύνει τόσο
πολύ τη φαντασία του που άλλοτε να χαϊδεύει το σώμα του σαν αντρικό και
άλλοτε σαν γυναικείο…
Ο
Έρωτας, λοιπόν, δεν έχει να κάνει τόσο με το «άλλο» πρόσωπο όσο με την
ανάγκη μας να ερωτευτούμε το ίδιο το ερωτικό συναίσθημα ανεξάρτητα από
πού προέρχεται! Κινητοποιεί δε τις πιο αρχέγονες και τις πιο δυνατές μας
ανάγκες και ο εγκέφαλος μας αναλαμβάνει τα ηνία ώστε να μας πείσει ότι
έχουμε κάνει στην κάθε περίπτωση την καλύτερη επιλογή! Είναι όμως έτσι;
Έρωτας: ανάγκη ή επιθυμία;
Για
κάθε τι που χρειαζόμαστε στη ζωή μπορούμε να αναρωτηθούμε: είναι μία
ανάγκη μας να το έχουμε ή μπορούμε να ζούμε και χωρίς αυτό αλλά απλώς το
επιθυμούμε; Η ανάγκη, σε κάθε περίπτωση, υποδηλώνει μια σοβαρότερη
κινητοποίηση του οργανισμού στο να αποκτήσουμε κάτι, μιας και αυτό το
κάτι, γίνεται αντιληπτό ως απαραίτητο στοιχείο της επιβίωσης και της
υγείας μας. Η επιθυμία, από την άλλη, γενικώς αναφέρεται σε κάτι που θα
θέλαμε να έχουμε, χωρίς ωστόσο αυτό να αποτελεί βασικό συστατικό της
λειτουργικότητας μας και να μπορούμε να είμαστε υγιείς και χωρίς αυτό.
Για παράδειγμα, το νερό είναι μία ανάγκη όπως και ο αέρας: χωρίς αυτά σε
λίγο χρόνο δεν θα επιβιώναμε. Το σπορ αυτοκίνητο από την άλλη, θα μπει
στην κατηγορία της επιθυμίας: μπορούμε να ζήσουμε και χωρίς αυτό, και το
επιθυμούμε μόνο για την απόλαυση και την κοινωνική επίδειξη που μας
προσφέρει.
Ο
Έρωτας σε ποια κατηγορία ανήκει; Είναι ανάγκη μας να ερωτευόμαστε ή
επιθυμία; Με άλλα λόγια, χωρίς τον Έρωτα μπορούμε να ζήσουμε ή αποτελεί
μία απλή «πολυτέλεια» της ψυχικής μας κατάστασης;
Η
Ιστορία της ανθρωπότητας δείχνει ότι ο Έρωτας ανέκαθεν αντιμετωπιζόταν
ως περιττή και επικίνδυνη κατάσταση, τουλάχιστον όσον αφορούσε στις
πλατιές λαϊκές μάζες. Το έργο του εξαίρετου κοινωνιολόγου Φουκώ « η
Ιστορία της Σεξουαλικότητας» μας δείχνει πολύ γλαφυρά, πως ανέκαθεν και
διαχρονικά η άρχουσα τάξη καταπίεζε την εκδήλωση των ερωτικών
συναισθημάτων στις λαϊκές μάζες. Ο λόγος ήταν ότι έτσι οι οικογένειες
και οι κοινωνίες ήταν πιο σταθερές και ο καθένας παντρευόταν άτομο της
κοινωνικής του τάξης. Μάλιστα στην Αγγλία του Μεσαίωνα, για να
συνουσιαστεί ένα ζευγάρι θα έπρεπε να έχει την άδεια του Βασιλιά, και
όταν την έπαιρνε συνουσιαζόταν αφού πρώτα τοποθετούσε τη λέξηFUCK στην πόρτα, λέξη που τα γράμματα της ήταν τα αρχικά των λέξεων «συνουσία μετά από άδεια του Βασιλιά».
