Αναρτήθηκε από: Βελίκης Ιωάννης, Ψυχολόγος PhD, τηλ. 6932683468
του Γιάννη Βελίκη
Από τα πιο βασικά οριζόμενα του Συντάγματος είναι η μορφή του πολιτεύματος (δημοκρατία), η υπεράσπιση του πολιτεύματος από τον ίδιο το λαό της χώρας, η λαϊκή κυριαρχία (όλες οι εξουσίες ανήκουν στο λαό και δίνονται για περιορισμένο διάστημα σε αντιπροσώπους), η ελευθερία έκφρασης, η ανεξιθρησκία, και η πρόσβαση όλων σε δημόσια αγαθά της ασφάλειας, της υγείας, της πρόνοιας, της μόρφωσης, και της λογοδοσίας από τους κυβερνήτες και δημόσιους υπαλλήλους για το έργο τους. Έτσι, στα περισσότερα κράτη, τα συντάγματα τους ορίζουν ως κυρίαρχο και φορέα όλων των εξουσιών το λαό, και προασπίζουν τα ατομικά δικαιώματα όλων απέναντι σε κάθε βουλή ή δράση οποιουδήποτε τα επιβουλεύεται.
Όπως όμως φαίνεται και προκύπτει από τη μελέτη της Ιστορίας, αλλά και τη σύγχρονη πραγματικότητα των αρχών του 21ου αιώνα, τα συντάγματα, που οι αρχές τους κατακτήθηκαν με τόση προσπάθεια και αίμα, καταλύονται και οι λαοί χάνουν την κυριαρχία και τα δικαιώματα τους, από δύο μορφές πολιτικο – οικονομικών καθεστώτων: τη δικτατορία και τη χρεοκρατία. Και στα δύο καθεστώτα ο λαός είναι ανήμπορος να αντιδράσει, στο πρώτο εξαιτίας των όπλων που τον σημαδεύουν και στο δεύτερο εξαιτίας της χρεοκοπίας που τον απειλεί. Και η μετάβαση στη συνταγματική νομιμότητα είναι και για τα δύο καθεστώτα οδυνηρή, και απαιτεί θυσίες, αίμα και γενναιότητα.
Όπως θα φανεί στη συνέχεια του άρθρο, τόσο η δικτατορία όσο και η χρεοκρατία επιβάλλονται στα κράτη προκειμένου να εξυπηρετήσουν αποικιοκρατικά συμφέροντα ισχυρών κρατών, τραπεζικών ομίλων, πολυεθνικών εταιρειών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων γνωστών ως «αγορές». Και βεβαίως η αποκατάσταση της δημοκρατίας δεν είναι εύκολη, διότι, ακόμη και αν αντιδράσει ο λαός της χώρας - θύματος, τα μεγάλα συμφέροντα θα συνεχίσουν να διοικούν, χρηματοδοτώντας και ενισχύοντας εξουσίες φιλικές στα συμφέροντα τους. Με αυτόν τον τρόπο συνεχίζεται μία, χωρίς τέλος, αποικιοκρατία, που λίγοι αντιλαμβάνονται και αντιδρούν. Και βεβαίως στην έσχατη περίπτωση που ο λαός καταφέρει, μετά από πολλές απώλειες και θυσίες, και πάρει την εξουσία, απειλείται με πόλεμο ώστε να αποκατασταθεί η αποικιοκρατική τάξη πραγμάτων.
Α) Δικτατορία
Η δικτατορία είναι, ως γνωστόν, μια πολιτικο – κοινωνική κατάσταση, κατά την οποία η δημοκρατία καταλύεται, μαζί και το Σύνταγμα, και κάποια ισχυρή πολιτική μερίδα παίρνει με τη βία και τα όπλα την εξουσία. Προκειμένου να κρατηθεί στην εξουσία, δεδομένου ότι δεν έχει τη λαϊκή εντολή και συναίνεση, χρησιμοποιεί ότι μέσο διαθέτει ώστε να κάμψει κάθε αντίσταση: δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων, βασανιστήρια και ανακρίσεις, εξορίες, προπαγάνδα, έλεγχο των Μ.Μ.Ε., λογοκρισία του πνευματικού κόσμου, κατάργηση των ατομικών δικαιωμάτων, έλεγχο της δικαστικής λειτουργίας, της ιεραρχίας και της εκπαίδευσης κ.ο.κ., ενώ ταυτόχρονα, επιβραβεύει δυσανάλογα τους υποστηρικτές του καθεστώτος, τους πληροφοριοδότες, τους παρακρατικούς μηχανισμούς, και τους ανθρώπους με επιρροή που τάσσονται υπέρ της δικτατορίας.
Τα ανωτέρω είναι πολύ γνωστά, και επαναλαμβάνονται σχεδόν σε κάθε δικτατορία: από τη σταλινική Ρωσία, την ελληνική χούντα του ’67, τη χούντα του Πινοσέτ (τα θύματα της δικτατορίας του Πινοσέτ στη Χιλή ξεπερνούν συνολικά τα 40.000, σύμφωνα με την εξεταστική επιτροπή που φτιάχτηκε για αυτόν ειδικά τον λόγο στο Σαντιάγο, ενώ ο επίσημος αριθμός νεκρών και εξαφανισθέντων ανέρχεται σε 3.065), μέχρι τα σύγχρονα δικτατορικά καθεστώτα σε όλη τη Κεντρική και Λατινική Αμερική και τη Μαύρη Ήπειρο. Σε όλες τις περιπτώσεις καταγγέλθηκαν και καταγγέλλονται δολοφονίες, βασανισμοί, εξορίες και κάθε είδους καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και σε όλες τις περιπτώσεις πολύ λίγα γίνονται για να προστατευτούν οι λαοί και η δημοκρατία. Γιατί άραγε;
Η απάντηση είναι τόσο προφανώς απλή, που ανατριχιάζει με την απλότητα της: οι κάθε είδους δικτατορίες επικρατούν χάρη στα μεγάλα συμφέροντα που υπηρετούν! Και μεγάλα συμφέροντα δεν είναι άλλα από τα συμφέροντα των δυνατών κρατών και των πολυεθνικών εταιριών. Έτσι, με ασφάλεια μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η δημοκρατία και τα δικαιώματα των λαών καταλύονται λόγω των συμφερόντων των δυνατών κρατών και των πολυεθνικών.
Η Ελλάδα του ’67, για παράδειγμα, είναι αποδεδειγμένο ότι «απέκτησε» δικτατορία χάρη στη χρηματοδότηση και την προσφορά υποστήριξης και τεχνογνωσίας από τους Αμερικανούς, οι οποίοι φοβόταν την αυξημένη επιρροή της Ε.Σ.Σ.Δ. εκείνο το διάστημα. Πράγματι, μετά την εγκαθίδρυση της χούντας, οι υποστηρικτές του κουμμουνισμού «εθνοκαθάρθηκαν» ώστε τίποτε να μην απειλεί τα Αμερικανο – Νατοϊκά συμφέροντα. Όταν αργότερα, η επιβεβλημένη από τους Αμερικανούς εθνικιστική χούντα του Παπαδόπουλου δεν συναινούσε στον τρόπο που θα «προφυλάσσονταν» η Κύπρος από τους Σοβιετικούς, απλώς «αποκεφαλίστηκε», και στη θέση της ανέβηκε ο Ιωαννίδης, που απέκλεισε τους Σοβιετικούς μια για πάντα, παραδίνοντας με εντολή των Η.Π.Α. την Κύπρο στην Τουρκία. Αποτελεί, δε, μεγάλη πρόκληση για την Ελληνική Δημοκρατία, που έως και τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα αρνείται να εμφανίσει τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη δράση των Αμερικανών, φυλάσσοντας τα ως επτασφράγιστο μυστικό στα υπόγεια της Βουλής.