Πρώτο
το κίνημα του Ρομαντισμού, λίγο μετά το Μεσαίωνα, κατάφερε και
απενοχοποίησε το θέμα του Έρωτα χωρίς όμως να προκαλέσει μεγάλες
κοινωνικές αλλαγές. Η μεγάλη εξέλιξη ήρθε με τα κείμενα του Φρόιντ στις
αρχές του 20ου αιώνα, όπου παρά το ανελέητο σφυροκόπημα που
δέχτηκε για τις απόψεις από άρχοντες και επιστήμονες, τελικά έπεισε για
την αναγκαιότητα της ερωτικής – σεξουαλικής έκφρασης στην ψυχική υγεία.
Τέλος, με το κίνημα του φεμινισμού και ιδιαίτερα με την ιδεολογική
επανάσταση το Μάιο του 68, ήρθε η πλήρης ηθική αποκατάσταση των ερωτικών
αισθημάτων (τουλάχιστον για τον δυτικό κόσμο). Το φαινόμενο αυτό
αντανακλάται στις ελληνικές και όχι μόνο ταινίες εκείνης της εποχής,
όπου οι νέοι και οι γυναίκες διεκδικούν την ελευθερία των ερωτικών τους
αισθημάτων ακόμη και όταν υπάρξει έρωτας μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών
τάξεων.
Ο Έρωτας στον 21ο αιώνα
θεωρείται πια ανάγκη, τόσο που οι περισσότεροι άνθρωποι του δυτικού
κόσμου αδυνατούν να φανταστούν τη ζωή τους χωρίς αυτόν! Τα σήριαλ, ο
κινηματογράφος, η ποίηση, η λογοτεχνία και η μουσική ανταγωνίζονται στο
ποια τέχνη θα παρουσιάσει την καλύτερη ερωτική ιστορία.
Ωστόσο,
ο Έρωτας, δεν μπορεί ποτέ να γίνει και να επιβιώσει ως ανάγκη! Εδώ
είναι ακριβώς το σημείο που οι περισσότεροι το «χάνουμε»… Μόλις κανείς
ερωτευτεί, ζητάει και επιδιώκει να έχει αυτόν τον έρωτα για πάντα:
προσπαθεί να «δέσει» τον σύντροφο του με όρκους, με μάγια, με γάμο, με
οικονομική εξάρτηση για να μην του φύγει… Αλλά ο έρωτας είναι σαν το
αηδόνι: αν τον φυλακίσεις πεθαίνει!
Γιατί;
Για τον απλούστατο λόγο ότι μπορεί να ευδοκιμήσει μόνο σε ελεύθερα
σκεπτόμενα και συναισθηματικώς ώριμα άτομα, που καταλαβαίνουν ότι
μπορούν να ζήσουν και χωρίς αυτόν και ερωτεύονται χωρίς το συναίσθημα
τους να αποτελεί προϋπόθεση επιβίωσης και υγείας. Έτσι, μπορούν να είναι
ερωτευμένοι, αφήνοντας τον σύντροφο τους να είναι ο εαυτός του και η
σχέση τους να παίρνει καθαρό «αέρα», χωρίς το πνίξιμο και την καταπίεση
που προκαλούν τα αισθήματα ζήλιας του ατόμου που έχει ανάγκη επιβίωσης
από την ερωτική του σχέση.
Με
άλλα λόγια, η έκφραση «βρήκα το άλλο μου μισό» δεν θα έπρεπε να
λέγεται: σημαίνει ότι βιώνω τον εαυτό μου ως μισό, επομένως αν βρω το
άλλο μου μισό δεν το αφήνω να φύγει γιατί θα ξαναγίνω μισός… Αν όμως
προσπαθήσω να «δέσω» το σύντροφο μου θα χάσω τον έρωτα. Θα ήταν πολύ
καλύτερο να είμαι «ολόκληρος» και να βρω έναν άλλο άνθρωπο επίσης
«ολόκληρο» που δεν τον χρειάζομαι αλλά τον «αγαπάω», γιατί μου κάνει τη
ζωή καλύτερη και εμένα κάτι πιο μεγάλο από τον εαυτό που ήξερα! Η
ερωτική αγάπη δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο από την υπέρβαση του «εγώ»
και την επένδυση του «εμείς»! Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο από
υγιή και «ολόκληρα» άτομα.