Ένα άλλο πολύ ανάγλυφο παράδειγμα, είναι ο Ισημερινός. Η χώρα αυτή, όπως και πολλές παρόμοιες χώρες της Κεντρικής Αμερικής, ήταν μία όμορφη χώρα, ειρηνική και αυτάρκης … μέχρι που ανακαλύφθηκε εκεί πετρέλαιο. Έκτοτε πέρασε τόσα δεινά, σε δικτατορίες, φτώχια, και καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων που μόνο μετά από πολλούς αγώνες και μία δυναμική κυβέρνηση του Κορέα φαίνεται αυτή η κατάσταση να αλλάζει. Χαρακτηριστική είναι και στο Πακιστάν η δολοφονία της Μπούτο, λίγο πριν τις εκλογές που θα την αναδείκνυαν πρωθυπουργό και, όπως έλεγε, θα αποκαθιστούσε τη δημοκρατία στη χώρα της.
Τα πιο τρανταχτά, βεβαίως, παραδείγματα, αποικιοκρατίας και εγκαθίδρυσης δικτατορικών καθεστώτων έχουν να κάνουν με σχεδόν όλες τις χώρες της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής, και της Κεντρικής και Λατινικής Αμερικής. Οι χώρες αυτές, λόγω της ύπαρξης πλουτοπαραγωγικών πηγών όπως το πετρέλαιο, το αέριο, το χρυσό και τους πολύτιμους λίθους, έχουν υποφέρει, στον κατά τα άλλα πολιτισμένο κόσμο μας, στέρηση όλων των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων τους, της αξίας της ζωής των πολιτών τους, και φυσικά κάθε έννοια εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Η ευθύνη για αυτό τον κακοήθη, διεστραμμένο, και μισάνθρωπο τρόπο διακυβέρνησης βαραίνει τις κυβερνήσεις κυρίως των Η.Π.Α., της Αγγλίας, της Γαλλίας και τις πολυεθνικές τους εταιρίες. Το μεγαλύτερο μέρος των 20.000 παιδιών που καθημερινά πεθαίνουν από ιάσιμες ασθένειες και έλλειψης τροφής προέρχονται από αυτές τις χώρες. Ενδεικτικά στο Μαλί ο μέσος ετήσιος μισθός είναι τα 350 δολάρια, όταν τόσο αυτή η χώρα, όπως και οι υπόλοιπες υπό δικτατορία των συμμάχων του ΝΑΤΟ, έχουν ασύγκριτες φυσικές πηγές πλούτου που σε δημοκρατικά καθεστώτα θα επέτρεπαν στους πολίτες τους να ζουν πλουσιοπάροχα!
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Μαρκ Άλμοντ σε άρθρο του στη “Daily Mail” το 2011, ιστορικού της Οξφόρδης που τονίζει… «ενώσο ο πρόεδρος Ομπάμα και η Χίλαρι Κλίντον καταδικάζουν δημόσια τη διεφθαρμένη συμπεριφορά των δικτατόρων της Βόρειας Αφρικής, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη στηρίζουν αυτά τα στενόμυαλα, αποτυχημένα αραβικά καθεστώτα». «Είναι ένα παλιό πρόβλημα για εμάς στη Δύση» λέει έξω από τα δόντια ο ειδήμων σε θέματα Μέσης Ανατολής, Ρόμπερτ Φισκ, στην «Independent». «Ξεστομίζουμε συχνά – πυκνά τη λέξη «δημοκρατία» και στηρίζουμε τις δίκαιες εκλογές, με την προϋπόθεση όμως ότι οι Άραβες θα ψηφίζουν αυτούς που θέλουμε εμείς να ψηφίσουν. Σε αυτούς που δεν το έκαναν επιβάλλουμε κυρώσεις, τους απειλούμε, τους προειδοποιούμε για το Ιράν και περιμένουμε από αυτούς να κρατούν το στόμα τους κλειστό όταν το Ισραήλ κλέβει κι άλλη παλαιστινιακή γη για τους εποικισμούς του στη Δυτική Όχθη. Η Αλγερία, για παράδειγμα, θα έπρεπε να είναι τόσο πλούσια όσο και η Σαουδική Αραβία, αλλά έχει τεράστιο ποσοστό ανεργίας, καμιά κοινωνική ασφάλιση, καθόλου συντάξεις, τίποτε για το λαό της, επειδή οι στρατηγοί αφαίμαζαν τον εθνικό πλούτο και τον έστελναν στην Ελβετία. Οι θάλαμοι βασανιστηρίων θα συνεχίσουν να λειτουργούν. Και εμείς θα συνεχίσουμε να διατηρούμε καλές σχέσεις με τους δικτάτορες. Κι αυτοί θα κάνουν αυτό που τους λέμε».
Β) Χρεοκρατία
Η χρεοκρατία, είναι το πιο παράλογο, και πολλές φορές το πιο ακατανόητο στη λειτουργία του, καθεστώς, που καταλύει τα δημοκρατικά συντάγματα και των πιο αναπτυγμένων χωρών, και υποχρεώνει τους πολίτες τους σε παραχώρηση εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας με τη συναίνεση τους. Είναι ένα επίσης αποικιοκρατικό καθεστώς, όχι όμως της απομύζησης των αδύνατων από τα συνήθη ισχυρά κράτη, αλλά όλων των κρατών, συμπεριλαμβανομένων και των ισχυρών, από αφανείς τραπεζικούς ομίλους και πολυεθνικές εταιρίες. Σύμμαχος των αποικιοκρατικών τραπεζών και πολυεθνικών εταιριών είναι το διεθνές εμπόριο και όσοι το στηρίζουν, το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, και η Παγκόσμια Τράπεζα. Επίσης το στηρίζουν οι σύγχρονοι λαοί, ως καταναλωτές εξειδικευμένων προϊόντων, λόγω δύο βασικών επιθυμιών του κάθε ένα καταναλωτή: να ζει άνετα, και να είναι ανώτερος από τους άλλους (χάρη στην πιο εκλεπτυσμένη του κατανάλωση).