Στο βιβλίο του A. Carotenuto με τίτλο «Έρως και πάθος» διαβάζουμε:
«Η
ερωτική εμπειρία είναι μια από τις πιο σπουδαίες και για πολλούς η
πλέον σημαντική εμπειρία της ζωής του ανθρώπου. Μια βαθύτερη σκέψη πάνω
στον έρωτα δεν μπορεί παρά να είναι ένας στοχασμός πάνω στην έννοια της
ανθρώπινης ύπαρξης, χαρακτηριστικό της οποίας είναι το ανικανοποίητο, η
νοσταλγία, το αίσθημα της μοναξιάς, η επιθυμία για ολοκλήρωση και
τελειότητα, ο ψυχικός πόνος.
Εκείνο
που κυρίως γοητεύει στον έρωτα είναι ο απόλυτος χαρακτήρας του, η
απαίτησή του για αιωνιότητα και τελειότητα, η σιγουριά των ερωτευμένων
ότι έχουν βρει το μοναδικό πρόσωπο που μπορεί να ικανοποιήσει το
ατέλειωτο των πόθων τους. Το αγαπημένο πρόσωπο, εξιδανικεύεται,
θεοποιείται, λατρεύεται, γίνεται στήριγμα της φαντασίας. Η αναπόφευκτη
συνέπεια όλων αυτών είναι να κάνουμε τον άλλο υποχείριο και να
απογοητευόμαστε όταν τον βλέπουμε στην πραγματικότητά του.
Οι
απογοητεύσεις του έρωτα που στρέφεται προς ένα και μοναδικό πρόσωπο, η
αγωνία της εγκατάλειψης που μας κατακυριεύει όταν παύει η αγάπη, είναι,
μια ευκαιρία για ωρίμανση, όχι μόνο γιατί επιτρέπουν έναν υψηλότερο
βαθμό αυτονομίας, αλλά, και γιατί επιτρέπουν να αναπτυχθούν πιο ώριμες
σχέσεις με τον κόσμο. Στον έρωτα δεν είναι σπάνιο, μαζί με το αίσθημα
της ένωσης με τον εραστή, να νιώθουμε και το αίσθημα της συμφιλίωσης με
όλους τους ανθρώπους και με το σύμπαν, ένα αίσθημα παγκόσμιας αγάπης.
Ένα από τα χαρακτηριστικά φαινόμενα της ερωτικής εμπειρίας είναι η
άμεση προσκόλληση στο αντικείμενο. Η παρουσία ή προσέγγιση του άλλου μας
αιχμαλωτίζουν με ένταση και αμεσότητα που δεν συναντιούνται σε άλλες
καταστάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Η ερωτική σχέση «μαγεύει» τον
ερωτευμένο και τον βασανίζει με την έμμονη ιδέα της εικόνας του άλλου.
Αυτό το βίωμα έχει έναν αιφνίδιο, εξωπραγματικό, σχεδόν καταναγκαστικό
χαρακτήρα.