Η ιστορία της σύγχρονης χρεοκρατίας του 20ου και 21ου αιώνα είναι λίγο ως πολύ η ακόλουθη: μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τον οποίο η Γερμανία με τους Συμμάχους της επιχείρησε να προσεγγίσει το πετρέλαιο της Μέσης Ανατολής και ηττήθηκε, οι νικητές (Η.Π.Α., Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) προκειμένου στο μέλλον να αποφευχθούν παρόμοιοι πόλεμοι, αποφάσισαν να δεσμευτούν στη λειτουργία ενός παγκόσμιου εμπορίου, ώστε κάθε χώρα να έχει πρόσβαση στα αγαθά μιας άλλης και να μη χρειάζεται να επιχειρήσει να τα αποκτήσει δια της βίας. Για την επιτυχία του εγχειρήματος συστηθήκαν παγκόσμιοι «ανεξάρτητοι» φορείς (η GATT, το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, και η Παγκόσμια Τράπεζα), που εργαζόταν ώστε αφενός να υποχρεώνουν τις χώρες να αίρουν τα εμπόδια στις εισαγωγές τους (δασμούς, φόρους, ποσοστώσεις κ.α.), και αφετέρου να διατηρούν ένα δίκαιο σύστημα συναλλαγών όλων των εθνικών νομισμάτων ώστε να είναι εφικτό το μεταξύ τους εμπόριο. Διεθνές νόμισμα ορίστηκε το δολάριο, εξαιτίας της ασύγκριτα μεγάλης ισχύος της Αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης, και όλα τα νομίσματα κατατάχτηκαν ως προς την αξία τους ανάλογα με αυτό. Το δολάριο συνδεόταν με την τιμή του χρυσού, η εξόρυξη χρυσού ήταν ελεγχόμενη, η μεταπολεμική οικονομία αναζητούσε ανάπτυξη και όλα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, πήγαιναν καλά ως το 1970. Η περίοδος αυτή, τουλάχιστον για τις Η.Π.Α. και τη δυτική Ευρώπη, χαρακτηρίστηκε ως η «χρυσή περίοδος του καπιταλισμού» και παρουσίασε υψηλή ανάπτυξη, εύρωστο κοινωνικό κράτος, ευημερία των πολιτών και ανάπτυξη των επιστημών και των τεχνών.
Την εποχή εκείνη, ωστόσο, που τα συνδικάτα των εργαζομένων είχαν μεγάλη πολιτική δύναμη και τα δικαιώματα αποδοχών, ασφάλισης και σύνταξης των μισθωτών ήταν πλήρη, το σύστημα έφτασε στα όρια του. Οι εργοδότες, ιδιώτες και κράτη, αδυνατούσαν να λειτουργήσουν με τόσο μεγάλο μισθολογικό και ασφαλιστικό κόστος, και με δεδομένη την ελευθερία του παγκοσμιοποιημένου συστήματος για μεταφορά εγκαταστάσεων και κεφαλαίων σε άλλες χώρες, κινήθηκαν προς ανεύρεση φτηνότερου κόστους παραγωγής. Έτσι, μεγάλες εταιρίες και τεράστια κεφάλαια άρχισαν να μετακινούνται σε χώρες της Ασίας, αφήνοντας τις Η.Π.Α. και την Ευρώπη χωρίς κεφάλαια και εργασία. Οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών, προκειμένου να διατηρήσουν τα παλαιά επίπεδα ευημερίας, άρχισαν να δανείζονται από μεγάλες ιδιωτικές και κεντρικές τράπεζες, και ταυτόχρονα ψήφισαν νόμους ώστε το ίδιο εύκολα να μπορούν και οι επιχειρήσεις και οι πολίτες να δανείζονται για να υλοποιούν τα σχέδια τους και να καλύπτουν τις ανάγκες τους. Το αποτέλεσμα, στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα ήταν, όλες οι χώρες του κόσμου, και ιδιαίτερα οι Η.Π.Α. και οι Ευρωπαϊκές χώρες να είναι υπερχρεωμένες, σε σημείο που είναι αδύνατο πια να υπάρχει ελπίδα απόσβεσης των χρεών τους.
Το τι ακριβώς είναι το χρέος των σύγχρονων κρατών, πώς δημιουργήθηκε, ποιοι το ευνόησαν, και τί αντιπροσωπεύει, έχει ήδη αναλυθεί από πολλούς παράγοντες. Συνήθως οφείλεται σε τεράστιους τραπεζικούς ομίλους, τύπου Goldman Sachs, Deutsche Bank, ή Societe Generale, οι οποίοι χρηματοδότησαν έργα από τα οποία πήραν μεγάλες προμήθειες, τα υπέγραψαν διεφθαρμένοι πολιτικοί που επίσης αποκόμισαν τεράστια κέρδη, και όταν οι πολίτες τα χρησιμοποιούν πληρώνουν ένα μεγάλο κόστος για πολλά χρόνια. Τέτοιου τύπου έργα στην Ελλάδα είναι τα καρτοτηλέφωνα της Siemens, το πρόγραμμα C4I, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004, η Γέφυρα Ρίου – Αντίρριου, η οδός Αθηνών – Θεσσαλονίκης, το Μετρό Αθηνών, η Αττική Οδός κ.α. Επίσης μεγάλα ποσά δανειζόταν οι χώρες σε προεκλογικές περιόδους προκειμένου να κερδίσουν τα κόμματα τις διαδοχικές εκλογές.
Το σίγουρο σε κάθε περίπτωση είναι ότι τα χρέη αυτά είναι απεχθή, δηλαδή δεν εξυπηρετούν το λαό, ούτε χρησιμοποιήθηκαν για έργα για το λαό. Κι’ όμως… Οι δανειστές αξιώνουν από τα κράτη, προκειμένου να εισπράττουν τους τόκους και το κεφάλαιο των δανείων τους, να μειώνουν τις δημόσιες δαπάνες τους, ασχέτως του κόστους σε υποβάθμιση των ζωών των πολιτών. Έτσι, στην αρχή της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, η χρεοκρατία επιβάλλει, σε όλα τα κράτη της Ευρώπης και τις Η.Π.Α., να κάνουν σοβαρές εκπτώσεις, αν όχι να μηδενίσουν τις δαπάνες στην υγεία, στην παιδεία, στην ασφάλιση, στο επίπεδο ευημερίας, στους μισθούς, στον πολιτισμό, στην πρόνοια, και στην ασφάλεια. Σε αντάλλαγμα αυτών των θυσιών θα συνεχίζουν να τους δανείζουν, με «ευνοϊκά» επιτόκια.
Το παράλογο της χρεοκρατίας έχει τόσο πολύ προχωρήσει, που οι επιχειρήσεις ή τα κράτη αδυνατούν να φανταστούν το μέλλον τους χωρίς δανεικά! Μάλιστα, οι καρποί των θυσιών των παροχών στους πολίτες δεν πάνε στην ανοικοδόμηση της οικονομίας, αλλά στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, για να μπορούν να δανείζουν. Πρόσφατο παράδειγμα η ελληνική κυβέρνηση το 2009, όπου πρόσφερε 28 δισεκατομμύρια στις τράπεζες για να μπορούν να δανείζουν, αντί να τα δώσει στους ίδιους τους πολίτες για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Το επίσης παράλογο είναι σήμερα, ότι στόχος όλων των χωρών της Ευρώπης και των Η.Π.Α. δεν είναι να ξεχρεώσουν, κάτι αδύνατο πια, αλλά να μπορούν να ξαναδανειστούν από τις μεγάλες τράπεζες. Και αυτό θεωρείται ως ο υπέρτατος στόχος!
Έτσι, όλες οι χώρες, και οι επιχειρήσεις, και οι ιδιώτες, επιδιώκουν να έχουν «καλή πιστοληπτική ικανότητα», τουτέστιν να είναι φερέγγυοι ώστε να μπορούν να ξαναδανειστούν. Μάλιστα για το λόγο αυτό έχουν συσταθεί διεθνείς οίκοι (π.χ. Standard & Poors), κατάλογος Τειρεσία κ.λπ. ώστε να αξιολογούν ως προς την πιστοληπτική ικανότητα κράτη και ιδιώτες. Η συζήτηση για αυτοτέλεια, αυτάρκεια και ανεξαρτησία από τις τράπεζες και τις «αγορές» ούτε καν υφίσταται.
Οι Τράπεζες, σαν ιερείς των παλαιών καιρών, αποφασίζουν ποιοι θα σωθούν και ποιοι είναι «αμαρτωλοί» και θα χαθούν. Οι δικαστικοί επιμελητές και η αστυνομία, ειδικά στην Αμερική, κατάσχουν όλα όσα δεν μπόρεσαν οι υπόχρεοι να αποπληρώσουν, σπίτια, αυτοκίνητα, έπιπλα… Στα κράτη, ειδικότερα του Τρίτου κόσμου, απειλούνται κατασχέσεις ακόμη και στους πιο σημαντικούς πόρους για την ομαλή κοινωνική ζωή και την ασφάλεια, όπως τηλεπικοινωνίες, νερό, ρεύμα, εδάφη, νησιά, αεροδρόμια, νοσοκομεία, ακόμη και τμήματα της αστυνομίας και του στρατού!
Οι πολίτες άναυδοι μπροστά στη νέα αυτή πραγματικότητα επαναστατούν. Όπως και στην Αργεντινή στις αρχές του 21ου αιώνα, στα περισσότερα κράτη του κόσμου που επιβάλλονται περικοπές στις δημόσιες δαπάνες οι πολίτες αντιδρούν, απεργούν και συγκρούονται με την αστυνομία. Τους φαίνεται να είναι άδικη η υποβάθμιση του επιπέδου ζωής και των κατακτημένων δημόσιων αγαθών και ζητούν επιστροφή στην προ κρίσης χρέους οικονομική πραγματικότητα.
Από την άλλη οι κυβερνήσεις αδυνατούν. Αδυνατούν να φορολογήσουν τις μεγάλες επιχειρήσεις, τους τραπεζικούς ομίλους και τις πολυεθνικές εταιρίες από το φόβο μην τυχόν και φύγουν στο εξωτερικό, λόγω της συνεπαγόμενης φυγής κεφαλαίων και την απώλεια πολλών θέσεων εργασίας. Αδυνατούν επίσης να ζητήσουν διαγραφή του κρατικού χρέους, μην τυχόν και οι «αγορές» δεν τους ξαναδανείσουν, και αναγκαστούν να παύσουν όλες τις δημόσιες δαπάνες (λειτουργία σχολείων, νοσοκομείων, στρατού, μισθούς, συντάξεις κ.λπ.).
Έτσι τα φορολογικά έσοδα είναι μικρά, τα κράτη παραμένουν δέσμια των τραπεζών όπου καταθέτουν ένα μεγάλο μέρος των εσόδων τους σε τόκους και χρεολύσια (και όλα τα βάρη τα επωμίζονται τα μεσαία και χαμηλά κοινωνικο – οικονομικά στρώματα). Ενδεικτικά η Ελλάδα πλήρωσε μόνο για το 2011 περίπου 14 δισεκατομμύρια σε τόκους δανείων, τη στιγμή που η οικονομική αφαίμαξη των πολιτών γίνεται για να εισπραχθούν τα 8 δισεκατομμύρια που λείπουν!
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες οικονομικής δικτατορίας, όπου όπως φαίνεται οι πολιτικοί δεν μπορούν να κινηθούν λόγω της απειλής της φυγής κεφαλαίων στο εξωτερικό και της κρατικής χρεοκοπίας, το σύνταγμα καταλύεται. Ο λαός δεν είναι πια ο φορέας των εξουσιών, οι πολιτικοί του δεν τον αντιπροσωπεύουν, και τα δικαιώματα του για αξιοπρεπή διαβίωση (στέγη, εργασία, ασφάλεια, εκπαίδευση) δεν μπορεί να τα αξιώσει. Επίσης η κρατική – εθνική κυριαρχία καταλύεται, μιας και δεν μπορεί η κυβέρνηση να επιλέξει την οικονομική πολιτική της, δεν μπορεί να προσεταιριστεί νέους οικονομικούς συμμάχους, δεν μπορεί να διαφυλάξει το δημόσιο χαρακτήρα των Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας, δεν μπορεί να αγοράσει τον στρατιωτικό εξοπλισμό που θα εγγυάται την ασφάλεια της.
Και μέσα σε αυτήν την οικονομική κόλαση, εκτός των στρατιών αστέγων και ανέργων που δημιουργούνται, τα πιο δημιουργικά μυαλά, οι νέοι με τις πιο καλές προοπτικές εξέλιξης, σωρηδόν εγκαταλείπουν τη χώρα. Και δίδεται η ψευδαίσθηση ότι όλα τελειώσανε, και μέλλον δεν υπάρχει!
Γ) Η αποκατάσταση της Συνταγματικής νομιμότητας
Τόσο στη δικτατορία όσο και στη χρεοκρατία η επιστροφή στη Συνταγματική νομιμότητα είναι δύσκολη και απαιτεί θυσίες.
Στη δικτατορία οι θυσίες που απαιτούνται είναι δολοφονίες, βασανισμοί και εξορίες των αντιφρονούντων. Οι μνήμες από τη χούντα των Συνταγματαρχών και από τις διώξεις των αντιστεκομένων είναι ακόμη νωπές, με επιπλέον «θυσία» την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Στα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν την εξέγερση των Αράβων ενάντια στις δικτατορίες της Βόρειας Αφρικής στην κίνηση της «Αραβικής Άνοιξης» των αρχών της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, οι νεκροί είναι δεκάδες χιλιάδες. Πολλοί «μπλόκερς» έχουν φυλακιστεί, και άλλοι αντιστασιακοί έχουν βασανιστεί. Ένα από τα χειρότερα παραδείγματα «θυσιών» για την ανατροπή της δικτατορίας είναι αυτό της Λιβυής, όπου χιλιάδες διαδηλωτές και επαναστάτες έπεφταν νεκροί από πυρά μισθοφόρων, που με πετρελαιοδολάρια είχε μισθώσει ο Καντάφι. Η ανάγκη να προσλάβει μισθοφόρους προέρχονταν από την άρνηση των, προσκείμενων σε αυτόν, στρατιωτών του να πυροβολήσουν ομοεθνείς τους διαδηλωτές!
Στη χρεοκρατία, αντίστοιχα, απαιτούνται θυσίες αλλά οικονομικής φύσης. Οι αξιώσεις των δανειστών πιέζουν για πόρους και ταυτόχρονα χρειάζεται να μέσω της φορολογίας να δημιουργηθεί απόθεμα για κάποιου είδους ανάπτυξη. Η διαδικασία αυτή μπορεί να είναι επίσης ανθρωποκτόνος, μιας και σε τέτοιες περιόδους πολλοί άστεγοι και φτωχοί πεθαίνουν. Επίσης η εγκληματικότητα και η ανεργία αυξάνονται και ζωτικά τμήματα της κρατικής λειτουργίας υποβαθμίζονται ή ξεπούλιουνται σε ιδιώτες (δημόσιες υπηρεσίες, συγκοινωνίες, φυσικοί πόροι). Για την αποφυγή ή την «δραπέτευση» από τη χρεοκρατία υπάρχουν λύσεις, αλλά δυστυχώς μόνο λίγες χώρες είχαν την πρόνοια να τις εφαρμόσουν. Για τις υπόλοιπες, η μακροχρόνια ύφεση και η κοινωνική εξαθλίωση φαίνεται να είναι μονόδρομος.