Επιστρέφοντας στις πρώτες εμπειρίες του βρέφους, εκείνες που δεν μπορεί
να συγκρατήσει στη μνήμη, αλλά που έχουν αφήσει ανεξίτηλα ίχνη στον υπό
διαμόρφωση εσωτερικό του κόσμο, μπορούμε να πούμε ότι το άγχος και ο
φόβος του αποχωρισμού είναι ένα συνεχώς επανερχόμενο θέμα που ξεκινάει
από τη στιγμή της γέννησης. Είναι θεμιτό να υποθέσουμε ότι στα πρώτα
στάδια του έρωτα δημιουργείται η αυταπάτη πλήρωσης ενός βασικού, δομικού
κενού. Αντικρίζοντας το αγαπημένο πρόσωπο, ο ερωτευμένος νιώθει ένα
αίσθημα απίστευτης πληρότητας και συγχρόνως έχει την εντύπωση ότι ως
εκείνη τη στιγμή ζούσε σε κατάσταση στέρησης. Η παρουσία του αγαπημένου
προσώπου είναι πηγή ευεξίας που μοιάζει να έχει ανεξάντλητες
δυνατότητες. Στην πραγματικότητα όμως, ο έρωτας ζει και τρέφεται απ'
αυτό που συμβαίνει σε μας, μέσα μας. Το πρόσωπο στο οποίο έχει
προσηλωθεί το βλέμμα και η επιθυμία μου αποκτά για μένα μοναδική
σημασία. Μόνο εκείνο μπορεί να ανακαλέσει τις πιο ενδόμυχες, και
ιδιαίτερες διαστάσεις μου. Η ζωτικότητα που δοκιμάζουμε όταν αγαπούμε
πηγάζει από την ανανεωμένη διάθεση για «αναζήτηση» που προκαλεί και
τρέφει το πάθος.
Η
αναστάτωση και η επιθυμία που προκαλεί η όψη του άλλου μαρτυρούν πόσο
επιτακτική είναι η ανάγκη να ενωθούμε ξανά με αυτό που έμοιαζε χαμένο
και που τώρα εμφανίζεται με καινούργια και ακόμη πιο ελκυστικά
χαρακτηριστικά.. Από τη συνάντηση δύο μοναδικοτήτων δεν μπορεί παρά να
προκύψει μια ιδιαίτερη, ανεπανάληπτη σχέση. Να γιατί, όταν εκείνη η
σχέση τελειώσει, είναι δικαιολογημένη η νοσταλγία, ο πόνος για κάτι που
χάθηκε οριστικά, αφού καμιά νέα συνάντηση δεν θα μπορέσει ποτέ να
ξαναζωντανέψει εκείνη την ίδια εμπειρία.
Υπάρχει
πάντοτε ακόμη και στις πλέον εξελιγμένες ψυχικές συνθήκες μια
ανεκπλήρωτη επιθυμία που ασφαλώς έχει τις καταβολές της στην παιδική
ηλικία. Η επιθυμία να είμαστε αντικείμενα για κάποιον όπως ήμαστε για
τους γονείς τη στιγμή που γεννηθήκαμε. Αυτό είναι μια πρωτογονική μνήμη
που κουβαλούμε πάντοτε μέσα μας.
Αν
ο άλλος αντιπροσωπεύει κάτι που λείπει από μένα, πρέπει να το αρπάξω,
να το κλέψω από τον κόσμο, γιατί αυτό που επιθυμώ δεν μου προσφέρεται
αυθόρμητα κι άρα πρέπει να το αποσπάσω με τη δύναμή μου. Μόλις
αποκτήσουμε αυτό που μας δίνει το αίσθημα της πληρότητας, αρχίζουμε να
αντιμετωπίζουμε με τρόμο, πόνο και αγωνία την πιθανότητα να το χάσουμε.
Μπορεί κάλλιστα να υπάρχουν σχέσεις χωρίς έντονες φωτοσκιάσεις, χωρίς
ρίγη και προαισθήματα, αλλά είναι άλλου τύπου. Ο έρωτας χαρακτηρίζεται
από την εναλλαγή της απομάκρυνσης και της επανεύρεσης, από την ανάγκη να
επιβεβαιώσουμε το κεκτημένο, να λέμε «είσαι δικός μου για πάντα», ενώ
την ίδια στιγμή μια φωνή μέσα μας ψιθυρίζει πως δεν είναι έτσι. Η
ουσιαστική σχέση με τον άλλον δεν είναι κάτι που κερδίζεται μια κι έξω,
αλλά απαιτεί συνεχή προσπάθεια».
Ο υγιής Έρωτας
Ο έρωτας για να έχει ελπίδες να επιβιώσει χρειάζεται δύο απαραίτητα συστατικά:
Α)
να συμπληρώνει ο ένας τον άλλον. Ο Φρόιντ συνήθιζε να λέει ότι στα
ζευγάρια η νεύρωση του ενός συμπληρώνει τη νεύρωση του άλλου και είχε
απόλυτο δίκιο. Ωστόσο πέρα από τη συμπλήρωση των νευρώσεων χρειάζεται
και η συμπλήρωση των ταμπεραμέντων (αργός – γρήγορος, ήρεμος –
δυναμικός, σπάταλος – συντηρητικός, έντονη προσωπικότητα – ήπιος
χαρακτήρας κ.λπ), ώστε παρά τις κορυφώσεις και τις έντονες στιγμές να
επέρχεται ισορροπία. Είναι αυτό που η λαϊκή σοφία πήρε από τη Φυσική και
λέει: τα ετερώνυμα έλκονται.
Β)
να υπάρχει ταυτόχρονη εξέλιξη σε επίπεδο ανάπτυξης προσωπικότητας στο
χρόνο (εδώ είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα των ζευγαριών):
Στις
περιπτώσεις που δύο άνθρωποι δεν εξελίσσονται ή το κάνουν με παρόμοια
ταχύτητα, ο αρχικός έρωτας παραμένει και συνεχίζει να
αλληλοτροφοδοτείται.
Όταν
όμως ο ένας από τους δύο αλλάζει με μεγαλύτερη ταχύτητα από τον άλλο,
σύντομα θα μένει ακάλυπτος από τον άνθρωπο που παλιότερα αγάπησε και
τώρα είναι ανεπαρκής! Γι αυτό άλλωστε, και σε περιπτώσεις που μόνο ο
ένας από τους δύο ξεκινά ψυχοθεραπεία, συχνά μετά από ένα μεγάλο ή μικρό
διάστημα χωρίζει… Έχει εξελιχθεί τόσο πολύ έναντι ενός ανθρώπου που
παρέμεινε ίδιος και επομένως αναζητά πια ανθρώπους του καινούργιου του
επιπέδου εξέλιξης. Και φυσικά σε αυτό το σημείο πορείας ενός ζευγαριού, η
μόνη επιβίωση του ζευγαριού έγκειται στη συνειδητοποίηση της νέας
κατάστασης από τον άνθρωπο που έμεινε πίσω και η ανάληψη δράσης από
μέρους του ώστε να διεκδικήσει ξανά τον άνθρωπο του. Μόνο που αυτή η
συμπεριφορά δεν είναι η συνήθης και αντί αυτής ξεκινούν οι απειλές και
οι διακανονισμοί από αυτόν που έμεινε πίσω για το τι θα χάσει
(οικονομικά, κοινωνικά κ.λπ.) αυτός που θα φύγει από το ζευγάρι, ή
απειλές τύπου ότι θα αυτός που μείνει θα πάθει σοβαρή ασθένεια ή θα
αυτοκτονήσει ή θα σκοτώσει το πρώην σύντροφο του, ή αρχίζουν τα
παρακάλια (το γνωστό άσμα «λίγα ψίχουλα αγάπης σου γυρεύω» κ.λπ.) με
αποτέλεσμα να χαθεί για πάντα ο έρωτας… Συνεπώς, καλώς ή κακώς, έρωτας
χωρίς συναγωνισμό στην εξέλιξη, και προσπάθεια συμπόρευσης κάθε στιγμή,
δεν μπορεί στην πράξη να υπάρξει, όσο δυνατό και αν είναι το συναίσθημα
του πρώτου καιρού που κεραυνοβόλησε τους δυο ερωτευμένους!