του Γιάννη Βελίκη
Από τα πιο βασικά οριζόμενα του Συντάγματος είναι η μορφή του πολιτεύματος (δημοκρατία), η υπεράσπιση του πολιτεύματος από τον ίδιο το λαό της χώρας, η λαϊκή κυριαρχία (όλες οι εξουσίες ανήκουν στο λαό και δίνονται για περιορισμένο διάστημα σε αντιπροσώπους), η ελευθερία έκφρασης, η ανεξιθρησκία, και η πρόσβαση όλων σε δημόσια αγαθά της ασφάλειας, της υγείας, της πρόνοιας, της μόρφωσης, και της λογοδοσίας από τους κυβερνήτες και δημόσιους υπαλλήλους για το έργο τους. Έτσι, στα περισσότερα κράτη, τα συντάγματα τους ορίζουν ως κυρίαρχο και φορέα όλων των εξουσιών το λαό, και προασπίζουν τα ατομικά δικαιώματα όλων απέναντι σε κάθε βουλή ή δράση οποιουδήποτε τα επιβουλεύεται.
Όπως όμως φαίνεται και προκύπτει από τη μελέτη της Ιστορίας, αλλά και τη σύγχρονη πραγματικότητα των αρχών του 21ου αιώνα, τα συντάγματα, που οι αρχές τους κατακτήθηκαν με τόση προσπάθεια και αίμα, καταλύονται και οι λαοί χάνουν την κυριαρχία και τα δικαιώματα τους, από δύο μορφές πολιτικο – οικονομικών καθεστώτων: τη δικτατορία και τη χρεοκρατία. Και στα δύο καθεστώτα ο λαός είναι ανήμπορος να αντιδράσει, στο πρώτο εξαιτίας των όπλων που τον σημαδεύουν και στο δεύτερο εξαιτίας της χρεοκοπίας που τον απειλεί. Και η μετάβαση στη συνταγματική νομιμότητα είναι και για τα δύο καθεστώτα οδυνηρή, και απαιτεί θυσίες, αίμα και γενναιότητα.
Όπως θα φανεί στη συνέχεια του άρθρο, τόσο η δικτατορία όσο και η χρεοκρατία επιβάλλονται στα κράτη προκειμένου να εξυπηρετήσουν αποικιοκρατικά συμφέροντα ισχυρών κρατών, τραπεζικών ομίλων, πολυεθνικών εταιρειών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων γνωστών ως «αγορές». Και βεβαίως η αποκατάσταση της δημοκρατίας δεν είναι εύκολη, διότι, ακόμη και αν αντιδράσει ο λαός της χώρας - θύματος, τα μεγάλα συμφέροντα θα συνεχίσουν να διοικούν, χρηματοδοτώντας και ενισχύοντας εξουσίες φιλικές στα συμφέροντα τους. Με αυτόν τον τρόπο συνεχίζεται μία, χωρίς τέλος, αποικιοκρατία, που λίγοι αντιλαμβάνονται και αντιδρούν. Και βεβαίως στην έσχατη περίπτωση που ο λαός καταφέρει, μετά από πολλές απώλειες και θυσίες, και πάρει την εξουσία, απειλείται με πόλεμο ώστε να αποκατασταθεί η αποικιοκρατική τάξη πραγμάτων.
Α) Δικτατορία
Η δικτατορία είναι, ως γνωστόν, μια πολιτικο – κοινωνική κατάσταση, κατά την οποία η δημοκρατία καταλύεται, μαζί και το Σύνταγμα, και κάποια ισχυρή πολιτική μερίδα παίρνει με τη βία και τα όπλα την εξουσία. Προκειμένου να κρατηθεί στην εξουσία, δεδομένου ότι δεν έχει τη λαϊκή εντολή και συναίνεση, χρησιμοποιεί ότι μέσο διαθέτει ώστε να κάμψει κάθε αντίσταση: δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων, βασανιστήρια και ανακρίσεις, εξορίες, προπαγάνδα, έλεγχο των Μ.Μ.Ε., λογοκρισία του πνευματικού κόσμου, κατάργηση των ατομικών δικαιωμάτων, έλεγχο της δικαστικής λειτουργίας, της ιεραρχίας και της εκπαίδευσης κ.ο.κ., ενώ ταυτόχρονα, επιβραβεύει δυσανάλογα τους υποστηρικτές του καθεστώτος, τους πληροφοριοδότες, τους παρακρατικούς μηχανισμούς, και τους ανθρώπους με επιρροή που τάσσονται υπέρ της δικτατορίας.
Τα ανωτέρω είναι πολύ γνωστά, και επαναλαμβάνονται σχεδόν σε κάθε δικτατορία: από τη σταλινική Ρωσία, την ελληνική χούντα του ’67, τη χούντα του Πινοσέτ (τα θύματα της δικτατορίας του Πινοσέτ στη Χιλή ξεπερνούν συνολικά τα 40.000, σύμφωνα με την εξεταστική επιτροπή που φτιάχτηκε για αυτόν ειδικά τον λόγο στο Σαντιάγο, ενώ ο επίσημος αριθμός νεκρών και εξαφανισθέντων ανέρχεται σε 3.065), μέχρι τα σύγχρονα δικτατορικά καθεστώτα σε όλη τη Κεντρική και Λατινική Αμερική και τη Μαύρη Ήπειρο. Σε όλες τις περιπτώσεις καταγγέλθηκαν και καταγγέλλονται δολοφονίες, βασανισμοί, εξορίες και κάθε είδους καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και σε όλες τις περιπτώσεις πολύ λίγα γίνονται για να προστατευτούν οι λαοί και η δημοκρατία. Γιατί άραγε;
Η απάντηση είναι τόσο προφανώς απλή, που ανατριχιάζει με την απλότητα της: οι κάθε είδους δικτατορίες επικρατούν χάρη στα μεγάλα συμφέροντα που υπηρετούν! Και μεγάλα συμφέροντα δεν είναι άλλα από τα συμφέροντα των δυνατών κρατών και των πολυεθνικών εταιριών. Έτσι, με ασφάλεια μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η δημοκρατία και τα δικαιώματα των λαών καταλύονται λόγω των συμφερόντων των δυνατών κρατών και των πολυεθνικών.
Η Ελλάδα του ’67, για παράδειγμα, είναι αποδεδειγμένο ότι «απέκτησε» δικτατορία χάρη στη χρηματοδότηση και την προσφορά υποστήριξης και τεχνογνωσίας από τους Αμερικανούς, οι οποίοι φοβόταν την αυξημένη επιρροή της Ε.Σ.Σ.Δ. εκείνο το διάστημα. Πράγματι, μετά την εγκαθίδρυση της χούντας, οι υποστηρικτές του κουμμουνισμού «εθνοκαθάρθηκαν» ώστε τίποτε να μην απειλεί τα Αμερικανο – Νατοϊκά συμφέροντα. Όταν αργότερα, η επιβεβλημένη από τους Αμερικανούς εθνικιστική χούντα του Παπαδόπουλου δεν συναινούσε στον τρόπο που θα «προφυλάσσονταν» η Κύπρος από τους Σοβιετικούς, απλώς «αποκεφαλίστηκε», και στη θέση της ανέβηκε ο Ιωαννίδης, που απέκλεισε τους Σοβιετικούς μια για πάντα, παραδίνοντας με εντολή των Η.Π.Α. την Κύπρο στην Τουρκία. Αποτελεί, δε, μεγάλη πρόκληση για την Ελληνική Δημοκρατία, που έως και τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα αρνείται να εμφανίσει τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη δράση των Αμερικανών, φυλάσσοντας τα ως επτασφράγιστο μυστικό στα υπόγεια της Βουλής.
Ένα άλλο πολύ ανάγλυφο παράδειγμα, είναι ο Ισημερινός. Η χώρα αυτή, όπως και πολλές παρόμοιες χώρες της Κεντρικής Αμερικής, ήταν μία όμορφη χώρα, ειρηνική και αυτάρκης … μέχρι που ανακαλύφθηκε εκεί πετρέλαιο. Έκτοτε πέρασε τόσα δεινά, σε δικτατορίες, φτώχια, και καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων που μόνο μετά από πολλούς αγώνες και μία δυναμική κυβέρνηση του Κορέα φαίνεται αυτή η κατάσταση να αλλάζει. Χαρακτηριστική είναι και στο Πακιστάν η δολοφονία της Μπούτο, λίγο πριν τις εκλογές που θα την αναδείκνυαν πρωθυπουργό και, όπως έλεγε, θα αποκαθιστούσε τη δημοκρατία στη χώρα της.
Τα πιο τρανταχτά, βεβαίως, παραδείγματα, αποικιοκρατίας και εγκαθίδρυσης δικτατορικών καθεστώτων έχουν να κάνουν με σχεδόν όλες τις χώρες της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής, και της Κεντρικής και Λατινικής Αμερικής. Οι χώρες αυτές, λόγω της ύπαρξης πλουτοπαραγωγικών πηγών όπως το πετρέλαιο, το αέριο, το χρυσό και τους πολύτιμους λίθους, έχουν υποφέρει, στον κατά τα άλλα πολιτισμένο κόσμο μας, στέρηση όλων των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων τους, της αξίας της ζωής των πολιτών τους, και φυσικά κάθε έννοια εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Η ευθύνη για αυτό τον κακοήθη, διεστραμμένο, και μισάνθρωπο τρόπο διακυβέρνησης βαραίνει τις κυβερνήσεις κυρίως των Η.Π.Α., της Αγγλίας, της Γαλλίας και τις πολυεθνικές τους εταιρίες. Το μεγαλύτερο μέρος των 20.000 παιδιών που καθημερινά πεθαίνουν από ιάσιμες ασθένειες και έλλειψης τροφής προέρχονται από αυτές τις χώρες. Ενδεικτικά στο Μαλί ο μέσος ετήσιος μισθός είναι τα 350 δολάρια, όταν τόσο αυτή η χώρα, όπως και οι υπόλοιπες υπό δικτατορία των συμμάχων του ΝΑΤΟ, έχουν ασύγκριτες φυσικές πηγές πλούτου που σε δημοκρατικά καθεστώτα θα επέτρεπαν στους πολίτες τους να ζουν πλουσιοπάροχα!
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Μαρκ Άλμοντ σε άρθρο του στη “Daily Mail” το 2011, ιστορικού της Οξφόρδης που τονίζει… «ενώσο ο πρόεδρος Ομπάμα και η Χίλαρι Κλίντον καταδικάζουν δημόσια τη διεφθαρμένη συμπεριφορά των δικτατόρων της Βόρειας Αφρικής, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη στηρίζουν αυτά τα στενόμυαλα, αποτυχημένα αραβικά καθεστώτα». «Είναι ένα παλιό πρόβλημα για εμάς στη Δύση» λέει έξω από τα δόντια ο ειδήμων σε θέματα Μέσης Ανατολής, Ρόμπερτ Φισκ, στην «Independent». «Ξεστομίζουμε συχνά – πυκνά τη λέξη «δημοκρατία» και στηρίζουμε τις δίκαιες εκλογές, με την προϋπόθεση όμως ότι οι Άραβες θα ψηφίζουν αυτούς που θέλουμε εμείς να ψηφίσουν. Σε αυτούς που δεν το έκαναν επιβάλλουμε κυρώσεις, τους απειλούμε, τους προειδοποιούμε για το Ιράν και περιμένουμε από αυτούς να κρατούν το στόμα τους κλειστό όταν το Ισραήλ κλέβει κι άλλη παλαιστινιακή γη για τους εποικισμούς του στη Δυτική Όχθη. Η Αλγερία, για παράδειγμα, θα έπρεπε να είναι τόσο πλούσια όσο και η Σαουδική Αραβία, αλλά έχει τεράστιο ποσοστό ανεργίας, καμιά κοινωνική ασφάλιση, καθόλου συντάξεις, τίποτε για το λαό της, επειδή οι στρατηγοί αφαίμαζαν τον εθνικό πλούτο και τον έστελναν στην Ελβετία. Οι θάλαμοι βασανιστηρίων θα συνεχίσουν να λειτουργούν. Και εμείς θα συνεχίσουμε να διατηρούμε καλές σχέσεις με τους δικτάτορες. Κι αυτοί θα κάνουν αυτό που τους λέμε».
Β) Χρεοκρατία
Η χρεοκρατία, είναι το πιο παράλογο, και πολλές φορές το πιο ακατανόητο στη λειτουργία του, καθεστώς, που καταλύει τα δημοκρατικά συντάγματα και των πιο αναπτυγμένων χωρών, και υποχρεώνει τους πολίτες τους σε παραχώρηση εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας με τη συναίνεση τους. Είναι ένα επίσης αποικιοκρατικό καθεστώς, όχι όμως της απομύζησης των αδύνατων από τα συνήθη ισχυρά κράτη, αλλά όλων των κρατών, συμπεριλαμβανομένων και των ισχυρών, από αφανείς τραπεζικούς ομίλους και πολυεθνικές εταιρίες. Σύμμαχος των αποικιοκρατικών τραπεζών και πολυεθνικών εταιριών είναι το διεθνές εμπόριο και όσοι το στηρίζουν, το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, και η Παγκόσμια Τράπεζα. Επίσης το στηρίζουν οι σύγχρονοι λαοί, ως καταναλωτές εξειδικευμένων προϊόντων, λόγω δύο βασικών επιθυμιών του κάθε ένα καταναλωτή: να ζει άνετα, και να είναι ανώτερος από τους άλλους (χάρη στην πιο εκλεπτυσμένη του κατανάλωση).
Η ιστορία της σύγχρονης χρεοκρατίας του 20ου και 21ου αιώνα είναι λίγο ως πολύ η ακόλουθη: μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τον οποίο η Γερμανία με τους Συμμάχους της επιχείρησε να προσεγγίσει το πετρέλαιο της Μέσης Ανατολής και ηττήθηκε, οι νικητές (Η.Π.Α., Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) προκειμένου στο μέλλον να αποφευχθούν παρόμοιοι πόλεμοι, αποφάσισαν να δεσμευτούν στη λειτουργία ενός παγκόσμιου εμπορίου, ώστε κάθε χώρα να έχει πρόσβαση στα αγαθά μιας άλλης και να μη χρειάζεται να επιχειρήσει να τα αποκτήσει δια της βίας. Για την επιτυχία του εγχειρήματος συστηθήκαν παγκόσμιοι «ανεξάρτητοι» φορείς (η GATT, το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, και η Παγκόσμια Τράπεζα), που εργαζόταν ώστε αφενός να υποχρεώνουν τις χώρες να αίρουν τα εμπόδια στις εισαγωγές τους (δασμούς, φόρους, ποσοστώσεις κ.α.), και αφετέρου να διατηρούν ένα δίκαιο σύστημα συναλλαγών όλων των εθνικών νομισμάτων ώστε να είναι εφικτό το μεταξύ τους εμπόριο. Διεθνές νόμισμα ορίστηκε το δολάριο, εξαιτίας της ασύγκριτα μεγάλης ισχύος της Αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης, και όλα τα νομίσματα κατατάχτηκαν ως προς την αξία τους ανάλογα με αυτό. Το δολάριο συνδεόταν με την τιμή του χρυσού, η εξόρυξη χρυσού ήταν ελεγχόμενη, η μεταπολεμική οικονομία αναζητούσε ανάπτυξη και όλα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, πήγαιναν καλά ως το 1970. Η περίοδος αυτή, τουλάχιστον για τις Η.Π.Α. και τη δυτική Ευρώπη, χαρακτηρίστηκε ως η «χρυσή περίοδος του καπιταλισμού» και παρουσίασε υψηλή ανάπτυξη, εύρωστο κοινωνικό κράτος, ευημερία των πολιτών και ανάπτυξη των επιστημών και των τεχνών.
Την εποχή εκείνη, ωστόσο, που τα συνδικάτα των εργαζομένων είχαν μεγάλη πολιτική δύναμη και τα δικαιώματα αποδοχών, ασφάλισης και σύνταξης των μισθωτών ήταν πλήρη, το σύστημα έφτασε στα όρια του. Οι εργοδότες, ιδιώτες και κράτη, αδυνατούσαν να λειτουργήσουν με τόσο μεγάλο μισθολογικό και ασφαλιστικό κόστος, και με δεδομένη την ελευθερία του παγκοσμιοποιημένου συστήματος για μεταφορά εγκαταστάσεων και κεφαλαίων σε άλλες χώρες, κινήθηκαν προς ανεύρεση φτηνότερου κόστους παραγωγής. Έτσι, μεγάλες εταιρίες και τεράστια κεφάλαια άρχισαν να μετακινούνται σε χώρες της Ασίας, αφήνοντας τις Η.Π.Α. και την Ευρώπη χωρίς κεφάλαια και εργασία. Οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών, προκειμένου να διατηρήσουν τα παλαιά επίπεδα ευημερίας, άρχισαν να δανείζονται από μεγάλες ιδιωτικές και κεντρικές τράπεζες, και ταυτόχρονα ψήφισαν νόμους ώστε το ίδιο εύκολα να μπορούν και οι επιχειρήσεις και οι πολίτες να δανείζονται για να υλοποιούν τα σχέδια τους και να καλύπτουν τις ανάγκες τους. Το αποτέλεσμα, στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα ήταν, όλες οι χώρες του κόσμου, και ιδιαίτερα οι Η.Π.Α. και οι Ευρωπαϊκές χώρες να είναι υπερχρεωμένες, σε σημείο που είναι αδύνατο πια να υπάρχει ελπίδα απόσβεσης των χρεών τους.
Το τι ακριβώς είναι το χρέος των σύγχρονων κρατών, πώς δημιουργήθηκε, ποιοι το ευνόησαν, και τί αντιπροσωπεύει, έχει ήδη αναλυθεί από πολλούς παράγοντες. Συνήθως οφείλεται σε τεράστιους τραπεζικούς ομίλους, τύπου Goldman Sachs, Deutsche Bank, ή Societe Generale, οι οποίοι χρηματοδότησαν έργα από τα οποία πήραν μεγάλες προμήθειες, τα υπέγραψαν διεφθαρμένοι πολιτικοί που επίσης αποκόμισαν τεράστια κέρδη, και όταν οι πολίτες τα χρησιμοποιούν πληρώνουν ένα μεγάλο κόστος για πολλά χρόνια. Τέτοιου τύπου έργα στην Ελλάδα είναι τα καρτοτηλέφωνα της Siemens, το πρόγραμμα C4I, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004, η Γέφυρα Ρίου – Αντίρριου, η οδός Αθηνών – Θεσσαλονίκης, το Μετρό Αθηνών, η Αττική Οδός κ.α. Επίσης μεγάλα ποσά δανειζόταν οι χώρες σε προεκλογικές περιόδους προκειμένου να κερδίσουν τα κόμματα τις διαδοχικές εκλογές.
Το σίγουρο σε κάθε περίπτωση είναι ότι τα χρέη αυτά είναι απεχθή, δηλαδή δεν εξυπηρετούν το λαό, ούτε χρησιμοποιήθηκαν για έργα για το λαό. Κι’ όμως… Οι δανειστές αξιώνουν από τα κράτη, προκειμένου να εισπράττουν τους τόκους και το κεφάλαιο των δανείων τους, να μειώνουν τις δημόσιες δαπάνες τους, ασχέτως του κόστους σε υποβάθμιση των ζωών των πολιτών. Έτσι, στην αρχή της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, η χρεοκρατία επιβάλλει, σε όλα τα κράτη της Ευρώπης και τις Η.Π.Α., να κάνουν σοβαρές εκπτώσεις, αν όχι να μηδενίσουν τις δαπάνες στην υγεία, στην παιδεία, στην ασφάλιση, στο επίπεδο ευημερίας, στους μισθούς, στον πολιτισμό, στην πρόνοια, και στην ασφάλεια. Σε αντάλλαγμα αυτών των θυσιών θα συνεχίζουν να τους δανείζουν, με «ευνοϊκά» επιτόκια.
Το παράλογο της χρεοκρατίας έχει τόσο πολύ προχωρήσει, που οι επιχειρήσεις ή τα κράτη αδυνατούν να φανταστούν το μέλλον τους χωρίς δανεικά! Μάλιστα, οι καρποί των θυσιών των παροχών στους πολίτες δεν πάνε στην ανοικοδόμηση της οικονομίας, αλλά στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, για να μπορούν να δανείζουν. Πρόσφατο παράδειγμα η ελληνική κυβέρνηση το 2009, όπου πρόσφερε 28 δισεκατομμύρια στις τράπεζες για να μπορούν να δανείζουν, αντί να τα δώσει στους ίδιους τους πολίτες για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Το επίσης παράλογο είναι σήμερα, ότι στόχος όλων των χωρών της Ευρώπης και των Η.Π.Α. δεν είναι να ξεχρεώσουν, κάτι αδύνατο πια, αλλά να μπορούν να ξαναδανειστούν από τις μεγάλες τράπεζες. Και αυτό θεωρείται ως ο υπέρτατος στόχος!
Έτσι, όλες οι χώρες, και οι επιχειρήσεις, και οι ιδιώτες, επιδιώκουν να έχουν «καλή πιστοληπτική ικανότητα», τουτέστιν να είναι φερέγγυοι ώστε να μπορούν να ξαναδανειστούν. Μάλιστα για το λόγο αυτό έχουν συσταθεί διεθνείς οίκοι (π.χ. Standard & Poors), κατάλογος Τειρεσία κ.λπ. ώστε να αξιολογούν ως προς την πιστοληπτική ικανότητα κράτη και ιδιώτες. Η συζήτηση για αυτοτέλεια, αυτάρκεια και ανεξαρτησία από τις τράπεζες και τις «αγορές» ούτε καν υφίσταται.
Οι Τράπεζες, σαν ιερείς των παλαιών καιρών, αποφασίζουν ποιοι θα σωθούν και ποιοι είναι «αμαρτωλοί» και θα χαθούν. Οι δικαστικοί επιμελητές και η αστυνομία, ειδικά στην Αμερική, κατάσχουν όλα όσα δεν μπόρεσαν οι υπόχρεοι να αποπληρώσουν, σπίτια, αυτοκίνητα, έπιπλα… Στα κράτη, ειδικότερα του Τρίτου κόσμου, απειλούνται κατασχέσεις ακόμη και στους πιο σημαντικούς πόρους για την ομαλή κοινωνική ζωή και την ασφάλεια, όπως τηλεπικοινωνίες, νερό, ρεύμα, εδάφη, νησιά, αεροδρόμια, νοσοκομεία, ακόμη και τμήματα της αστυνομίας και του στρατού!
Οι πολίτες άναυδοι μπροστά στη νέα αυτή πραγματικότητα επαναστατούν. Όπως και στην Αργεντινή στις αρχές του 21ου αιώνα, στα περισσότερα κράτη του κόσμου που επιβάλλονται περικοπές στις δημόσιες δαπάνες οι πολίτες αντιδρούν, απεργούν και συγκρούονται με την αστυνομία. Τους φαίνεται να είναι άδικη η υποβάθμιση του επιπέδου ζωής και των κατακτημένων δημόσιων αγαθών και ζητούν επιστροφή στην προ κρίσης χρέους οικονομική πραγματικότητα.
Από την άλλη οι κυβερνήσεις αδυνατούν. Αδυνατούν να φορολογήσουν τις μεγάλες επιχειρήσεις, τους τραπεζικούς ομίλους και τις πολυεθνικές εταιρίες από το φόβο μην τυχόν και φύγουν στο εξωτερικό, λόγω της συνεπαγόμενης φυγής κεφαλαίων και την απώλεια πολλών θέσεων εργασίας. Αδυνατούν επίσης να ζητήσουν διαγραφή του κρατικού χρέους, μην τυχόν και οι «αγορές» δεν τους ξαναδανείσουν, και αναγκαστούν να παύσουν όλες τις δημόσιες δαπάνες (λειτουργία σχολείων, νοσοκομείων, στρατού, μισθούς, συντάξεις κ.λπ.).
Έτσι τα φορολογικά έσοδα είναι μικρά, τα κράτη παραμένουν δέσμια των τραπεζών όπου καταθέτουν ένα μεγάλο μέρος των εσόδων τους σε τόκους και χρεολύσια (και όλα τα βάρη τα επωμίζονται τα μεσαία και χαμηλά κοινωνικο – οικονομικά στρώματα). Ενδεικτικά η Ελλάδα πλήρωσε μόνο για το 2011 περίπου 14 δισεκατομμύρια σε τόκους δανείων, τη στιγμή που η οικονομική αφαίμαξη των πολιτών γίνεται για να εισπραχθούν τα 8 δισεκατομμύρια που λείπουν!
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες οικονομικής δικτατορίας, όπου όπως φαίνεται οι πολιτικοί δεν μπορούν να κινηθούν λόγω της απειλής της φυγής κεφαλαίων στο εξωτερικό και της κρατικής χρεοκοπίας, το σύνταγμα καταλύεται. Ο λαός δεν είναι πια ο φορέας των εξουσιών, οι πολιτικοί του δεν τον αντιπροσωπεύουν, και τα δικαιώματα του για αξιοπρεπή διαβίωση (στέγη, εργασία, ασφάλεια, εκπαίδευση) δεν μπορεί να τα αξιώσει. Επίσης η κρατική – εθνική κυριαρχία καταλύεται, μιας και δεν μπορεί η κυβέρνηση να επιλέξει την οικονομική πολιτική της, δεν μπορεί να προσεταιριστεί νέους οικονομικούς συμμάχους, δεν μπορεί να διαφυλάξει το δημόσιο χαρακτήρα των Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας, δεν μπορεί να αγοράσει τον στρατιωτικό εξοπλισμό που θα εγγυάται την ασφάλεια της.
Και μέσα σε αυτήν την οικονομική κόλαση, εκτός των στρατιών αστέγων και ανέργων που δημιουργούνται, τα πιο δημιουργικά μυαλά, οι νέοι με τις πιο καλές προοπτικές εξέλιξης, σωρηδόν εγκαταλείπουν τη χώρα. Και δίδεται η ψευδαίσθηση ότι όλα τελειώσανε, και μέλλον δεν υπάρχει!
Γ) Η αποκατάσταση της Συνταγματικής νομιμότητας
Τόσο στη δικτατορία όσο και στη χρεοκρατία η επιστροφή στη Συνταγματική νομιμότητα είναι δύσκολη και απαιτεί θυσίες.
Στη δικτατορία οι θυσίες που απαιτούνται είναι δολοφονίες, βασανισμοί και εξορίες των αντιφρονούντων. Οι μνήμες από τη χούντα των Συνταγματαρχών και από τις διώξεις των αντιστεκομένων είναι ακόμη νωπές, με επιπλέον «θυσία» την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Στα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν την εξέγερση των Αράβων ενάντια στις δικτατορίες της Βόρειας Αφρικής στην κίνηση της «Αραβικής Άνοιξης» των αρχών της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, οι νεκροί είναι δεκάδες χιλιάδες. Πολλοί «μπλόκερς» έχουν φυλακιστεί, και άλλοι αντιστασιακοί έχουν βασανιστεί. Ένα από τα χειρότερα παραδείγματα «θυσιών» για την ανατροπή της δικτατορίας είναι αυτό της Λιβυής, όπου χιλιάδες διαδηλωτές και επαναστάτες έπεφταν νεκροί από πυρά μισθοφόρων, που με πετρελαιοδολάρια είχε μισθώσει ο Καντάφι. Η ανάγκη να προσλάβει μισθοφόρους προέρχονταν από την άρνηση των, προσκείμενων σε αυτόν, στρατιωτών του να πυροβολήσουν ομοεθνείς τους διαδηλωτές!
Στη χρεοκρατία, αντίστοιχα, απαιτούνται θυσίες αλλά οικονομικής φύσης. Οι αξιώσεις των δανειστών πιέζουν για πόρους και ταυτόχρονα χρειάζεται να μέσω της φορολογίας να δημιουργηθεί απόθεμα για κάποιου είδους ανάπτυξη. Η διαδικασία αυτή μπορεί να είναι επίσης ανθρωποκτόνος, μιας και σε τέτοιες περιόδους πολλοί άστεγοι και φτωχοί πεθαίνουν. Επίσης η εγκληματικότητα και η ανεργία αυξάνονται και ζωτικά τμήματα της κρατικής λειτουργίας υποβαθμίζονται ή ξεπούλιουνται σε ιδιώτες (δημόσιες υπηρεσίες, συγκοινωνίες, φυσικοί πόροι). Για την αποφυγή ή την «δραπέτευση» από τη χρεοκρατία υπάρχουν λύσεις, αλλά δυστυχώς μόνο λίγες χώρες είχαν την πρόνοια να τις εφαρμόσουν. Για τις υπόλοιπες, η μακροχρόνια ύφεση και η κοινωνική εξαθλίωση φαίνεται να είναι μονόδρομος.